Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΣΩΤΕΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ

 

Στην Οδύσσεια, το σύμβολο της ψυχής είναι η . Αν δούμε τα δύο έργα συγκριτικά, μπορούμε να πούμε ότι η αθάνατη ψυχή του ανθρώπου, αυτή που δε χρειάζεται να εξελιχθεί γιατί είναι τέλεια, αυτή που μένει σταθερή στο κέντρο της είναι η Πηνελόπη. Και ο άνθρωπος-Οδυσσέας, που ήδη είναι παντρεμένος μαζί της, μετά από μακροχρόνιο αποχωρισμό, τείνει να ταυτιστεί μ’ αυτήν. Επιστρέφει μετά από πολλές μετενσαρκώσεις, δοκιμασίες κι εμπειρίες στην πηγή προέλευσής του, στην αθάνατη ψυχή του, στην Πηνελόπη. Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι και η Ιλιάδα και η Οδύσσεια συμβολίζουν τον εσωτερικό πόλεμο, με κάποιες διαφοροποιήσεις όμως. Στη Ιλιάδα ο άνθρωπος μάχεται για τον έλεγχο και την κατάκτηση της προσωπικότητάς του, για τον έλεγχο του ψυχισμού του (Ελένη) και τελικά το καταφέρνει. Ας θυμηθούμε εδώ ότι οι Αχαιοί παίρνουν την Τροία χάρη στο σχέδιο του πολυμήχανου Οδυσσέα. Αυτό που κυριαρχεί λοιπόν είναι το Κάμα-Μάνας, ο βασιλιάς της προσωπικότητας. Αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα στην εξελικτική πορεία του ανθρώπου, αλλά δεν είναι το τέρμα. 

Η συνέχεια δίνεται στην Οδύσσεια. Εδώ ο άνθρωπος Οδυσσέας μάχεται πλέον για να ταυτιστεί με το Εγώ του, για να κατακτήσει την ατομικότητά του, για να ταυτιστεί με την αθάνατη ψυχή του (Πηνελόπη). Και το όπλο του ανθρώπου σ’ αυτή την περίπτωση είναι η Σοφία. Γι’ αυτό βλέπουμε την Αθηνά να παίζει κυρίαρχο ρόλο στην Οδύσσεια. Όταν ο Οδυσσέας φτάνει στην Ιθάκη, στον τόπο προέλευσής του, μιλάει με την Αθηνά έχοντας πλέον την επίγνωση ότι μιλάει με την ίδια τη θεά. Εκεί, στο λιμάνι της Ιθάκης (ραψ. ν), η Αθηνά αποκαλύπτει την ταυτότητά της. 

Ο Οδυσσέας είναι εκείνος ο άνθρωπος που καταφέρνει να σωθεί από την ύλη (θάλασσα, Ποσειδώνας) και να κατευθυνθεί προς το βραχώδες νησί της Ιθάκης (Αθηνά-Σοφία). Αντίθετα, οι σύντροφοί του, τα κατώτερα στοιχεία του, οι κατώτερες επιθυμίες του πεθαίνουν, για να φτάσει ο ίδιος χωρίς περιττά βάρη στον τόπο προέλευσής του. Είναι σημαντικό να προσέξουμε και τους χαρακτηρισμούς που υπάρχουν μέσα στο έργο για τον Οδυσσέα: κανείς άλλος δε φτάνει τον Οδυσσέα στη γνώση, λέει ο Δίας (ραψ. α 67-68), είναι πολυμήχανος, σοφός, θεϊκός, πολύπαθος, πολύπειρος, πολύσοφος.  Ο Οδυσσέας, πριν φτάσει στην πατρίδα του, περνάει 12  δοκιμασίες, μοτίβο που βρίσκουμε και σε άλλους ήρωες που ξεπερνούν το ανθρώπινο επίπεδο εξέλιξης.

Κάβειροι : η αρχαιοτέρα μυστική εταιρεία – αδελφότης

      

Συμφώνως προς όλα τα στοιχεία, η αρχαιοτέρα εταιρεία προέρχεται από την αρχέγονον αδελφότητα των πυρομυστών –μεταλλουργών Καβείρων, ο πρωταρχικός πυρήν της οποίας, ως προανεφέρθη, προήλθεν εκ Κρήτης, αλλά δεν ανιχνεύεται ακόμη το εύρος αυτού επακριβώς, ελλείψει πλήρων αρχαιολογικο-ιστορικών στοιχείων. Πάντως ως έδρα των Καβείρων θεωρείται η νήσος Σαμοθράκη, παρ’ όλον ότι ο αρχηγέτης αυτών και πρωτοΚάβειρος Ήφαιστος απαντάται πρωτίστως εις Κρήτην, εν συνεχεία εις Λήμνον και ακολούθως, κατά τον ιστορικόν Ηρόδοτον, τινές τουλάχιστον εξ αυτών «οίχοντο πλέοντες εις Λακεδαίμονα» (όπου εσχάτως ανεκαλύφθη και η Πελλάνα), θεωρεί δε ότι είναι  πρωτοΠελασγικής καταγωγής, ενώ ο Διόδωρος ο Σικελιώτης υποστηρίζει ότι πρόκειται περί εντοπίων, χωρίς να παραθεωρήσωμεν την άποψιν του Ισοκράτους, ο οποίος εις τον «Πανηγυρικόν» του το ίδιον υποστηρίζει περί των κατοικούντων την Ελλαδικήν χερσόνησον και την Αττικήν, ότι είναι δηλ. αυτόχθονες.

Αρχαιολογικός χώρος Σαμοθράκης


       Αι συγκεκριμέναι απόψεις δεν αλληλοαναιρούνται, καθώς οι Πελασγοί πρωθΕλληνες, Μινύες  και Δαναοί ή Υδανοί (εκ της λ. ύδωρ / ύδατος), αποτελούν αναμφιβόλως σύνολον διαφόρων επί μέρους φύλων – ομάδων της Μεσολιθικής τουλάχιστον και Νεολιθικής εποχής,

εντοπιζομένων εις τον περιΕλλαδικόν και Ελλαδικόν χώρον, πέραν της πρωταρχικής χώρας της Κρήτης, και οι οποίοι βεβαίως ωμίλουν, κατά πολλάς αποχρώσας ενδείξεις, μίαν προΟμηρικήν Αιγαιοπελασγικήν και Αιολικήν πιθανώς διάλεκτον (της Ιαπετικής ομογλωσσίας), ήτοι μίαν μορφήν πρωίμου Ευρωπαϊκής γλώσσης, έκτοτε δε διαχρονικώς εξελιχθείσης αυτής και αναμορφωτικώς τελειοποιηθείσης, έσχομεν ως απότοκον τον ωλοκληρωμένον, διανοούμενον, φιλόσοφον, μαθηματικόν και πανεπιστήμονα ΕΛΛΗΝΑ ΛΟΓΟΝ.

       Αντιθέτως ο Σαγχουνιάθω

Κοινά μυητικά και ιεραρχικά στοιχεία – Επισκόπησις του Τελετουργικού της εισδοχής

 

Η μύησις εις τας μυστικάς εταιρίας ή Θιάσους της αρχαιότητος, καθώς και αι τελετουργικαί των διαδικασίαι, εμφανίζουν ωρισμένα σαφή κοινά χαρακτηριστικά στοιχεία. Έν λοιπόν βασικόν χαρακτηριστικόν γνώρισμα, το οποίον απετέλει και κοινήν πρακτικήν κατά την αρχαιότητα, ήσαν οι «εναγισμοί» κατά τα αρχέγονα έθη εις το όνομα των προγόνων της φρατρίας (αδελφότητος) οι οποίοι ηγούντο αυτής ή εις το όνομα άλλης τινός Προσωπικότητος, μυθικής ή θρυλουμένης, εις την οποίαν η εταιρία ανήγε την καταγωγήν της. Επίσης, συμφώνως προς τας μαρτυρίας του Πλάτωνος, του Θέωνος του Σμυρναίου (μαθηματικού και λογίου του 2ου μ.Χ. αι.), του Πορφυρίου και του Ιαμβλίχου, η όλη διαδικασία της εισδοχής εξειλίσσετο εις πέντε φάσεις ήτοι : α)τον Καθαρμόν (εστιαζόμενον εις την προηγουμένην διαγωγήν του υποψηφίου νέου μέλους και δή εις τυχόν επιλήψιμα γεγονότα της ζωής του, δια δε τας περιπτώσεις φόνων, ήδη προανεφέρθη ότι τον ειδικόν καθαρμόν επετέλει ο Κόης, κατά τα πρωτοϊστορικά πρότυπα τα διασωζόμενα υπό των αρχαίων τραγικών ποιητών, (όπως π.χ. ο καθαρμός του Ορέστου εις Τροιζήνα εκ του μιάσματος της μητροκτονίας), εν συνεχεία β) την Παράδοσιν της Τελετής, γ) την Εποπτείαν, δ) την Ανάθεσιν στεφάνων και ε) την Τελειοποίησιν.


Ακολούθως, κατά την διάρκειαν της περαιτέρω διαδικασίας της Τελετής και περί το κέντρον αυτής, κυρίαρχον στοιχείον απετέλει η πράξις της εν-θρονώσεως ή «θρονισμού» και κατά τον χρόνον της Εποπτείας και της τοποθετήσεως (Αναθέσεως) επί της κεφαλής του νεομύστου στεφάνου εξ ελαίας. Τέλος ο εγκύκλιος χορός των τελεστών περί τον θρόνον, ο ρυθμός του οποίου δεν διασώζεται , πιθανόν εξ αιτίας του ότι όλοι οι σχετικοί συγγραφείς αποφεύγουν να τον αναφέρουν , ή τον παραλείπουν,  ως πασίγνωστον , ως π.χ. η Πυρρίχη (Πλάτωνος «Ευθύδημος»), συνίστα το πέρας της τελεστικής καθιερώσεως. Εις την φάσιν της Εποπτείας επίσης οι τελεσταί επετέλουν την ανάδεσιν, περί τον στέρνον ή  την οσφύν του μύστου, της πορφυράς ζώνης ή περιζώματος, προστατευτικού εξ όλων των κινδύνων, ο δε νεομύστης εμάνθανε τα σημεία

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Τα μυστήρια. Μία γενική αναφορά.

 

Από την μύησή μας στον Τεκτονισμό. και κάθε ημέρα μελέτης ή έστω διατριβής στους χώρους της εσωτερικής (φιλοσοφικής) έρευνας, δηλ. της προσπάθειας προσέγγισης της ουσίας του παντός πέρα από τα φαινόμενα  και την κοινή λογική και ηθική, σε επίπεδα πλέον αφενός υπερβατικής για το ανθρώπινο ον θεώρησης και αφετέρου πέραν των αισθήσεων βίωσης (δια της έκστασης και της ενόρασης), συναντάμε την έννοια των Μυστηρίων, ως εκ των πλέον εξελιγμένων μέσων έρευνας της αϊδιας Αλήθειας, αλλά και αυτής της καλλιέργειας της φιλοσοφικής γνώσης δια της μυστηριακής (μαγικής κατά μερικούς μελετητές, υπό την έννοια ενός τελετουργικού τρόπου προσέγγισης της εσωτερικής ουσίας της Φύσης και του εσωτερικού δυναμικού των όντων και των φαινομένων) αναζήτησης του υπεραισθητού Φωτός, του Ιερού Γκράαλ -Χριστιανικού δισκοπότηρου- του ιπποτικού μεσαίωνα, δηλαδή του ποτηρίου του Διονύσου, του περιέχοντος το αίμα-την ουσία, δηλ. του Σύμπαντος και Δημιουργού.

Χρήσιμος εδώ είναι ο εξαίρετος ορισμός που συναντάται στο λήμμα 10.3.3 του Λεξικού θρησκειών των Eliade-Couliano, κατά τον οποίο Φιλοσοφία είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα που θεωρείται ικανή να εξαλείψει την απόσταση μεταξύ του Θεϊκού και του ανθρώπινου και να συνδράμει την αλυσοδεμένη στον Αδη ανθρώπινη ψυχή.

