Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

Ο ΤΡΑΠΕΖΙΤΗΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ

 

Τους τελευταίους μήνες όλοι είμαστε μάρτυρες της οικονομικής κρίσης που εξελίσσεται παγκόσμια. Μιας κρίσης που είναι πλέον σαφές ότι έχει τις ρίζες της στην απληστία, στον εγωισμό, στην απομάκρυνση από τον «άλλο», συνεπώς μια κρίση πρωτίστως εσωτερική που μαίνεται στον ίδιο τον άνθρωπο.  Η ευθύνη για την κατάρρευση της οικονομίας εντοπίζεται στο μεγάλο αριθμό δανείων, με τρόπους και όρους τέτοιους που καθιστούν τον δανειολήπτη ανίκανο να ξεπληρώσει. Το αποτέλεσμα φυσικά είναι οι τράπεζες να χάνουν διαρκώς λεφτά και να γίνονται ακόμη πιο σκληρές απέναντι στους καταχρεωμένους πελάτες τους

Όλες, εκτός από μια: την Grameen Bank, που λειτουργεί εδώ και περίπου 25 χρόνια έχοντας σταθερά ανοδική πορεία και που δεν έχει πληγεί καθόλου από την οικονομική κρίση. Μια τράπεζα «αλλιώτικη», φαινόμενο, που δείχνει το δρόμο για την κοινωνία της ειρήνης και της δικαιοσύνης. Εμπνευστής και ιδρυτής της ένας σπάνιος άνθρωπος, προφανώς άγνωστος στα κατεστημένα μέσα ενημέρωσης: ο Μοχάμεντ Γιουνούς.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ
Ο Μοχάμεντ Γιουνούς γεννήθηκε στις 28 Ιουνίου του 1940 σε ένα μικρό χωριουδάκι του Μπαγκλαντές. Ο πατέρας του πάλευε να ζήσει την οικογένειά του πουλώντας κοσμήματα με σκοπό να δώσει ευκαιρίες στα εννέα παιδιά του να σπουδάσουν.
Ο Μοχάμεντ πέτυχε, κερδίζοντας υποτροφία, να σπουδάσει οικονομολογία στις ΗΠΑ. Ολοκληρώνοντας τις

σπουδές του, επέστρεψε στο Μπαγκλαντές για να διδάξει στο Πανεπιστήμιο. Ήταν τότε που το Μπαγκλαντές περνούσε τη δύσκολη περίοδο του λιμού του ’74, όπου χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν εξαιτίας της φτώχειας και της εξαθλίωσης.
Βλέποντας ο Γιουνούς τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η τοπική κοινότητα πέριξ του Πανεπιστημίου, θέλησε με κάποιον τρόπο να βοηθήσει. Καθώς αναζητούσε λύσεις, πληροφορήθηκε για τη μάστιγα των τοκογλύφων στην περιοχή και ενδιαφέρθηκε να μάθει ποιοι όφειλαν στους τοκογλύφους και ποιο ήταν το συνολικό χρωστούμενο.  Έμαθε ότι το ποσό ανερχόταν στα 27 δολάρια –ποσό διόλου ευκαταφρόνητο τότε– το οποίο χρωστούσαν σαράντα δύο γυναίκες.
Προσπάθησε να τις φέρει σε επαφή με την τράπεζα που υπήρχε και μέσα στο Πανεπιστήμιο, αλλά η τράπεζα αρνήθηκε να δανείσει τόσο μικρά ποσά με ρίσκο να μην τα πάρει ποτέ πίσω. Για πολλούς μήνες ο Γιουνούς πάλεψε να λάβει μια θετική απάντηση από την τράπεζα, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τελικά, αποφάσισε να εγγυηθεί εκείνος για τις γυναίκες, λαμβάνοντας δάνειο στο όνομά του, για το ποσό των 27 δολαρίων.
Δεν ήξερε ούτε ενδιαφέρθηκε για το εάν θα πάρει ποτέ πίσω τα λεφτά του. Με μεγάλη του όμως έκπληξη είδε όλα τα λεφτά να επιστρέφουν, μέχρι την τελευταία δεκάρα. Αυτή ήταν η πηγή της έμπνευσης που τον οδήγησε στο μικροδανεισμό. Μετά από μελέτη και έρευνα, κατέληξε στο ότι τα μικρά δάνεια θα μπορούσαν να κάνουν τη μεγάλη διαφορά στους μη έχοντες.
Οι γυναίκες της Τζόμπρα, το χωριουδάκι δίπλα στο Πανεπιστήμιο που δίδασκε, προσπαθούσαν να ζήσουν φτιάχνοντας μικροέπιπλα. Μιας όμως και δεν είχα λεφτά για να αγοράσουν την πρώτη ύλη (μπαμπού) για την κατασκευή τους, αναγκάζονταν να δανείζονται από τους τοκογλύφους, οι οποίοι μετά αγόραζαν τα μικροέπιπλα σε όποια τιμή ήθελαν.
Το αποτέλεσμα φυσικά ήταν οι γυναίκες να έχουν ελάχιστο κέρδος από τη δουλειά τους και έτσι να ξαναδανείζονται από τους τοκογλύφους για να επιβιώσουν.
Προσφέροντάς τους ο Γιουνούς ένα μικρό δάνειο με χαμηλό τόκο, τους έδωσε την ευκαιρία να αγοράσουν μπαμπού και κατόπιν να πουλάνε τα μικροέπιπλά τους σε τιμές που εκείνες έκριναν και φυσικά τους απέφεραν καλύτερο κέρδος. Αμέσως οι μικροεπιχειρήσεις τους άνθησαν!

