Ὃλες οἱ τελετουργίες τῶν Μυστηρίων , ὃλες οἱ διδασκαλίες, ὃλα τά σύμβολα καί οἱ ἀλληγορίες, χρησιμοποιοῦνται γιά τήν βαθμιαία μύηση τῆς ἀνθρώπινης ὀντότητας .Τά Μυστήρια σέ σχέση μέ τίς Θρησκεῖες διαφέρουν στό ὃτι τό κέντρο τῆς προσοχῆς των δέν εἶναι κάποιος Θεός,ἀλλά ὁ Ἂνθρωπος, καί ἐπειδή κατέχουν καί διδάσκουν κάτι τό ὁποῖον ἐάν καθίστατο γνωστόν εἰς ὃλους θά προεκάλει την συκοφαντική επίθεση των «κρατούντων» (εξουσιαστών του ανθρώπινου, οἱ Μύστες ἐτηροῦσαν σιγήν.
Τί πρέπει ὃμως νά ἐννοοῦμεν ὃταν λέμε μύηση.
Σύμφωνα μέ τήν Τεκτονικήν Ἐγκυκλοπαίδεια τοῦ Λάσκαρη,εἶναι ἡ ἐνέργεια τῆς εἰσαγωγῆς εἰς τά Μυστήρια καί ἡ διδασκαλία τῶν μυητικῶν τελετῶν.
Ἡ λατινική ρίζα τοῦ διεθνούς ὃρου “ ΙNITIATION “ εἶναι ἡ λέξη INITIUM πού σημαίνει ἒναρξη ,ἀρχή,εἲσοδος.
Ὁ ἀντίστοιχος Ἑλληνικός ὃρος τῶν ἀρχαίων Μυστηρίων ἦταν ΤΕΛΕΤΗ, λέξη φωνητικά συγγενής πρός τήν «τελευτήν» καί τό τέλος, δηλαδή τό τέρμα,τό κορύφωμα μιᾶς πράξης. Ἀπ’αὐτήν τήν ἐτυμολογία συνάγεται ἡ διπλή ἒννοια τοῦ ὃρου «μύηση».
Ἀφ’ἑνός ἒναρξη ἑνός νέου τρόπου ζωῆς,ἀπαρχή νέου σταθμοῦ τοῦ βίου μέ τήν εἲσοδο τοῦ νεοφύτου μέσα σέ πνευματικό κύκλο,καί ἀφ’ἑτέρου ὑποσημαίνει ὃτι ἡ εἲσοδος αὐτή στή νέα ζωή διενεργεῖται δι’ἑνός εἶδους θανάτου ἒναντι τῶν ἐγκοσμίων καί ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἐλευθέρου γινομένου πνεύματος πρός τό κορύφωμα,πρός τό τέλος καί τόν τελικό σκοπό τῆς ἀνθρώπινης ὓπαρξης.
Ἀπό αὐτά συνάγουμε ὃτι ἡ Μύηση εἶναι ἀπό τή μία μεριά ἡ Ὁδός καί ἀπό τήν ἂλλη ὁ Σκοπός τοῦ Ἀνθρώπου.
Ἡ Μύηση εἶναι ἡ διεύρυνση καί ἐπέκταση τῆς πνευματικῆς καί ψυχικῆς ὑποστάσεως τοῦ άτόμου,ἡ ἒξαρση τῶν νοητικῶν καί συναισθηματικῶν ἀρετῶν του,ἡ συνειδητοποίηση ὃλων τῶν πράξεων τοῦ σώματος καί συλλήψεων τοῦ πνεύματος,καί ἡ παροχή νέων λεπτοτέρων γνωστικῶν μέσων καί ὑπερβατικῶν δυνάμεων.
Πιό ἀναλυτικά εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ὓλη, τοῦ πνεύματος ἀπό τήν ψυχή, καθώς ἐπίσης ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός διά τῆς φεγγοβολίας τοῦ Νοῦ. Ὁπότε ὁ ἂνθρωπος, ὀρεγόμενος τά πνευματικά ἀγαθά καί ἐκτεινόμενος ἒξω ἀπό τόν κύκλο τῆς Εἰμαρμένης, ἀνυψοῦται στή πηγή τῆς Ἀρχετύπου Ὑπάρξεώς του.
Ἡ Μύηση εἶναι ἀποτέλεσμα μακρᾶς οἰκουμενικῆς προπαρασκευῆς, ἡ ὁποία διδάσκεται στά Μυστήρια καί ἡ ὁποία συντελεῖ στήν μεθοδική καί τήν συντομώτερη διάλαμψη σέ μᾶς,τοῦ πνευματικοῦ φωτός.
Τί πρέπει ὃμως νά ἐννοοῦμεν ὃταν λέμε μύηση.
Σύμφωνα μέ τήν Τεκτονικήν Ἐγκυκλοπαίδεια τοῦ Λάσκαρη,εἶναι ἡ ἐνέργεια τῆς εἰσαγωγῆς εἰς τά Μυστήρια καί ἡ διδασκαλία τῶν μυητικῶν τελετῶν.
Ἡ λατινική ρίζα τοῦ διεθνούς ὃρου “ ΙNITIATION “ εἶναι ἡ λέξη INITIUM πού σημαίνει ἒναρξη ,ἀρχή,εἲσοδος.
Ὁ ἀντίστοιχος Ἑλληνικός ὃρος τῶν ἀρχαίων Μυστηρίων ἦταν ΤΕΛΕΤΗ, λέξη φωνητικά συγγενής πρός τήν «τελευτήν» καί τό τέλος, δηλαδή τό τέρμα,τό κορύφωμα μιᾶς πράξης. Ἀπ’αὐτήν τήν ἐτυμολογία συνάγεται ἡ διπλή ἒννοια τοῦ ὃρου «μύηση».
Ἀφ’ἑνός ἒναρξη ἑνός νέου τρόπου ζωῆς,ἀπαρχή νέου σταθμοῦ τοῦ βίου μέ τήν εἲσοδο τοῦ νεοφύτου μέσα σέ πνευματικό κύκλο,καί ἀφ’ἑτέρου ὑποσημαίνει ὃτι ἡ εἲσοδος αὐτή στή νέα ζωή διενεργεῖται δι’ἑνός εἶδους θανάτου ἒναντι τῶν ἐγκοσμίων καί ἡ ἀνάπτυξη τοῦ ἐλευθέρου γινομένου πνεύματος πρός τό κορύφωμα,πρός τό τέλος καί τόν τελικό σκοπό τῆς ἀνθρώπινης ὓπαρξης.
Ἀπό αὐτά συνάγουμε ὃτι ἡ Μύηση εἶναι ἀπό τή μία μεριά ἡ Ὁδός καί ἀπό τήν ἂλλη ὁ Σκοπός τοῦ Ἀνθρώπου.