Οι Ulrich Wilamowitz (I 99-124) o Loudwig Duebner (6-71 και σημ. 5) - εις Ελλ. Μυστήρια Γουδή, σελ. 21 και στο ως άνω Λεξικό των Θρησκειών στο λήμμα 23.1 περί τα "Μυστήρια",ισχυρίζονται ότι δεν υπάρχουν ιρανικά, βαβυλωνιακά, αιγυπτιακά μυστήρια, αλλά πρόκειται για ένα φαινόμενο καθαρά ελληνικό. Η γνώμη αυτή βασίζεται κύρια στο  ότι οπουδήποτε αλλού τα μυστήρια ταυτίζονται διαχρονικά με τις θρησκευτικές τελετουργίες και γενικά το θρησκευτικό γίγνεσθαι έστω και αν συνδέονται με φιλοσοφικές θεωρήσεις

Τι έκαναν στις μυήσεις οι Αρχαίες Ελληνίδες;

 

Είναι συγκλονιστικό το τέταρτο στάδιο της ωρίμου γυναικός, όπου η αρχαία Ελληνίδα λαμβάνει άλλο όνομα, όπως ακριβώς και σήμερα η Εκκλησία μας δίδει άλλο όνομα (κατά την κουράν), στις χειροτονημένες μοναχές, αλλά και στους μοναχούς, τους αρχιμανδρίτες, τους επισκόπους κλπ. Άλλο ένα σημείο διαχρονικής σύμπλευσης Ελληνισμού και Ορθοδοξίας!..

«Ήδιστα δε τοις ανθρώποις εορταί και ειλαπίναι
προς ιεροίς και μυήσεις και οργιασμοί».

(Διον. Αρεοπ. 2.22).

Η ΜΥΗΣΗ, ως λέξη, σημαίνει την ενέργεια του μυώ, την εισαγωγή δηλαδή εις τα μυστήρια ή την διδασκαλία μυστικών τελετών.
Ο Ιάμβλιχος, για παράδειγμα αναφέρει: «Ιεροπρεπώς άκουε των ιερών λεγομένων, ένθεος ενθέων, εν μυήσει γινόμενος»1
Τίθεται, όμως, το ερώτημα:
– Πώς και σε τι εμυούντο οι αρχαίες Ελληνίδες; Και ποίος ο σκοπός των μυήσεων;
Η απάντηση είναι απλή:
Η Εύα Κανταρέλλα (Eva Cantarella), Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, γνωστή για τις σημαντικές μελέτες της στο αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό δίκαιο, σε ένα της βιβλίο, σχετικό με τις γυναίκες της αρχαίας Ελλάδος2, αναφερόμενη στις τελετές μυήσεως, γράφει τα εξής:
«Στις λεγόμενες πρωτόγονες κοινωνίες εντοπίζουμε ορισμένες τελετουργίες που σημαδεύουν την είσοδο ενός ατόμου στην ευρύτερη κοινωνία και καθορίζουν την θέση του μέσα σ’ αυτήν. Πρόκειται για τελετουργίες που λεπτομερώς ρυθμίζονται από την ομάδα στην οποία ο μυούμενος επρόκειτο να γίνη δεκτός. Οι τελετές αυτές οργανώνονταν σύμφωνα με εθιμικούς κανόνες που γνώριζαν μόνο τα μέλη της ομάδας· αποτελούν μια καίρια στιγμή στη ζωή κάθε ατόμου: τη στιγμή ακριβέστερα που συμβόλιζε την είσοδό του στο εν γένει πνεύμα της όποιας ομάδας προκρινόταν γι’ αυτόν. Όποιον δεν ανήκε σ’ αυτήν τον θεωρούσαν ως κάτι ξένο.

Αρχαίες Mυητικές τελετές, το μυστήριο του θανάτου και της ανάστασης.

 

«Σε όλους τους ναούς της Μύησης του παρελθόντος, και πολύ πριν από τον Ιησού, οι Ιεροφάντες αποκάλυπταν στους μαθητές τους πώς να αναστηθούν για να μπουν στην τάξη των αθανάτων. Την Ανάσταση οι Μύστες τη μελέτησαν πρώτα στη φύση που πάντα υπήρξε ο οδηγός τους.
Παρατηρούσαν τη φύση και, μέσα από τη μεταμόρφωση της κάμπιας σε πεταλούδα π.χ. ή του σπόρου που πρέπει να πεθάνει για να καρποφορήσει, καταλάβαιναν τα μαθήματά της.

Ο Ιησούς είπε: "'Άν δεν πεθάνετε δεν θα ζήσετε''. Η ιδέα της Ανάστασης είναι υποχρεωτικά ενωμένη με αυτή του θανάτου, της αποσύνθεσης. Όσο ο σπόρος δεν πεθαίνει, αντιστέκεται στην εκδήλωση αυτής της δύναμης της Ζωής που είναι χωμένη μέσα του.
Στον άνθρωπο είναι η κατώτερη φύση που πρέπει να πεθάνει για να αφήσει τη θέση στο πνεύμα, σ΄αυτή τη θεϊκή αρχή που βρίσκει τότε τη δυνατότητα να ελευθερωθεί για να δράσει και να αλλάξει τα πάντα.
Το μυστικό της Ανάστασης είναι εδώ μπροστά μας, μέσα στη φύση, και περιμένει να το καταλάβουμε, να αποφασίσουμε να πεθάνουμε συνειδητά για να βγει από μέσα μας ένας καινούργιος άνθρωπος. Πολύ λίγοι, ακόμα και ανάμεσα στους Μύστες, πέτυχαν να αναστηθούν για να γίνουν αθάνατοι, γιατί δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα από το να θανατώσεις την κατώτερη φύση που είναι εξαιρετικά επιδέξια, πονηρή, και που ξέρει τι πρέπει να κάνει για να μας βάλει στο δικό της δρόμο. Για να γλυτώσετε από αυτή, χρειάζεται μεγάλη ικανότητα διάκρισης, μια αμετάβλητη αγάπη και μια δυνατή θέληση» (Omraam

Ηράκλειτος ο «αινιγματοπλόκος»

 

Τίποτα σχεδόν δεν γνωρίζουμε για τη ζωή του Ηράκλειτου ούτε και μπο­ρούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τις κυριότερες χρονολογίες της. Αυ­τό, όμως, που μπορούμε ίσως να κάνουμε, είναι να δεχτούμε όσα μας λέει ο Απολλόδωρος, ότι δηλαδή ο Ηράκλειτος βρισκόταν στην ακμή του κα­τά την LXIX Ολυμπιάδα, το 500, με άλλα λόγια, περίπου π.Χ., όταν βασι­λιάς των Περσών ήταν ο Δαρείος ο 1ος.
Ο Ηράκλειτος ανήκε σε μια εξαιρετικά διακεκριμένη αριστοκρατική οικογένεια της Εφέσου· φαίνεται, μάλιστα, πως σε όλη του τη ζωή διατή­ρησε κάποιο αίσθημα περιφρόνησης έναντι των ανθρώπων, λεπτομέρεια έκδηλη σε ορισμένα αποσπάσματα του, όπου στηλιτεύει τα πολιτικά ήθη των συμπολιτών του.
Κάποια παράδοση τον θέλει μελαγχολικό χαρακτήρα ενώ ορισμένοι χριστιανοί, άρα αρκετά μεταγενέστεροι, συγγραφείς ισχυ­ρίζονται πως διώχθηκε για αθεϊσμό. Για τους δασκάλους του δεν γνωρίζουμε και πολλά πράγματα· από ορι­σμένους μάλιστα θεωρήθηκε μαθητής του
Ξενοφάνη: το πιθανότερο, όμως, είναι πως ο τελευταίος είχε ήδη εγκαταλείψει την Ιωνία όταν γεννήθηκε ο Ηράκλειτος.
Εν πάση περιπτώσει, όμως, ο Ηράκλειτος θα πρέπει να είχε διαβάσει το ποίημα του και να γνώριζε τις κοσμολογίες των
Μιλησίων, εφόσον μας λέει (απ. 38) πως ο Θαλής υπήρξε ο πρώτος αστρονό­μος. Μνημονεύει ακόμα τονΠυθαγόρα (απ. 81) και τον Εκαταίο. Είναι πιθανόν, τέλος, ο Παρμενίδης να γνώριζε το έργο του Ηράκλειτου, που πρέπει να ήταν είκοσι πέντε χρόνια μικρότερος του.
Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα τον τίτλο του έργου του Ηράκλειτου· σύμ­φωνα με τον Διογένη Λαέρτιο, που απαριθμεί μάλιστα περισσότερους, το βιβλίο αυτό θα πρέπει να διαιρείτο σε τρία μέρη: το πρώτο πραγματευό­ταν το σύμπαν, το δεύτερο την πολιτική και το τελευταίο θεολογικά ζητή­ματα.

Οι “Μυστικές Εταιρείες” και η πολιτική απόφαση του Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια

 

Συχνά αναφέρεται η εναντίωση του πρώτου Κυβερνήτη Ι.Α. Καποδίστρια προς τον Τεκτονισμό. Καταρχήν επισημαίνεται ότι ο Τέκτων Καποδίστριας ποτέ δεν καταφέρθηκε εναντίον αυτού καθ' εαυτού του Τεκτονικού Θεσμού. Έχοντας σαφή γνώση των συνθηκών της εποχής του, τόσο στο διεθνές περιβάλλον, όσο και στην καθημαγμένη Ελλάδα των αρχών του 19ου αιώνα, καθώς και των αντιλήψεων και πρακτικών "προστατών" και συμπατριωτών, πατριωτών ή μη, προχώρησε στην παρακάτω εγκύκλιο, προκειμένου με κανόνες απόλυτης ισονομίας και δικαιοσύνης, να αντιμετωπίσει τα πλείστα όσα ανατρεπτικά, ιδιοτελή κινήματα και επιδιώξεις, που υπό το πρόσχημα ή την ψευδή επιγραφή τεκτονικών σωμάτων, κρατούσαν σε συνεχή αναστάτωση, υπονόμευαν και εντέλει δυσχέραιναν εξαιρετικά τις προσπάθειες οργάνωσης του κράτους και της κοινωνίας.

Ο Κυβερνήτης, συνεπής με τον εαυτό του και τις πεποιθήσεις του (και τις τεκτονικές), μακράν του ενδεχομένου να λειτουργήσει ως δικτάτωρ ή ως γραφικός, δεν έκανε οτιδήποτε που θα μπορούσε να παρεξηγηθεί ή μείνει ανεφάρμοστο, απευθυνόμενος εν γένει στην ελληνική κοινωνία της τότε ελεύθερης Ελλάδας, εκδίδοντας γενικές διατάξεις. Αντίθετα, με το σκοπό να αποβάλλει το φατριατισμό από τον κορμό του κράτους, τους δημόσιους υπαλλήλους, που έκρινε ως πρωταρχικό μέτρο και κρίσιμο για την πολιτική και τις προσπάθειές του να οργανώσει κράτος, κατέφυγε στην εγκύκλιο αυτή, στοχεύοντας στις “μυστικές Εταιρείες”, έτσι καθολικά ορίζοντας όλα αυτά τα κινήματα και αποφεύγοντας με αυτήν τη διπλωματική σύλληψη να εξειδικεύσει και εξαιρέσει, πράγμα που θα ήταν και "αντιδημοκρατικό" και προφανώς αναποτελεσματικό για το σκοπό που εισήχθη.

Η εγκύκλιος, που σήμερα ευρίσκεται και αναρτημένη στο πολεμικό μουσείο του Ναυπλίου, έχει ως εξής:

EΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Αριθ. 2953
Μυστική Εγκύκλιος
Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Προς το Πανελλήνιον
Προς τους κατά το Αιγαίον Πέλαγος και την Πελοπόννησον Εκτάκτους Επιτρόπους και τους Αρχηγούς των κατά ξηράν και θάλασσαν Δυνάμεων
.

Ο Ήλιος, η Σελήνη και τα Αστέρια ( μυθολογία Ναβάχο)

 

 

Στον παρόντα Πέμπτο Κόσμο, οι Πρώτοι Άνθρωποι είχαν τέσσερα φώτα που τα είχαν φέρει από τον κατώτερο κόσμο. Λευκό Φως εμφανιζόταν πάνω από τα Ανατολικά βουνά, Μπλε Φως απλωνόταν πάνω από τα Νότια, Κίτρινο Φως ερχόταν από τις Δυτικές κορυφές και Σκοτάδι από το Νότο. Τα φώτα αυτά ήταν πολύ απομακρυσμένα, δεν μπορούσαν να ζεστάνουν τη Γη και έτσι ο αέρας είχε πάντα την ίδια θερμοκρασία και δε συνέβαιναν εποχιακές αλλαγές, αν και υπήρχε εναλλαγή μεταξύ ημέρας και νύχτας.
"Η ημέρα δε διαρκεί πολύ", οι άνθρωποι παραπονιόντουσαν.


