Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

 

Πίνακας του  Αδ.΄. Βασιλείου Πασάλη

Σεπτής Στοάς «Πλάτων» Ανατολής Καβάλας

       Η «αλήθεια» σαν έννοια έχει πρωταρχική σημασία. Είναι για το πνεύμα ό,τι είναι για το σώμα η τροφή. Γι΄αυτό βρίσκεται σε όλους τους χώρους της πνευματικής δραστηριότητας, άλλοτε σαν απλή γνώση και άλλοτε σαν βίωση. Στη Χριστιανική θρησκεία μια πρώτη γεύση παίρνουμε από τα Ευαγγέλια.

       Έτσι όταν οδηγήθηκε ο Ιησούς εις το Πραιτώριο, στη σύντομη στιχομυθία του με τον Πιλάτο, του είπε πως «ελήλυθεν εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσει την αλήθειαν» . Τότε ο Ρωμαίος ύπατος τον ρώτησε : «Τι εστίν η αλήθεια» ; Αλλά ο Ιησούς δεν απάντησε. Ίσως η άρνηση αυτή να οφείλεται στο ότι ήταν αδύνατον να γίνει κατανοητή οποιαδήποτε απάντησή του, γιατί η αλήθεια του Χριστού ήταν η συνύφανση της κοινωνικής και της αιώνιας αλήθειας. Και οι δύο όμως μορφές της αλήθειας δεν κατακτώνται με τη γνώση, αλλά μόνο ως βιώματα.

Στην αναζήτηση της αλήθειας σε συνάρτηση με τη στάση που παίρνει ο νους μας , εμπρός στην εξειδίκευσή της έχουμε :

  • Όταν παίρνουμε στάση ερευνητική, αναζητούμε την επιστημονική αλήθεια. *Όταν παίρνουμε στάση θαυμαστική αναζητούμε την αισθητική αλήθεια.
  • Όταν θέλουμε να συνδεθούμε με τον συνάνθρωπο έτσι ώστε να παύσουμε να είμαστε άτομα, αλλά σαν κύτταρα της κοινωνίας, αναζητούμε την κοινωνική αλήθεια.
  • Και όταν θέλουμε να ενωθούμε με τον Δημιουργό αναζητούμε την αιώνια αλήθεια !.

     Πολλοί πραγματικά μεγάλοι σοφοί και ποιητές, προφήτες και στοχαστές εξαίρουν την πολυτιμότητα και την δύναμη της αλήθειας. «Βασίλισσα» την ονόμαζε ο Πίνδαρος, αλλά και «Πηγή μεγάλης αρετής». «Μέγιστο αγαθό» την έλεγε ο Πλάτων και «Αλήθεια πάντων αγαθών ηγείται»   «Ελευθερώτρια» θα την αποκαλέσει ο Χριστός «Και γνώσεσθαι την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» και πάμπολλα άλλα από πλήθος σοφών.

        Στα καθ΄ημάς τώρα ο πραγματικός σκοπός του Ελευθεροτεκτονισμού από φιλοσοφικής απόψεως, είναι η αναζήτηση της Αλήθειας. Από την είσοδο του Μαθητού στη Στοά μέχρι τους ανώτατους βαθμούς η αναζήτηση αυτή συνεχίζεται χωρίς ποτέ να παύσει. Και η αλήθεια δεν ευρίσκεται πάντοτε. Κατά τον Αδ.΄. Μακέϊ «Οσονδήποτε κοπιώδης και αν είναι αυτή η εργασία, οποιεσδήποτε οι τελετές και τα σύμβολα που μελετά ο Τέκτων, ο πραγματικός και μοναδικός σκοπός όλων αυτών, είναι η προσέγγιση της «»Αλήθειας». Συμπληρώνει δε : «Η υψηλοτέρα ιδέα της αλήθειας η οποία διαπνέει ολόκληρο το Τεκτονικό σύστημα και η οποία συμβολίζεται δια του Λόγου, είναι εκείνη, η οποία εκφράζεται δια της γνώσεως του Θεού».                                       