Ἡ Μύηση εἶναι ἡ διεύρυνση καί ἐπέκταση τῆς πνευματικῆς καί ψυχικῆς ὑποστάσεως τοῦ άτόμου,ἡ ἒξαρση τῶν νοητικῶν καί συναισθηματικῶν ἀρετῶν του,ἡ συνειδητοποίηση ὃλων τῶν πράξεων τοῦ σώματος καί συλλήψεων τοῦ πνεύματος,καί ἡ παροχή νέων λεπτοτέρων γνωστικῶν μέσων καί ὑπερβατικῶν δυνάμεων.
Πιό ἀναλυτικά εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ὓλη, τοῦ πνεύματος ἀπό τήν ψυχή, καθώς ἐπίσης ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός διά τῆς φεγγοβολίας τοῦ Νοῦ. Ὁπότε ὁ ἂνθρωπος, ὀρεγόμενος τά πνευματικά ἀγαθά καί ἐκτεινόμενος ἒξω ἀπό τόν κύκλο τῆς Εἰμαρμένης, ἀνυψοῦται στή πηγή τῆς Ἀρχετύπου Ὑπάρξεώς του.
Ἡ Μύηση εἶναι ἀποτέλεσμα μακρᾶς οἰκουμενικῆς προπαρασκευῆς, ἡ ὁποία διδάσκεται στά Μυστήρια καί ἡ ὁποία συντελεῖ στήν μεθοδική καί τήν συντομώτερη διάλαμψη σέ μᾶς,τοῦ πνευματικοῦ φωτός.
Ἡ Μύηση ἑπομένως δέν εἶναι ἀποτέλεσμα πολυπλόκων τελετουργιῶν καί δέν συνίσταται στήν ἐκμάθηση μεγάλων καί ἀποκρύφων μυστηρίων,διότι τό μεγαλύτερο μυστήριο τό ὁποῖο ἒχουμε νά διερευνήσουμε εἶναι ὁ ἂνθρωπος καί κατ’ επέκταση ἡ περιβάλλουσα αὐτόν φύση.
Κατ’ἀρχάς ἡ Μύηση συνίσταται ἀπ’ὃτι φαίνεται,ἁπλῶς καί μόνο στήν κατανόηση καί ἐνσυνείδητη ἐφαρμογή ἐμφανῶν καί ἁπλουστάτων ἀληθειῶν,οἱ ὁποῖες ὃμως εἲτε ξεφεύγουν τῆς προσοχῆς τῶν ἐχόντων ὃλη τήν καλή διάθεση νά μυηθοῦν ἀνθρώπων,εἲτε παραβλέπεται ἀπ’αὐτούς ἡ δυναμικότητα καί ἀποτελεσματικότητά τους.
Οἱ τελετουργίες,οἱ μυστικές τελετές,οἱ τυπικές φράσεις,τά σύμβολα,οἱ μύθοι,οἱ χειρονομίες,τά προφερόμενα ὀνόματα, κ.τ.λ., ὃλα αὐτά εἶναι μέσα ἀφύπνισης τοῦ πνεύματος καί τά ὁποῖα πάντοτε ἒκαμαν χρήση οἱ εσωτερικές σχολές γία ἐκπλήρωση τοῦ σκοποῦ τους.
Εἲπαμε ὃτι ἡ Μύηση εἶναι διεύρυνση καί ἐπέκταση τῆς συνειδήσεως τοῦ ἀτόμου.Ἡ μεταλλαγή αὐτή δέν μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ οὒτε νά ἐξηγηθεῖ ἐκ μέρους τῶν μεμυημέμων πρός τούς μή μυημένους,γιατί οἱ ἐξηγήσεις πού ἀπαιτοῦνται γι’αὐτό,βρίσκονται ἐπέκεινα τῶν φραστικῶν καί γλωσικῶν ἱκανοτήτων τοῦ ἀνθρώπου.
Ἂλλωστε, ἡ μύηση δέν ἐπιτυγχάνεται διά μεταδόσεως γνώσεων,οὒτε μέ τήν
κατανόηση βαθυτάτων ἐννοιῶν,ἀλλά μέ ἀτομική, προσωπική ἐργασία τῆς ὁποίας τήν μέθοδο καί τά μέσα τά παρέχει ὁ Διδάσκαλος.
Ἡ μεταλλαγή αὐτή τῆς συνειδήσεως ὃμως δέν μπορεῖ νά ἀναζητηθεῖ ἀπ’ὃλους τούς μυηθέντας σέ μιά ὁποιαδήποτε ὀργάνωση, ἐκτός ἐάν ἐξαιρέσουμε μερικές σπάνιες περιπτώσεις ἀτόμων φύσει προδιατεθιμένων καί ὠρίμων γιά τή Μύηση,τά ὁποῖα μόλις ἒλθουν σέ ἐπαφή μέ τίς μυητικές ἐπήρειες μιᾶς γνήσιας μυσταγωγικῆς ὀργανώσεως,ἀναθάλλουν καί ἐξελίσσονται ραγδαίως.
Ἡ μεθοδική διαπαιδαγώγηση ἡ ὁποία προηγεῖται μιᾶς ἀνωτέρας καί πραγματικῆς ἀφύπνισης εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολη καί προϋποθέτει προσπάθειες καί θυσίες.
Στήν Ἀνατολή,ὃπου ὑπάρχουν σοβαρά μυητικά κέντρα ,τά πράγματα λειτουργοῦν διαφορετικά. Ἡ μυσταγωγία ἒχει χαρακτῆρα σαφῆ καί συγκεκριμένο, ἀποβλέπουσα στήν μεθοδική ἀνάπλαση, ἀναγέννηση τοῦ μαθητή καί στήν πνευματική του πραγμάτωση.
Ἒτσι ἡ μύηση ἐκεῖ μοιάζει μέ μιά ἀπό τίς πολλές ἐπιστήμες ἢ τέχνες οἱ ὁποῖες άποσκοποῦν σέ κάποιο πρακτικό καί συγκεκριμένο ἀποτέλεσμα, μέ τήν ἐνσυνείδητη δε ἐφαρμογή τῶν ὑποδείξεων τῆς μυσταγωγίας,ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ Διδασκάλου,κατακτᾶται ἡ πνευματικότητα. Ὁ ἂνθρωπος ἀποθεώνεται καί ἀνακτᾶ τήν ἐλευθερία.
