Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

Το Τεκτονικό μας Εργαστήριο…μία αλληγορική εικόνα της φύσεως.

 

stoa naosΗ φωτεινή πυξίδα η οποία χρησιμεύει ως οδηγός μας είναι τα τυπικά μας και η τεκτονική παράδοση.

Εάν κατορθώσουμε να εισδύσουμε στον απέραντο κόσμο των ιδεών, ο οποίος βρίσκεται σε αυτά, καλυμμένος υπό τη μορφή συμβόλων και αλληγοριών, εάν κατορθώσουμε να αφιερώσουμε την σκέψη μας, χωρίς κανένα άλλο περισπασμό, στην ενδελεχή μελέτη και έρευνα, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θα κάμουμε ένα σημαντικό βήμα προς την αποκάλυψη εκείνων των αληθειών, στην εκθαμβωτική λάμψη των οποίων δεν μπορούν να αντέξουν τα μάτια των μη μυημένων.

  Ο Τεκτονισμός είναι θεσμός προοδευτικός και ουδέν θέτει όριον εις την αναζήτησιν της αληθείας.

        Για την ανοικοδόμηση ενός Ναού της Αρετής οδηγεί η Σοφία, ανοικοδομεί η Ισχύς, διακοσμεί το Κάλλος. Αυτή είναι η τρίφωτος λυχνία, η οποία καταυγάζει δια του λαμπρού της φωτός το τεκτονικό έργο. Υψώνουμε λοιπόν, Ναό στην Αρετή και σφυρηλατούμε δεσμά στην κακία. Χαλιναγωγούμε τα πάθη και τις ορέξεις μας. Καλλιεργούμε και βελτιώνουμε τον εαυτό μας εθίζοντες το πνεύμα μας στη σύλληψη των υψηλών ιδεών της τιμής, της αρετής, του καθήκοντος, της αγάπης. Έτσι μόνο θα κατορθώσουμε κάποτε, να υψώσουμε την σκέψη μας προς το άπειρο, ενώνοντας την εν ημίν θεία ουσία προς την εν τη Φύσει Πανταχού παρούσα αιωνία Μονάδα, τον υπέρτατο Νου, ο οποίος κατά τον Αναξαγόρα, «εστίν ο διακοσμών τε και πάντων αίτιος». Μήπως, μελετώντας την ανεξάντλητη πηγή της αρχαίας Σοφίας, δε θα βρούμε ανάλογες ιδέες;

«Τοιαύτη ούσα η ψυχή (επειδή η ψυχή είναι τέτοιου είδους), λέγει ο Πλάτων στον Φαίδωνα, απέρχεται προς το όμοιόν της το μη έχον σχήμα, το θείον και αθάνατον και φρόνιμον, φθάνουσα δε προς αυτό, γίνεται ικανή να καταστή ευδαίμων, απηλλαγμένη της πλάνης, της αμαθείας, των φόβων και αγρίων επιθυμιών και των άλλων ανθρωπίνων ελαττωμάτων, διαβιοί δε του λοιπού, καθώς λέγουν οι μεμυημένοι μετά των Θεών».

Διδασκόμαστε λοιπόν, πώς θα απαλλαγούμε από την πλάνη και την αμάθεια, πώς θα χαλιναγωγήσουμε τα πάθη και τα ελαττώματά μας, διότι έτσι μόνο θα εξαγνιστούμε και θα καθαρθούμε, ώστε να καταστεί συν τω χρόνω δυνατή η ένωση και η πραγματική ευδαιμονία. Ο μύστης κρατεί «πάντ’ ανοικτά, πάντ’ άγρυπνα τα μάτια της ψυχής του», κατά τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό, μακριά από τα πάθη, τις αγωνίες και τις φιλοδοξίες της αμύητης κοινωνίας, αναζητών την αλήθεια έως ότου την αποκαλύψει. Η αποκάλυψη όμως, των ιδεών, δε δύναται παρά να γίνει βαθμιαία και εξελικτικά, σε αλλεπάλληλα μακρά και κουραστικά στάδια, τα οποία πρέπει να διέλθει εργαζόμενος με υπομονή και με θέληση, μελετώντας το βιβλίο της φύσεως, δια να ανακαλύψει το εν αυτή «ανοικτό μυστικό», κατά την φράση του Κάρλαϋλ. Τι άλλο όμως, είναι το Τεκτονικό μας Εργαστήριο παρά μία αλληγορική εικόνα της φύσεως; Αυτό μας διδάσκει, ότι στη μελέτη της φύσεως βρίσκεται η αποκάλυψη.

