Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Τεκτονικά Σώματα «πέραν της Συντεχνίας».

 

 

Σύμφωνα με έναν ορισμό, τον οποίο δίνει το Τυπικό της Αμίλλης, Τεκτονική είναι «ιδιόμορφον σύστημα ηθικής (σ.σ. όχι θρησκείας ή θεοσοφίας) καλυπτόμενον δι’ αλληγοριών και καταδεικνύμενον διά συμβόλων». Πρόκειται για μια αδελφότητα ανδρών συνδεδεμένων μεταξύ τους με δεσμούς ισχυράς όσο και αγνής φιλίας. Ταυτόχρονα όμως η πορεία της αναζήτησης μέσω της Τεκτονικής είναι μοναχική, καθώς ο κάθε αδελφός εξάγει τα δικά του συμπεράσματα και η διδασκαλία που λαμβάνει δεν έχει χαρακτήρα αποφατικό ή δογματικό, αλλά απολύτως ηθικό. Μέσω δρωμένων, τα οποία εμφανίζονται αρχαίας προέλευσης, επιχειρείται να μεταδοθεί στον κάθε αδελφό το ερέθισμα της σκέψεως και του προβληματισμού, ή απλώς και μόνον ένα βαθύ ηθικό μήνυμα, για την αποκωδικοποίηση του οποίου φέρει μόνος ο ίδιος την απόλυτο ευθύνη. Αυτός είναι ο λόγος που εκ των βασικών προαπαιτούμενων χαρακτηριστικών ενός υποψηφίου Τέκτονος είναι να τυγχάνει «ανήρ ελεύθερος». Ελεύθερος και τύποις, δηλαδή να μην έχει γεννηθεί σε κατάσταση δουλείας, αλλά και ουσία, δηλαδή να μην τον κυριεύουν τα πάθη του ή να μην παρασύρεται από τους τρεις διαχρονικούς «εχθρούς» της Τεκτονικής και του Λόγου εν γένει, δηλαδή την Τυραννία, την Άγνοια και τον Φανατισμό.
Αυτό λοιπόν το τόσο αρχαίο, τόσο σπουδαίο και τόσο πολυσυζητημένο σύστημα, η Τεκτονική Τέχνη, ολοκληρώνεται κατά τρόπο τέλειο σε τρία στάδια, ή τρεις βαθμούς. Η κατηγοριοποίηση έρχεται απευθείας από τις συντεχνίες των λιθοξόων του μεσαίωνα αλλά και των νεώτερων χρόνων. Είναι γνωστό ότι ακόμη και τα μπουλούκια των Ηπειρωτών τεχνιτών της πέτρας, που ξεκινώντας από τα γιαννιώτικα Μαστοροχώρια έχτισαν σχεδόν όλη την ελληνική ύπαιθρο, διοικούνταν κατά τρόπο αυστηρό από τον πρωτομάστορα, ο οποίος είχε και την γενική ευθύνη χάραξης και σχεδιασμού του έργου και ο οποίος επέβλεπε την εργασία των μαστόρων του, οι οποίοι με τη σειρά τους στηρίζονταν στους

καλφάδες και τα τσιράκια τους (μαθητευόμενα παιδιά).