Μερικές παρανοήσεις καί παρενέργειες γιά τή μύηση ὁδηγοῦν σέ παρεξηγήσεις σχετικά μέ τό σκοπό της.Ὑπάρχει ἡ ἀντίληψη ὃτι ἡ μύηση ἒχει σχεδόν ἀποκλειστικά ἠθικοπλαστικό καί κοινωνικό σκοπό. Ἡ ἀντίληψη αυτή περιορίζει τόν σκοπό της σέ πολύ γήινα ἐπίπεδα. Γιατί ἡ ἠθική ἀγωγή τοῦ ἀνθρώπου,ὃσο ἀπαραἰτητη κι’ἂν εἶναι γιά μιά ἀληθινή μύηση,δέν παύει νά εἶναι τό πρωταρχικό στάδιο καί τά πρῶτα βήματα τῆς πνευματικῆς προόδου.
Ὃσον δέ τίς κοινωνικές ἐφαρμογές,εἶναι συνέπεια καί ὁλοκλήρωση τοῦ ἒργου τοῦ μύστη. Ἀφοῦ προηγηθεῖ ἡ ὁλοκληρωτική μύηση, τότε ὁ φωτισμένος νοῦς μπορεῖ νά τραπεῖ πρός ὁποιανδήποτε κατεύθυνση τήν ὁποία ἐκεῖνος θά κρίνει ἀναγκαία γιά βελτίωση τῆς κοινωνίας.
Μιά ἂλλη παρανόηση πιό ἐπικίνδυνη εἶναι νά ἐκλάβουμε τήν μύηση ὡς μέσον ἐπίτευξης ἐπικοινωνίας μέ ἀνώτερες ἀόρατες καταστάσεις ἢ μέ τόν πνευματικό κόσμο. Κάθε τί ἀόρατο καί ἀσυνήθες δέν εἶναι ἀναγκαία καί πνευματικά ἀνώτερο. Γιατί τό ψυχικό δέν εἶναι ἰσότιμο ἢ ταυτόσημο μέ τό πνευματικό.
Οἱ ψυχικές καταστάσεις δέν ἒχουν καμία σχέση μέ τό ἀνώτερο καί τό ὑπερβατικό. Ἀνήκουν στήν περιοχή τῆς ἀνθρώπινης ἀτομικότητας. Ὃλες οἱ ψυχικές καταστάσεις ἐκτείνονται πάνω σέ μιά ὁριζόντια γραμμή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Σταυροῦ, ἐνῶ ἡ κάθετη, της πνευματικότητας, εἶναι ἐκείνη πάνω στήν ὁποία κατατάσσονται ἱεραρχικά οἱ ἀνώτερες ἢ οἱ κατώτερες καταστάσεις τοῦ Ὂντος.
Κάτω ἀπό τήν ἐσφαλμένη αὐτή προϋπόθεση καταντᾶ ἡ μύηση τοῦ ἀνθρώπου νά περιορίζεται στήν ἀπόκτηση “ ὑπερσυνήθων δυνατοτήτων “ μέ τίς ὁποῖες κυρίως ἐννοοῦν τήν “ διόραση “ ἢ γενικῶς τήν “ διαίσθηση “ ἢ κάποια ἂλλη ἀσήμαντη, παρότι ὑπαρκτή, ἰκανότητα.
Πρέπει νά τονισθεῖ ἀκόμη ὃτι ὁ Ἐσωτερισμός εἶναι διαφορετικός ἀπό τή θρησκεία, ἒστω καί ἂν πρόκειται γιά μιά ἐσωτερικά ἑρμηνευομένη θρησκεία. Οὒτε ἐπίσης εἶναι κάποια εἰδική θρησκεία προωρισμένη γιά μιά περιορισμένη μερίδα ἀνθρώπων,ὃπως ὑποστηρίζουν ἐκεῖνοι πού θεωροῦν τά Ἀρχαῖα Μυστήρια ἢ τίς πνευματικές κινήσεις τῆς Ἀνατολῆς ὡς θρησκεῖες ἢ αἰρέσεις.
Ἂν ὁ Μυστικισμός (το ένα σκέλος του Εσωτερισμού) μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἀπό μία πλευρά ὡς ἀνωτέρα ἒκφραση τοῦ θρησκευτικοῦ βιώματος, ὁ Αποκρυφισμός (το έτερο σκέλος του Εσωτερισμού) ὑπερακοντίζει τήν ἰδιότητα αὐτή με τη συλλογικότητα και τελετουργικότητα των μεθόδων του. Ἡ Θρησκεία ἀποβλέπει ἀποκλειστικά στήν ἀτομικότητα τοῦ ἀνθρώπου καί δέν προσπαθεῖ νά τόν βγάλει ἀπὀ τή κατάσταση αὐτή. Ἀντίθετα ἐπιδιώκει νά τοῦ ἐξασφαλίσει συνθῆκες ὃσο τό δυνατόν εὐνοϊκές της παραμονῆς του σ’ αὐτη τή κατάσταση. Ὁ Ἐσωτερισμός (Μυστικισμός-Αποκρυφισμός) ἀντίθετα προτάσει ὡς οὐσιὠδη σκοπό τήν ὑπερακόντιση ἀκριβῶς τῆς ἀτομικῆς αὐτῆς κατάστασης καί τήν πραγμάτωση τῆς μεταστάσεως τοῦ ὂντος σέ ἀληθινά ἀνώτερες, σε σχέση με το συμπαντικό υπερβατικό (δηλαδή το υπέρ τα βατά με τις αισθήσεις και συνήθη, ανθρώπινη αντιληπτικότητα) είναι και γίγνεσθαι, καταστάσεις. Ἐπιδιώκει δέ νά ὁδηγήσει πέρα ἀπό κάθε σχετικότητα, συνυφασμένη μέ ὁποιαδήποτε κατάσταση τοῦ ὂντος.
Ἀπό τά ἀνωτέρω συνάγεται ὃτι ἡ ἁπλή ἐπικοινωνία μέ ἀληθινά ἀνώτερες καταστάσεις, ἀπό μυητικῆς πλευρᾶς, δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς τό τέλος, ἀλλά μόνο ὡς σημεῖο ἐκκίνησης. Έάν ἡ ἐπικοινωνία αὐτή ἐπιτευχθεῖ μέ τήν ἐνέργεια κάποιας πνευματικῆς ἐπιδράσεως, αὐτό γίνεται ὣστε στή συνέχεια ὁ Μύστης νά καταστεῖ οὐσιαστικά κύριος αὐτῶν τῶν καταστάσεων καί ὂχι ἁπλᾶ γιά νά κατέλθει σ’αὐτόν ἡ “ χάρις “ ὃπως συμβαίνει στην θρησκευτική μυσταγωγία (ως μυστικιστική μέθοδος), η ὁποῖα τόν συνδέει κατά κάποιο τρόπο με το σύμπαν, χωρίς ὃμως νά τόν ταυτίζει. Δηλαδή, ἂν κάποιος ἒλθει σέ ἐπαφή μέ τούς “ ἀγγέλους“ χωρίς ὃμως νά παύσει μέ αὐτό νά παραμένει ἐγκλωβισμένος στήν κατάσταση τοῦ ἀνθρωπίνου ἀτόμου, δέν πρόκειται νά εἶναι προηγμένος ἀπό μυητικῆς ἀπόψεως. Ἡ μύηση δεν ἀποβλέπει στό να ἐπικοινωνήσει κάποιος μέ ἂλλα ὂντα εὑρισκόμενα σέ “ ἀγγελική κατάσταση “ , ἀλλά νά πραγματοποιήσει καί νά ἐνοποιηθεῖ μέ μιά τέτοια “ ὑπερ – ἀτομική “ κατάσταση (=τελειωθεί).