Οι νόμοι οι οποίοι κυβερνούν τη φύση έχουν τις αυτές αναλογίες προς τους νόμους οι οποίοι κυβερνούν το πνεύμα. Και πάνω απ’ όλα, μέσα σε όλα, βρίσκεται η υπέρτατη ψυχή του Σύμπαντος. Η υπέρτατη Μονάδα, στην οποία περιλαμβάνεται κάθε ον, η παντοδύναμη πραγματικότητα, η οποία τείνει αενάως, συγχρόνως αποκρυσταλλώνεται σε κάθε φυσικό ον και εισδύει στην ανθρώπινη σκέψη. Μας λέει ο Έμερσον, «πότε θα εννοήσει ο άνθρωπος και πάλι, ότι το παν είναι πνευματικό και θείο, ότι κάθε πνεύμα οικοδομεί για τον εαυτό του μία κατοικία, περισσότερο από μία κατοικία – έναν κόσμο – περισσότερο από έναν κόσμο – ένα Ναό;».

Ο ίδιος λέει πιο κάτω: «Κάθε φυσικό φαινόμενο είναι η εικόνα μίας ηθικής αλήθειας».

      Με άλλα λόγια, κάθε φυσικό φαινόμενο είναι και ένα σύμβολο ή μία αλληγορία, κάτω από την οποία κρύβεται μία ηθική αλήθεια. Μέσα στα σύμβολα και τις αλληγορίες των αρχαίων μυστηριακών τελετουργιών κρύβονται αλήθειες, οι οποίες απορρέουν από τη μελέτη των φυσικών φαινομένων, αλήθειες, οι οποίες αποκαλύπτονταν βαθμιαία στους διαφόρους βαθμούς της μυήσεως.

       Συνεπής στην καταγωγή του από τις αρχαίες μυστηριακές παραδόσεις, ο τεκτονισμός χρησιμοποιεί για να καλύπτει τη διδασκαλία του κατά τον ίδιο τρόπο, σύμβολα και αλληγορίες, των οποίων η ερμηνεία γίνεται βαθμιαία στους διαφόρους βαθμούς.

      Περιβάλλει με διπλό στρώμα γρανίτη τα λαμπρά διαμάντια της Σκέψης. Μόνο μία εργασία μακρά και επίπονη μπορεί να διαρρήξει τον γρανίτη και να τα αποκαλύψει απαστράπτοντα, να ακτινοβολούν στα μάτια των μυημένων. Και τότε μόνον αποκτά ο μύστης την ψυχική ιδιότητα την οποία ο Πλάτων αποκαλεί «είδος», ο Καντ «νοερά εποπτεία», ο Γκαίτε «όραση δια των οφθαλμών του πνεύματος» και ο Σήλινγκ «πνευματική διαίσθηση». Δι’ αυτής έρχεται η αποκάλυψη. Η διείσδυση του θείου πνεύματος στην ανθρώπινη ψυχή κατόπιν μακράς καλλιέργειας των ψυχικών και διανοητικών ιδιοτήτων, ώστε να διαισθανθεί το μυστήριο της ζωής, το μέγα μυστικό του Σύμπαντος. Όλα αυτά δεν είναι μόνο σκέψεις μεταφυσικές. Μήπως η σύγχρονη Βιοφιλοσοφία, η οποία έχει την αρχή της στο νεώτερο φιλοσοφικό υλισμό κι έχει απομακρυνθεί προ πολλού των θεωριών του Σπένσερ και του Όστβαλντ (οι οποίες είχαν στηριχθεί στο Δαρβινισμό), δεν υποστηρίζει δια του κυριότερου εκπροσώπου της, του Ενρί Μπερξόν, τη μεγάλη σημασία της «ενοράσεως» (intuition); Και μήπως είναι η ενόραση κάτι άλλο από τη «νοερά εποπτεία» ή την «πνευματική διαίσθηση»; Και μήπως, όπως υπάρχει η «ορμή προς το ζην», το «élan vital» του Μπερξόν, δεν υπάρχει εξίσου και «η ορμή προς το σκέπτεσθαι», προς την έρευνα των αιτίων πέρα των φυσικών φαινομένων;

Λίαν σαφώς μας διδάσκει το τυπικό μας, ότι η τεκτονική φιλοσοφία ουδέν θέτει όριο στην αναζήτηση της αλήθειας. Αυτό όμως, δε σημαίνει αναρχία σκέψεων και πεποιθήσεων, όπως ίσως θα νομίζαμε. Ο τεκτονισμός έχει ίδιον σύστημα έρευνας στηριζόμενο στις θεμελιώδεις αρχές της αναγνωρίσεως μίας υπερτάτης δυνάμεως, την οποία αποκαλεί Μεγάλο Αρχιτέκτονα Του Σύμπαντος, και της Αθανασίας της ψυχής. Ερευνά τις αμέσως αντιληπτές εκδηλώσεις της ζωής στη Φύση, αίρεται όμως, υπεράνω πάσης μερικότητος και απλού φαινομένου προς αναζήτησιν της αληθείας στις απόκρημνες κορυφές του Πνεύματος. Και η αναζήτηση αυτή δεν μπορεί να νοηθεί παρά ως ατέρμονη και χωρίς όρια, διότι το πνεύμα, στη μεγαλειώδη πτήση του, ουδέν όριο έχει.