ΜΙΑ… ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΤΡΑΠΕΖΑ
Από αυτή του την εμπειρία στην Τζόμπρα, ο Γιουνούς συνειδητοποίησε ότι ήταν απαραίτητη η δημιουργία ενός ιδρύματος που θα έδινε δάνεια σ’ αυτούς που δεν έχουν τίποτα. Οι άλλες τράπεζες δεν ενδιαφέρονταν να δανείσουν μικροποσά στους φτωχούς, διότι ήταν αφενός ασύμφορο και αφετέρου ριψοκίνδυνο να χάσουν τα λεφτά τους. Ο Γιουνούς όμως είχε αντίθετη γνώμη…
Μετά από πολλές προσπάθειες και μεγάλη επιμονή, τελικά κατάφερε να λάβει δάνειο από την κρατική τράπεζα, το Δεκέμβριο του ’76, για να ξεκινήσει την επιχείρησή του δανείζοντας στους φτωχούς της Τζόμπρα.
Τα πρώτα χρόνια το ίδρυμά του λειτουργούσε εξασφαλίζοντας δάνεια από άλλες τράπεζες. Μέσα σε οκτώ χρόνια, το 1982, το ίδρυμα έφτασε να αριθμεί είκοσι οκτώ χιλιάδες δανειολήπτες και την 1η Οκτωβρίου του 1983 αναπτύχθηκε σε κανονική τράπεζα με το όνομα Grameen Bank, δηλαδή «Τράπεζα των Χωρικών», εστιάζοντας κυρίως στη δανειοδότηση των φτωχών του Μπαγκλαντές.
Σήμερα, 25 χρόνια μετά την ίδρυσή της, η «Τράπεζα των Χωρικών» αριθμεί περισσότερους από επτά εκατομμύρια δανειολήπτες και παραμένει μια κερδοφόρα, διαρκώς εξελισσόμενη, επιχείρηση.
«Η Grameen Bank είναι μια… αντίστροφη τράπεζα», μας πληροφορεί ο Γιουνούς. «Πάρτε όλους τους νόμους και κανόνες που διέπουν τις μεγάλες τράπεζες και αντιστρέψτε τους. Αυτοί οι ανεστραμμένοι κανόνες ισχύουν για την Grameen Bank. Για παράδειγμα, οι τράπεζες στηρίζονται στην αρχή “όσο περισσότερα έχεις, τόσο περισσότερα μπορείς να πάρεις” κι έτσι εστιάζονται στους πλούσιους. Η Grameen Bank ανέστρεψε αυτήν την αρχή σε “όσο λιγότερα έχεις, τόσο περισσότερα θα σου δώσουμε”».

ΠΕΡΝΩΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ
Η Grameen Bank όμως δεν σταμάτησε εκεί. Έκανε ακόμη ένα βήμα παραπέρα: δεν έχει δικηγόρους! Μια επαναστατική απόφαση αν σκεφτεί κανείς ότι συνολικά δανείζει περίπου μισό δισεκατομμύριο δολάρια το χρόνο στα  εκατομμύρια των μικροδανειοληπτών της. 
Το ποσό είναι μεγάλο, αλλά δεν υπάρχουν δικηγόροι για να το προφυλάξουν. «Εάν μια μέρα όλοι οι δανειολήπτες μας οργανωθούν και μας πουν “δεν σας δίνουμε πίσω δεκάρα” δεν μπορούμε να τους κάνουμε τίποτα. Γιατί δεν έχουμε δικηγόρους» (από ομιλία του Γιουνούς στο Authors@Google).
Το σύστημα της τράπεζας βασίζεται εξ ολοκλήρου στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ τράπεζας και δανειοληπτών. Δεν υπάρχουν εγγυήσεις, δεν υπάρχουν δικηγόροι, δεν υπάρχει καμία γραφειοκρατία, νομικοί όροι και κυρώσεις. Απλά δίνουν λεφτά στον άνθρωπο που δεν έχει απολύτως τίποτα, κι επομένως καμία άλλη τράπεζα δεν θα του έδινε δάνειο.
Αυτά τα δάνεια δίνονται με τόκο που δεν μεταβάλλεται και το τελικό αποπληρωτέο ποσό δεν μπορεί ποτέ να ξεπεράσει το αρχικό ποσό του δανείου. Ταυτόχρονα, υπάρχει τέτοια άνεση στην αποπληρωμή του, που ο δανειολήπτης δεν υποχρεούται να αποπληρώσει σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Τον συμφέρει όμως να εξοφλήσει το συντομότερο δυνατό, διότι έτσι παραμένει μια «πόρτα ανοιχτή» για τις ανάγκες του. Με κάθε αποπληρωμή, έχει δικαίωμα να ξαναζητήσει άμεσα νέο δάνειο. Άλλωστε, τα δάνεια που δίνονται είναι τόσο μικρά (κατά μέσο όρο 150 δολάρια), που είναι μάλλον απίθανο ο δανειολήπτης να μην μπορέσει να ανταπεξέλθει στην εξόφλησή του.
Αντίθετα, εάν δεν εξοφλήσει το δάνειό του, δεν υπάρχει βέβαια καμία τιμωρία, αλλά η «πόρτα» της τράπεζας κλείνει γι’ αυτόν. Πράγμα που σημαίνει ότι εάν ξαναχρειαστεί στο μέλλον χρήματα (πράγμα σχεδόν σίγουρο), θα αναγκαστεί να απευθυνθεί στους αδίστακτους τοκογλύφους.
Το κλειδί της επιτυχίας της Grammen Bank, εκτός από τα μικρά και επομένως εύκολα στην αποπληρωμή δάνεια, είναι πως όλα τα δάνεια παρέχονται αποκλειστικά για επιχειρησιακή ανάπτυξη ή για εκπαίδευση.
Η φιλοσοφία της τράπεζας είναι πως όλα τα άλλα δάνεια, όπως για παράδειγμα τα καταναλωτικά, είναι στείρα δάνεια, διότι δεν μπορούν να αποφέρουν κανένα άμεσο ή έμμεσο κέρδος. Επομένως, μπορούν να γίνουν βλαβερά τόσο για το δανειολήπτη όσο και για το δανειοδότη. Αυτή η φιλοσοφία έχει προστατέψει εδώ και 25 χρόνια την Grameen Bank από οικονομικές κρίσεις.
Αυτή η σκέψη είναι εκπληκτική για πολλούς, απίστευτη για άλλους. Όμως λειτουργεί άψογα και μέχρι σήμερα το ποσοστό χαμένων χρημάτων από δάνεια που δόθηκαν δεν ξεπερνά το 2%!

ΔΑΝΕΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΠΟΡΟΥΣ
«Η φτώχεια δεν είναι μια φυσική κατάσταση του ανθρώπου, αλλά μια κατάσταση που επιβλήθηκε στον άνθρωπο. Συνεπώς, μπορεί να διορθωθεί. Ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για να είναι φτωχός. […] Μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν κόσμο χωρίς φτωχούς ανθρώπους, δίνοντας ίσες ευκαιρίες σε όλους».
Για να υποστηρίξει αυτή του την πεποίθηση, ο Γιουνούς τόλμησε αυτό που κάνει όλους τους τραπεζίτες της υφηλίου να αναρριγούν με τρόμο: έδωσε δάνεια στους ζητιάνους!
Η σκέψη ήταν απλή: οι ζητιάνοι πάνε από πόρτα σε πόρτα και από χωριό σε χωριό ζητιανεύοντας λίγο φαγητό. Η τράπεζα τους έδωσε ένα μικρό κεφάλαιο, προτρέποντάς τους να αγοράσουν με αυτό μικροπράγματα όπως καραμέλες, κουλουράκια, μικροσκεύη και λοιπά, για να τα πουλάνε στα σπίτια που έτσι κι αλλιώς επισκέπτονται καθημερινά. Δηλαδή, έδωσε την ευκαιρία στους ζητιάνους να γίνουν περιπλανώμενοι μικροπωλητές.
Το εγχείρημα γνώρισε από την αρχή μεγάλη επιτυχία και, μέσα στα πρώτα τέσσερα δοκιμαστικά χρόνια, οι αρχικά άποροι δανειολήπτες εξελίχθηκαν σε επιτυχημένους μικροπωλητές και δέκα χιλιάδες απ’ αυτούς διαπρέπουν μέχρι σήμερα ως έμποροι.
Ακόμη, άλλοι 100.000 άνθρωποι κατάφεραν να ξεφύγουν από την επαιτεία μια για πάντα.

