Είναι συγκλονιστικό το τέταρτο στάδιο της ωρίμου γυναικός, όπου η αρχαία Ελληνίδα λαμβάνει άλλο όνομα, όπως ακριβώς και σήμερα η Εκκλησία μας δίδει άλλο όνομα (κατά την κουράν), στις χειροτονημένες μοναχές, αλλά και στους μοναχούς, τους αρχιμανδρίτες, τους επισκόπους κλπ. Άλλο ένα σημείο διαχρονικής σύμπλευσης Ελληνισμού και Ορθοδοξίας!..
«Ήδιστα δε τοις ανθρώποις εορταί και ειλαπίναι
προς ιεροίς και μυήσεις και οργιασμοί».
προς ιεροίς και μυήσεις και οργιασμοί».
(Διον. Αρεοπ. 2.22).
Η ΜΥΗΣΗ, ως λέξη, σημαίνει την ενέργεια του μυώ, την εισαγωγή δηλαδή εις τα μυστήρια ή την διδασκαλία μυστικών τελετών.
Ο Ιάμβλιχος, για παράδειγμα αναφέρει: «Ιεροπρεπώς άκουε των ιερών λεγομένων, ένθεος ενθέων, εν μυήσει γινόμενος»1
Τίθεται, όμως, το ερώτημα:
– Πώς και σε τι εμυούντο οι αρχαίες Ελληνίδες; Και ποίος ο σκοπός των μυήσεων;
Η απάντηση είναι απλή:
Ο Ιάμβλιχος, για παράδειγμα αναφέρει: «Ιεροπρεπώς άκουε των ιερών λεγομένων, ένθεος ενθέων, εν μυήσει γινόμενος»1
Τίθεται, όμως, το ερώτημα:
– Πώς και σε τι εμυούντο οι αρχαίες Ελληνίδες; Και ποίος ο σκοπός των μυήσεων;
Η απάντηση είναι απλή:
Η Εύα Κανταρέλλα (Eva Cantarella), Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, γνωστή για τις σημαντικές μελέτες της στο αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό δίκαιο, σε ένα της βιβλίο, σχετικό με τις γυναίκες της αρχαίας Ελλάδος2, αναφερόμενη στις τελετές μυήσεως, γράφει τα εξής:
«Στις λεγόμενες πρωτόγονες κοινωνίες εντοπίζουμε ορισμένες τελετουργίες που σημαδεύουν την είσοδο ενός ατόμου στην ευρύτερη κοινωνία και καθορίζουν την θέση του μέσα σ’ αυτήν. Πρόκειται για τελετουργίες που λεπτομερώς ρυθμίζονται από την ομάδα στην οποία ο μυούμενος επρόκειτο να γίνη δεκτός. Οι τελετές αυτές οργανώνονταν σύμφωνα με εθιμικούς κανόνες που γνώριζαν μόνο τα μέλη της ομάδας· αποτελούν μια καίρια στιγμή στη ζωή κάθε ατόμου: τη στιγμή ακριβέστερα που συμβόλιζε την είσοδό του στο εν γένει πνεύμα της όποιας ομάδας προκρινόταν γι’ αυτόν. Όποιον δεν ανήκε σ’ αυτήν τον θεωρούσαν ως κάτι ξένο.
Όταν επρόκειτο για τελετουργίες μύησης σε πολιτική ομάδα, οι εν λόγω τελετουργίες αποτελούσαν σημάδι εισόδου στο χώρο της εξουσίας. Η σημασία τους για τους σκοπού που έχουμε θέσει στο μελέτημα αυτό είναι προφανής. Δεδομένου ότι και οι Έλληνες, όπως και οι «πρωτόγονοι» τελούσαν εορτές μύησης, η συμμετοχή ή ο αποκλεισμός των γυναικών α’ αυτές, αποτελεί δείκτη για τη θέση τους – δείκτη κάθε άλλο παρά μη δικαιούμενο ιδιαίτερης προσοχής. Αποτελεί σημάδι (για να εκθέσουμε, προκαταβολικά κάπως, τα συμπεράσματα στα οποία θα φθάσουμε αργότερα) που επιβεβαιώνει κατά τρόπο σαφή, τον αποκλεισμό, σ’ όλη την έκταση της Ελλάδος, των γυναικών από τη δημόσια ζωή και την αποκλειστική βασικά αφιέρωσή τους στην αναπαραγωγή».