Κάθε μυητική πραγμάτωση λοιπόν εἶναι οὐσιωδῶς “ ἐσωτερική “ , ἀντίθετα πρός ἐκείνη πού πραγματικά καί ἐτυμολογικά ὀρθῶς καλεῖται “ ἒκσταση “ (αποτέλεσμα της μυστικιστικής οδού). Δηλαδή ἒξοδος πρός κάπου ἀλλοῦ, πού δέν εἶναι ἐπίτευγμα τόσο μυητικό ὃσο νομίζεται.
Οἱ προϋποθέσεις λοιπόν γιά νά μυηθεῖ κανείς πραγματικά καί οὐσιαστικά καί ὂχι θεωρητικά ἢ φανταστικά εἶναι οἱ παρακάτω:
Κατ’ἀρχάς ἡ Μύηση συνίσταται ἀπ’ὃτι φαίνεται,ἁπλῶς καί μόνο στήν κατανόηση καί ἐνσυνείδητη ἐφαρμογή ἐμφανῶν καί ἁπλουστάτων ἀληθειῶν,οἱ ὁποῖες ὃμως εἲτε ξεφεύγουν τῆς προσοχῆς τῶν ἐχόντων ὃλη τήν καλή διάθεση νά μυηθοῦν ἀνθρώπων,εἲτε παραβλέπεται ἀπ’αὐτούς ἡ δυναμικότητα καί ἀποτελεσματικότητά τους.
Οἱ τελετουργίες,οἱ μυστικές τελετές,οἱ τυπικές φράσεις,τά σύμβολα,οἱ μύθοι,οἱ χειρονομίες,τά προφερόμενα ὀνόματα, κ.τ.λ., ὃλα αὐτά εἶναι μέσα ἀφύπνισης τοῦ πνεύματος καί τά ὁποῖα πάντοτε ἒκαμαν χρήση οἱ εσωτερικές σχολές γία ἐκπλήρωση τοῦ σκοποῦ τους.
Εἲπαμε ὃτι ἡ Μύηση εἶναι διεύρυνση καί ἐπέκταση τῆς συνειδήσεως τοῦ ἀτόμου.Ἡ μεταλλαγή αὐτή δέν μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ οὒτε νά ἐξηγηθεῖ ἐκ μέρους τῶν μεμυημέμων πρός τούς μή μυημένους,γιατί οἱ ἐξηγήσεις πού ἀπαιτοῦνται γι’αὐτό,βρίσκονται ἐπέκεινα τῶν φραστικῶν καί γλωσικῶν ἱκανοτήτων τοῦ ἀνθρώπου.
Ἂλλωστε, ἡ μύηση δέν ἐπιτυγχάνεται διά μεταδόσεως γνώσεων,οὒτε μέ τήν
κατανόηση βαθυτάτων ἐννοιῶν,ἀλλά μέ ἀτομική, προσωπική ἐργασία τῆς ὁποίας τήν μέθοδο καί τά μέσα τά παρέχει ὁ Διδάσκαλος.
Ἡ μεταλλαγή αὐτή τῆς συνειδήσεως ὃμως δέν μπορεῖ νά ἀναζητηθεῖ ἀπ’ὃλους τούς μυηθέντας σέ μιά ὁποιαδήποτε ὀργάνωση, ἐκτός ἐάν ἐξαιρέσουμε μερικές σπάνιες περιπτώσεις ἀτόμων φύσει προδιατεθιμένων καί ὠρίμων γιά τή Μύηση,τά ὁποῖα μόλις ἒλθουν σέ ἐπαφή μέ τίς μυητικές ἐπήρειες μιᾶς γνήσιας μυσταγωγικῆς ὀργανώσεως,ἀναθάλλουν καί ἐξελίσσονται ραγδαίως.
Ἡ μεθοδική διαπαιδαγώγηση ἡ ὁποία προηγεῖται μιᾶς ἀνωτέρας καί πραγματικῆς ἀφύπνισης εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολη καί προϋποθέτει προσπάθειες καί θυσίες.
Στήν Ἀνατολή,ὃπου ὑπάρχουν σοβαρά μυητικά κέντρα ,τά πράγματα λειτουργοῦν διαφορετικά. Ἡ μυσταγωγία ἒχει χαρακτῆρα σαφῆ καί συγκεκριμένο, ἀποβλέπουσα στήν μεθοδική ἀνάπλαση, ἀναγέννηση τοῦ μαθητή καί στήν πνευματική του πραγμάτωση.
Ἒτσι ἡ μύηση ἐκεῖ μοιάζει μέ μιά ἀπό τίς πολλές ἐπιστήμες ἢ τέχνες οἱ ὁποῖες άποσκοποῦν σέ κάποιο πρακτικό καί συγκεκριμένο ἀποτέλεσμα, μέ τήν ἐνσυνείδητη δε ἐφαρμογή τῶν ὑποδείξεων τῆς μυσταγωγίας,ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ Διδασκάλου,κατακτᾶται ἡ πνευματικότητα. Ὁ ἂνθρωπος ἀποθεώνεται καί ἀνακτᾶ τήν ἐλευθερία.
Μερικές παρανοήσεις καί παρενέργειες γιά τή μύηση ὁδηγοῦν σέ παρεξηγήσεις σχετικά μέ τό σκοπό της.Ὑπάρχει ἡ ἀντίληψη ὃτι ἡ μύηση ἒχει σχεδόν ἀποκλειστικά ἠθικοπλαστικό καί κοινωνικό σκοπό. Ἡ ἀντίληψη αυτή περιορίζει τόν σκοπό της σέ πολύ γήινα ἐπίπεδα. Γιατί ἡ ἠθική ἀγωγή τοῦ ἀνθρώπου,ὃσο ἀπαραἰτητη κι’ἂν εἶναι γιά μιά ἀληθινή μύηση,δέν παύει νά εἶναι τό πρωταρχικό στάδιο καί τά πρῶτα βήματα τῆς πνευματικῆς προόδου.