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ
Ο Γιουνούς θέλησε η Grameen Bank να μην είναι απλά μια τράπεζα δανείων, αλλά μια τράπεζα ευκαιριών: «Οι τράπεζες πιστεύουν ότι ο κόσμος πρέπει να έρχεται σ’ αυτές και όχι αυτές να πηγαίνουν στον κόσμο. Στην Grameen Bank έχουμε αντιστρέψει αυτή την πεποίθηση και πάμε εμείς στον κόσμο. Αυτό κάνουμε κάθε μέρα, όλη μέρα. Είμαστε στους δρόμους και πλησιάζουμε τον κόσμο».
Πράγματι, 27.000 εργαζόμενοι της Grameen βρίσκονται καθημερινά στους δρόμους αναζητώντας δανειολήπτες.
Κάθε μέρα τριγυρίζουν στα μικρά χωριουδάκια του Μπαγκλαντές ψάχνοντας φτωχούς ανθρώπους για να τους δανείσουν, με κύριο στόχο τις γυναίκες. Εάν κάποια γυναίκα αρνηθεί, θα επιμείνουν περισσότερο, μέχρι τελικά να δεχθεί. Παράδοξο, αλλά εάν το καλοσκεφτούμε είναι πανέξυπνο, από κάθε άποψη. Αυτή η τακτική είναι η πραγματική εγγύηση της τράπεζας στο ότι δεν θα χάσει τα λεφτά της και ταυτόχρονα θα βοηθήσει στην ανάπτυξη της χώρας.
«Καταρχάς, ο άνθρωπος που αρνείται τα λεφτά παρόλο που είναι πάμφτωχος, υποδεικνύει χαρακτήρα με αξίες, με ήθος και με φιλότιμο. Εάν σ’ αυτόν τον άνθρωπο δανείσουμε λεφτά, θα κάνει ό,τι μπορεί για να μας τα επιστρέψει. Δεν θα διανοηθεί να κλέψει, δεν είναι στο χαρακτήρα του. Αν μάλιστα τον προτρέψουμε να τα ‘’αυγατίσει΄΄ κάνοντας κάποια μικρή δική του επιχείρηση, είναι πολύ πιθανό τα αποτελέσματα να είναι εκπληκτικά».
Η προτίμηση όμως ειδικά στις γυναίκες πάει ακόμα βαθύτερα: Μετά από έξι χρόνια έρευνας και παρατήρησης, ο Γιουνούς κατέληξε ότι τα λεφτά όταν δανείζονταν στις γυναίκες και όχι στους άνδρες είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να αποφέρουν κέρδος στην οικογένεια. Διότι οι γυναίκες, ειδικότερα σε μια μουσουλμανική κοινωνία, είναι πολύ πιθανότερο να επενδύσουν τα λεφτά τους σε κάτι μακροπρόθεσμα ωφέλιμο για την οικογένειά τους.
Συνήθως αυτή η επένδυση είναι η φροντίδα για τη σωστή εκπαίδευση των παιδιών τους, ένας σοβαρός παράγοντας στην ανάπτυξη του Μπαγκλαντές που έχει έντονο πρόβλημα αναλφαβητισμού.
Σήμερα, το 97% των δανειοληπτών της τράπεζας είναι γυναίκες και τα εννέα από τα δώδεκα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι γένους θηλυκού!