            Ο Ελευθεροτεκτονισμός ο οποίος με κανέναν λόγο δεν είναι, ούτε ήταν ποτέ θρησκεία και κατά τούτο διαφέρει αυτών, διότι πιστεύει στην αναζήτηση της αλήθειας και γι΄αυτό δεν έχει δόγματα πίστεως , ούτε κάτι άλλο σχετικό. Η αλήθεια είναι μεν παντού, αλλά δεν φανερώνεται γι΄αυτό και χρειάζεται να αναζητήται και επομένως δεν πρέπει να αποκρούουμε τίποτα κατ΄αρχήν.

            

Δεδομένου ότι κάθε προκατάληψη αντιτίθεται στην αμεροληψία της κρίσης μας , ο πραγματικός φίλος της αλήθειας, δεν μπορεί να είναι περιορισμένο πνεύμα ή περικλεισμένος μέσα στον νοητικό του ορίζοντα, αλλά να είναι πνεύμα ευρύτατα ανοικτό σε όλες τις ιδέες που ίσως είναι δυνατόν να τροποποιήσουν τις ιδέες του και να εξέλθει από μια πλάνη.

            Υπάρχει λοιπόν ένα μέρος αλήθειας σε όλες τις γνώμες και ο Τεκτονισμός δεν δογματίζει, διότι ο δογματισμός είναι αντίθετος στο πνεύμα του, προκαλώντας με τις κατά βαθμό μυήσεις του σιγά σιγά, την κατανόηση της αλήθειας των διδασκαλιών του. Το μόνο «δόγμα» του είναι η φράση «Ο Τεκτονισμός ουδέν όριο θέτει εις την αναζήτησιν της Αλήθειας».

         Αν κάποιος ισχυριστεί ότι «ο άνθρωπος είναι φύσει καλός», όποια αυθεντία και αν επικαλεστεί δυστυχώς, δεν θα μπορέσει να επαληθεύσει τον ισχυρισμό του. Δικαιούται συνεπώς, κάποιος άλλος να διατυπώσει εξ ίσου αναπόδεικτο ισχυρισμό ότι «ο άνθρωπος είναι φύσει κακός». Ένας τρίτος μπορεί να αρνηθεί και τους δύο, πιστεύοντας ότι ο άνθρωπος δεν είναι ούτε το ένα , ούτε το άλλο, αλλά διαμορφώνεται από συγκεκριμένες συνθήκες κ.ο.κ.

              Καθένας από τους ισχυρισμούς αυτούς μπορεί να υποστηριχθεί από πολλούς, από σωρεία παρατηρήσεων και πλήθος ευστόχων ή όχι επιχειρημάτων. Αλλά τίποτα απ΄όλα αυτά δεν συνιστά επαλήθευση, δεν συνιστά απόδειξη , δεν υποχρεώνει όλους τους άλλους να αποδεχθούν την «αλήθεια» του. Αντίθετα ο ισχυρισμός ότι « ο άνθρωπος είναι θνητός», δεν μπορεί να κλονιστεί, δυστυχώς, από καμία αμφιβολία.

            Γι΄αυτή την πρόταση μπορούμε αδίστακτα να πούμε ότι εκφράζει μια αλήθεια και όχι μία γνώμη ή μια πίστη. Ως αδιαμφισβήτητη αλήθεια είναι αποδεκτή από όλους, επικυρωμένη από την καθημερινότητά μας και την πανανθρώπινη εμπειρία. Το ίδιο ισχύει και με την πρόταση : « Δύο άτομα υδρογόνου και ένα οξυγόνου μας δίνουν το νερό». Είναι βέβαια επιστημονικά αποδεδειγμένη, αλλά αν κάποιος δεν την πιστεύει, μπορεί να επαναλάβει το πείραμα. Εκείνο που δεν μπορεί να κάνει, όσο και αν του αρέσει π.χ. το κρασί, είναι να ισχυριστεί πως με τα ίδια συστατικά και τις ίδιες αναλογίες θα παρασκευάσει κρασί !. Είναι σαφές πως όταν για κάποιο πράγμα γνωρίζουμε την αλήθεια πέραν πάσης αμφιβολίας, κι αυτό είναι γενικά παραδεδεγμένο, τότε η αλήθεια αυτή είναι υποχρεωτικά « Η μόνη Αλήθεια».         