Το τυπικό μας επιτρέπει την ελεύθερη συζήτηση επί των ιδεολογικών του βάσεων. Δεν υποχρεώνει τον οιονδήποτε να τις αποδεχθεί, ούτε δεσμεύει τον οιονδήποτε, αλλά όσοι δεν τις αποδέχονται, όσοι διαφωνούν με την τεκτονική ιδεολογία και εφόσον δεν πείθονται για τις ορθές της κατευθύνσεις, έχουν την υποχρέωση να μην εξακολουθούν μυούμενοι στους ανώτερους βαθμούς.

       Απόρροια της συνεχούς επικοινωνίας προς τις ιδέες του τεκτονισμού είναι η τελειοποίηση των μελών και η βαθμιαία τους ανύψωση σε ανώτερα επίπεδα πνευματικής και ηθικής εξέλιξης. Αυτή την έννοια έχει η απονομή των διαφόρων βαθμών. Γι’ αυτό η απονομή αυτή πρέπει να γίνεται μόνο όταν ο τέκτων δια της εργασίας και της επιβολής της θελήσεως, διαπλάσει το χαρακτήρα του και καλλιεργήσει τις ψυχικές του ιδιότητες, ούτως ώστε να δύναται να κατανοήσει κατά το δυνατό πλήρως τις ιδέες, οι οποίες κρύβονται κάτω από τα σύμβολα και τις αλληγορίες του κάθε βαθμού και όχι απλώς διότι διήνησε τον οριζόμενο από τους όποιους κανονισμούς χρόνο.

        Και έτσι, οι τέκτονες ως εκλεκτά μέλη του κοινωνικού συνόλου, θα δυνηθούν να εκπληρώσουν ένα ουσιωδέστατο γι’ αυτούς καθήκον. Θα δυνηθούν, δρώντες εν τη κοινωνία, να εξασκήσουν μεγίστη επιρροή προς βελτίωσή της, χρησιμοποιώντας την υπερτέρα τους πνευματικότητα, τις τεκτονικές τους γνώσεις, τις ηθικές τους βάσεις και την ανωτερότητα του χαρακτήρα τους. Θα μεταλαμπαδεύσουν τις ιδέες της ηθικής, της ελευθερίας, της ισότητας, της αγάπης, της αλληλεγγύης και του δικαίου, οι οποίες, ατυχώς για την εποχή μας, κατάντησαν λέξεις κενές εννοίας.

        Ας ενωθούμε σε μία ευγενή προσπάθεια, ώστε να καταπολεμήσουμε αποτελεσματικά τις ιδιοτελείς και εγωιστικές αντιλήψεις, οι οποίες έφεραν τον αλληλοσπαραγμό και την αλληλεξόντωση των εθνών και των τάξεων. Ας καταπολεμήσουμε την ιδεολογική αναρχία, την στηριζομένη επί των υλικών απαιτήσεων και ιδιαιτέρως εκείνων του βαλαντίου κι ας προάγουμε τις αρχές της ισότητας, της αδελφότητας και της ελευθερίας.

  Αγώνας τραχύς και δύσκολος αλλ’ όχι υπέρτερος των δυνάμεών μας, εάν αποφασίσουμε πραγμα-τικά να αγωνισθούμε, έστω και αν είμαστε λίγοι. Ας μη λησμονούμε το ρητό του Γκαίτε: «Ένα πνεύμα αρκεί για να διευκολύνει χίλιους βραχίονες». Αλλά για να καρποφορήσει ο σπόρος, πρέπει να καλλιεργηθεί σε γόνιμο έδαφος.

      Σκοπός μας δεν είναι να προσερχόμεθα στις συναντήσεις μας όπως σε οποιαδήποτε φιλική συγκέντρωση, οπότε θα ήταν περιττή και η ύπαρξη του Εργαστηρίου, η τροχάδην ανάγνωση των τυπικών, η μυστικότητα, τα σημεία και οι λέξεις αναγνωρίσεως. Για μία τέτοια συγκέντρωση όλα αυτά θα ήταν περιττά και άσκοπα.

     Τα τυπικά μας, τα οποία συνέταξαν άνθρωποι με σοφία έχοντας σα βάση μία ιερά παράδοση, απέβλεψαν όχι μόνο στο να διασώσουν την παράδοση αυτή μέχρι εμάς για λόγους ιστορικούς, αλλά προ παντός στο να μας καταστήσουν ικανούς, δια συνεχούς και μακράς εργασίας, να αναζητήσουμε τις αιώνιες αλήθειες οι οποίες κρύβονται κάτω από τα σύμβολα και τις αλληγορίες τους, άνευ των οποίων η πνευματική ζωή του ανθρώπου θα νεκρωνόταν δια παντός.

Η απερχόμενη Πρόεδρος Νάνσυ Παναγοπούλου