"Χρειαζόμαστε περισσότερο φως". Έτσι η Πρώτη Γυναίκα έστειλε το Θηλυκό Φωτεινό Σκαθάρι στην Ανατολή και είπε στην Αλεπού της Φωτιάς να πάει προς το Νότο, το Φωτεινό Σκαθάρι το έστειλε στη Δύση και την Πυγολαμπίδα στο Βορρά. Κατόπιν όποιος χρειαζόταν περισσότερο φως, αυτοί οι τέσσερις ήταν έτοιμοι να τον βοηθήσουν.


Για αρκετό καιρό το πλάνο αυτό λειτουργούσε καλά, αλλά και πάλι οι Πρώτοι Άνθρωποι διαμαρτύρονταν ότι τα φώτα ήταν πολύ μικρά και τρεμόσβηναν. Έτσι η Πρώτη Γυναίκα σκέφτηκε τον Άνθρωπο-Φωτιά και το Λαμπερό Βουνό του, και του έστειλε ένα μήνυμα ρωτώντας τον αν θα μπορούσε να τη βοηθήσει.


"Ναι," συμφώνησε ο Άνθρωπος - Φωτιά, "Μπορώ να κάνω όλη την περιοχή γύρω από το Βουνό μου να λάμπει, αλλά το φως αυτό δε θα αρκεί για τα μακρινά μέρη και επίσης θα υπάρχει κάπνα."


Ποιο μύστικο κρύβεται πίσω από το θερινό ηλιοστάσιο;

 

Ποιο μυστικό κρύβεται στις Ισημερίες και τα Ηλιοστάσια και πως συνδέεται με του αρχαίους ναούς αλλά και το ανθρώπινο πεπρωμένο; Υπάρχουν 4 ημέρες μέσα στο χρόνο εντελώς ιδιαίτερες. 4 μέρες που σηματοδοτούν τις εποχές και την πάλη του φωτός ενάντια στο σκοτάδι γι αυτό και όλοι οι λαοί τους απέδωσαν ιδιαίτερη μυστικιστική σημασία.
Οι περισσότεροι τις γνωρίζουμε ως Ισημερίες και Ηλιοστάσια και στην ουσία σηματοδοτούν την πορεία τις κινήσεις του πλανήτη μας μέσα στο ηλιακό σύστημα. Η ημέρα του Θερινού Ηλιοστασίου είναι η μεγαλύτερη του χρόνου. Από αυτήν και μετά το φως σταδιακά αρχίζει να μειώνεται και η νύχτα να κερδίζει «χρόνο» σε βάρος της ημέρας.
Έτσι , λιγοστεύοντας μέρα τη μέρα και μήνα το μήνα το φως, έρχεται η Φθινοπωρινή Ισημερία όταν ημέρα και νύχτα είναι ίσα μοιρασμένες μέσα στο 24ωρο. Όμως , το φως συνεχίζει να μειώνεται έτσι που στις 21 Δεκεμβρίου έρχεται το Χειμερινό Ηλιοστάσιο όταν εκδηλώνεται το ακριβώς αντίθετο φαινόμενο από εκείνο του καλοκαιριού . Αυτή είναι η μεγαλύτερη νύχτα του χρόνου ενώ η μέρα η μικρότερη.
Όμως, από την ακριβώς επόμενη μέρα το φως αρχίζει να αυξάνεται , η μέρα μεγαλώνει και σταδιακά φθάνουμε στην άνοιξη και στην Εαρινή Ισημερία όταν ημέρα και νύχτα είναι ισομοιρασμένες. Κάθε μια από αυτές τις σημαδιακές ημέρες είχε σε όλους τους λαούς τη δική της ξεχωριστή σημασία. Στο παρελθόν , τότε που οι άνθρωποι ζούσαν πιο κοντά στη φύση και μπορούσαν να αντιλαμβάνονται τις μεταβολές της οι 4 αυτές ημέρες είχαν εξέχουσα μαγικοθρηκευτική σημασία καθώς σήμαιναν άλλοτε τη νίκη του φωτός και του πνεύματος άλλοτε την νίκη του σκότους και της ύλης κι άλλοτε την ισορροπία ανάμεσα στις δυο αυτές αντίρροπες δυνάμεις.

ΜΥΣΤΗΡΙΑ

 

«Το βύθισμα εντός του «αιωνίου» είναι το τέλος της φιλοσοφίας, όπως ακριβώς το τέλος της θρησκείας είναι το βύθισμα εντός των μυστηρίων».

Πλούταρχος

«Ω! Τυφλή ψυχή! Οπλίσου με τη δάδα των Μυστηρίων, Και μέσα στη γήινη νύχτα θα ανακαλύψεις το φωτεινό σου διπλό,Την ουράνια ψυχή σου. Ακολούθησε τον Θείο οδηγό, και θα γίνει ο δαίμονάς σου , γιατί έχει το κλειδί των υπάρξεων σου περασμένων και μελλοντικών. Ακούστε μέσα σας και κοιτάξτε στο άπειρο του χώρου και του χρόνου. Εκεί, θα ακούσετε το τραγούδι των άστρων, τη φωνή των αριθμών, την αρμονία των σφαιρών. Κάθε ήλιος είναι μια σκέψη του Θεού, και κάθεπλανήτης ένας τρόπος αυτής της σκέψης. Γνωρίστε τη Θεία σκέψη, ω ! Ψυχές !Είναι ο λόγος για τον οποίο κατεβαίνετε και ανεβαίνετε επίπονα τον δρόμο των ουρανών. Τι κάνουν τ' άστρα; Τι λένε οι αριθμοί ;Τι κυλούν οι σφαίρες; Ω ! Ψυχές χαμένες ή λυτρωμένες ! Λένε, τραγουδούν, κυλούν τα πεπρωμένα σας.».

ΕΡΜΗΣ Ο ΤΡΙΣΜΕΓΙΣΤΟΣ.

Καταλυτικό ρόλο στα θρησκευτικά δρώμενα και στην Αρχαία Ελλάδα διαδραμάτισαν όπως ήδη αναφέραμε τα Μυστήρια, τα οποία με τα θρησκευτικά δρώμενά προσέφεραν σε εκείνους που ενδιαφέρονταν, μία υπερβατική εμπειρία. Τι ήταν όμως τα μυστήρια, τα οποία αποτελούσαν το σημαντικότερο και βαθύτερο τμήμα του Ελληνικού Θεολογικού Συστήματος; Η λέξη Μυστήριο όπως είναι γνωστό σήμαινε το απόρρητο, το μυστικό, το άρρητο μέρος μιας τελετής ή λατρείας οι οποίες δεν γινόταν φανερές σε άτομα που δεν είχαν μυηθεί. Η λέξη μύηση προέρχεται από το ρήμα μυώ, που σημαίνει κλείνω. Κλείνωτις αισθήσεις στον αισθητό κόσμο, και ανοίγω άλλου είδους εσωαισθήσεις στον« υπερβατικό ΕΤΕΡΟΝ» αθέατο για τους αρχαίους Έλληνες κόσμο. Πολλοί μελετητές πιστεύουν πως οι πρόγονοί μας επιδίωκαν και επιτύγχαναν την ανόδο της συνείδησης σε συχνότητες υψηλότερες. Τρία ήταν τα κυρίως στάδια των μυστηριακών τελετουργιών :

• Ο έλεγχος των ικανοτήτων του υποψηφίου, η νηστεία και οι καθαρμοί.

• Μύηση και ανακοίνωση των Μυστηρίων.

• Εποπτεία των δρωμένων και απόκτηση της «ευλογίας της διαδοχής» .

Σύμφωνα με τον άγγλο Νεοπλατωνιστή Τόμας Τέιλορ (2) πέντε ήταν τα μέρη της μύησης: α) Εξαγνισμός, β) η άδεια εισόδου για συμμετοχή στις απόκρυφες τελετές, γ) η εποπτική αποκάλυψη ,δ) η τελετή ανάληψης καθηκόντων ή ενθρόνιση, ε) η πέμπτη που προκύπτει από όλες τις προηγούμενες δηλαδή η εξοικείωση και εσωτερική κοινωνία με τον Θεό, και η απόλαυση αυτής της ευδαιμονίας που προέρχεται από την ενδόμυχη συνομιλία με Θεία όντα. Ο Πλάτων αποκαλεί «εποπτεία» ή προσωπική άποψη την απόλυτη θέαση πραγμάτων που διαισθητικά γίνονται αντιληπτά, ως απόλυτες αλήθειες και ιδέες. Επίσης, θεωρεί το δέσιμο της κεφαλής και τη στέψη ως το ανάλογο της εξουσίας που δέχεται κανείς από τους δασκάλους του για να οδηγήσει άλλους στην ίδια «θέαση» . Η πέμπτη βαθμίδα προξενεί την τελειότερη ευδαιμονία και σύμφωνα με τον Πλάτωνα ταύτιση με το Θείο, όσο αυτό είναι εφικτό στα ανθρώπινα όντα. Στον Φαίδρο ο Πλάτωνας περιγράφει το τελευταίο στάδιο της «εποπτείας» ως εξής : «Αλλά αυτοί που έλαβαν μέρος σε εκείνη από τις τελετουργίες που είναι νόμιμο να την ονομάζουμε μακαριότατη, βλέπουν τη λαμπρή ωραιότητα και τη μακάρια όψη και την πραγματική θέασή τους, καθώς εν χορό με τους άλλους πανευτυχείς μύστες γίνονται ακόλουθοι του Δία ή κάποιου άλλου πάτρωνα θεού. Και τότε πανηγυρίζουμε ευδαιμονικά, καθώς βιώνουμε μία ολοκλήρωση μέσα μας,

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2014

Μύηση…….Δούναι και λαβείν

  

Με την εισδοχή μας σε ένα Τάγμα Μυητικό, αλλά και μετά κατά την πορεία μας μέσα σ’αυτό περνάμε διαδικασίες μύησης. Πόσοι γνωρίζουμε, και κατά πόσον οι συνθήκες μας έχουν επιτρέψει να ενστερνισθούμε οτι η ουσιαστική εργασία που λαμβάνει χώρα κατά την μύηση, δεν είναι απλά αυτό που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια μας. Η μύηση είναι μία διαδικασία που ξεκινά από το άνω προκειμένου να επηρεάσει την γήϊνη ζωή μας. Αυτή η «κάθοδος» της ενέργειας εκ των άνω, προϋποθέτει μία αντίστοιχη δική μας «άνοδο». Αυτή η ΑΝΟΔΟΣ, δεν είναι άλλη από μία άϋλη θυσία του κατώτερου εγώ μας, έναντι της ανάδειξης του ανώτερου. Εάν δεν συμβεί αυτό, τότε, όπως γράφει και ο Renee Guenon, αντί για πραγματική μύηση θα έχουμε έναν απλό «πιθηκισμό». Αυτή η «θυσία» οφείλει να είναι το αντίτιμο της μύησης.

Οταν πέρνουμε κάτι πνευματικό, το πληρώνουμε πνευματικά. Οταν πέρνουμε, αντίστοιχα κάτι υλικό, τότε θα το πληρώνουμε υλικά. Η μύηση όμως, δεν είναι υλική διαδικασία, και γιαυτό δεν αποτιμάται με κανένα ποσό, προσφορά, εισφορά, ή οποιοδήποτε υλικό τίμημα. Ούτε χρωστούμε σε κανέναν τίποτα για την μύηση. Αν θέλαμε να αποτιμήσουμε την μύηση με υλικό αντίτιμο, τότε δεν θα έφταναν όλα τα πλούτη της γης, αλλά και αυτό ακόμη θα μετέτρεπε την άϋλη θυσία του μυούμενου σε υλική. Κάποιοι θα πούν ότι ένα Τάγμα έχει έξοδα. Κάποιος άλλος θα ρωτήσει όμως, κατά πόσον τα έξοδα αυτά συνεισφέρουν στο Μεγάλο Εργο, που είναι η προσωπική μας μύηση. Πέραν των εξόδων λειτουργίας, τί άλλο απαιτείται για την εσωτερική μας πραγμάτωση? Μάλλον τίποτα! Τα υλικά αγαθά απαιτούν υλική ανταμοιβή. Τα πνευματικά απαιτούν πνευματική!