         Αν και είναι δυνατόν να ποικίλλουν οι γνώμες και οι κρίσεις, αλλά αυτό είναι μάλλον ευτύχημα, γιατί δίνει τη δυνατότητα μεγάλης συζήτησης και απόδειξης της όποιας αλήθειας.

            Ο διάσημος σύγχρονος φιλόσοφος Μισέλ Φουκό (1926-1984 ) το 1983 δίδαξε σε έξη μαθήματα στο πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ ΗΠΑ, ένα θέμα ιδιαίτερα ενδιαφέρον. Την Ελληνική «Παρρησία». Πρόκειται για ένα τμήμα μιας ευρύτερης έρευνας στην οποία ο Φουκό αφιέρωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Στο επίκεντρο της έρευνάς του βρίσκεται η Ελλάδα και η αρχαιοελληνική φιλοσοφία. Στην Ελλάδα του 5ου αιώνα π.Χ., ο Φουκό συναντά τα πρώτα ίχνη μιας αρετής, την οποία το όνομα είναι «Παρρησία».

     Το νόημά της είναι : Να λέμε την αλήθεια με θάρρος και ειλικρίνεια

             Δεν αρκεί να γνωρίζουμε την αλήθεια και να κατέχουμε τις γνώσεις και τις τεχνικές για να την ανακαλύπτουμε. Χρειάζεται να διαθέτουμε και τη δυνατότητα και το θάρρος να λέμε την αλήθεια.

       Η αλήθεια είναι η θεμελιώδης έννοια της φιλοσοφίας.

           

Σύμφωνα με τον Φουκό, η παρρησία εισάγει μια «τομή» στην ιστορία της Δύσης. Η ευθύνη της αλήθειας και επομένως η αλήθεια ως πρόβλημα γεννιέται μαζί με το «υποκείμενο» . Η γέννηση του υποκειμένου αντιπροσωπεύει μια πρόκληση για την εξουσία στο βαθμό που συνδέεται με την άσκηση της κριτικής. Για τους αρχαίους Έλληνες η κριτική είναι αυθεντική μόνο όταν αυτός που την ασκεί διατρέχει κάποιον κίνδυνο.

          Στην περίπτωση του Σωκράτη η παρρησία γίνεται ζήτημα ζωής ή θανάτου .Με τον Σωκράτη η παρρησία παύει να ταυτίζεται με μια ρητορική τεχνική ή με την απλή πρόθεση του «λέγειν την αλήθεια». Αρχίζει αντίθετα να συνδέεται και να συμπίπτει με ένα τρόπο ζωής, με το παράδειγμα, με την αρμονία και τη συνέπεια που μπορεί να ενσαρκώσει η ζωή ενός υποκειμένου. Ο Σωκράτης, στο όνομα της προηγούμενης ζωής του, επιλέγει το θάνατο. Γίνεται έτσι το σύμβολο της ηθικής που αρνείται να προδώσει την ελεύθερη αναζήτηση της αλήθειας. Η περίπτωση του Σωκράτη δείχνει επίσης ότι αυτός που ξέρει να λέει την αλήθεια εμπρός στους άλλους, είναι ταυτόχρονα και ένας άνθρωπος που εδραιώνει μια στενή σχέση ανάμεσα σε αυτό που λέει και σε αυτό που ζει .