Ὃσον δέ τίς κοινωνικές ἐφαρμογές,εἶναι συνέπεια καί ὁλοκλήρωση τοῦ ἒργου τοῦ μύστη. Ἀφοῦ προηγηθεῖ ἡ ὁλοκληρωτική μύηση, τότε ὁ φωτισμένος νοῦς μπορεῖ νά τραπεῖ πρός ὁποιανδήποτε κατεύθυνση τήν ὁποία ἐκεῖνος θά κρίνει ἀναγκαία γιά βελτίωση τῆς κοινωνίας.
Μιά ἂλλη παρανόηση πιό ἐπικίνδυνη εἶναι νά ἐκλάβουμε τήν μύηση ὡς μέσον ἐπίτευξης ἐπικοινωνίας μέ ἀνώτερες ἀόρατες καταστάσεις ἢ μέ τόν πνευματικό κόσμο. Κάθε τί ἀόρατο καί ἀσυνήθες δέν εἶναι ἀναγκαία καί πνευματικά ἀνώτερο. Γιατί τό ψυχικό δέν εἶναι ἰσότιμο ἢ ταυτόσημο μέ τό πνευματικό.
Οἱ ψυχικές καταστάσεις δέν ἒχουν καμία σχέση μέ τό ἀνώτερο καί τό ὑπερβατικό. Ἀνήκουν στήν περιοχή τῆς ἀνθρώπινης ἀτομικότητας. Ὃλες οἱ ψυχικές καταστάσεις ἐκτείνονται πάνω σέ μιά ὁριζόντια γραμμή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Σταυροῦ, ἐνῶ ἡ κάθετη, της πνευματικότητας, εἶναι ἐκείνη πάνω στήν ὁποία κατατάσσονται ἱεραρχικά οἱ ἀνώτερες ἢ οἱ κατώτερες καταστάσεις τοῦ Ὂντος.
Κάτω ἀπό τήν ἐσφαλμένη αὐτή προϋπόθεση καταντᾶ ἡ μύηση τοῦ ἀνθρώπου νά περιορίζεται στήν ἀπόκτηση “ ὑπερσυνήθων δυνατοτήτων “ μέ τίς ὁποῖες κυρίως ἐννοοῦν τήν “ διόραση “ ἢ γενικῶς τήν “ διαίσθηση “ ἢ κάποια ἂλλη ἀσήμαντη, παρότι ὑπαρκτή, ἰκανότητα.
Πρέπει νά τονισθεῖ ἀκόμη ὃτι ὁ Ἐσωτερισμός εἶναι διαφορετικός ἀπό τή θρησκεία, ἒστω καί ἂν πρόκειται γιά μιά ἐσωτερικά ἑρμηνευομένη θρησκεία. Οὒτε ἐπίσης εἶναι κάποια εἰδική θρησκεία προωρισμένη γιά μιά περιορισμένη μερίδα ἀνθρώπων,ὃπως ὑποστηρίζουν ἐκεῖνοι πού θεωροῦν τά Ἀρχαῖα Μυστήρια ἢ τίς πνευματικές κινήσεις τῆς Ἀνατολῆς ὡς θρησκεῖες ἢ αἰρέσεις.
Ἂν ὁ Μυστικισμός (το ένα σκέλος του Εσωτερισμού) μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἀπό μία πλευρά ὡς ἀνωτέρα ἒκφραση τοῦ θρησκευτικοῦ βιώματος, ὁ Αποκρυφισμός (το έτερο σκέλος του Εσωτερισμού) ὑπερακοντίζει τήν ἰδιότητα αὐτή με τη συλλογικότητα και τελετουργικότητα των μεθόδων του. Ἡ Θρησκεία ἀποβλέπει ἀποκλειστικά στήν ἀτομικότητα τοῦ ἀνθρώπου καί δέν προσπαθεῖ νά τόν βγάλει ἀπὀ τή κατάσταση αὐτή. Ἀντίθετα ἐπιδιώκει νά τοῦ ἐξασφαλίσει συνθῆκες ὃσο τό δυνατόν εὐνοϊκές της παραμονῆς του σ’ αὐτη τή κατάσταση. Ὁ Ἐσωτερισμός (Μυστικισμός-Αποκρυφισμός) ἀντίθετα προτάσει ὡς οὐσιὠδη σκοπό τήν ὑπερακόντιση ἀκριβῶς τῆς ἀτομικῆς αὐτῆς κατάστασης καί τήν πραγμάτωση τῆς μεταστάσεως τοῦ ὂντος σέ ἀληθινά ἀνώτερες, σε σχέση με το συμπαντικό υπερβατικό (δηλαδή το υπέρ τα βατά με τις αισθήσεις και συνήθη, ανθρώπινη αντιληπτικότητα) είναι και γίγνεσθαι, καταστάσεις. Ἐπιδιώκει δέ νά ὁδηγήσει πέρα ἀπό κάθε σχετικότητα, συνυφασμένη μέ ὁποιαδήποτε κατάσταση τοῦ ὂντος.
Ἀπό τά ἀνωτέρω συνάγεται ὃτι ἡ ἁπλή ἐπικοινωνία μέ ἀληθινά ἀνώτερες καταστάσεις, ἀπό μυητικῆς πλευρᾶς, δέν μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς τό τέλος, ἀλλά μόνο ὡς σημεῖο ἐκκίνησης. Έάν ἡ ἐπικοινωνία αὐτή ἐπιτευχθεῖ μέ τήν ἐνέργεια κάποιας πνευματικῆς ἐπιδράσεως, αὐτό γίνεται ὣστε στή συνέχεια ὁ Μύστης νά καταστεῖ οὐσιαστικά κύριος αὐτῶν τῶν καταστάσεων καί ὂχι ἁπλᾶ γιά νά κατέλθει σ’αὐτόν ἡ “ χάρις “ ὃπως συμβαίνει στην θρησκευτική μυσταγωγία (ως μυστικιστική μέθοδος), η ὁποῖα τόν συνδέει κατά κάποιο τρόπο με το σύμπαν, χωρίς ὃμως νά τόν ταυτίζει. Δηλαδή, ἂν κάποιος ἒλθει σέ ἐπαφή μέ τούς “ ἀγγέλους“ χωρίς ὃμως νά παύσει μέ αὐτό νά παραμένει ἐγκλωβισμένος στήν κατάσταση τοῦ ἀνθρωπίνου ἀτόμου, δέν πρόκειται νά εἶναι προηγμένος ἀπό μυητικῆς ἀπόψεως. Ἡ μύηση δεν ἀποβλέπει στό να ἐπικοινωνήσει κάποιος μέ ἂλλα ὂντα εὑρισκόμενα σέ “ ἀγγελική κατάσταση “ , ἀλλά νά πραγματοποιήσει καί νά ἐνοποιηθεῖ μέ μιά τέτοια “ ὑπερ – ἀτομική “ κατάσταση (=τελειωθεί).