ΦΤΩΧΟΣ ΒΑΘΥΠΛΟΥΤΟΣ
Το 2006 ο Μοχάμεντ Γιουνούς και η Grameen Bank τιμήθηκαν (εκτός των δεκάδων βραβεύσεων και διεθνών αναγνωρίσεων που ήδη είχαν) με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης «για τις προσπάθειές τους να δημιουργήσουν κοινωνική ανάπτυξη από χαμηλά». Είναι η μοναδική περίπτωση μέχρι σήμερα που σε μια τράπεζα απονέμεται Νόμπελ Ειρήνης.
Όταν ο Γιουνούς ρωτήθηκε γιατί πιστεύει ότι επιλέχθηκε για Νόμπελ Ειρήνης και όχι για Νόμπελ Οικονομίας, εύστοχα απάντησε ότι το να πολεμάς τη φτώχεια σε κάνει υπέρμαχο της ειρήνης, διότι «η φτώχεια προωθεί τη βία, την πολιτική αναταραχή, την τρομοκρατία. Η ερμηνεία της ειρήνης είναι περιορισμένη στο ότι πρόκειται για την απουσία της σύγκρουσης μεταξύ των εθνών. Η ειρήνη όμως είναι περισσότερο έμφυτη, περισσότερο βασική στην ανθρώπινη φύση, στα ανθρώπινα όντα, σ’ αυτά που νιώθουμε ο ένας για τον άλλο, σ’ αυτά που νιώθουμε για τη ζωή γύρω μας και αυτά που βλέπουμε στο μέλλον μας. Η φτώχεια είναι ένας παράγοντας που διαταράσσει την πιθανότητα της ειρήνης».
Ο Γιουνούς απέδειξε με την τράπεζά του ότι η μικρο-οικονομία και ο μικρο-δανεισμός είναι ένα ισχυρό όπλο ενάντια της φτώχειας κι επομένως σύμμαχος της ειρήνης.
Πιστός στις πεποιθήσεις του, ο Γιουνούς μόλις έλαβε το ύψους 1,4 εκατομμυρίων δολαρίων Βραβείο Νόμπελ, δήλωσε ότι θα χρησιμοποιήσει το ποσό για τη δημιουργία εταιρείας κατασκευής τροφίμων με υψηλή θρεπτική αξία αλλά χαμηλό κόστος, ώστε να είναι προσιτά στους φτωχούς. Αυτή όμως δεν είναι η πρώτη του επιχείρηση, πέραν της Grammen Bank.
Ο Γιουνούς δραστηριοποιείται σε πολλούς τομείς, έχοντας δημιουργήσει πολλές εταιρείες, όπως κινητής τηλεφωνίας (τη μεγαλύτερη του Μπαγκλαντές) και οικιακής ηλιακής ενέργειας, όλες φτιαγμένες έτσι ώστε τα προϊόντα και οι υπηρεσίες τους να είναι επίσης προσιτές στις φτωχές οικογένειες.
Εστιάζοντας στο ίδιο το προϊόν και αδιαφορώντας για την ελκυστική συσκευασία και πολυδάπανη διαφήμιση, καταφέρνει να παρέχει «πολυτέλειες» ακόμα και στις πιο φτωχές οικογένειες, διατηρώντας ταυτόχρονα κερδοφόρα την επιχείρηση.
Ο ίδιος ο Γιουνούς όμως δεν έχει κανένα κέρδος από καμία από τις εταιρείες του. Τις δημιουργεί, αλλά δεν λαμβάνει μέρος στα κέρδη τους. Δεν είναι ούτε καν μέτοχος. Όταν ερωτήθηκε γιατί, απάντησε ότι πιστεύει πως ο άνθρωπος δεν είναι, ούτε πρέπει να γίνεται μηχανή παραγωγής χρημάτων.
Όπως υποστήριξε, ο άνθρωπος μπορεί να βρει την ευτυχία με δύο τρόπους: ο ένας είναι το να βγάζει λεφτά και ο άλλος το να προσφέρει στους συνανθρώπους του. Δυστυχώς όμως το οικονομικό κέρδος, ειδικά όταν είναι μεγάλο, εύκολα μπορεί να υποσκελίσει τη χαρά του να προσφέρεις, διότι ο άνθρωπος είναι άπληστος και παρασύρεται εύκολα από το πολύ χρήμα.

ΟΡΑΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΡΙΟ
Μέσα από τα έργα και τα λόγια του, ο Γιουνούς μάς προκαλεί να αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας τόσο για τη φιλανθρωπία όσο και για το επιχειρησιακό μοντέλο λειτουργίας.
Η προσφορά χρημάτων κάθε τόσο στον φτωχό με σκοπό να φάει ή να ντυθεί για λίγο καιρό, δεν λύνει κανένα πρόβλημα μακροπρόθεσμα. Επιπλέον, στην τακτική αυτή παραμονεύει πάντα ο κίνδυνος της οκνηρίας, καθώς ο άνθρωπος μπορεί να συνηθίσει σ’ αυτή την κατάσταση και να περιμένει διαρκώς από τους άλλους να τον βοηθήσουν αντί να προσπαθήσει μόνος του να βοηθήσει τον εαυτό του.
Ο σκοπός λοιπόν δεν πρέπει να είναι να λύσουμε το πρόβλημα της τροφής πρόσκαιρα αλλά για πάντα. Ο μόνος τρόπος για να συμβεί αυτό είναι να προτρέψουμε τον άνθρωπο και να του δώσουμε τις ευκαιρίες να βοηθήσει τον εαυτό του.
Το μεγάλο οικονομικό και επιχειρησιακό μάθημα που μας δίνει ο Γιουνούς είναι ότι: «πρέπει να πιστέψουμε στους ανθρώπους και στην ικανότητά τους να αλλάξουν τη ζωή τους. Όλοι οι άνθρωποι, συμπεριλαμβανομένων των φτωχών, έχουν τεράστιες δυνατότητες να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Ανεξάρτητα από την εμφάνισή του, βαθιά μέσα στον κάθε άνθρωπο υπάρχει ο πολύτιμος θησαυρός της δημιουργίας που περιμένει να ανακαλυφθεί, να ελευθερωθεί, να αλλάξει τη ζωή προς το καλύτερο. Εάν δούμε τον κάθε φτωχό άνθρωπο υπό αυτή την οπτική, θα δούμε τεράστιες προοπτικές για αυτόν τον κόσμο. […]
»Ο άνθρωπος είναι απόλυτα ικανός να φροντίζει τον εαυτό του. Έχουμε όμως δημιουργήσει μια κοινωνία που δεν επιτρέπει στους φτωχούς ανθρώπους να μπορέσουν να φροντίσουν τον εαυτό τους, γιατί τους έχουμε απαγορεύσει τις ευκαιρίες». Για να καταλήξει: «το κέρδος δεν θα έπρεπε να είναι ο μόνος λόγος ύπαρξης των επιχειρήσεων». Λόγια που ηχούν αλλόκοτα στις μέρες μας, νιώθουμε όμως όλοι ότι έτσι θα έπρεπε να είναι.
Οι κοινωνικές επιχειρήσεις μπορούν να συνδυάζουν το τερπνόν μετά του ωφελίμου αφού μπορούν (αποδεδειγμένα πλέον από το παράδειγμα της Grameen Bank) να είναι απόλυτα κερδοφόρες και παράλληλα αποτελεσματικότερες από τις φιλανθρωπικές επιχειρήσεις και τις δωρεές, διότι ανακυκλώνονται, έχουν στόχους και πρόοδο.
Ο Γιουνούς κοιτάζοντας στο μέλλον φιλοδοξεί ότι «θα έρθει η μέρα που τα εγγόνια μας θα πρέπει να πάνε σε μουσείο για να μάθουν τι σημαίνει φτώχεια. Θα δημιουργήσουμε μουσείο φτώχειας μέχρι το 2030 και θα ξεκινήσουμε από το Μπαγκλαντές. […] Ο κόσμος είναι δικός μας και θα τον χτίσουμε όπως εμείς θέλουμε».
Η επιτυχία της Grameen Bank στο μοντέλο της μικρο-οικονομίας έχει εμπνεύσει εκατοντάδες χώρες του τρίτου κόσμου, αλλά και βιομηχανικές χώρες, μεταξύ των οποίων και τις ΗΠΑ. Ο Γιουνούς ίσως προλάβει να σβήσει τα 90 κεράκια της τούρτας γενεθλίων του τo 2030.
Αξίζει να συμβάλουμε όσο μπορούμε στην πρωτοποριακή του πρακτική, με την ελπίδα να προλάβει επίσης να κόψει την κορδέλα εγκαινίων του Μουσείου Φτώχειας που οραματίζεται.


H Δέσποινα Πόποβιτς είναι ερευνήτρια και συγγραφέας. Άρθρα της έχουν δημοσιευτεί στον ειδικό έντυπο τύπο.