Και πιο κάτω:
«Είναι βέβαιο ότι στην Ελλάδα υπήρξαν και εορτές μυητικές των γυναικών, όταν επρόκειτο για τελετές χωριστές και διαφορετικές από τις αντίστοιχες τελετουργίες μύησης των ανδρών. Ο λόγος είναι προφανής. Οι μυητικές τελετουργίες χρησίμευαν στον καθορισμό της θέσης που το άτομο επρόκειτο να καταλάβει μέσα στην κοινότητα και, στη συνέχεια, στην προώθησή του προς μια υψηλότερη θέση βάσει κανόνων που αυτή η ίδια η κοινωνία έθετε απαιτώντας την επακριβή εφαρμογή τους. Οι κανόνες, οι ρυθμιστικοί της συμπεριφοράς τους, ήταν, όπως ήδη σημειώθηκε, διαφορετικοί από τους αντίστοιχους κανόνες που ρύθμιζαν τους ρόλους των ανδρών.»
Θέλετε τώρα να μάθετε ποιες ήσαν οι διάφορες μυητικές τελετές στον ελληνικό κόσμο;
Ας διαβάσουμε τι λέει η γνωστή Καθηγήτρια Εύα Κανταρέλλα, αρχίζοντας από τους θεσμούς των δωρικών περιφερειών3, λέγοντας επί λέξει τα εξής:
«Ο μυητικός χαρακτήρας της σπαρτιατικής εκπαίδευσης είναι περισσότερο από σαφής: ανάλογα με την ηλικία τους, με αρχή το έβδομο έτος, οι νέοι Σπαρτιάτες εισάγονταν σε ομάδες συνομηλίκων τους. Τελικά, μέσω μια ολόκληρης σειράς εκπαιδευτικών μέτρων και τελετουργιών, γίνονταν όμοιοι, με άλλα λόγια πολίτες με πλήρη δικαιώματα και ως τέτοιοι περιορισμένοι να εξουσιάζουν αυτούς που δεν ήταν πολίτες, δηλαδή τους «περίοικους» και τους «είλωτες»…»4
ΚΑΙ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ;
«Στην Σπάρτη – συνεχίζει η Καθηγήτρια – τελούνταν εκτός από τις μυητικές τελετές ανδρών και ανάλογες τελετές γυναικών. Η ζωή που έκαναν οι άντρες ήταν τέτοια που περιόριζε τα έργα των γυναικών μέσα σε στενότατα πλαίσια: δεν τους επιτρεπόταν παρά μόνο να είναι σύζυγοι και μητέρες. Οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές στις τελετές μύησης των ανδρών. Οι δικές τους μυητικές τελετές είχαν μεν ως πρότυπο τις αντίστοιχες ανδρικές, διέφεραν όμως απ’ αυτές κατά τρόπο ιδιαίτερα χαρακτηριστικό. Πάντως ακόμη και στη Σπάρτη οι γυναίκες δεν συμμετείχαν στην διακυβέρνηση της πόλης. Διέφεραν, βέβαια, από τις λοιπές Ελληνίδες και ήταν πιο ελεύθερες, μετείχαν ακόμη και σε πλήθος αθλητικές δραστηριότητες, όμως δεν είχαν κι αυτές παρά μόνο ένα κύριο έργο: το να γεννούν παιδιά για την πόλη.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι κατά τρόπο διαφορετικό από τους άντρες, οι γυναίκες δεν περνούσαν από πολλά ηλικιακά στάδια, παρά μόνο από ένα: της παρθενίας. Στη ζωή των γυναικών, κι αυτών ακόμη των Σπαρτιατισσών, μόνο ένα βασικό όπως είπαμε ορόσημο υπήρχε: ο νόμος.»