            Συγκεντρώνοντας έτσι σε μιαν απλή λέξη την αλήθεια, κρίνεται όχι η τυπική ορθότητα του λόγου, αλλά το δικαίωμα ή η υποχρέωση να λέμε την αλήθεια. Έτσι ο Φουκό θέτει μια σειρά ερωτημάτων : «Ποιος είναι σε θέση να λέει την αλήθεια» ; «Ποια είναι τα ηθικά και πνευματικά εφόδια που καθιστούν κάποιον ικανό να παρουσιάζεται και να θεωρείται ως ένας που λέει την αλήθεια» ; «Και για ποια θέματα είναι σημαντικό να λέμε την αλήθεια ; «Για τον κόσμο ; Για τη φύση ; Για την πόλη ; Για τα ήθη ; Για τον άνθρωπο ;             

           Ποιες είναι οι συνέπειες του λέγειν την αλήθεια ; Ποια είναι τα θετικά αποτελέσματα για την πόλη, για τους κυβερνώντες, για τα άτομα ; Και τέλος ποια είναι η σχέση ανάμεσα στη δραστηριότητα του λέγειν την αλήθεια και στην άσκηση της εξουσίας ; 

        Μπορεί το λέγειν την αλήθεια να συμπίπτει με την άσκηση της εξουσίας ή αυτές οι δραστηριότητες πρέπει να θεωρούνται πλήρως ανεξάρτητες και να διαχωρίζονται ; Και μπορούν να διαχωριστούν ή η μια προϋποθέτει την άλλη;

           Αυτά τα τέσσερα ερωτήματα για το λέγειν την αλήθεια ως δραστηριότητα- ποιος είναι σε θέση να λέει την αλήθεια, για ποιο πράγμα, με ποιες συνέπειες, με ποιες σχέσεις με την εξουσία- φαίνεται να εμφανίζονται ως φιλοσοφικό πρόβλημα προς το τέλος του 5ου αιώνα π.Χ. γύρω από τον Σωκράτη, ειδικά μέσα από τις συζητήσεις του με τους σοφιστές σχετικά με την πολιτική, τη ρητορική, την ηθική.

          Στη θεματική της «παρρησίας» ο Φουκό βλέπει τις απαρχές αυτού που στη Δύση αποκλήθηκε «κριτική» και που βρίσκει στο Σωκράτη το πρώτο της μεγάλο παράδειγμα. Εδώ η φιλοσοφία συνδέεται με την πολιτική. Διόλου τυχαία άλλωστε αφού φιλοσοφία και δημοκρατία γεννήθηκαν μαζί στην Αρχαία Ελλάδα, όταν στον αυταρχικό λόγο αντιπαρατέθηκε ο φιλοσοφικός διάλογος, στον οποίο αναμετρώνται οι γνώμες των συμμετεχόντων και στην τυραννία αντιπαρατέθηκε η δημοκρατία, στην οποία αναμετρώνται οι γνώμες των πολιτών.

        Η Αθηναϊκή Δημοκρατία αυτοπροσδιορίστηκε ρητά ως μια πολιτεία που εγγυάται την ισηγορία που είναι το δικαίωμα του λόγου, την ισονομία που είναι το δικαίωμα όλων να συμμετέχουν στην άσκηση της εξουσίας και την παρρησία που είναι το δικαίωμα-υποχρέωση του « λέγειν την αλήθεια» .

          Η λέξη «παρρησία» εμφανίζεται πρώτη φορά στον Ευριπίδη και επαναλαμβάνεται συχνά σε όλη την Ελληνική σκέψη. Την βρίσκουμε στον Πλάτωνα, στον Διογένη, στον Επίκουρο, στους Στωϊκούς και φτάνει μέχρι τα κείμενα της πατερικής θεολογίας του 5ου μ.Χ, αιώνα. Από τότε χάνονται τα ίχνη της και μαζί με αυτά υποχωρεί και χάνεται το θάρρος και η ειλικρίνεια του «λέγειν την αλήθεια».