Έτσι η Τεκτονική παγκοσμίως εντάσσει τους Τέκτονες σε τρεις βαθμίδες. Ο νεομύητος, αφού βιώσει μια μυητική εμπειρία, η οποία ως στόχο της έχει κατά πρώτον να τον εισάγει από τον χώρο των αμυήτων στον χώρο της Τεκτονικής ιδέας και κατά δεύτερον να μιμηθεί με τρόπο κεκαλυμμένο την γέννεση του πλάσματος ή την αρχή μιας πορείας, ονομάζεται Μαθητής και διάγει αρκετόν καιρό στο στάδιο αυτό. Εάν και εφόσον ο Μαθητής ολοκληρώσει τον κύκλο της μαθητείας του επιτυχώς, διέρχεται στον επόμενο βαθμό, αυτόν του Εταίρου. Εκεί ο Μαθητής θα ανακηρυχθεί Τεχνίτης και θα αναγνωρισθεί η αξία της εργασίας του, ενώ παράλληλα θα του υποδειχθεί η αναγκαιότητα της συνεχούς μελέτης και τελειοποίησης στις γνωστές από την αρχαιότητα επτά επιστήμες. Ουσιαστικά ο Εταίρος είναι ένας βαθμός ο οποίος αποδίδει αλληγορικά την δημιουργική περίοδο της ζωής του ανθρώπου. Τότε που ο κάθε άνθρωπος έχοντας ολοκληρώσει την μαθητεία του, αναγνωρίζει την σπουδαιότητά της και επεκτείνει μόνος του το γνωστικό του πεδίο, ενώ παράλληλα άλκιμος και δυνατός παράγει όμορφο και χρήσιμο έργο. Μετά την παρέλευση ευλόγου χρονικού διαστήματος ο Εταίρος ίσως κριθεί άξιος να βιώσει την απόλυτη τεκτονική εμπειρία της εγέρσεώς του στον τρίτο και τελευταίο βαθμό, του Διδασκάλου Τέκτονος. «…Εγώ δε λέγω προς υμάς υμείς ου μη ποτε καλέσητε εαυτούς ραββί (=διδασκάλους)…» ήταν η προτροπή του Κυρίου στους μαθητάς του. Έτσι ουσιαστικά ποτέ κανείς δεν γίνεται πράγματι Διδάσκαλος. Κανείς δεν είναι άξιος να διδάξει, γιατί μόνη αλήθεια είναι ο Θεός. Οι αποκαλούμενοι δάσκαλοι πάσης φύσεως και όχι μόνο στην Τεκτονική, δεν κάνουν άλλο από το να βοηθούν ως κατά τεκμήριο εμπειρότεροι τους νεώτερους αδελφούς τους στην κοινή πορεία προς την γνώση και την αλήθεια. Άρα δάσκαλος σημαίνει ευθύνη και όχι τόσο τιμή. Ο τρίτος βαθμός αναπαριστά τον τεκτονικό μύθο της δολοφονίας του Διδασκάλου Τέκτονος Χιράμ Αμπίφ, ο οποίος ετύγχανε Αρχιτέκτων του εργοταξίου κατασκευής του Ναού των Ιεροσολύμων επί Βασιλέως Σολομόντος του Ισραήλ. Κάποιοι άξεστοι, εγωιστές και κακόψυχοι Εταίροι απαίτησαν από αυτόν κατασκευαστικά μυστικά, τα οποία δεν ήσαν και ικανοί να κατανοήσουν. Ο Αρχιτέκτων αρνήθηκε να τα παράσχει και αυτοί τον δολοφόνησαν χωρίς δισταγμό. Ο νέος Διδάσκαλος Τέκτων καλείται να εστιάσει την προσοχή του στα μεγάλα διδάγματα της Πίστεως, του Καθήκοντος, της Γενναιότητος, της Εντιμότητος και της Ακεραιότητος.
Η διαδικασία η οποία ακολουθείται για το άνοιγμα και το κλείσιμο των εργασιών, όπως και για την πορεία των διαφόρων μυήσεων, ονομάζεται Τυπικό. Ανά τον Κόσμο οι Στοές εργάζονται σε διάφορα Τυπικά, χωρίς όμως το κεντρικό νόημα και το δίδαγμα του κάθε βαθμού να αλλοιώνονται έστω και κατ’ελάχιστον. Έτσι μερικά από τα γνωστότερα Τυπικά είναι της Αμίλλης, το Σκωτικό, το Γαλλικό, το Σρέντερ, το Τουρκικό, το Ελληνικό (τα δύο τελευταία παραλλαγέ του Γαλλοσκωτικού).