Ενας Τεκτονικός Οργανισμός οφείλει να σέβεται και να δίνει πραγματική αξία σε αυτό που προσφέρει. Ας δούμε τί είναι αυτό που παίρνουμε από μία μύηση, για να δούμε τι πρέπει ίσως να δώσουμε. Μία μύηση, διαδραματίζεται προκειμένου να μας μεταδώσει μία κατάσταση η οποία δεν δύναται να μεταδοθεί ούτε λεκτικά, ούτε σαν αντικείμενο. Μας μεταφέρει σε μία κατάσταση συνείδησης. Μας συνδέει με μία κατάσταση την οποία δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε χωρίς τον απαραίτητο μεταφραστή/διερμηνέα που είναι το Τυπικό. Για να είναι πραγματική πρέπει να απονέμεται από κάτοχο χρίσματος, με συγκεκριμένο έγκυρο Τυπικό, σε μυούμενο που επιθυμεί την

Ελευθερία-Ισότητα-Αδελφότητα ή Ασυδοσία-Ισοπέδωση-Φραξιονισμός

 

Ο μεγαλύτερος εχθρός μας που δεν είναι άλλος από τον ίδιο μας τον εαυτό, κάνει ένα και μόνον λάθος κάθε μέρα σχεδόν: Πρώτα αποφασίζει τί θα πράξει, τί του αρέσει, τί τον εξυπηρετεί, και μετά ταιριάζει εύκολα, πάνω στην απόφασή του, το όποιο σύμβολο ή σύνθημα. Εύκολος δρόμος, σίγουρος, και προπάντων εμφανίζεται πάντοτε σωστός γιατί βαδίζει σύμφωνα με την ερμηνεία που μας εξυπηρετεί.

Αυτό όμως είναι δικαίωμα των πολλών. Υπάρχουν κάποιοι που έχουν «τάξει» τον εαυτόν τους στα δύσκολα. Αυτή η ιδιότητα τους κατατάσσει στους λίγους. Αυτό άλλωστε, είναι που τους κάνει να ξεχωρίζουν. Οχι κάποιος τίτλος, στον οποίο αρέσκονται οι πολλοί να επαναπαύονται.

 

Η Tριλογία «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα» η οποία ενέπνευσε την Γαλλική Επανάσταση υιοθετήθηκε από το σύνολο των Τεκτονικών Οργανισμών του πλανήτη μας. Όμως, δυστυχώς, όπως όλες οι αξίες, διαστρεβλώθηκε, παρερμηνεύθηκε και το χειρότερο χρησιμοποιήθηκε για να καλύψει έκνομες συμπεριφορές, ακόμη και εγκλήματα.

Χρησιμοποιήθηκε όπως βόλευε τις επιλογές κάποιων, με την μέθοδο που περιγράφεται στην πρώτη παράγραφο.

Θα μπορούσαν να γραφτούν βιβλία ολόκληρα ή ίσως και τόμοι, για κάθε μία από αυτές τις 3 λέξεις.

Ομως, αυτή η Τριλογία είναι ένα σύμβολο και σαν σύμβολο επιδέχεται πολλές και διαφορετικές πολλές φορές ερμηνείες.

Αυτές ιο λέξεις πολλές φορές έχουν γίνει αντικείμενο καπηλείας. Έχουν χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσουν άνομες πράξεις. Έχουν γίνει συνθήματα για να πραγματοποιηθούν εγκλήματα εναντίον του ανθρώπου, υπέρ του οποίου υποτίθεται οτι επινοήθηκαν.

Ο Εσωτερισμός, δίδει πάντοτε δύο ερμηνείες όπως και σε όλα τα σύμβολα. Μία εξωτερική και μία εσωτερική. Μετά οφείλουμε να διαλογισθούμε πάνω σε αυτές τις εξηγήσεις. Να δούμε κατά πόσον έχουμε χρησιμοποιήσει την όποια ερμηνεία τους υπέρ ή κατά του ανθρώπου.

Οι Εσωτεριστές έχουν έναν άλλον τρόπο να βλέπουν τα πράγματα. Τουλάχιστον αυτοί που θέλουν να κάνουν πράξη τον «διαλογισμό επί των συμβόλων». Βαδίζουν από τον δύσκολο δρόμο. Αυτόν που δεν λαμβάνει υπόψη του τί τον εξυπηρετεί κάθε φορά.

Τα δύο φύλα, η μύηση και ο έρωτας (α' μέρος)

 

«Εκείνο που είναι αθάνατο μέσα του αντικρύζει

εκείνο που είναι αθάνατο μέσα της, και οι Θεοί

κατεβαίνουν για να σμίξουν μαζί τους».

Carpenter

 

Το πρώτο βήμα είναι «εσύ θα γίνεις εγώ, κι εγώ θα μείνω εγώ…»

Το δεύτερο βήμα είναι «εσύ είσαι εσύ κι εγώ είμαι εγώ»

Το τελευταίο βήμα είναι «εγώ είμαι εσύ». Η πολλαπλότητα επέστρεψε στην μονάδα!

 

Η ερωτική λειτουργία είναι η μεγαλύτερη μεταφυσική λειτουργία που συμβαίνει μπροστά μας καθημερινά και χειροπιαστά, αλλά την οποία ο υλιστικός τρόπος ζωής μας από την μιά, και η συνήθεια από την άλλη, την έχουν καταδικάσει να την βλέπουμε ως κάτι απλά φυσικό και υλικό.

Με όρους Μεγάλου Εργου και Αλχημείας, ο άνθρωπος-άνδρας και ο άνθρωπος-γυναίκα οφείλουν πρώτα να προετοιμάσουν την δική τους υπόσταση, που θα είναι η πρώτη ύλη του ζητούμενου έργου και μετά να προχωρήσουν στην ένωσή τους, που θα είναι ένα πραγματικά Μεγάλο Εργο. Και το Μεγάλο Εργο είναι η επιστροφή στην Μονάδα!

Οταν το ένα φύλο αφήνεται να απορροφηθεί από το άλλο, δυστυχώς επαληθεύεται και για τα δύο η «πτώση». «Τα πάντα είναι διπλά» διδάσκει ο Ερμητισμός. Η εκδήλωση επιτυγχάνεται με τις δύο πολικότητες: την αρσενική και την θηλυκή αρχή.

Και θα αναρωτηθεί κάποιος: Εφόσον η διαίρεση σε δύο φύλα ήταν αποτέλεσμα της πτώσης, η απορρόφηση του ενός από το άλλο, δεν θα ήταν μία πράξη επανόδου στην πρό της πτώσης κατάσταση?

Δυστυχώς ή ευτυχώς όχι, διότι το κάθε φύλο, ακριβώς προκειμένου να λειτουργήσει προς την αποκατάσταση, πρέπει να αναπτύσσεται σε ολόκληρη την λειτουργία του. Με τα δικά του χαρακτηριστικά σε πλήρη μορφή. Να μην τείνει να σφετερισθεί την λειτουργία του άλλου, να το ισοπεδώνει και να το μειώνει. Αυτό παράγει όχι άνδρες ούτε γυναίκες αλλά υβριδικά όντα, όπως είναι έκδηλο στην εποχή μας. Στον μύθο της «πτώσης» υποκρύπτεται η έννοια του διαχωρισμού των φύλων. Ο άνδρας οφείλει να λειτουργεί ανδρικά και η γυναίκα θηλυκά. Τότε και μόνον τότε, αναπτύσσοντας τα δικά τους

Ο Υποψήφιος Τέκτων να είναι “Ελεύθερος και Χρηστοήθης”

 

Άρχισα να γράφω αυτό το τεμάχιο προβληματισμένος εξ αιτίας κάποιων σημαντικών για
μένα φράσεων από το περιεχόμενο του Τυπικού του Α! Βαθμού του Σκωτικού Τύπου, το οποίο σε κάθε ευκαιρία μελετώ.
Για να μπορέσει λοιπόν κάποιος να μυηθεί στον Τεκτονισμό πρέπει να πληροί δύο βασικές προϋποθέσεις :
Πρώτη είναι να είναι ελεύθερος και η Δεύτερη να είναι χρηστοήθης, δηλαδή Χρηστών Ηθών και αν μπορεί να υπάρξει μια «καθολική ηθική»
Την παραθέτω αυτούσια.
Από την ημέρα της μυήσεώς μου στον Α! Βαθμό με απασχολεί έντονα η δήλωση του Αδελφού Δοκιμαστή/Διακόνου προς τον Σεβάσμιο. Η δήλωση που αφορά την ποιότητα του μυούμενου. Όταν δε λέγω ποιότητα, δεν εννοώ το αν είναι κάτοχος Πανεπιστημιακών Τίτλων ή είναι Οικονομικά ισχυρός, αλλά εννοώ την πνευματική και ηθική ποιότητα του μυούμενου αυτού, που ζητά να μετάσχει των Τεκτονικών Μυστηρίων και να καταστεί δέκτης
Φωτός εξ ακτινών τινών.
Κατά την διάρκεια της μυήσεως και ενώ ο Διάκονος/Δοκιμαστής συνοδεύει τον υπό μύ-
ηση σε κάθε του βήμα, τίθεται τρις η ερώτηση κλειδί, την οποία του απευθύνουν τα τρία
Μεγάλα Φώτα της Στοάς, δηλαδή ο Σεβάσμιος, ο Α! Επόπτης και ο Β! Επόπτης, “Πως ετόλμησε ούτος να διέλθει” και η απάντηση που δίνεται από τον μυούμενο δια του στόματος του Δοκιμαστή “Ως Ελεύθερος και Χρηστοήθης” ή “Ως Ελεύθερος και Χρηστών Ηθών” ή


“Ως Ελεύθερος και Καλής Μαρτυρίας”.

Μία ερώτηση, που αφορά τους καθαρμούς και τη λειτουργία και τους Τεκτονικούς Θεσμούς και η οποία έχει τόσο πολύ παρεξηγηθεί από όλους τους θεράποντες του Τεκτονισμού και μία απάντηση (αυτή του Δοκιμαστή) που με προβλημάτισε και μου εντυπώθηκε, όταν την πρωτάκουσα σαν μυούμενος αλλά και κατά την πρώτη μύηση που παρακολούθησα. Ακόμη σήμερα συνεχίζει να με προβληματίζει και πιθανόν να μην πάρω ποτέ τη σωστή ερμηνεία στη δήλωση αυτή του Δοκιμαστή.

Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Γιατί ο Τεκτονισμός δεν είναι Θρησκεία

 

Μεγάλη Στοά της Ελλάδος

clip_image004clip_image005

 

 

Ο όρος «θρησκεία», δηλώνει γενικά τη σχέση των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, με το «ιερό», το οποίο, στην ιστορική πορεία του ανθρώπινου γένους, κατανοήθηκε με διάφορους τρόπους, αναλόγως με τη χρονική εποχή και  με το επίπεδο του εκάστοτε πολιτισμού (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος, Λαρούς, Μπριτάνικα, Τόμοι 28ος, σελ. 258 – 292 και 37ος σελ. 404 -408). Η σχέση με το ιερό εκφράσθηκε με ποικίλες μορφές : πρώτιστα με τη λατρεία, η οποία εκφράζει την απόκριση του ανθρώπου προς την ιερή υπερβατική δύναμη, δηλαδή τον Θεόν. Οι λατρευτικές πράξεις, περιλαμβάνουν τα τελετουργικά δρώμενα, τις ατομικές και ομαδικές προσευχές, τους εκστατικούς λόγους, την ιερή μουσική, τις ψαλμωδίες και διάφορες τυπικές εκδηλώσεις σεβασμού, προς ό,τι εκπροσωπεί το ιερό. Επίσης, η σχέση με το ιερό, δηλαδή η θρησκεία, εκφράζεται με τη μορφή ενός συγκεκριμένου θρησκευτικού κώδικα ηθικής, ο οποίος ορίζεται από την εκάστοτε θρησκεία και εφαρμόζεται κατά δογματικό τρόπο, ως επιβαλλόμενος άνωθεν (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάνικα Τόμος 26ος σελίς 212 & 218).

Για παράδειγμα, η Χριστιανική Ηθική εκφράζει τη Χριστιανική διδασκαλία ως προς τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεόν. Συγκεκριμένα, η σχέση αυτή πρέπει να είναι σύμφωνη  με το υπόδειγμα της ζωής του Ιησού Χριστού, την οποία, όμως, ο Χριστιανός οφείλει, όχι απλώς να μιμηθεί, όπως συμβαίνει με οποιοδήποτε ηθικό πρότυπο. Ο Χριστιανός οφείλει, συνεχώς να βιώνει την ίδια τη ζωή του Ιησού Χριστού, χάρη σε μία υπερβατική οντολογική μεταβολή του, διά μέσου της εξομολόγησης και της μετάνοιας, καθώς και μέσα από την ένωσή του με την Εκκλησία.