       Αλλά γιατί ο Φουκό μιλάει για το θάρρος ; Οι αρχαίοι μας πρόγονοι θεωρούσαν ότι, για να πει κανείς την αλήθεια έπρεπε να μιλήσει ανοιχτά και πει όλα όσα έχει στο νου του. Η παρρησία προϋποθέτει επίσης ότι δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε αυτό που σκέπτεται κανείς και σε αυτό που λέει. Διαφέρει επομένως ριζικά από αυτό που οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν «φρόνηση» . Αλλά το να λέει κανείς όλα όσα σκέπτεται και θεωρεί αληθινά, είναι ένα εγχείρημα που μπορεί να κρύβει σοβαρούς κινδύνους , ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή.                                                                                 

       Όποιος διαθέτει παρρησία, διαθέτει το θάρρος να διατρέξει κάποιον κίνδυνο γι αυτά που λέει. Οι σύμβουλοι του άρχοντα λένε συνήθως εκείνα που θέλει να ακούσει, χωρίς την παρρησία που είναι μια σειρά από ηθικές και πολιτικές αρετές, στις οποίες θα έπρεπε να αποβλέπουν όλοι οι πολίτες, εφόσον βέβαια θα τους εκπαιδεύουν ειλικρινά οι άρχοντες, αποτελούντες παράδειγμα για μίμηση κι όχι για αποφυγή.

        Όποιος διαθέτει παρρησία αποδεικνύει πράγματι ότι έχει μια ειδική σχέση με την αλήθεια , που στηρίζεται στο θάρρος και στην ειλικρίνεια , μια ορισμένη σχέση με τη ζωή που συνεπάγεται την ευθύνη και τον κίνδυνο, μιαν αυθεντική επικοινωνία με τους άλλους και με τον εαυτόν του που περνάει μέσα από την κριτική και την αυτοκριτική, μιαν ηθική αντίληψη που αναγνωρίζει την αξία της ελευθερίας και το χρέος να λέει την αλήθεια. Γεννιέται έτσι εκείνος ο πολίτης που είναι ελεύθερος γιατί επιλέγει να μιλάει ανοιχτά και ειλικρινά, αντί να εξαπατά τον συνομιλητή του με διάφορα ρητορικά τεχνάσματα, γιατί επιλέγει την αλήθεια και όχι τη σιωπή ή το ψέμα, τον κίνδυνο της ζωής αντί για την ασφάλεια, την κριτική αντί για την κολακεία, το ηθικό χρέος αντί το προσωπικό του όφελος ή την παθητικότητα και την αδιαφορία.

        Στην πράξη όμως οι διαχειριστές της εξουσίας και της αλήθειας , διαψεύδονται με χαρακτηριστικό το λόγο, του Λουδοβίκου ΙΑ της Γαλλίας που είχε ως αγαπημένο αξίωμα το « Όποιος δεν ξέρει να υποκρίνεται , δεν ξέρει να βασιλεύει». Κι ακόμη του Μακιαβέλλι « ΟΙ μεγάλοι άντρες θεωρούν ντροπή τους να χάνουν κι όχι να εξαπατούν για να κερδίσουν». Ο Μαρκ Τουαίιν έγραφε «πως «Υπάρχουν τριών ειδών ψέματα : Τα απλά, τα διαβολεμένα και οι στατιστικές». Αν ζούσε σήμερα θα πρόσθετε σίγουρα : Και «οι εικόνες» ! Γιατί λένε και ξαναλένε «πως η εικόνα αποτελεί αδιάψευστη μαρτυρία» . Ο, τι ψευδέστερον, αφού οι χειριστές των εικόνων TV έχουν τη δυνατότητα να τις διαχειρίζονται έτσι ώστε να παρουσιάζουν μια εικονική, πλαστή όψη της πραγματικότητας νε μετατρέπουν μια μικροσύναξη σε «μεγάλα πλήθη» , να εξαλείφουν πρόσωπα παρόντα και να προσθέτουν απόντα, να μεγιστοποιούν το ασήμαντο και τους ασήμαντους και να εξαφανίζουν τα σπουδαία και τους σπουδαίους. Και το χειρότερο , μια και η εικόνα είναι εξ ορισμού πολύ πιο πειστική από κάθε λόγο, η πλαστή εικόνα πείθει τους πάντες πως το εικονιζόμενο ψέμα, είναι χειροπιαστή και αναμφίλεκτη αλήθεια…

