Σε τι διαφέρει ένας άνθρωπος από κάποιο ζώο όταν και τα δυο αυτά είδη μοιράζονται ένα κοινό πεδίο ύπαρξης όπως και πανομοιότυπες βιολογικές ανάγκες; Αν κανείς παρατηρήσει μια αγέλη σκύλων να παίζει σήμερα στο πάρκο, θα εντοπίσει συμπεριφορές κοινές με αυτές μιας ομάδας παιδιών. Υπάρχει όμως μια ουσιαστική διαφορά – τα παιδιά μπορούν να δημιουργήσουν κάστρα στην άμμο, να μεταπλάσσουν δηλαδή την ύλη προσδίδοντας της αφηρημένες σημασίες.
Αυτή πιστεύω -δίχως αναγκαστικά να περιορίζεται εδώ- είναι και η βασική διαφορά του ανθρώπου από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο, όχι μια διαφορά αξιοκρατική ή ποσοτική αλλά λειτουργική. Ο άνθρωπος διαθέτει αφαιρετική σκέψη, ιδίωμα του είναι η φαντασία. Είναι πολύ πιθανό τα ζώα να καλλιεργήσουν στο μέλλον παρόμοια την φαντασιακή τους ικανότητα – ήδη αυτή την στιγμή, είναι γνωστό πως πολλά είδη ονειρεύονται γεγονός που ίσως μαρτυρά την σταδιακή δόμηση ενός οργανωμένου συνειδητού έξω από τον κόλπο της ασυνείδητης ύπαρξης.
Η φαντασία λοιπόν, η διεργασία εκείνη του πως θα ήταν τα πράγματα αν ήταν αλλιώς, προσφέρει την εμπειρία του διαφορετικού, του εναλλακτικού από αυτό που φαίνεται πως είναι ήδη, με λίγα λόγια, την έννοια του Άλλου.
Αναπόφευκτα λοιπόν, αυτό το φυσικό αίσθημα διαφοροποίησης γεννά εκτός των υπολοίπων και την έννοια του Ιερού. Το Ιερό ως αντιδιαστολή με το καθημερινό. Αυτό σημαίνει πως ιερός είναι ο διαφορετικός χώρος και τόπος, όχι απλά όμως ο κάθε ανοίκειος χώρος και τόπος αλλά η στιγμή ή το σημείο εκείνο που φανερώνει την αναφορικότητα στο Άλλο, στο υπερβατικό, στο άρρητο.
Το δωμάτιο στο οποίο διαβάζετε αυτή την στιγμή αυτό το κείμενο, δεν είναι ιερό, είναι το πεδίο της καθημερινότητας σας. Αλλάζει σε ιερό όταν διαφοροποιείτε από αυτή την καθημερινότητα, όταν σταματά να αποτελεί τμήμα της συνέχειας των γεγονότων που αφορούν το φθαρτό σύμπαν και τις έγνοιες του, και γίνεται μέλος των αιώνιων εκείνων στοιχείων που υπερβαίνουν το άτομο και την εποχή του.
Ακόμη και αυτά όμως δεν είναι αρκετά για να ορίσουμε κάτι ως Ιερό. Διότι η οριοθέτηση απλά δεν δηλώνει σχέση, δεν δηλώνει μετοχή με αυτό που ονομάζουμε Ιερό. Ως έχει η οριοθέτηση αυτή είναι μια παθητική ενέργεια! Κατά συνέπεια, ένα τρίτο βασικό χαρακτηριστικό του Ιερού είναι η τελεστική, η συμβολική πράξη δηλαδή -μέσα από αναφορικές εικόνες, λέξεις, κινήσεις- που αποσκοπεί στην αισθητοποίηση του αφανούς. Τότε μονάχα το άτομο γίνεται αυτό στο οποίο αναφέρεται δηλαδή αλλάζει σε σημαίνον, ένα σύμβολο που ζωοποιήτε από το σημαινόμενο το οποίο πλέον σωματοποιήτε μέσω αυτής της σχέσης στο αισθητό πεδίο. Η συνάντηση τους, ο γάμος αυτός με το Άλλο προσφέρει έκσταση δηλαδή έξοδο από το σύνηθες και το βατό. Και γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο λέγεται για το Ιερό πως γεφυρώνει κόσμους, πως είναι πύλη και πέρασμα. Διότι αποτελεί βίωμα αυθυπέρβασης, εμπειρία εγκατάλειψης του επίκτητου και ανάδειξης του αιωνίου στον άνθρωπο.
Την καίρια αυτή στιγμή το άτομο δεν υπάρχει απλά, είναι. Η εμπειρία αυτή της αληθής παρουσίας δεν κλείνετε σε λέξεις, όπως άλλωστε δεν περιορίζετε το άπειρο στο πεπερασμένο. Κοινωνείτε όμως μέσα από τα σύμβολα όπου οι επιμέρους εμπειρίες συγκλίνουν σε μια κοινή, καθολική αναφορά, στο Εν, στο Θείο, στο Άλλο.
Γιώργος Ιωαννίδης