Το θρησκευτικό, δηλαδή, φαινόμενο, είναι ιδιάζουσα ψυχική κατάσταση που δεν συντελείται απόλυτα στην περιοχή του συνειδητού βίου του ανθρώπου και δεν αποτελεί, απλά, τρόπο συμπεριφοράς, έστω και αν αυτός κοινωνικά θεωρείται ιδανικός. Ως εκ τούτου, οι πηγές της θρησκευτικότητας βρίσκονται στην απόλυτη πίστη του ανθρώπου και πέραν από την ανθρώπινη λογική, χωρίς κατ’ ανάγκην να είναι παράλογες: «τα υπερβαίνοντα λογισμόν, πίστεως δείται μόνης» (Ιωάννης Χρυσόστομος). Το θρησκευτικό φαινόμενο, έχει απόλυτη αξία, γιατί το ανθρώπινο πνεύμα αναζητά την ένωσή του με τον Θεόν, ως πηγήν απόλυτης τελειότητας. Γι’ αυτό και  έχει λυτρωτική δύναμη επί της ανθρώπινης ψυχής, η οποία δύναμη, οδηγεί την ψυχή, διά της πίστεως, στους ιδανικούς και υπερβατικούς κόσμους των αιωνίων αξιών.

Το θρησκευτικό φαινόμενο, προϋποθέτει ρίγος του μυστηρίου και προσδοκία του θαύματος, τα οποία και αποκαλούνται «τρίτη διάσταση». Προϋποθέτει με άλλους λόγους, υπέρβαση του επιστητού και δίνεται στον άνθρωπο ως θείο δώρημα με την απόλυτη εφησύχαση της ψυχής του.

Συνοπτικά, επομένως, μπορεί να λεχθεί ότι οι θρησκείες αναφέρονται στη σχέση των ανθρώπων με τον Θεόν. Απευθύνονται στην ψυχή των ανθρώπων και  προϋποθέτουν απόλυτη πίστη και υπέρβαση πέρα από την λογική. Εχουν λατρευτικό χαρακτήρα, που εκφράζεται με διάφορους τρόπους. Καθορίζουν, τέλος, ρητώς συγκεκριμένο κώδικα Ηθικής, ο οποίος δεν επιδέχεται κανένα συμβιβασμό ή αλλαγή, ούτε κριτική και θεραπεύονται διά μέσου ενός Ιερατείου – αυθεντίας.

Αντιθέτως, ο Τεκτονισμός, σύμφωνα με το  άρθρο 2 (εδ. ΙΙΙ) του Καταστατικού Χάρτη της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος, «δεν είναι θρησκεία, ούτε πολιτικός οργανισμός, δι’ ό και αυστηρώς αποκλείει πάσαν εν ταις Στοαίς συζήτησιν επί θρησκευτικών ή πολιτικών ζητημάτων και δεν μετέχει των επ’ αυτών αγώνων. Σέβεται την εις ήν έκαστος Τέκτων ανήκει θρησκείαν, την αθανασίαν της ψυχής και τηρεί απόλυτον ανοχήν προς πάσαν θρησκευτική δοξασίαν». Για τον λόγον αυτόν χρησιμοποιεί την γενική ονομασία του Μεγάλου Αρχιτέκτονος του Σύμπαντος (Μ.Α.Τ.Σ.) προκειμένου να περιληφθεί σ’ αυτήν, όλο το φάσμα των μονοθεϊστικών, κυρίως, θρησκειών που πρεσβεύουν στον ένα Θεό Πατέρα και Δημιουργό του Κόσμου.

Εξ άλλου, στο ίδιο άρθρο του Καταστατικού Χάρτη αναφέρεται ότι

«ο Ελευθεροτεκτονισμός, ως φιλοσοφικός, προοδευτικός και φιλανθρωπικός αποσκοπεί την ηθικήν και πνευματικήν βελτίωσιν των μελών του διά της αυτογνωσίας, της ερεύνης της Αληθείας, της Αλληλεγγύης και της εφαμογής των αρχών της τεκτονικής ηθικής. Εργάζεται δε αδιαλείπτως υπέρ της προόδου και της ηθικής και πνευματικής ανορθώσεως της Ανθρωπότητος διά της ειρηνικής και βαθμιαίας ανυψώσεως του Ατόμου».

Δεν καθορίζει όμως, ο Τεκτονισμός, συγκεκριμένο «Κώδικα Ηθικής», ούτε κατέχει ως αλάθητο κριτήριο, «την Θείαν εντολήν».

Η ηθική διαπαιδαγώγηση των Τεκτόνων είναι έργο ατομικό. Πηγάζει από τη συνεχή προσωπική πνευματική τους άσκηση στα τεκτονικά Εργαστήρια, προκειμένου αυτοί να καταστούν κρείττονες όχι των άλλων ανθρώπων, αλλά του ιδίου του εαυτού τους. Σύμφωνα με τα τεκτονικά τυπικά : «Ηθική είναι η επιστήμη η βασιζομένη επί της ανθρωπίνης διανοήσεως. Είναι η επιστημονική απόδειξις της συνειδήσεως και μας διδάσκει τα καθήκοντα και την ητιολογημένην χρήσιν των δικαιωμάτων μας. Εισδύει εις τα ενδόμυχα συναισθήματα της καρδίας, όπως εξασφαλίση τον θρίαμβον του λόγου και της αρετής. Η ηθική δέον να αποβλέπη εις την εξυπηρέτησιν   του συνόλου».

Γενικά, ο Τεκτονισμός δεν υπεισέρχεται σε δογματικές θέσεις ή απόψεις, «ως ύπατον αγαθόν ο ελεύθερος Τέκτων θεωρεί την ελευθερίαν της σκέψεως και της συνειδήσεως (άρθρον 2 εδ. ΙΙ Καταστατικού Χάρτη), και, επομένως, ρητώς ορίζεται ως εξωθρησκευτικός θεσμός.

Αποσκοπεί δε στην αυτοβελτίωση του ενηλίκου ανδρός, ο οποίος, κατ’ αλληγορικόν τρόπον καθίσταται, έτσι, ένας κατεργασμένος λίθος τον οποίον ο Τέκτων προσφέρει για την ανέργερση ενός τελειοποιημένου κοινωνικού οικοδομήματος. Η επιδιωκόμενη από τον Τεκτονισμό ηθική και πνευματική βελτίωση των μελών του δεν υπερβαίνει το λογισμό, και γι’ αυτό δεν στηρίζεται σε θρησκευτική πίστη.

Η προσέγγιση της Αλήθειας, συντελείται διά μέσου της λογικής, η  οποία, όμως, ελέγχεται από την ηθική. Η απάντηση του νέου Τέκτονος όταν ερωτάται:

«Επαρκεί η διάνοια όπως διακρίνει το αληθές εκ του ψεύδους;»

Είναι : «Ναι, όταν διευθύνει αυτήν ηθική υγιής».

Για τον Τεκτονισμό η πίστη στην ύπαρξη του Θεού (και όχι πίστη σε ένα συγκεκριμένο Θεό) είναι προϋπόθεση εισδοχής και κατοχυρώνεται με καταστατικές διατάξεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπον, ο Τεκτονισμός απορρίπτει μεν κάθε υλιστική θεώρηση της δημιουργίας του ανθρώπου, η οποία θα παρεμπόδιζε τη διαχρονική προσπάθεια του Τέκτονος διά την ηθική του βελτίωση και για την ανιδιοτελή προσφορά του προς το κοινωνικό σύνολο. Συνάμα, όμως, ο Τεκτονισμός εφαρμόζει την ανεξιθρησκεία, προκειμένου να αποφύγει  αντιθέσεις που αφορούν τις ατομικές θρησκευτικές και λατρευτικές πεποιθήσεις των επί μέρους μελών του και γι’ αυτό απαγορεύει  τις συζητήσεις επί θρησκευτικών θεμάτων εντός των Στοών.

Εξ’ άλλου, είναι γνωστό, ότι ο Τεκτονισμός προσδέχεται μόνον άνδρες ελευθέρους και χρηστοήθεις, ανεξαρτήτως όμως καταγωγής, κοινωνικής θέσεως, φυλής, εθνικότητος και θρησκεύματος, οι οποίοι πρέπει να έχουν ενηλικιωθεί προ της εισδοχής τους στον Τεκτονισμό. Ο Τεκτονισμός, εξ άλλου, απαρτίζεται από επί μέρους Στοές, η ίδρυση, η οργάνωση και η λειτουργία των οποίων διέπονται από τον Γενικό Κανονισμό και τα τεκτονικά τυπικά. Οι Στοές «διοικούνται υπό Τεκτόνων δι’ ωρισμένον χρόνον προς τούτο εκλεγομένων» - άρα δεν μπορεί να υπάρξει ούτε Ιερατείον – και «η Γενική Συνέλευσις» είναι η υπερτάτη βουλευομένη Αρχή στη διοίκηση του Συμβολικού Ελληνικού Ελευθεροτεκτονισμού, αποτελουμένη από τους αιρετούς Αντιπροσώπους των Στοών, εκλεγομένων ανά τριετίαν». (άρθρα 6-10 του Καταστατικού Χάρτη της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος).

Γενικά εγκυκλοπαιδικά συγγράμματα ανεγνωρισμένου κύρους, αλλά άσχετα προς τον Τεκτονισμό, αναγνωρίζουν, ότι αυτός αποτελεί: «κίνημα που αυτοχαρακτηρίζεται αδελφότητα, έχει εξαπλωθεί διεθνώς, αποτελείται από μια ανδρική κοινότητα, οργανωμένη σε στοές, και έχει στόχο την έρευνα, την προαγωγή του καλού της ανθρωπότητας, με κριτήρια μίας φυσικής ηθικής, εμπνευσμένης από το Δυϊσμό, ως και με τη συνειδητή άσκηση της πολιτιστικής και της θρησκευτικής ανοχής στο πνεύμα ενός ουμανιστικού ιδανικού» (Εγκυκλοπαίδεια Θρησκειών, εκδ. Αλκυών Τ. 4ος σελ. 469).

Επίσης ότι : «Η εξάπλωσις του Τεκτονισμού ανά σύμπαντα τον κόσμον εδημιούργησε δι’ αυτόν αντιπάλους, ών άλλοι ωθούνται εκ πολιτικών, άλλοι δε εκ θρησκευτικών λόγων. Εις τους πρώτους καταλέγονται οι δυνάσται, οι οποίοι υπέθεσαν ότι η αδελφότης των Τεκτόνων επιδιώκει την ανατροπήν των. Μεταξύ των δευτέρων, θεωρούντων τον Τεκτονισμόν ως θρησκευτικήν αίρεσιν καταλέγεται ιδιαίτατα η Καθολική Εκκλησία...

Εν τη πραγματικότητι,  ο Τεκτονισμός, θεσμός ελευθέρων ανθρώπων, δεν αναμειγνύεται εις ζητήματα συνειδήσεως και επιτρέπει στα μέλη του απόλυτον ελευθερίαν εις τα θρησκευτικά ζητήματα, απαγορεύει, όμως, ρητώς και απαρεγκλίτως πάσαν πολιτικήν ή θρησκευτικήν συζήτησιν εντός των Στοών». (Εγκυκλοπ. Λεξικό Ελευθερουδάκη, Τ. 12ος σελίς 72-73).

Κατά συνέπειαν, τόσον η διάρθρωση και η διοικητική δομή του Τεκτονισμού, οι ρητοί περιορισμοί που τίθενται για την εισδοχή των μελών του, η αυστηρή απαγόρευση του προσηλυτισμού και των συζητήσεων επί θρησκευτικών θεμάτων, αλλά και το είδος και η μέθοδος της ηθικής διαπαιδαγώγησης των Τεκτόνων, όσον και η παντελής απουσία τεκτονικού δόγματος και η απόλυτη εφαρμογή της ανεξιθρησκείας, κάθε άλλο παρά, οποιουδήποτε τύπου, θρησκεία υπονοούν ή θυμίζουν.

Επομένως, πρόδηλον και πασιφανές καθίσταται, ότι ο Τεκτονισμός όχι μόνον δεν είναι θρησκεία, αλλά στερείται και οιουδήποτε θρησκευτικού χρώματος. 

