Η εξάλειψη των ατομικών Σκεπτομορφών, επειδή έχουν σχετικά μικρή εμβέλεια και ενεργειακή πυκνότητα, είναι κάτι όχι δύσκολο. Αρκεί να τις αφήσουμε να φύγουν από το συνειδητό νου μας και από τη μνήμη μας και τότε σιγά σιγά η συμπύκνωση που τις έχει δημιουργήσει εξαϋλώνεται, οπότε και παύουν να «υπάρχουν».
Όσο δηλαδή σκεπτόμαστε ότι ένας γνωστός, συγγενής, φίλος, δάσκαλος κλπ. είναι κακότροπος, δύσκολος και ανυπόφορος τόσο αυτός θα συνεχίσει να έχει αυτές τις ιδιότητες, τουλάχιστον απέναντί μας (ή πάντως έτσι εμείς θα ερμηνεύουμε τη συμπεριφορά του).
Και η στάση του αυτή συνεχώς θα γίνεται πιο σκληρή και θα διογκώνεται, δικαιολογώντας απόλυτα τις δικές μας εκτιμήσεις. Με παρόμοιο τρόπο η πεποίθησή μας ότι δεν πρόκειται να τα καταφέρουμε σε κάποιο ζήτημα, εργασία, διαγωνισμό, πώληση κλπ. θα έχει ως αποτέλεσμα να μην πετύχουμε κάτι τελικά, άσχετα με τις προσπάθειες που έχουμε καταβάλει.
Γι' αυτό πρέπει να προσέχουμε και να μην αφήνουμε το νου μας να κάνει αρνητικές σκέψεις ούτε να δημιουργεί αρνητικές προσδοκίες, τόσο για τον εαυτό μας όσο και για άτομα του στενού και του ευρύτερου περιβάλλοντός μας, γιατί αυτές οι σκέψεις με τον καιρό αποκτούν σκεπτομορφική σύσταση και μπορεί να υπάρχουν απροσδόκητες συνέπειες τόσο για τον εαυτό μας όσο και για εκείνους για τους οποίους κάναμε τέτοιες σκέψεις
Το ίδιο συμβαίνει όταν πρόκειται για τις ομαδικές Σκεπτομορφές, οι οποίες, «χυτεύονται» μέσα σε ένα αρκετό μεγάλο «καλούπι», όπου και διατηρούνται πολύ καιρό και συχνά καταδυναστεύουν τη ζωή μεγάλου αριθμού ατόμων, οικογενειών, συντεχνιών, κοινωνικών τάξεων, ακόμη και κρατών ολόκληρων.
Η διάλυση των Σκεπτομορφών αυτού του είδους χρειάζεται πολύ περισσότερο χρόνο από τις προηγούμενες επειδή και ο χρόνος της διαμόρφωσής τους ήταν πολύ μεγαλύτερος. Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε τη διαφορά τους με τη διαφορά ανάμεσα σε παγάκια του ψυγείου (για τις ατομικές Σκεπτομορφές σύντομης διάρκειας και έντασης), σε μικρά γύψινα αγαλματάκια (για όσες αφορούν μονιμότερες καταστάσεις ή μεγαλύτερες ομάδες) και σε τσιμεντένια κατασκευάσματα (για όσες γεννιούνται από μεγάλους αριθμούς ατόμων και έχουν πάρει πολλά χρόνια μέχρι να διαμορφωθούν), θα
πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι καμιά διαμόρφωση δεν είναι τελική και οριστική.
Πάντα οι μεταβαλλόμενες συνθήκες είναι δυνατόν να επιφέρουν μεγαλύτερες ή μικρότερες διορθώσεις στη μορφή των Σκεπτομορφών, ώστε να μπορούν να γίνονται κατανοητές από τον άνθρωπο που βρίσκεται συνεχώς κάτω από το βομβαρδισμό αλλεπάλληλων αλλαγών στον καθημερινό αλλά και στον πιο μακροπρόθεσμο τρόπο ζωής του.
Τα Εγρηγορότα άραγε διαλύονται; Ασφαλώς και διαλύονται, με μόνη διαφορά ότι η διάλυση αυτή απαιτεί πλέον, ίσως ακόμη και αιώνες, δεδομένου ότι έχουν αποκτήσει τη σύσταση τεράστιων μαρμάρινων αγαλμάτων, όπως θα φαντάζονταν ασφαλώς οι καλλιτέχνες της αρχαιότητος τους θεούς που σμίλευαν με τόση ζωντάνια και επιτυχία.
Κάτι τέτοιο σχετικά με τη διάλυση των Εγρηγορότων φαίνεται ότι υπαινίσσονται τα Ευαγγέλια όταν αναφέρονται στο «θεόν τον Ζώντα». Οπότε η σκέψη μας στρέφεται αντιδιασταλτικά προς «πεθαμένους θεούς».
Και για αυτούς τους «πεθαμένους θεούς» κάνει λόγο ο περίφημος χρησμός του Μαντείου των Δελφών προς τον Αυτοκράτορα Ιουλιανό όταν δηλώνει: ((Είπατε τω βασιλεί, χαμαί πέσε δαίδαλος αλλά ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν. Απέσβετο και λάλον ύδωρ.