Κάθε μυητική πραγμάτωση λοιπόν εἶναι οὐσιωδῶς “ ἐσωτερική “ , ἀντίθετα πρός ἐκείνη πού πραγματικά καί ἐτυμολογικά ὀρθῶς καλεῖται “ ἒκσταση “ (αποτέλεσμα της μυστικιστικής οδού). Δηλαδή ἒξοδος πρός κάπου ἀλλοῦ, πού δέν εἶναι ἐπίτευγμα τόσο μυητικό ὃσο νομίζεται.
Οἱ προϋποθέσεις λοιπόν γιά νά μυηθεῖ κανείς πραγματικά καί οὐσιαστικά καί ὂχι θεωρητικά ἢ φανταστικά εἶναι οἱ παρακάτω:
ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ
Nά διαθέτει κανείς κάποια εἰδική πνευματική καταλληλότητα ἢ φυσική προδιάθεση γιά νά δεχθεῖ τήν πνευματική ἐπήρεια καί μετά νά τήν ἀξιοποιήσει οὐσιαστικά. Δηλαδή δέν μπορεῖ νά ἀναπτυχθεῖ κάτι πού δέν τό ἒχουμε “ ἒν σπέρματι “ .
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ
Εἶναι ἡ “ μεταβίβαση” , πράξη ἡ ὁποία συνίσταται στήν μετάδοση τῆς πνευματικῆς ἐπήρειας ἐκ μέρους τοῦ Διδασκάλου ἢ κανονικῶς συγκεκροτημένης παραδοσιακῆς ὀργάνωσης. Ἡ ἐπήρεια αὐτή θά παράσχει τόν “ θεωρητικό “ ἢ ἀλλοιῶς τον “δυνάμει φωτισμόν “ διά του ὁποῖου θά ἀρχίσει ὁ μυούμενος νά τακτοποιεῖ καί νά ἀναπτύσσει τίς ἒμφυτές του μυητικές ἰκανότητες.
ΤΡΙΤΗ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ
Εἶναι ἡ ἐσωτερική ἐργασία τήν ὁποία θά ἐπιτελέσει ὁ δόκιμος ὑπό τήν καθοδήγηση ἑνός ἐμπείρου Διδασκάλου, σταδιακά καί προοδευτικά, μέ τήν βοήθεια τῆς ὁποίας ὁ μυούμενος,φερόμενος ἀπό βαθμίδα σέ βαθμίδα τῆς μυητικῆς ἰεραρχίας,θά ὁδηγηθεῖ τελικά στόν ἀνώτατο σκοπό τῆς μυήσεως, πού εἶναι ἡ τελική Λύτρωση (=απαλλαγή από τα κάθε είδους πάθη-δεσμά, αλλά και υλικά στοιχεία) καί Ταύτιση (=τελείωση).
Οἱ φάσεις τῆς μύησης, τῶν ὁποίων ἡ συμβολική ἒκφραση εἶναι ἐκεῖνες τοῦ Ἑρμητικοῦ Μεγάλου Ἒργου,ἐπαναλαμβάνουν τήν κοσμογονική διαδικασία. Στήν ἀναλογία αὐτή, ἡ ὁποία στηρίζεται ἐπί τῆς ἀνταποκρίσεως μεταξύ μικροκόσμου καί μακροκόσμου ,παρουσιάζονται κατ’ἀρχάς ὡς “πρώτη ὓλη “ οἱ δυνατότητες οἱ περικλειόμενες στήν ἀτομική φύση τοῦ πρός μύηση. Δηλαδή μιά καθαρά δυνητικότητα ὃπου τίποτα μέχρι στιγμῆς δέν ἒχει ἀναπτυχθεῖ. Ἒχουμε πράγματι μία χαοτική ἢ σκοτεινή κατάσταση τήν ὁποία ὁ μυητικός συμβολισμός παραβάλλει πρός τόν ἀμύητο κόσμο στόν ὁποῖο ζεῖ τό Ὂν πρίν ὑποστεῖ τήν ἀναγέννηση ἢ δευτέρα γέννηση.
Γιά νά ἀρχίσει αὐτό τό χάος νά μορφοποιεῖται καί νά ὀργανώνεται πρέπει νά μεταδοθεῖ σ’αὐτό μιά πρώτη δόνηση ἀπό πνευματικές δυνάμεις τίς ὁποῖες ἡ Γένεση ἀποκαλεῖ Ἐλοϊμ. Ἡ δόνηση αὐτή εἶναι τό “ Γενηθήτω Φῶς “ τό ὁποῖο φωτίζει τό χάος καί ἀποτελεῖ τό ἀπαραίτητο σημεῖο ἐκκίνησης ὃλων τῶν μεταγενεστέρων ἐξελίξεων.
Ἀπό μυητικῆς ἀπόψεως ὁ Φωτισμός αὐτός ἀποτελεῖ ἀκριβῶς τήν μεταβίβαση τῆς πνευματικῆς ἐπήρειας τοῦ μυητικοῦ σκηνώματος. Ἀπό αύτό τό σημεῖο καί μετά καί δυνάμει τῆς ἐν λόγω ἐπήρειας οἱ πνευματικές δυνατότητες τοῦ δοκίμου δέν ἒχουν πιά τόν προηγούμενο χαρακτῆρα καί εἶναι ἓτοιμες νά ἀναπτυχθοῦν σέ ἐνέργεια δυναμικότητος κατά τά διάφορα στάδια τῆς μυητικῆς πραγμάτωσης.
Μέ τόν μυητικό τύπο τῆς εἰσδοχῆς καί τῶν ἱεροτελεστειῶν πού ἐξελίσσονται σύμφωνα μ’αύτόν, ὁ μυούμενος συνδέεται μέ τήν “ μυητικήν αλυσίδα “ τῆς ὁποίας ὁ Σεβάσμιος εἶναι φορέας (και κλείδα). Μέ αύτή δέχεται τίς πνευματικές ἐπήρειες οἱ ὁποῖες θά τόν ποδηγετούν, θά τόν ὑποστηρίζουν καί θά τόν προφυλάσσουν στήν παραπέρα ἀτομική του προσπάθεια.
Κάθε παραδοσιακός θεσμός ἒχει Θεία προέλευση, δηλαδή “ ὑπερ-άνθρώπινη”, καί ἐξαρτᾶται ἀπό τόν με πόσο πιστό τρόπο θά τηρήσουν οἱ συνεχιστές του τούς τύπους ,ὣστε ἡ μετάβαση αὐτή νά διατηρηθεῖ “ εἰς τόν αἰῶνα τόν ἃπαντα “ .Ἐκεῖνος ὃμως πού παρέχει τήν μύηση εἶναι ἁπλός
“ μεταβιβαστής “ . Δέν ἐνεργεῖ ὡς ἂτομο ἀλλά ὡς φορέας μιᾶς πνευματικῆς δυνάμεως πού δέν ἀνήκει στήν ἀνθρώπινη περιοχή. Εἶναι ἁπλά ἓνας κρίκος τῆς ἀλυσίδας τῆς ὁποίας ὁ πρῶτος κρίκος βρίσκεται ἒξω καί ἐπέκεινα τῆς ἀνθρωπότητος,καί ἡ ὁποία ὃπως λέγεται παραβολικῶς,ἀρχίζει μέ τόν Ἑρμῆ καί τόν Ὀρφέα καί θά τελειώσει μέ τήν συντέλεια τῶν αἰώνων.