«Στις λεγόμενες πρωτόγονες κοινωνίες εντοπίζουμε ορισμένες τελετουργίες που σημαδεύουν την είσοδο ενός ατόμου στην ευρύτερη κοινωνία και καθορίζουν την θέση του μέσα σ’ αυτήν. Πρόκειται για τελετουργίες που λεπτομερώς ρυθμίζονται από την ομάδα στην οποία ο μυούμενος επρόκειτο να γίνη δεκτός. Οι τελετές αυτές οργανώνονταν σύμφωνα με εθιμικούς κανόνες που γνώριζαν μόνο τα μέλη της ομάδας· αποτελούν μια καίρια στιγμή στη ζωή κάθε ατόμου: τη στιγμή ακριβέστερα που συμβόλιζε την είσοδό του στο εν γένει πνεύμα της όποιας ομάδας προκρινόταν γι’ αυτόν. Όποιον δεν ανήκε σ’ αυτήν τον θεωρούσαν ως κάτι ξένο.
Όταν επρόκειτο για τελετουργίες μύησης σε πολιτική ομάδα, οι εν λόγω τελετουργίες αποτελούσαν σημάδι εισόδου στο χώρο της εξουσίας. Η σημασία τους για τους σκοπού που έχουμε θέσει στο μελέτημα αυτό είναι προφανής. Δεδομένου ότι και οι Έλληνες, όπως και οι «πρωτόγονοι» τελούσαν εορτές μύησης, η συμμετοχή ή ο αποκλεισμός των γυναικών α’ αυτές, αποτελεί δείκτη για τη θέση τους – δείκτη κάθε άλλο παρά μη δικαιούμενο ιδιαίτερης προσοχής. Αποτελεί σημάδι (για να εκθέσουμε, προκαταβολικά κάπως, τα συμπεράσματα στα οποία θα φθάσουμε αργότερα) που επιβεβαιώνει κατά τρόπο σαφή, τον αποκλεισμό, σ’ όλη την έκταση της Ελλάδος, των γυναικών από τη δημόσια ζωή και την αποκλειστική βασικά αφιέρωσή τους στην αναπαραγωγή».
Και πιο κάτω:
«Είναι βέβαιο ότι στην Ελλάδα υπήρξαν και εορτές μυητικές των γυναικών, όταν επρόκειτο για τελετές χωριστές και διαφορετικές από τις αντίστοιχες τελετουργίες μύησης των ανδρών. Ο λόγος είναι προφανής. Οι μυητικές τελετουργίες χρησίμευαν στον καθορισμό της θέσης που το άτομο επρόκειτο να καταλάβει μέσα στην κοινότητα και, στη συνέχεια, στην προώθησή του προς μια υψηλότερη θέση βάσει κανόνων που αυτή η ίδια η κοινωνία έθετε απαιτώντας την επακριβή εφαρμογή τους. Οι κανόνες, οι ρυθμιστικοί της συμπεριφοράς τους, ήταν, όπως ήδη σημειώθηκε, διαφορετικοί από τους αντίστοιχους κανόνες που ρύθμιζαν τους ρόλους των ανδρών.»