Όταν ο Διδάσκαλος Τέκτων συνειδητοποιήσει το μέγεθος των βαθμών που έχει λάβει και το πλάτος των νοημάτων και των διδασκαλιών, αρχίζει να εκφράζει ένα πλήθος αποριών για πολλά από τα όσα είδε και βλέπει εξακολουθητικά εντός της Στοάς του. Τότε είναι που έχει επιστεί ο καιρός να γνωρίσει Τεκτονικά Σώματα «πέραν της Συντεχνίας». Τέτοια υπάρχουν πολλά και επισήμως αγνοούνται από τον αρχαίο Τεκτονισμό, ο οποίος αποτελείται από μόνον τρεις βαθμούς. Όλα τα πέραν της Συντεχνίας σώματα δέχονται ως μέλη τους μόνον όσους αδελφούς έχουν λάβει τουλάχιστον τον τρίτο βαθμό του Διδασκάλου Τέκτονος. Οι δύο γνωστότερες ομάδες επιγενόμενων ή παράπλευρων σωμάτων Παγκοσμίως είναι το Ύπατο Συμβούλιο του 33ου και το σύστημα της Υόρκης.
Το Ύπατο Συμβούλιο του 33ου διοικεί τα υπ’αυτό εργαστήρια τα οποία χωρίζονται σε: Στοές Τελειοποιήσεως, οι οποίες αποδίδουν τους βαθμούς 4-16, όπου επεξηγείται ο Τεκτονικός Μύθος στον οποίον ήδη αναφερθήκαμε, Ύπατα Περιστύλια, τα οποία αποδίδουν τους βαθμούς 17-18, όπου δίδεται φιλοσοφικότερη διάσταση στην τεκτονική διδασκαλία, Αρείους Πάγους, όπου αποδίδονται οι βαθμοί 19-30, και το Ύπατο Συμβούλιο που αποδίδει τους υπόλοιπους βαθμούς, οι οποίοι είναι εν πολλοίς διοικητικής φύσεως.
Αντίστοιχα το σύστημα της Υόρκης δεν έχει ενιαία διοίκηση. Όμως θεωρητικά ανήκουν σε αυτό οι Στοές Μάρκ και Ναυτίλου, στις οποίες δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην σημασία του τεχνίτη λιθοξόου και στην παράδοση του Κατακλυσμού, τα εργαστήρια των Κρυπτικών, όπου επεξηγείται περαιτέρω ο Τεκτονικός Μύθος. Από πολλές Μεγάλες Στοές εκτός των τριών πρώτων βαθμών αναγνωρίζεται ως επέκταση και επεξήγηση του τρίτου βαθμού το Περιστύλιο της Ιεράς Βασιλικής Αψίδος. Άρα το σύστημα της Υόρκης δεν διακρίνεται για την εσωτερική συνοχή του και την κοινή διοίκηση, όπως το σύστημα του 33ου ή Σκωτικός Τύπος. Εδώ πρόκειται για ξεχωριστά σώματα τα οποία αντιμετωπίζονται ως σύνολο μόνο στον βαθμό που αποτελούν τεκτονική παράδοση στις αγγλοσαξονικού τύπου Στοές.
Αρκετοί Τέκτονες επιλέγουν να αρκεστούν στους τρεις πρώτους βαθμούς θεωρώντας πως εκεί έχουν ολοκληρώσει την αναζήτησή τους. Άλλοι πάλι επιλέγουν τον Τύπο της Υόρκης ή τον Σκωτικό Τύπο και άλλοι επιλέγουν και τις δύο διαδρομές κρατώντας ό,τι τους εκφράζει και τους ικανοποιεί περισσότερο στο τέλος της πορείας τους αυτής. Συνήθως όμως τίποτε δεν εμποδίζει την όποια επιλογή των αδελφών και σίγουρα κανείς δεν επιβάλλει καμία πορεία σε κανέναν.
Aδ. Χ.Κ