Νίκος Βουργίδης

Μέγας Διδάσκαλος

ΜΥΗΣΗ…είναι η διερεύνηση του Ανθρώπου


Ὃλες οἱ τελετουργίες τῶν  Μυστηρίων , ὃλες οἱ διδασκαλίες, ὃλα τά σύμβολα καί  οἱ ἀλληγορίες, χρησιμοποιοῦνται γιά τήν  βαθμιαία μύηση τῆς ἀνθρώπινης ὀντότητας .Τά  Μυστήρια σέ σχέση μέ τίς  Θρησκεῖες διαφέρουν στό ὃτι  τό κέντρο τῆς προσοχῆς των δέν εἶναι κάποιος Θεός,ἀλλά ὁ  Ἂνθρωπος, καί ἐπειδή κατέχουν καί διδάσκουν κάτι τό ὁποῖον ἐάν καθίστατο γνωστόν εἰς ὃλους θά προεκάλει την συκοφαντική επίθεση των «κρατούντων» (εξουσιαστών του ανθρώπινου, οἱ  Μύστες ἐτηροῦσαν σιγήν.
Τί πρέπει ὃμως νά ἐννοοῦμεν ὃταν  λέμε μύηση.
Σύμφωνα μέ τήν Τεκτονικήν Ἐγκυκλοπαίδεια τοῦ Λάσκαρη,εἶναι ἡ ἐνέργεια τῆς εἰσαγωγῆς εἰς τά Μυστήρια καί ἡ διδασκαλία τῶν μυητικῶν τελετῶν.
Ἡ λατινική ρίζα τοῦ διεθνούς ὃρου “ ΙNITIATION “  εἶναι ἡ λέξη INITIUM  πού σημαίνει ἒναρξη ,ἀρχή,εἲσοδος.
Ὁ ἀντίστοιχος Ἑλληνικός ὃρος τῶν  ἀρχαίων Μυστηρίων ἦταν ΤΕΛΕΤΗ,  λέξη φωνητικά συγγενής πρός τήν «τελευτήν» καί τό τέλος, δηλαδή τό τέρμα,τό κορύφωμα μιᾶς πράξης. Ἀπ’αὐτήν τήν ἐτυμολογία συνάγεται ἡ διπλή ἒννοια τοῦ ὃρου «μύηση».
Ἀφ’ἑνός ἒναρξη ἑνός νέου τρόπου ζωῆς,ἀπαρχή νέου σταθμοῦ τοῦ βίου μέ τήν εἲσοδο τοῦ νεοφύτου μέσα σέ πνευματικό κύκλο,καί ἀφ’ἑτέρου ὑποσημαίνει ὃτι ἡ εἲσοδος αὐτή στή νέα ζωή διενεργεῖται δι’ἑνός εἶδους θανάτου ἒναντι τῶν ἐγκοσμίων καί ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἐλευθέρου γινομένου πνεύματος πρός τό κορύφωμα,πρός τό τέλος καί τόν τελικό σκοπό τῆς ἀνθρώπινης ὓπαρξης.
Ἀπό αὐτά συνάγουμε ὃτι ἡ Μύηση εἶναι ἀπό τή μία μεριά ἡ Ὁδός  καί ἀπό τήν ἂλλη ὁ Σκοπός  τοῦ Ἀνθρώπου.
Ἡ Μύηση εἶναι ἡ διεύρυνση καί ἐπέκταση τῆς πνευματικῆς καί ψυχικῆς ὑποστάσεως τοῦ άτόμου,ἡ ἒξαρση τῶν νοητικῶν καί συναισθηματικῶν ἀρετῶν του,ἡ συνειδητοποίηση ὃλων τῶν πράξεων  τοῦ σώματος καί συλλήψεων τοῦ πνεύματος,καί ἡ παροχή νέων λεπτοτέρων γνωστικῶν μέσων καί ὑπερβατικῶν δυνάμεων.
Πιό ἀναλυτικά εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ὓλη, τοῦ πνεύματος ἀπό τήν ψυχή, καθώς ἐπίσης ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός διά τῆς φεγγοβολίας τοῦ Νοῦ. Ὁπότε ὁ ἂνθρωπος, ὀρεγόμενος τά πνευματικά ἀγαθά καί ἐκτεινόμενος ἒξω ἀπό τόν κύκλο τῆς Εἰμαρμένης, ἀνυψοῦται στή πηγή τῆς Ἀρχετύπου Ὑπάρξεώς του.
Ἡ Μύηση εἶναι ἀποτέλεσμα μακρᾶς οἰκουμενικῆς προπαρασκευῆς, ἡ ὁποία διδάσκεται στά Μυστήρια καί ἡ ὁποία συντελεῖ στήν μεθοδική καί τήν συντομώτερη διάλαμψη σέ μᾶς,τοῦ πνευματικοῦ φωτός.

Θρησκεία, πίστη και αναζήτηση της ύπαρξης Θεού του Ιμμάνουελ Καντ

 

Αν ο Ιμμάνουελ Καντ αναγνωρίζεται ως η πιο εμβληματική φυσιογνωμία της φιλοσοφίας των Νέων Χρόνων, τούτο πρωτίστως οφείλεται στο γεγονός ότι μέσα στο έργο του πραγματώνονται δυο θεμελιώδη ιδανικά του νεωτερικού πνεύματος: η καινοτομία και η σύνθεση. Ο Καντ ανατρέπει την φιλοσοφική παράδοση, την ίδια στιγμή όμως καταφέρνει να αναζωογονήσει τις πιο ουσιαστικές της φιλοδοξίες. Τούτα τα χαρακτηριστικά είναι κατ’ εξοχήν παρόντα στην καντιανή φιλοσοφία της θρησκείας.

Συχνά λησμονείται πως κεντρικός στόχος του Καντ στην Κριτική του Καθαρού Λόγου είναι η κριτική της μεταφυσικής. Μόνη πηγή γνώσης για ένα πεπερασμένο έλλογο ον σαν τον άνθρωπο είναι η εμπειρία. Η εμπειρία όμως δεν είναι παθητική “παρατήρηση”, αλλά μια ενεργός δραστηριότητα. Μέσα απ’ αυτή την δραστηριότητα, που ο Καντ ονομάζει “σύνθεση”, το άμορφο δεδομένο των αισθήσεων αποχτά μορφή και εμφανίζεται ως αντικείμενο. Η σύνθεση του αντικειμένου προϋποθέτει έτσι ένα δεδομένο, προερχόμενο από την αίσθηση, καθώς και έναν κανόνα σύνθεσης, προερχόμενο από τη νόηση. Ο Καντ, μεθερμηνεύοντας ριζοσπαστικά τον Αριστοτέλη, χρησιμοποιεί τον όρο “κατηγορίες” για να υποδηλώσει αυτούς τους κανόνες σύνθεσης των αντικειμένων της εμπειρίας. Οι κατηγορίες όχι μόνο καθιστούν δυνατή την εμπειρία, αλλά συγχρόνως της προσδίδουν αναγκαιότητα και καθολικότητα, δηλαδή αντικειμενικότητα. Δίχως αυτή την αντικειμενικότητα, καμία επιστήμη δεν θα ήταν δυνατή.

Η ελευθερία στον Σπινόζα

 

Η διαπραγμάτευση της ελευθερίας από τον Σπινόζα αποτελεί εφαρμογή μεθόδου που αναπτύσσεται στην Ηθική, την Πολιτική Πραγματεία και την Πραγματεία για την επανόρθωση της νόησης. Στον πρόλογο του τρίτου μέρους της Ηθικής ο Σπινόζα παρατηρεί ότι αυτοί που γράψανε για τις εντυπώσεις, τα πάθη και την ανθρώπινη συμπεριφορά αναζητούν την αστάθεια και την αδυναμία του ανθρώπου, θρηνούν για λογαριασμό του, τον κοροϊδεύουν, τον περιφρονούν και συχνά τον μισούν.
Στην προσέγγιση αυτή, που ίσως αποτελεί κριτική της χριστιανικής διδασκαλίας για το προπατορικό αμάρτημα και πιθανώς της καλβινιστικής εκδοχής της, ο Σπινόζα αντιπαραθέτει την επιδίωξη να εξετάσει επιθυμίες και τις ανθρώπινες πράξεις ωσάν να επρόκειτο για γραμμές, επιφάνειες και στερεά σώματα (ό.π., Πρόλογος Ηθικής) με την ίδια ελευθερία σκέψης που ταιριάζει στη σπουδή των μαθηματικών. Δεν πρόκειται να κοροϊδέψει τις ανθρώπινες πράξεις, να τις καταραστεί, να κλάψει ή να γελάσει με αυτές, αλλά θα προσπαθήσει να τις καταλάβει (Πολιτική Πραγματεία, κεφ. Ι § I-ΙV).

Οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις του Σπινόζα προϋποθέτουν την αποφυγή μιας καταδικαστικής στάσης απέναντι στον άνθρωπο αλλά και ενός αφελούς ανθρωπισμού που τείνει προς την εξιδανίκευσή του.
Πηγή των λαθεμένων αυτών αντιλήψεων, κατά τον Σπινόζα, είναι η διαδεδομένη πεποίθηση ότι η σχέση του ανθρώπου με τη φύση είναι ανάλογη με τη σχέση ενός βασιλείου που βρίσκεται σε ένα άλλο βασίλειο αλλά είναι ανεξάρτητο από αυτό (Πολιτική Πραγματεία, κεφ. II, 6).
Η αντίληψη αυτή πηγάζει από μια τελεολογική αντίληψη σύμφωνα με την οποία ο θεός δημιούργησε τη φύση χάριν του ανθρώπου και τον άνθρωπο για να του
προσφέρει λατρεία. (Ηθική, I μέρος, Επίμετρο).
Η πλάνη των τελεολογικών εξηγήσεων οφείλεται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος αναζητεί στη φύση ό,τι του είναι χρήσιμο όταν δεν σκέπτεται ορθολογικά! Ο άνθρωπος προβάλλει λοιπόν στη φύση την εντύπωση ότι η φύση επιδιώκει κάποιους σκοπούς. Ο άνθρωπος τους ερμηνεύει στη φαντασία του σύμφωνα με τα πρότυπα που έχει, όταν δεν μπορεί να ξεπεράσει την παραστατική γνώση. Η απόρριψη των τελεολογικών προσεγγίσεων επηρεάζει και την εικόνα που έχει ο Σπινόζα για την ιστορία της φιλοσοφίας. Θεωρεί τη διδασκαλία του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, που πίστεψαν στις «εντελέχειες» και τα «πνεύματα», άρα και στις τελεολογικές εξηγήσεις, ανόητες και παιδαριώδεις. Τους κατηγορεί μάλιστα ότι έκαψαν όλα τα βιβλία του Δημόκριτου. Αντίθετα επιδοκιμάζει τους ατομικούς φιλοσόφους, και ιδίως τον Δημόκριτο, τον Επίκουρο, τον Λουκρήτιο, προφανώς γιατί η φιλοσοφία τους αποκλείει τις τελεολογικές εξηγήσεις (επιστολή 56 στον Hugo Boxel).

 

Η ανακύκλωση της ψυχής…Θεανθρώπινος δεσμός .

 

Στην σπειροειδή κίνηση της ύλης όπως αυτή γίνεται αντιληπτή απο τους έλλογους οργανισμούς ως χρόνος, δημιουργούνται διαρκώς σφαιρικές συμπυκνώσεις που αενάως πλανώνται σε καθορισμένες τροχιές στο κενό της.

Σπανίως απαντάται υπό ιδανικές συνθήκες το φαινόμενο της ζωής πλήθους μικροοργανισμών που με την παρέμβαση οντοτήτων της ανώτερης ψυχικής και νοητικής ύλης, επιφορτισμένων με τον ρόλο της επιτήρησης της ζωής, εξελίσονται ώστε να συναποτελέσουν τροφική αλυσίδα για την αέναη διατήρηση όλων των ειδών.

Η ανθρωπότητα παρουσιάζει έλλογη μορφή ζωής, μια ανώτερη καλλιέργεια των Θεϊκών οντοτήτων ικανή να παρατηρεί τον κόσμο να αντιλαμβάνεται τον χρόνο στην κίνηση της ύλης και να την μετασχηματίζει εργαζόμενη. Η θεία παρέμβαση συνίσταται στην εξέλιξη του μικροοργανισμού μετά την εμφύσηση του υλοενεργειακού πλέγματος που καλούμε ψυχή για την καλλιέργεια της μέσα απο την παραγωγή πολιτιστικού έργου. Διαμέσου της παραγωγής πληθώρας πολιτισμών η ανθρωπότητα μιμείται το χωροταξικό θείο έργο της Αρμονίας, της δημιουργίας Τάξης στο Χάος επαναλαμβάνοντας το στην ανθρώπινη σφαίρα.

Στο αγώνα για την ανθρώπινη επιβίωση η ψυχή εκβάλει διαρκώς ψυχική ενέργεια με την παραγωγή συναισθημάτων που αποτελούν τροφή για τίς οντότητες αντιστοίχως της ποιότητάς της. Όπως η χλωρίδα και η πανίδα αποτελούν τροφή των έμβιων ειδών, η ποικιλότητα των ανθρώπινων συναισθημάτων θέλγει διαφορετικής στάθμης Οντότητες ως βρώση. Η ανθρώπινη σοφία και χαρά είναι το νέκταρ και αμβροσία των ανωτέρων Θεών ενώ τα συναισθήματα του φόβου και της λύπης γίνονται βορά των κατωτέρων δαιμόνων.