Θέλετε τώρα να μάθετε ποιες ήσαν οι διάφορες μυητικές τελετές στον ελληνικό κόσμο;
Ας διαβάσουμε τι λέει η γνωστή Καθηγήτρια Εύα Κανταρέλλα, αρχίζοντας από τους θεσμούς των δωρικών περιφερειών3, λέγοντας επί λέξει τα εξής:
«Ο μυητικός χαρακτήρας της σπαρτιατικής εκπαίδευσης είναι περισσότερο από σαφής: ανάλογα με την ηλικία τους, με αρχή το έβδομο έτος, οι νέοι Σπαρτιάτες εισάγονταν σε ομάδες συνομηλίκων τους. Τελικά, μέσω μια ολόκληρης σειράς εκπαιδευτικών μέτρων και τελετουργιών, γίνονταν όμοιοι, με άλλα λόγια πολίτες με πλήρη δικαιώματα και ως τέτοιοι περιορισμένοι να εξουσιάζουν αυτούς που δεν ήταν πολίτες, δηλαδή τους «περίοικους» και τους «είλωτες»…»4
ΚΑΙ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ;
«Στην Σπάρτη – συνεχίζει η Καθηγήτρια – τελούνταν εκτός από τις μυητικές τελετές ανδρών και ανάλογες τελετές γυναικών. Η ζωή που έκαναν οι άντρες ήταν τέτοια που περιόριζε τα έργα των γυναικών μέσα σε στενότατα πλαίσια: δεν τους επιτρεπόταν παρά μόνο να είναι σύζυγοι και μητέρες. Οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές στις τελετές μύησης των ανδρών. Οι δικές τους μυητικές τελετές είχαν μεν ως πρότυπο τις αντίστοιχες ανδρικές, διέφεραν όμως απ’ αυτές κατά τρόπο ιδιαίτερα χαρακτηριστικό. Πάντως ακόμη και στη Σπάρτη οι γυναίκες δεν συμμετείχαν στην διακυβέρνηση της πόλης. Διέφεραν, βέβαια, από τις λοιπές Ελληνίδες και ήταν πιο ελεύθερες, μετείχαν ακόμη και σε πλήθος αθλητικές δραστηριότητες, όμως δεν είχαν κι αυτές παρά μόνο ένα κύριο έργο: το να γεννούν παιδιά για την πόλη.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι κατά τρόπο διαφορετικό από τους άντρες, οι γυναίκες δεν περνούσαν από πολλά ηλικιακά στάδια, παρά μόνο από ένα: της παρθενίας. Στη ζωή των γυναικών, κι αυτών ακόμη των Σπαρτιατισσών, μόνο ένα βασικό όπως είπαμε ορόσημο υπήρχε: ο νόμος.»
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΜΥΗΣΕΩΣ
«Τα χαρακτηριστικά της μύησης των γυναικών είναι σαφή. Τα κορίτσια της Σπάρτης τελούσαν κάτω από την προστασία της θεάς παρθένου Άρτεμης. Όταν έφθαναν σε μία ηλικία που δεν είναι δυνατόν να καθορίσουμε επακριβώς (αλλά προφανώς στο μέσο όρο της ηλικίας που έφταναν στην εφηβεία τους) τα κορίτσια της Σπάρτης περνούσαν κάτω από την προστασία μιας άλλης θεότητος: της Ελένης· αυτή ανελάμβανε το έργο να τις κάνει γυναίκες κατά το δικό της πρότυπο. Το πέρασμα από την προστασία της Άρτεμης στην προστασία της Ελένης συνέπιπτε με την τέλεση μιας μυητικής εορτής που μέσω μιας απομόνωσης και ανατροπής των αναγνωρισμένων σεξουαλικών κανόνων, οριοθετούσε την είσοδό τους στον κόσμο των ώριμων γυναικών, των κατάλληλων για γάμο.
Οι μυήσεις των γυναικών της Σπάρτης δεν ήταν διαφορετικές από τις αντίστοιχές τους των γυναικών της Αθήνας που μπορούμε ευτυχώς να αναπαραστήσουμε με πολλές μάλιστα λεπτομέρειες χάρη στα λεγόμενα από τον χορό των Ατθίδων στη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη. Οι γυναίκες του χορού της κωμωδίας αυτής, εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους προς την πόλη για την παιδεία που τους έδωσε αναφερόμενος στα ποικίλα στάδιά της:
Οι μυήσεις των γυναικών της Σπάρτης δεν ήταν διαφορετικές από τις αντίστοιχές τους των γυναικών της Αθήνας που μπορούμε ευτυχώς να αναπαραστήσουμε με πολλές μάλιστα λεπτομέρειες χάρη στα λεγόμενα από τον χορό των Ατθίδων στη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη. Οι γυναίκες του χορού της κωμωδίας αυτής, εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους προς την πόλη για την παιδεία που τους έδωσε αναφερόμενος στα ποικίλα στάδιά της:
“Από επτάχρονη κόρη τ’ άγια βάζα κρατούσι
(ηρρηφόρουν)
και στα δέκα είχ’ αλέσει της θεάς το κριθάρι
(αλετρίς)
κι αρκουδίτσα είχα γίνει και κροκάτα φορούσα στης Βραώνος
τη χάρη (άρκτος…)
και σαν (έγινα κι εγώ) κοπελίτσα όλο γλύκα
το κανίστρι κρατούσα και μιαν αρμάθα με σύκα
(κακανηφόρουν)”5.