         Βέβαια , μπορεί, αργά η γρήγορα ν΄αποκαλυφθεί η αλήθεια, η παραποίηση – και να έχει δίκιο ο Σοφοκλής πως «Ουδέν έρπει ψεύδος εις γήρας χρόνου» ( το ψέμα δεν προφταίνει να γεράσει). Ή ο λιγότερο απόλυτος Μένανδρος « Έρχεται τ΄αληθές εις φως ενίοτε ου ζητούμενον « ( Κάποτε έρχεται η αλήθεια στο φως χωρίς να την αναζητήσουμε). Αλλά συνήθως είναι πολύ αργά πια. Η ψευτοαλήθεια έχει παγιωθεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης και- το σπουδαιότερο- οι σκοποί των ψευδολόγων έχουν επιτευχθεί.

      Με όλα αυτά η πιο «αθάνατη» αλήθεια παραμένει αυτή που δήλωσε ο Ιησούς. Η ασύστολη διαστρέβλωση της αλήθειας από τους εξουσιαστές. Αλλά και ο κατατρεγμός εκείνων που τολμούν να την αρθρώσουν.

       Ο Μακρυγιάννης που το είχε υποστεί κι αυτό, έγραψε το 1840 : « Και δια να μιλώ την αλήθεια, κατατρέχομαι κι από βασιλέα κι από προκομένους. Θέλουν την αλήθεια κι όποιος την ειπή, κιντυνεύεται. Αλήθεια , αλήθεια, πικριά όπου είσαι ! Ούτε οι βασιλείς σε ζυγώνουν, ούτε οι προκομένοι. Μόνο ρωτούν δια σένα και ύστερα σε κατατρέχουν» !.

       Σπουδαίο παράδειγμα είναι το εξής :     Ο μεγάλος Γαλιλαίος ( 1564-1642 ) υποστήριζε ορθότατα ότι η γη είναι μια κουκίδα μέσα στο στερέωμα και ο καθηγητής Κρεμονίνι ( που είχε αποκληθεί ο νέος Αριστοτέλης ) πίστευε (όπως όλοι τότε ) ότι η γη είναι το κέντρο του σύμπαντος και γι αυτό κατακεραύνωνε τον Γαλιλαίο θεωρώντας ότι έκανε μεγάλο λάθος. Οργισμένος από το πείσμα του γεροΚρεμονίνι, ο Γαλιλαίος του φώναξε : «Όμως την αλήθεια άνθρωπέ μου , δεν θέλεις να αναγνωρίσεις την αλήθεια;» «Όχι» , αντιφώναξε ο Κρεμονίνι , « Θέλω να είμαι ευτυχισμένος και ήσυχος»!!!.

       Από ένα διάλογο του Νέστ. Μάτσα με Ινδούς μοναχούς, το 1976 στην ιερή πόλη τους Μπενάρες στις όχθες του επίσης ιερού ποταμού Γάγγη.

         « Ποια είναι η αλήθεια ; είναι η αλήθεια ;»

         « Ποιός ο χρόνος που ζήσαμε ;»

         « Ποιος ο χρόνος που αναχωρούμε ;»

         « Η μεγάλη σοφία κρύβεται στα έγκατα της γης»

         « ΄Όπως η οριστική αλήθεια»

         « Δε θα τη βρούμε ποτέ»

         « Εκείνο που έχει σημασία είναι να την αναζητούμε»