[«Να πείτε στο βασιλέα: Χάμω έπεσε ο περίτεχνος αυλός. Ο Φοίβος δεν έχει πια καλύβα (τόπο να μείνει), ούτε μαντική δάφνη, ούτε ομιλούσα πηγή. Και το νερό που έψαλλε στέρεψε…»
Όσο και αν αμφισβητείται από πολλούς ιστορικούς η γνησιότητα προέλευσης του χρησμού αυτού από ένα μαντείο που ήταν πια σε τραγική κατάσταση, δεν παύει να είναι απόλυτα επιτυχής. Πράγματι, ο χρησμός αυτός ενημερώνει και προειδοποιεί τον Ιουλιανό ότι απλώς ματαιοπονεί στην προσπάθειά του να επαναφέρει στη ζωή το δωδεκάθεο.
Οι αρχαίοι θεοί, με τις θαυμαστές αλλά ανθρωποποίητες μορφές και χαρακτηριστικά τους, που πάνω τους επί αιώνες οι αρχαίοι Έλληνες πρόγονοί μας συγκέντρωναν τη σκέψη, τις προσευχές και τις ικεσίες τους και έκαναν αγώνες και τελετουργίες προς τιμήν τους, καθιστώντας τους έτσι, πανίσχυρα Εγρηγορότα, είχαν πάψει πια οριστικά να υπάρχουν , διότι οι «πιστοί τους έπαψαν να είναι πιστοί και τους «ξέχασαν», τους διέγραψαν από τη σκέψη και τη μνήμη τους.
Αυτό οφειλόταν αφενός στην εμφάνιση στη Γη μιας οντότητας ύψιστης ισχύος και ενέργειας» του Ιησού, ο Οποίος κατά το θείο μέρος Του δεν είχε καμιά σχέση με τα αιθερικά επίπεδα «γένεσης και διαβίωσης» των Ολύμπιων θεών, καθώς και στην υπέροχη και θεόπνευστη διδασκαλία Του, αφετέρου δε στους διωγμούς που η κοσμικοποιημένη νέα θρησκεία» με τη μορφή της οργανωμένης Εκκλησίας της τότε εποχής, επέβαλε τόσο κατά των όσων οπαδών της αρχαίας λατρείας που εξακολουθούσαν να επιμένουν όσο και κατά των ιερών, ναών, βιβλιοθηκών, ακαδημιών, έργων τέχνης και λοιπών κοσμημάτων της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Τα αρχαία Εγρηγορότα του αρχαιοελληνικού ιερατείου αποσυντέθηκαν και εξαερώθηκαν (για τους πιο πάνω λόγους ή και για άλλους ίσως) και έπαψαν να υπάρχουν στη σκέψη του Ελληνικού λαού, εδώ και δεκαοκτώ και πλέον αιώνες.
Αρχέτυπα
Τα Αρχέτυπα είναι και αυτά πρότυπα, μοντέλα, κατευθυντήριες μορφές παιδείας και τρόπου ζωής, δηλαδή κουλτούρας, κατά τη γενικότερη έννοια. Η διαφορά τους από τις Σκεπτομορφές και τα Εγρηγορότα είναι ότι αυτά δεν είναι προϊόντα συμπύκνωσης των βραχυχρόνιων ή των μακροχρόνιων σκέψεων και συμπεριφορών μεγάλων ή μικρών ομάδων ατόμων. Είναι αυθύπαρκτες οντότητες του υπέρ-ουσιαστικού επιπέδου, πλάσματα της Δημιουργίας, που έχουν σκοπό τη δημιουργία κατάλληλων περιβαλλοντικών διεργασιών του αιθερικού πεδίου, ώστε κάποια ομάδα πληθυσμού, χωροταξικά - κατανεμημένη σε ψυχονοητικό κόσμο των ατόμων που την απαρτίζουν μερικά κοινά χαρακτηριστικά, κοινά ιδεώδη και κοινές αρχέγονες έννοιες.
Αυτό δεν σημαίνει ότι τα άτομα αυτά δεν είναι ελεύθερα να σκέπτονται και να αποφασίζουν όπως θέλουν, σημαίνει όμως ότι η ελευθερία τους αυτή έχει μερικούς αδιόρατους αλλά υπαρκτούς περιορισμούς. Τα Αρχέτυπα αναφέρονται και σε κάθε λαό ή εθνότητα, αλλά και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Ένα παγκόσμιο κοινωνικό και ηθικό Αρχέτυπο, για παράδειγμα, είναι σήμερα η ιδέα της ελευθερίας, ενώ ένα παγκόσμιο γονικό Αρχέτυπο είναι η μητρική και η πατρική αγάπη προς το παιδί. Ένα Αρχέτυπο του φύλου ήταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια ότι οι γυναίκες είναι ένα σκαλί πιο κάτω από τον άντρα, ενώ τώρα πια βελτιώνεται και γίνεται το Αρχέτυπο της ισότητας των δύο φύλων.
Το Αρχέτυπο αυτό μας κάνει να δυσανασχετούμε βλέποντας τη μεταχείριση που υφίστανται οι γυναίκες σε ορισμένες χώρες. Τα Αρχέτυπα δεν διαλύονται, εφόσον δεν είναι στον υποσυνείδητο νου μας, μπορούν όμως να εκδηλώνουν με την πάροδο των χρόνων όλο και περισσότερες από τις ενυπάρχουσες ιδιότητες τους, που ίσως δεν τις φανερώνουν όλες από την αρχή, ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να τις αποδέχονται σταδιακά και να συνεχίζουν την αέναη πορεία τους προς την εξέλιξη.
Σημ. Ένα ενδιαφέρον άρθρο του Μάνου Νομικού που αναλύει τις γιγαντιαίες συλλογικές σκεπτομορφές – εγρηγορότα, τα οποία συντηρούνται και τρέφονται με την ενέργεια των ανθρώπων.
Πίνακς Αδ:. (ας με συγχωρήσει δεν ενθυμούμαι το όνομά του)