Οι παραπάνω στίχοι αναφέρονται σε ορισμένες θρησκευτικές τελετές που κατά τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα, όταν έγραφε ο Αριστοφάνης, αφορούσαν στα κορίτσια. Οι αρρηφόροι ήταν ειδικότερα τέσσερις παρθένες, από τις πιο ευγενείς οικογένειες της πόλης, που ήταν επιφορτισμένες με την ύφανση του πέπλου της Αθηνάς· οι αλετρίδες άλεθαν το σιτάρι για το ιερό ψωμί που προσφερόταν στη θεά. Οι άρκτοι ήταν ιέρειες που τελούσαν μια ορισμένη η ιεροτελεστία για τον εξιλασμό της πόλης τους από μιαν ασέβεια που είχε γίνει προς την Άρτεμη6…
Κανηφόροι, τέλος, ονομάζονταν τα κορίτσια εκείνα που στα Παναθήναια κρατούσαν τα καλάθια με τα ιερά αντικείμενα και τις προσφορές.7».
(ηρρηφόρουν)
και στα δέκα είχ’ αλέσει της θεάς το κριθάρι
(αλετρίς)
κι αρκουδίτσα είχα γίνει και κροκάτα φορούσα στης Βραώνος
τη χάρη (άρκτος…)
και σαν (έγινα κι εγώ) κοπελίτσα όλο γλύκα
το κανίστρι κρατούσα και μιαν αρμάθα με σύκα
(κακανηφόρουν)”5.
Οι παραπάνω στίχοι αναφέρονται σε ορισμένες θρησκευτικές τελετές που κατά τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα, όταν έγραφε ο Αριστοφάνης, αφορούσαν στα κορίτσια. Οι αρρηφόροι ήταν ειδικότερα τέσσερις παρθένες, από τις πιο ευγενείς οικογένειες της πόλης, που ήταν επιφορτισμένες με την ύφανση του πέπλου της Αθηνάς· οι αλετρίδες άλεθαν το σιτάρι για το ιερό ψωμί που προσφερόταν στη θεά. Οι άρκτοι ήταν ιέρειες που τελούσαν μια ορισμένη η ιεροτελεστία για τον εξιλασμό της πόλης τους από μιαν ασέβεια που είχε γίνει προς την Άρτεμη6…
Κανηφόροι, τέλος, ονομάζονταν τα κορίτσια εκείνα που στα Παναθήναια κρατούσαν τα καλάθια με τα ιερά αντικείμενα και τις προσφορές.7».
Χωρίς αμφιβολία, πίσω από τα παραπάνω λόγια του χορού, δεν είναι αδύνατον το να εντοπίση κανείς την ύπαρξη ενός μυητικού συστήματος, σύμφωνα με το οποίο όλες οι κοπέλες καθώς σιγά – σιγά πλησίαζαν προς την εφηβεία, περνούσαν (στην Αθήνα τουλάχιστον) από τέσσαρα στάδια. Το καθένα τους το χαρακτήριζαν ιδιαίτερες συμβολικές τελετές.
Συμπληρώνοντας, λοιπόν, τις πληροφορίες που μας δίνει ο Αριστοφάνης, μαζί με άλλες πηγές, μπορούμε να εντοπίσουμε μερικές από τις μυητικές αυτές τελετές στην αρχαία Αθήνα.