Εξ αυτής της σχέσης του ανθρώπου με την ιεραρχία των οντοτήτων εξηγείται ο δημιουργικός και παρεμβατικός ρόλος των Θεών στην ανθρώπινη ιστορία και τον μύθο, η ανθρώπινη ιδιαιτερότητα, η ποικιλότητα πολιτισμών και φυλών αλλά και το ανθρώπινο

H γέννηση της φυλακής…Ο στόχος της «πειθαρχικής εξουσίας»

 

 

the-presidio-modelo-was-a-model-prison-of-panopticon-design-built-on-isla-de-pinos-now-the-isla-de-la-juventud-in-cubaH έννοια της εξουσίας που εισήγαγε το έργο του Michel Foucault έθεσε καινούργιες διαστάσεις στην προσπάθεια κατανόησης της νεωτερικότητας. Αν μέχρι τώρα η αντίληψη για τη νεωτερικότητα ήταν μονάχα εκείνη που αναδείκνυε το Λόγο ως το καθοριστικό αξιακό της κριτήριο, με το έργο του Foucault φανερώνεται ότι ο Λόγος ίσως να μην είναι τόσο ουδέτερος όσο ήθελε να παρουσιάζεται.

Μέσα από μια ενδελεχή ιστορική έρευνα σε διάφορες τοπικές κοινωνίες, περίγυρους και κοινωνικές καταστάσεις πραγμάτων ο Foucault καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μια στενή σχέση ανάμεσα στο λόγο και την εξουσία. Η φυλακή, το ψυχιατρικό ίδρυμα, το νοσοκομείο, το πανεπιστήμιο, το σχολείο, το ψυχιατρικό γραφείο, όλα αποτελούν παραδείγματα τόπων όπου οικοδομείται μια διάσπαρτη και επιμέρους οργάνωση εξουσίας (David Harvey, 1989:379).

Αυτή η εξουσία δεν υπάρχει απλά, αλλά επιδιώκει να οργανωθεί σε διοικητική εξουσία με στόχο τον έλεγχο, την υπακοή και την πειθάρχηση. Η πειθαρχική αυτή εξουσία αναλαμβάνει τη ρύθμιση, την επιτήρηση και τη διακυβέρνηση πρώτα του ανθρώπινου είδους ή ολόκληρων πληθυσμών και δευτερευόντως του ανθρώπου-υποκειμένου και του σώματος. Οι τόποι της είναι εκείνοι οι νέοι θεσμοί που αναπτύχθηκαν κατά τον 19ο αιώνα και οι οποίοι «αστυνομεύουν» και πειθαναγκάζουν τους σύγχρονους πληθυσμούς – στα εργαστήρια, στα στρατόπεδα, στα σχολεία, στις φυλακές, στα νοσοκομεία, στις κλινικές και ούτω καθεξής. (Hall, 2003:401).

Ο στόχος της «πειθαρχικής εξουσίας» είναι να θέσει υπό αυστηρότερο έλεγχο και πειθαρχία «τη ζωή, το θάνατο, τις δραστηριότητες, την εργασία, τις λύπες και τις χαρές του ανθρώπου» καθώς και την ηθική και ψυχική υγεία του/της, τις σεξουαλικές πρακτικές και την οικογενειακή ζωή. Εξασκεί πάνω τους την εξουσία των διοικητικών καθεστώτων, την ειδημοσύνη του επαγγελματία και τη γνώση που «παρέχεται από τη «μαθητεία» των κοινωνικών επιστημών.

Η βασική επιδίωξή της είναι η παραγωγή «ενός ανθρωπίνου όντος που να μπορεί να αντιμετωπίζεται ως «πειθήνιο σώμα»» (Hall, 2003:424).

Aυτή η θέση του Foucault διατυπώνεται μέσα από την έρευνά του σχετικά με τη γέννηση της φυλακής. Σύμφωνα με τον Foucault η φυλακή αποτελεί προνομιακό χώρο εφαρμογής των «πειθαρχικών μεθόδων» που εξαπλώνεται κατά τον 18ο-19ο αιώνα και σε στρατόπεδα, σχολεία, εργοστάσια κτλ. Μέχρι εκείνη την περίοδο η ποινή που επιβαλλόταν στον κατάδικο ήταν κυρίως σωματικής φύσης και υλοποιούνταν με θανάτωση ή σωματικές ποινές. Από την περίοδο όμως του 18ου-19ου αιώνα αναδιαρθρώνεται ολόκληρη η ρύθμιση της ποινικής τιμωρίας στη Δύση.

Πραγματοποιούνται πολυάριθμα μεταρρυθμιστικά σχέδια ενώ καταργούνται παλιά διατάγματα. Εμφανίζονται καινούργιες θεωρίες του νόμου και του εγκλήματος αλλά και ένας καινούργιος ηθικός και πολιτικός τρόπος δικαιολόγησης του ίδιου του εγκλήματος. Με τις γενικότερες συνθήκες που επικράτησαν στις δυτικές κοινωνίες, ιδίως μετά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, πραγματοποιήθηκε η μετάβαση από τους παλαιότερους τρόπους τιμωρίας, με σωματική τιμωρία, στο σύγχρονο τρόπο τιμωρίας, με φυλάκιση.

Σύμφωνα με τον Foucault αυτή η μεταρρύθμιση δεν οφείλεται τόσο στον ανθρωπισμό των διαφωτιστών μεταρρυθμιστών της εποχής, όσο με τις πολιτισμικές και πολιτικές αλλαγές που σχετίζονταν με την δήθεν αντικατάσταση της μεσαιωνικής απόλυτης μοναρχίας από το σύγχρονο νέοφιλελεύθερο καπιταλισμό.

Η τιμωρία τείνει πλέον προς μια πιο συγκαλυμμένη πλευρά της ποινικής διαδικασίας η οποία θα επιβάλλεται στο εξής μέσα σε περιορισμένους χώρους. Η φυλακή δεν έχει επαφή με το εξωτερικό, ούτε κενό· δεν διακόπτεται, παρά μονάχα όταν το έργο της έχει ολότελα εκπληρωθεί· αδιάλειπτη πρέπει να είναι η επιβολή της πάνω στο άτομο: ακατάπαυστη πειθαρχία, έλεγχος, υποταγή. (Φουκώ, 2005:309).

Η Έννοια του χρόνου στην Μυθολογία και την Φιλοσοφία

 


Οι αρχαίοι σοφοί, προσπαθώντας να διεισδύσουν στο μυστήριο της ύπαρξης, προκάλεσαν τη γέννηση του μύθου. Ο μυθικός λόγος έδινε μια απάντηση στα θεμελιώδη ερωτήματα του ανθρώπου για την προέλευση του κόσμου, την αιτία του, τη ζωή και το νόημά της, το θάνατο και το μυστήριό του κλπ. Μέσα από αλληγορίες και μεταφορικές περιγραφές, ο μύθος έκρυβε αλήθειες που είχαν σχέση με την εξέλιξη της ψυχής και την πνευματική πρόοδο του ανθρώπου επί της γης, αλλά και αλήθειες για τον κόσμο και την πορεία του στο χρόνο.


Κάθε μύθος, όπως και κάθε σύμβολο, μπορεί να ερμηνευτεί με πολλούς τρόπους και συχνά συναντάμε απόψεις και ερμηνείες που δεν συμβιβάζονται απόλυτα με την κοινή λογική ή την επιστημονική εξήγηση των φαινομένων. Πολλές φορές μάλιστα, οι ερμηνείες που δίδονται για ορισμένους μύθους ή σύμβολα, αγγίζουν τον τομέα που χαρακτηρίζεται ως «φαντασία». Ας προσπαθήσουμε όμως να κατανοήσουμε τους μύθους όχι με το νου αλλά με την καρδιά, όχι με τη σκέψη αλλά με το «νιώσιμο» της καρδιάς, όπως προστάζει η Φωνή της Σιγής.


Τι είναι ο χρόνος; Όταν ρώτησαν τον Αυγουστίνο τι έκανε ο θεός προτού δημιουργήσει το σύμπαν, εκείνος υποστήριζε ότι:

«Η έννοια του χρόνου δεν έχει νόημα πριν την αρχή του σύμπαντος. Ο χρόνος είναι μια ιδιότητα του σύμπαντος και συνεπώς, δεν υφίσταται χρόνος πριν από το σύμπαν».

Ο Αριστοτέλης θεωρούσε τον χρόνο σαν μια συστατική έξη της κίνησης και τον τοποθετούσε μέσα στο σώμα του ουρανού, δηλαδή του ορατού σύμπαντος. Έλεγε ότι:

Ε (ΕΨΙΛΟΝ)

 

Τρείς φορές τοποθετήθηκε ένα Ε (ΕΨΙΛΟΝ) στήν κορυφή τού Αετώματος τού Ναού τού Απόλλωνος στούς Δελφούς, κατάντικρυ σέ όποιον πλησίαζε τήν κεντρική, ανατολική Πύλη του, πάντοτε συνοδευόμενο από τό ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ στήν κάτω αριστερή γωνία καί τό ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ στήν κάτω δεξιά τού ιδίου Αετώματος. Ήταν γνωστά σάν ''Δελφικά παραγγέλματα'', τό δε Ε τό ''προεδρεύον'' αυτών. Τό παλαιότερο από αυτά (τά Ε) ήταν ξύλινο κι αναφέρεται σάν ''Ε τών Σοφών '', γιατί αφιερώθηκε από τόν Σόλωνα κατά μία εκδοχή, κατά δε άλλη από όλους μαζί τούς τότε αναγνωρισμένους Σοφούς. Όταν αυτό εφθάρη, οι Αθηναίοι ανέθεσαν στό Ναό τό δεύτερο, τό οποίο ήταν χάλκινο. Σέ αντικατάσταση καί αυτού, η Λιβία Δρουσέλλα, σύζυγος τού Αυγούστου, αφιέρωσε τό τρίτο καί τελευταίο, από καθαρό χρυσό.
Η μοναδική πληροφορία γιά τό Ε τών Δελφών προέρχεται από τόν Πλούταρχο (46-127 μ.Χ.), ο οποίος ως Ιερεύς διά βίου τού Απόλλωνος, πρέπει νά ήταν κοινωνός καί γνώστης των Μυστηρίων. Τό ότι λοιπόν ένα γράμμα τού Αλφαβήτου, είναι τό αποκλειστικό αντικείμενο μιάς ολόκληρης διατριβής του, δείχνει, όπως καί τά γραφόμενα, τήν μεγάλη σημασία πού ένας συγγραφέας τής ολκής του, απέδιδε σ' αυτό. Τό ότι κανείς άλλος δέν έγραψε γι' αυτό, αλλά κι ο τρόπος (σέ μορφή διαλόγου) πού ο ίδιος ο Πλούταρχος τό παρουσιάζει, συνηγορούν ότι πρόκειται γιά κλείδα τών Δελφικών Μυστηρίων, γιατί ως γνωστόν η αποκάλυψη στοιχείων τους στούς αμύητους, αποτελούσε ηθικό καί ποινικό αδίκημα. Στόν διάλογο αυτόν, προβάλλονται διάφορες ερμηνείες από τούς διαλεγόμενους, σάν προσωπικές τους απόψεις, μερικές αδύναμα τεκμηριωμένες, άλλες ισχυρά, πολλές αλληλοαναιρούσες. Σέ κάποιες επεμβαίνει ο ίδιος ο Πλούταρχος, μέ πληθώρα αναλύσεων, μή παίρνοντας ρητή θέση, αλλ' ωστόσο καθοδηγώντας διακριτικά τόν αναγνώστη.
Δέν μπορεί έτσι νά κατηγορηθή ότι αποκαλύπτει τά τών Μυστηρίων, αλλά προτρέπει σέ συλλογισμούς προσέγγισής τους, τηρώντας τό ρηθέν από τόν Ηράκλειτο ότι : "Ο ΑΝΑΞ Ο

Μύθος

 