Γιά τόν λόγο αὐτό δέν ἐνεργεῖ ἐξ ὀνόματός του ἀλλά ἐν ὀνόματι ἑνός ἀναγνωρισμένου Μεγάλου Διδασκάλου τῆς ἀνθρωπότητος ἢ αύτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Μ.Α.Τ.Σ. καί ὑπό τήν αἰγίδα τῆς Ὀργανώσεως ἀπό τήν ὁποία προέρχεται καί
ὑπό τῆς ὁποίας περιβάλλεται “ μέ ἐξουσίες “ .
Κάποιας ανάλογης σκοπιμότητας-λειτουργίας, παρατηρείται στήν Χριστιανική Θρησκεία μέ τό “ μυστήριο της βαπτίσεως “, τό ὁποῖο ἒχει μεγάλη συγγένεια ἀπό μυητικῆς ἀπὀψεως, μέ τήν δευτέρα γέννηση τῶν Μυστηρίων (όταν βέβαια η βάπτιση αφορά σε ηλικιακά ώριμο άτομο και είναι επιλογή του).
Ἡ μυητική κατάρτιση τοῦ μεταβιβάζοντος Διδασκάλου-τελετουργού παίζει δευτερεύοντα ρόλο στήν ἀποτελεσματικότητα τοῦ τύπου,ἀρκεῖ τό τυπικό νά τελεσθεῖ ἂψογα ἐκ μέρους προσώπου πού δέχθηκε καί αύτό ἀπό κάποιον ἂλλον τήν “ μύηση “,ὣστε νά μήν ὑπεισέρχεται διακοπή τῆς “ ἀλυσίδας “.
Σέ ὃλες τίς μυητικές διαδικασίες καί περιπτώσεις ὁ Διδάσκαλος εἶναι ὁ φορέας τῆς πνευματικότητας τῆς ἀλυσίδας τήν ὁποία ἐκπροσωπεῖ καί ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖ ὡς ὂχημα τήν ζωτική δύναμή του (πράνα).
Αὐτό ἐξηγεῖ γιατί στίς Ἰνδίες οὐδέποτε ὁ μαθητής κάθεται ἐνώπιον τοῦ “ γκουροῦ “ του καί ἀποφεύγει νά τόν βλέπει κατάμματα, γιατί διά τῆς ὀμιλίας καί τοῦ βλέμματός του θά μποροῦσε νά ἐπηρεασθεῖ τόσο έντονα και απροετοίμαστα ώστε νά προκληθοῦν σ’ αὐτόν ψυχικές, ακόμη καί σωματικές διαταραχές.
Ὁ ἲδιος βαθύτερος λόγος ἐξ ἂλλου έπέβαλε καί στήν Τεκτονική Στοά ἀνάλογη τοποθέτηση τῶν καθισμάτων τῶν ἀδελφῶν τῶν στηλῶν, ὣστε νά βλέπουν τόν Σεβάσμιο ὑπό γωνίαν.
Ὃπως ὃμως κι ἂν ἒχει τό ζήτημα, ἡ τελετή τῆς μυήσεως εἶναι μιά πράξη πού ἀποσκοπεῖ κατά κύριο λόγο στήν “ μεταμόσχευση “ τῆς Θείας Πνευματικῆς Ἐπίρειας ἑνός Κύκλου σέ ἓνα ἂτομο, τό ὁποῖο “ ἀρχίζει “ ἀπό τή στιγμή αὐτή περιβαλλόμενο καί ἀπό ἂλλα πολλά, “ ψαγμένα “ ἂτομα (και υπό την έννοια αυτή, εκλεκτά), νά βαδίζει τήν ὁδό τῆς αὐτοβελτίωσης μέ τελικό σκοπό τήν ἀπολύτρωσή του ἀπό τήν γήινη σχετική κατάσταση.
Ἒτσι λοιπόν ὁ νεόφυτος (=διελθών πλήρως τη μύηση δόκιμος) εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά διατηρήσει τήν πνευματική διαδοχή εἰς τόν Αἰῶνα τό Ἃπαντα, καί τότε καρποφορεῖ τό ἒργο τοῦ Τεκτονισμοῦ.
Οἱ φάσεις τῆς μύησης, τῶν ὁποίων ἡ συμβολική ἒκφραση εἶναι ἐκεῖνες τοῦ Ἑρμητικοῦ Μεγάλου Ἒργου,ἐπαναλαμβάνουν τήν κοσμογονική διαδικασία. Στήν ἀναλογία αὐτή, ἡ ὁποία στηρίζεται ἐπί τῆς ἀνταποκρίσεως μεταξύ μικροκόσμου καί μακροκόσμου ,παρουσιάζονται κατ’ἀρχάς ὡς “πρώτη ὓλη “ οἱ δυνατότητες οἱ περικλειόμενες στήν ἀτομική φύση τοῦ πρός μύηση. Δηλαδή μιά καθαρά δυνητικότητα ὃπου τίποτα μέχρι στιγμῆς δέν ἒχει ἀναπτυχθεῖ. Ἒχουμε πράγματι μία χαοτική ἢ σκοτεινή κατάσταση τήν ὁποία ὁ μυητικός συμβολισμός παραβάλλει πρός τόν ἀμύητο κόσμο στόν ὁποῖο ζεῖ τό Ὂν πρίν ὑποστεῖ τήν ἀναγέννηση ἢ δευτέρα γέννηση.
Γιά νά ἀρχίσει αὐτό τό χάος νά μορφοποιεῖται καί νά ὀργανώνεται πρέπει νά μεταδοθεῖ σ’αὐτό μιά πρώτη δόνηση ἀπό πνευματικές δυνάμεις τίς ὁποῖες ἡ Γένεση ἀποκαλεῖ Ἐλοϊμ. Ἡ δόνηση αὐτή εἶναι τό “ Γενηθήτω Φῶς “ τό ὁποῖο φωτίζει τό χάος καί ἀποτελεῖ τό ἀπαραίτητο σημεῖο ἐκκίνησης ὃλων τῶν μεταγενεστέρων ἐξελίξεων.