«Οι αρρηφόροι – γράφει η Εύα Κανταρέλλα – κατά ένα πρώτο στάδιο, έμεναν για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα κλεισμένες στην Ακρόπολη, ντυμένες με ένα ιμάτιο λευκό· ασκούνταν στην τυπικά γυναικεία τέχνη, την υφαντική. Κατά ένα δεύτερο μυητικό στάδιο, ασχολούνταν με την εκμάθηση της βασικής κι αυτής τέχνης της κατασκευής του ψωμιού. Το τρίτο στάδιο χαρακτηριζόταν (εκτός από τη συνήθη περίοδο απομόνωσης) από μια σειρά συμβολικών πράξεων θανάτου και ανάστασης, στάδιο τυπικό πολλών πρωτόγονων μυητικών τελετών. Έβγαινε δε από το στάδιο του θανάτου η κόρη μέσω μιας οργιαστικής γιορτής κατά το τέλος της οποίας την θεωρούσαν πλέον έτοιμη να μπει στη χορεία των ωρίμων γυναικών των κατάλληλων για γάμο. Την έκαναν και πάλι δεκτή στην κοινότητα υπό νέα ονομασία αφού πρώτα εκπλήρωνε και κάποιους καινούργιους τύπους.»
Είναι συγκλονιστικό το τέταρτο στάδιο της ωρίμου γυναικός, όπου η Ελληνίδα λαμβάνει άλλο όνομα, όπως ακριβώς και σήμερα η Εκκλησία μας δίδει άλλο όνομα (κατά την κουράν), στις χειροτονημένες μοναχές, αλλά και στους μοναχούς, τους αρχιμανδρίτες, τους επισκόπους κλπ.
Συμπληρώνοντας, λοιπόν, τις πληροφορίες που μας δίνει ο Αριστοφάνης, μαζί με άλλες πηγές, μπορούμε να εντοπίσουμε μερικές από τις μυητικές αυτές τελετές στην αρχαία Αθήνα.
«Οι αρρηφόροι – γράφει η Εύα Κανταρέλλα – κατά ένα πρώτο στάδιο, έμεναν για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα κλεισμένες στην Ακρόπολη, ντυμένες με ένα ιμάτιο λευκό· ασκούνταν στην τυπικά γυναικεία τέχνη, την υφαντική. Κατά ένα δεύτερο μυητικό στάδιο, ασχολούνταν με την εκμάθηση της βασικής κι αυτής τέχνης της κατασκευής του ψωμιού. Το τρίτο στάδιο χαρακτηριζόταν (εκτός από τη συνήθη περίοδο απομόνωσης) από μια σειρά συμβολικών πράξεων θανάτου και ανάστασης, στάδιο τυπικό πολλών πρωτόγονων μυητικών τελετών. Έβγαινε δε από το στάδιο του θανάτου η κόρη μέσω μιας οργιαστικής γιορτής κατά το τέλος της οποίας την θεωρούσαν πλέον έτοιμη να μπει στη χορεία των ωρίμων γυναικών των κατάλληλων για γάμο. Την έκαναν και πάλι δεκτή στην κοινότητα υπό νέα ονομασία αφού πρώτα εκπλήρωνε και κάποιους καινούργιους τύπους.»
Είναι συγκλονιστικό το τέταρτο στάδιο της ωρίμου γυναικός, όπου η Ελληνίδα λαμβάνει άλλο όνομα, όπως ακριβώς και σήμερα η Εκκλησία μας δίδει άλλο όνομα (κατά την κουράν), στις χειροτονημένες μοναχές, αλλά και στους μοναχούς, τους αρχιμανδρίτες, τους επισκόπους κλπ.