Η Ελληνική Μυθολογία, κατάλληλα σχηματισμένη και μεταδιδόμενη, πέραν των τριών χιλιάδων χρόνων οδηγούσε και φώτιζε τον Λαό μας, κρατήθηκε κοινωνικά απελευθερωμένος από τις βαριές και χαμηλές προλήψεις και δεισιδαιμονίες, που πίεζαν αφόρητα τους γειτονικούς λαούς της εποχή εκείνης. Ο Έλληνας για να μπορέσει να καλλιεργήσει τον φιλελευθερισμό, την δίκαια και σωστή δημοκρατία, μέσα στην οποία τα πνεύματα εκδήλωσαν, με την απόλυτη ελευθερία τους, τις τέλειες και ανεπανάληπτες εκείνες αρετές που κρύβει μέσα του ο άνθρωπος, για να μπορέσει ο μύθος να εξωπαρουσιαστεί, να συγχρονιστεί και να συντονιστεί με τους ανάλογους νόμους, για να απορροφηθούν από τους ανθρώπους χρειάστηκαν εκείνους τους σοφούς δασκάλους που η μυθολογία μας άφθονα παρουσιάζει.
   Πρέπει να παρατηρηθεί ότι παρ΄ όλο που οι αναφορές που γίνονται σήμερα για την Επιστήμη, τη Θρησκεία ή την Κοινωνία κινούνται στο ιστορικό πλαίσιο των προηγούμενων αιώνων, παρά τις μεταβολές που αναμφισβήτητα έχουν σημειωθεί, ο μύθος εξακολουθεί να είναι επίκαιρος, αφού τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ζωής παραμένουν, στην ουσία τους, τα ίδια. Η υποκρισία, η έπαρση, ο δογματισμός και η άγνοια δεν έχουν εκλείψει από την εποχή μας. Η προσήλωση του σύγχρονου ανθρώπου στα εξωτερικά πράγματα και η ακόρεστη επιθυμία για την απόκτηση υλικού πλούτου και κοινωνικής δύναμης τον έχουν οδηγήσει στην χωριστικότητα, στην ανισορροπία και στην δυσαρμονία με τον εσωτερικό του εαυτό, με τους άλλους, με τη Φύση. Αν δεν προσπαθήσει ο άνθρωπος να μετατοπίσει το κέντρο της συνείδησης του από τον εγκέφαλο στην καρδία, δεν θα αποκτήσει ποτέ την πραγματική γνώση. Θα αγγίζει μόνο την επιφάνεια των πραγμάτων και θα αγνοεί την ουσία τους. Αν δεν πάψει να κατευθύνει όλη του την ενέργεια προς τα έξω και δεν την στρέψει προς το κέντρο του εαυτού του, δεν θα μπορέσει να έλθει σ΄επαφή με το πνεύμα του και έτσι, δεν θα μπορέσει να εναρμονισθεί με την παγκόσμια ζωή, της οποίας όλοι

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

O Ισοσκελης Σταυρός Σύμβολο του Θεού Δία-Ήλιου

 

Αναρωτηθήκατε ποτέ γιατί η ελληνική σημαία φέρει ισοσκελή σταυρό και όχι τον ανισοσκελή χριστιανικό;
Η πιθανότερη απάντηση είναι ότι οι κατασκευαστές του εθνικού σύμβολου... πρέπει να γνώριζαν περισσότερα από ότι νομίζαμε!
Ο ισοσκελής σταυρός ήταν ανέκαθεν ιερό σύμβολο των θαλασσοπόρων Ελλήνων, μιας και συμβόλιζε τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Οι θαλασσοκράτορες Κρήτες αλλά και γενικότερα οι θαλασσινοί Έλληνες με τα αναρίθμητα νησιά και τα ποντοπόρα ταξίδια τους, όφειλαν να γνωρίζουν στοιχεία προσανατολισμού με κάθε δυνατή λεπτομέρεια.
Κάτι που ίσως οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν σήμερα, είναι οτι η Ελληνική σημαία στην σημερινή της μορφή ,αποτελούσε την σημαία των Ελληνικών Πολεμικών πλοίων που καθορίστικε με το Προεδρικό διάταγμα 540 στις 15 Μαρτίου 1822 . Μετά την κατάργηση της εμπορικής ναυτικής σημαίας το 1828 καθιερώθηκε ως Ναυτική σημαία της Ελλάδας. Περισσότερα για το συγκεκριμένο θέμα μπορείτε να διαβάσετε και στο άρθρο μας: "Οι Ελληνικές σημαίες και η ιστορία τους".

Ένα αρχαίο σύμβολο των Σαρακατσάνων

Τό δεύτερο μέρος πού αποτελεί τό δεύτερο συνθετικό τής λέξεως Σαρακατσάνοι, είναι η ρίζα -ΚΑΣ (-ΚΑΤΣ).
Η ρίζα ΚΑΣ εμπεριέχει δύο πανάρχαιες ένοιες μέ συμβολικό χαρακτήρα. Στούς Σαρακατσάνους, η ρίζα -ΚΑΣ εμπεριέχεται στή λέξη κατσούλα πού σημαίνει τό καλύβι, ή τό επάνω κωνικό μέρος τού παραδοσιακού τους καλυβιού, καί τά ξύλα πού αποτελούν τόν οπλισμό τής Κατσούλας, τά λένε κατσουλόξυλα. Τά κατσουλόξυλα σχηματίζουν έναν κώνο καί ενώνονται στήν κορυφή σέ μία στεφάνη πού εμπεριέχει έναν σταυρό. Η ρίζα -ΚΑΣ διασώζεται ώς σήμερα στό ρήμα κατσιάζω δηλαδή ζαρώνω, σουφρώνω όπως τά καυσόξυλα σουφρώνουν πρός τήν κορυφή τής καλύβας σχηματίζοντας κώνο.
Οί Σαρακατσάνοι, σταυρός σαν αρχαϊκός παλαιότερα, όταν έλεγαν κατσούλα ενοούσαν όλο τό καλύβι τό όρθο. Κατσούλα επίσης λένε καί τήν κωνική κουκούλα τής κάπας. Η λέξη κατσούλα προέρχεται από τήν λέξη κασούλα όπως αναγράφεται στίς Προκοπίου Ιστορίαι (4, 26). Η λέξη ΚΑΣούλα εμπεριέχει τήν ρίζα -ΚΑΣ η οποία μέ παραφθορά προφέρεται ΚΑΤΣ.

ΡΟΔΟΣΤΑΥΡΙΚΗ ΜΥΗΣΗ

 

Ψυχολογικά, είναι πολύ δύσκολο να προετοιμάζεται κανείς μόνος του για ν' αποκτήσει τη γνώση των απορρήτων. Γι' αυτό το λόγο, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ίδρυσαν τις πρώτες μυστηριακές σχολές. Για να γίνει κανείς δεκτός σ' αυτές τις σχολές, έπρεπε να κριθεί άξιος της σοφίας που οι Διδάσκαλοι θεωρούσαν ιερή και έβαζαν πάνω από κάθε τι.
Εκείνοι που αποδείκνυαν την αξία τους, εκπαιδεύονταν σ' αυτή τη σοφία και μυούνταν στα μυστήρια. Η λέξη «μυστήριο» δεν είχε στους αρχαίους χρόνους την ίδια σημασία με αυτήν που έχει στις ημέρες μας. Δεν υπονοούσε τίποτε «παράξενο», «μαγικό» ή «φοβερό». Αφορούσε εκείνη την εσωτερική γνώση που αποκαλυπτόταν μονάχα μέσω των μυήσεων.
Στην αρχαία Ρώμη, τα μυστήρια αποκαλούνταν initia και οι μυούμενοι mystae. Η λατινική λέξη initiare σημαίνει εμπνέω και η λέξη initium έναρξη ή εκπαίδευση. Η σχέση αυτών των δύο λέξεων αποκαλύπτει ξεκάθαρα τον σκοπό των μυστικιστικών μυήσεων που δίδονταν στις μυστηριακές σχολές. Ο μυούμενος βίωνε μία εμπνευστική εμπειρία που τον εντυπωσίαζε συγκινησιακά και ψυχικά, προσφέροντας του ταυτόχρονα και καινούργια γνώση.
Οι αιγυπτιακές μυήσεις είχαν μορφή τελετουργικού δράματος που θυμίζει τα μυστήρια των παθών κάποιων θρησκειών.  Αποσκοπούσαν στη συνειδητοποίηση των μεγάλων αληθειών της ζωής, με βάση τη θεατρική παράσταση που περιείχε πολυάριθμες αλληγορίες. Εκείνοι που υποδύονταν τους διάφορους ρόλους, γνώριζαν πως κάποιες πράξεις, λέξεις ή αντικείμενα αφύπνιζαν ή διευκόλυναν την κατανόηση νόμων κι αρχών απρόσιτων από την ανθρώπινη λογική. Τα μαθήματα που παρουσιάζονταν με αυτή την μορφή, άγγιζαν βαθύτερα την συνείδηση από οποιαδήποτε καθαρά διανοητική ομιλία.
Συνοψίζοντας τους σκοπούς των μυστηριακών μυήσεων, έτσι όπως γίνονταν στην Αίγυπτο κι αργότερα στην Ελλάδα, μπορούμε να πούμε πως επεδίωκαν τα εξής: α) να οδηγήσουν τον μυούμενο σε βαθύτερη ενδοσκόπηση, β) να καλλιεργήσουν και να ικανοποιήσουν την αναζήτηση της Γνώσεως , γ) ν' αναλάβει ο μυούμενος την υποχρέωση
να τελειοποιηθεί και να υποσχεθεί στον εαυτό του και στους άλλους πως δεν θα

ΡΟΔΟΣΤΑΥΡΙΚΗ ΜΥΗΣΗ


Ψυχολογικά, είναι πολύ δύσκολο να προετοιμάζεται κανείς μόνος του για ν' αποκτήσει τη γνώση των απορρήτων. Γι' αυτό το λόγο, οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ίδρυσαν τις πρώτες μυστηριακές σχολές. Για να γίνει κανείς δεκτός σ' αυτές τις σχολές, έπρεπε να κριθεί άξιος της σοφίας που οι Διδάσκαλοι θεωρούσαν ιερή και έβαζαν πάνω από κάθε τι.
Εκείνοι που αποδείκνυαν την αξία τους, εκπαιδεύονταν σ' αυτή τη σοφία και μυούνταν στα μυστήρια. Η λέξη «μυστήριο» δεν είχε στους αρχαίους χρόνους την ίδια σημασία με αυτήν που έχει στις ημέρες μας. Δεν υπονοούσε τίποτε «παράξενο», «μαγικό» ή «φοβερό». Αφορούσε εκείνη την εσωτερική γνώση που αποκαλυπτόταν μονάχα μέσω των μυήσεων.
Στην αρχαία Ρώμη, τα μυστήρια αποκαλούνταν initia και οι μυούμενοι mystae. Η λατινική λέξη initiare σημαίνει εμπνέω και η λέξη initium έναρξη ή εκπαίδευση. Η σχέση αυτών των δύο λέξεων αποκαλύπτει ξεκάθαρα τον σκοπό των μυστικιστικών μυήσεων που δίδονταν στις μυστηριακές σχολές. Ο μυούμενος βίωνε μία εμπνευστική εμπειρία που τον εντυπωσίαζε συγκινησιακά και ψυχικά, προσφέροντας του ταυτόχρονα και καινούργια γνώση.
Οι αιγυπτιακές μυήσεις είχαν μορφή τελετουργικού δράματος που θυμίζει τα μυστήρια των παθών κάποιων θρησκειών.  Αποσκοπούσαν στη συνειδητοποίηση των μεγάλων αληθειών της ζωής, με βάση τη θεατρική παράσταση που περιείχε πολυάριθμες αλληγορίες. Εκείνοι που υποδύονταν τους διάφορους ρόλους, γνώριζαν πως κάποιες πράξεις, λέξεις ή αντικείμενα αφύπνιζαν ή διευκόλυναν την κατανόηση νόμων κι αρχών απρόσιτων από την ανθρώπινη λογική. Τα μαθήματα που παρουσιάζονταν με αυτή την μορφή, άγγιζαν βαθύτερα την συνείδηση από οποιαδήποτε καθαρά διανοητική ομιλία.
Συνοψίζοντας τους σκοπούς των μυστηριακών μυήσεων, έτσι όπως γίνονταν στην Αίγυπτο κι αργότερα στην Ελλάδα, μπορούμε να πούμε πως επεδίωκαν τα εξής: α) να οδηγήσουν τον μυούμενο σε βαθύτερη ενδοσκόπηση, β) να καλλιεργήσουν και να ικανοποιήσουν την αναζήτηση της Γνώσεως , γ) ν' αναλάβει ο μυούμενος την υποχρέωση
να τελειοποιηθεί και να υποσχεθεί στον εαυτό του και στους άλλους πως δεν θα