Ἀπό μυητικῆς ἀπόψεως ὁ Φωτισμός αὐτός ἀποτελεῖ ἀκριβῶς τήν μεταβίβαση τῆς πνευματικῆς ἐπήρειας τοῦ μυητικοῦ σκηνώματος. Ἀπό αύτό τό σημεῖο καί μετά καί δυνάμει τῆς ἐν λόγω ἐπήρειας οἱ πνευματικές δυνατότητες τοῦ δοκίμου δέν ἒχουν πιά τόν προηγούμενο χαρακτῆρα καί εἶναι ἓτοιμες νά ἀναπτυχθοῦν σέ ἐνέργεια δυναμικότητος κατά τά διάφορα στάδια τῆς μυητικῆς πραγμάτωσης.
Μέ τόν μυητικό τύπο τῆς εἰσδοχῆς καί τῶν ἱεροτελεστειῶν πού ἐξελίσσονται σύμφωνα μ’αύτόν, ὁ μυούμενος συνδέεται μέ τήν “ μυητικήν αλυσίδα “ τῆς ὁποίας ὁ Σεβάσμιος εἶναι φορέας (και κλείδα). Μέ αύτή δέχεται τίς πνευματικές ἐπήρειες οἱ ὁποῖες θά τόν ποδηγετούν, θά τόν ὑποστηρίζουν καί θά τόν προφυλάσσουν στήν παραπέρα ἀτομική του προσπάθεια.
Κάθε παραδοσιακός θεσμός ἒχει Θεία προέλευση, δηλαδή “ ὑπερ-άνθρώπινη”, καί ἐξαρτᾶται ἀπό τόν με πόσο πιστό τρόπο θά τηρήσουν οἱ συνεχιστές του τούς τύπους ,ὣστε ἡ μετάβαση αὐτή νά διατηρηθεῖ “ εἰς τόν αἰῶνα τόν ἃπαντα “ .Ἐκεῖνος ὃμως πού παρέχει τήν μύηση εἶναι ἁπλός
“ μεταβιβαστής “ . Δέν ἐνεργεῖ ὡς ἂτομο ἀλλά ὡς φορέας μιᾶς πνευματικῆς δυνάμεως πού δέν ἀνήκει στήν ἀνθρώπινη περιοχή. Εἶναι ἁπλά ἓνας κρίκος τῆς ἀλυσίδας τῆς ὁποίας ὁ πρῶτος κρίκος βρίσκεται ἒξω καί ἐπέκεινα τῆς ἀνθρωπότητος,καί ἡ ὁποία ὃπως λέγεται παραβολικῶς,ἀρχίζει μέ τόν Ἑρμῆ καί τόν Ὀρφέα καί θά τελειώσει μέ τήν συντέλεια τῶν αἰώνων.
Γιά τόν λόγο αὐτό δέν ἐνεργεῖ ἐξ ὀνόματός του ἀλλά ἐν ὀνόματι ἑνός ἀναγνωρισμένου Μεγάλου Διδασκάλου τῆς ἀνθρωπότητος ἢ αύτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Μ.Α.Τ.Σ. καί ὑπό τήν αἰγίδα τῆς Ὀργανώσεως ἀπό τήν ὁποία προέρχεται καί
ὑπό τῆς ὁποίας περιβάλλεται “ μέ ἐξουσίες “ .
Κάποιας ανάλογης σκοπιμότητας-λειτουργίας, παρατηρείται στήν Χριστιανική Θρησκεία μέ τό “ μυστήριο της βαπτίσεως “, τό ὁποῖο ἒχει μεγάλη συγγένεια ἀπό μυητικῆς ἀπὀψεως, μέ τήν δευτέρα γέννηση τῶν Μυστηρίων (όταν βέβαια η βάπτιση αφορά σε ηλικιακά ώριμο άτομο και είναι επιλογή του).
Ἡ μυητική κατάρτιση τοῦ μεταβιβάζοντος Διδασκάλου-τελετουργού παίζει δευτερεύοντα ρόλο στήν ἀποτελεσματικότητα τοῦ τύπου,ἀρκεῖ τό τυπικό νά τελεσθεῖ ἂψογα ἐκ μέρους προσώπου πού δέχθηκε καί αύτό ἀπό κάποιον ἂλλον τήν “ μύηση “,ὣστε νά μήν ὑπεισέρχεται διακοπή τῆς “ ἀλυσίδας “.
Σέ ὃλες τίς μυητικές διαδικασίες καί περιπτώσεις ὁ Διδάσκαλος εἶναι ὁ φορέας τῆς πνευματικότητας τῆς ἀλυσίδας τήν ὁποία ἐκπροσωπεῖ καί ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖ ὡς ὂχημα τήν ζωτική δύναμή του (πράνα).
Αὐτό ἐξηγεῖ γιατί στίς Ἰνδίες οὐδέποτε ὁ μαθητής κάθεται ἐνώπιον τοῦ “ γκουροῦ “ του καί ἀποφεύγει νά τόν βλέπει κατάμματα, γιατί διά τῆς ὀμιλίας καί τοῦ βλέμματός του θά μποροῦσε νά ἐπηρεασθεῖ τόσο έντονα και απροετοίμαστα ώστε νά προκληθοῦν σ’ αὐτόν ψυχικές, ακόμη καί σωματικές διαταραχές.
Ὁ ἲδιος βαθύτερος λόγος ἐξ ἂλλου έπέβαλε καί στήν Τεκτονική Στοά ἀνάλογη τοποθέτηση τῶν καθισμάτων τῶν ἀδελφῶν τῶν στηλῶν, ὣστε νά βλέπουν τόν Σεβάσμιο ὑπό γωνίαν.
Ὃπως ὃμως κι ἂν ἒχει τό ζήτημα, ἡ τελετή τῆς μυήσεως εἶναι μιά πράξη πού ἀποσκοπεῖ κατά κύριο λόγο στήν “ μεταμόσχευση “ τῆς Θείας Πνευματικῆς Ἐπίρειας ἑνός Κύκλου σέ ἓνα ἂτομο, τό ὁποῖο “ ἀρχίζει “ ἀπό τή στιγμή αὐτή περιβαλλόμενο καί ἀπό ἂλλα πολλά, “ ψαγμένα “ ἂτομα (και υπό την έννοια αυτή, εκλεκτά), νά βαδίζει τήν ὁδό τῆς αὐτοβελτίωσης μέ τελικό σκοπό τήν ἀπολύτρωσή του ἀπό τήν γήινη σχετική κατάσταση.
Ἒτσι λοιπόν ὁ νεόφυτος (=διελθών πλήρως τη μύηση δόκιμος) εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά διατηρήσει τήν πνευματική διαδοχή εἰς τόν Αἰῶνα τό Ἃπαντα, καί τότε καρποφορεῖ τό ἒργο τοῦ Τεκτονισμοῦ.