ΑΠΟ ΠΟΤΕ;
Στο αγωνιώδες ερώτημα από ποίαν άραγε ιστορική περίοδο ξεκινούν οι μυητικές αυτές τελετές κι αφού η Αττική είχε κατοικηθεί από την νεολιθική ήδη περίοδο, και αργότερα έγινε και έδρα Μυκηναίων, σε ποια άραγε απ’ αυτές τις δύο χρονικές περιόδους βυθίζουν τις ρίζες τους οι τελετές στις οποίες αναφέρεται ο Αριστοφάνης;
«Η απάντηση – λέει η ως άνω Καθηγήτρια – δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη. Πάντως και χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι δίνουμε μιαν οριστική απάντηση, που θα ήταν οπωσδήποτε παρακινδυνευμένη, θα λέγαμε ότι οσοδήποτε κι αν μπορέσουμε να προχωρήσουμε προς τα πίσω στην ιστορία της Αθήνας οι γυναίκες δεν παρουσιάζονται σε καμιά περίπτωση να παίζουν ρόλο περιβεβλημένο με κάποιες εξουσίες. Η θέση που η κοινωνία παραχωρούσε σ’ αυτές όπως συνάγουμε από τις διάφορες τελετές μύησης, δεν υπήρξε διαφορετική από την θέση που είχαν κατά την ιστορική εποχή: υφάντριες και κατασκευάστριες ψωμιού, δηλαδή ταγμένες στην υπηρεσία της ζωής του οίκου. Από την πιο τρυφερή τους ηλικία ωθούνταν στην εκμάθηση του ρόλου της συζύγου και της μητέρας.»
Εδώ, λοιπόν, τίθεται κι άλλο ένα ερώτημα:
– Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες γεννήθηκαν και ωρισμένες αρχαίες Ελληνίδες, που έλαμψαν δια της πνευματικής ακτινοβολίας των, το εν γένει πολιτιστικό οικοδόμημα της κλασικής εποχής και όχι μόνον; Μόνο υφάντριες, κατασκευάστριες ψωμιού, σύζυγοι ή μητέρες ήσαν οι αρχαίες Ελληνίδες ή μήπως και μεγάλες πνευματικές φυσιογνωμίες για τις οποίες ο παράγων χρόνος τις έθαψε στην αφάνεια;
Ίδωμεν…
Στο αγωνιώδες ερώτημα από ποίαν άραγε ιστορική περίοδο ξεκινούν οι μυητικές αυτές τελετές κι αφού η Αττική είχε κατοικηθεί από την νεολιθική ήδη περίοδο, και αργότερα έγινε και έδρα Μυκηναίων, σε ποια άραγε απ’ αυτές τις δύο χρονικές περιόδους βυθίζουν τις ρίζες τους οι τελετές στις οποίες αναφέρεται ο Αριστοφάνης;
«Η απάντηση – λέει η ως άνω Καθηγήτρια – δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη. Πάντως και χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι δίνουμε μιαν οριστική απάντηση, που θα ήταν οπωσδήποτε παρακινδυνευμένη, θα λέγαμε ότι οσοδήποτε κι αν μπορέσουμε να προχωρήσουμε προς τα πίσω στην ιστορία της Αθήνας οι γυναίκες δεν παρουσιάζονται σε καμιά περίπτωση να παίζουν ρόλο περιβεβλημένο με κάποιες εξουσίες. Η θέση που η κοινωνία παραχωρούσε σ’ αυτές όπως συνάγουμε από τις διάφορες τελετές μύησης, δεν υπήρξε διαφορετική από την θέση που είχαν κατά την ιστορική εποχή: υφάντριες και κατασκευάστριες ψωμιού, δηλαδή ταγμένες στην υπηρεσία της ζωής του οίκου. Από την πιο τρυφερή τους ηλικία ωθούνταν στην εκμάθηση του ρόλου της συζύγου και της μητέρας.»
Εδώ, λοιπόν, τίθεται κι άλλο ένα ερώτημα:
– Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες γεννήθηκαν και ωρισμένες αρχαίες Ελληνίδες, που έλαμψαν δια της πνευματικής ακτινοβολίας των, το εν γένει πολιτιστικό οικοδόμημα της κλασικής εποχής και όχι μόνον; Μόνο υφάντριες, κατασκευάστριες ψωμιού, σύζυγοι ή μητέρες ήσαν οι αρχαίες Ελληνίδες ή μήπως και μεγάλες πνευματικές φυσιογνωμίες για τις οποίες ο παράγων χρόνος τις έθαψε στην αφάνεια;
Ίδωμεν…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Ιαμβ. Πυθ. 17, 74.
2) ΕVA CANTARELLA: «ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1998.
3) Διαφορετικά απ’ ό,τι συνέβαινε στην Αττική, μυητικές εορτές εξακολουθούσαν να γίνωνται (ιδιαίτερα στην Σπάρτη) ακόμα και για την κλασική περίοδο. (EVA CANTARELLA).
4) Είναι γνωστόν ότι τα παιδιά, στα επτά τους χρόνια, τα έπαιρναν από τις οικογένειές των και τα έβαζαν μέσα σε μια ομάδα («αγέλη») όπου, αφού τους εξύριζαν τα μαλλιά (κάτι που γινόταν και στα δικά μας μαθητικά χρόνια) άρχιζαν να τους μαθαίνουν τι σημαίνει σκληραγωγία. Στα δώδεκά τους έμπαιναν σε μια καινούργια φάση, κατά την διάρκειαν της οποίας οι δυσκολίες μεγάλωναν, μέχρι την ώρα που γίνονταν είκοσι ετών, οπότε, ως «είρενες πλέον,» («από του εν αυταίς ειρείν, ό εστι λέγειν», αναφέρει ο Ησύχιος στο Λεξικό του) ελάμβαναν το έργο της εποπτείας και της εκπαιδεύσεως των νέων.
5) Αριστοφάνους, Λυσιστράτη, 641 – 645 (μετάφραση Ν. Σφυρόερα).
6) Κάποια φορά είχαν σκοτώσει μιαν αρκούδα που είχε καταφύγει σ’ ένα ναό της θεάς Αρτέμιδος, με αποτέλεσμα η θεά να θυμώση πολύ και να στείλη λιμό στην πόλη. Το μαντείο είχε συστήσει να προσφέρεται, για εξιλασμό, και σ’ ανάμνηση της θανατώσεως της αρκούδας εκείνης, ένα κορίτσι.
7) Ακόμη και σήμερα πηγαίνουμε «πρόσφορα» στις Εκκλησίες!..
1) Ιαμβ. Πυθ. 17, 74.
2) ΕVA CANTARELLA: «ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1998.
3) Διαφορετικά απ’ ό,τι συνέβαινε στην Αττική, μυητικές εορτές εξακολουθούσαν να γίνωνται (ιδιαίτερα στην Σπάρτη) ακόμα και για την κλασική περίοδο. (EVA CANTARELLA).
4) Είναι γνωστόν ότι τα παιδιά, στα επτά τους χρόνια, τα έπαιρναν από τις οικογένειές των και τα έβαζαν μέσα σε μια ομάδα («αγέλη») όπου, αφού τους εξύριζαν τα μαλλιά (κάτι που γινόταν και στα δικά μας μαθητικά χρόνια) άρχιζαν να τους μαθαίνουν τι σημαίνει σκληραγωγία. Στα δώδεκά τους έμπαιναν σε μια καινούργια φάση, κατά την διάρκειαν της οποίας οι δυσκολίες μεγάλωναν, μέχρι την ώρα που γίνονταν είκοσι ετών, οπότε, ως «είρενες πλέον,» («από του εν αυταίς ειρείν, ό εστι λέγειν», αναφέρει ο Ησύχιος στο Λεξικό του) ελάμβαναν το έργο της εποπτείας και της εκπαιδεύσεως των νέων.
5) Αριστοφάνους, Λυσιστράτη, 641 – 645 (μετάφραση Ν. Σφυρόερα).
6) Κάποια φορά είχαν σκοτώσει μιαν αρκούδα που είχε καταφύγει σ’ ένα ναό της θεάς Αρτέμιδος, με αποτέλεσμα η θεά να θυμώση πολύ και να στείλη λιμό στην πόλη. Το μαντείο είχε συστήσει να προσφέρεται, για εξιλασμό, και σ’ ανάμνηση της θανατώσεως της αρκούδας εκείνης, ένα κορίτσι.
7) Ακόμη και σήμερα πηγαίνουμε «πρόσφορα» στις Εκκλησίες!..