Τρίτη 4 Ιουνίου 2013

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΙΣΟΤΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ

 

Του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ

Ηταν ο Ρούντλ, ο σταθμάρχης
Και ο Μπέτζλει που δούλευε στα τραίνα
Και ο Ακμαν από την Επιμελητεία
Και ο Ντόνκιν από τις Φυλακές,

Και ο Μπλέϊκ ο Λοχίας εκπαιδευτής
Για δύο φορές ήταν δικός μας Σεβάσμιος
Μαζί με αυτόν που είχε το μαγαζί «Ευρώπη»
Τον γέρο – Φάμτζι Εντουλτζι


Εξω «Εταίρε, Κύριοι, Χαίρεται, Σαλαάμ»
Μέσα «Αδελφέ» και δεν υπήρχε τίποτα κακό.
Συναντιόμασταν στο Αλφάδι και χωριζόμασταν στον Γνώμονα
Και γω ήμουν ο δεύτερος Διάκονος στη Μητέρα Στοά μου εκεί κάτω !!


Είχαμε και τον Μπόλα Ναθ τον λογιστή
Και τον Σαούλ, τον ισραηλίτη του Αντεν,
Και τον Ντιν Μοχάμετ σχεδιαστή στο Κατάστο,
Ηταν ο Μπαμπού Τσακερμπούτυ
Και ο Αμίρ Σίχ, ο σιίτης ,
Και ο Κάστρο των γραφείων επισκευών
ο Ρωμαιοκαθολικός!


Δεν είχαμε ωραίες επιγραφές
Και ο Βωμός μας ήταν παλιός και απέριττος
Αλλά γνωρίζαμε τα αρχαία Οριοθέσια
Και τα τηρούσαμε κατά κεραία και γράμμα.
Και το παρατηρούσαμε όλο αυτό από απόσταση
Μου κάνει εντύπωση αυτό το γεγονός
Που δεν υπήρχε ούτε ένας βέβηλος
Εκτος, ίσως , από μας τους ίδους.


Επειτα κάθε μήνα, όταν τελείωναν οι Εργασίες
Καθόμασταν όλοι και καπνίζαμε,
(Δεν συνηθίζαμε να κάνουμε τράπεζα
Για να μην φέρουμε σε δυσκολία ούτε έναν αδελφό)
Και μιλούσαμε, ένας μετά τον άλλον,
για την Θρησκεία και για άλλα πράγματα,
Κάθε ένας αναφερόμενος στο Θεό που ήξερε καλύτερα.


Ενας μετά τον άλλον μιλούσαμε,
Κι ούτε ένας αδελφός δεν βιάζονταν,
Μέχρι που η αυγή ξυπνούσε τους παπαγάλους
Και το άλλο το πουλί το περιπλανώμενο
Μιλούσαμε για όλα αυτά που αισθανόμασταν περίεργα
Και πηγαίναμε στα σπίτια για να κοιμηθούμε
Με τον Μωάμεθ, τον Θεό, τον Σίβα
Που αλλάζανε βάρδια μέσα στα κεφάλια μας.


Συχνά, κάτω από τις εντολές της Κυβέρνησης
Περιπλανώμενα βήματα μας επισκέφθηκαν
Και μας μετέφεραν χαιρετισμούς αδελφικούς
Από Στοές Ανατολής και Δύσης,
Σύμφωνα με τις οδηγίες που έλαβαν,
Από την Κοχάτ μέχρι την Σινγκαπούρη.
Πόσο θα ήθελα να ξαναδώ
Μια φορά αυτούς τους αδελφούς μου από την Στοά – Μητέρα.


Θα ήθελα να τους ξανάβλεπα,
τους Αδελφούς μου μαύρους και σκούρους,
μέσα στην οσμή των πούρων εκεί,
ενώ το κάρβουνο περνούσε από χέρι σε χέρι
Με τον γέρο khansamah που ροχαλίζει
Αχ ας ήμουν Δάσκαλος Μασσώνος με μεγάλη φήμη
Στην Στοά – Μητέρα μου ακόμα μια φορά


Εξω «Εταίρε, Κύριοι, Χαίρεται, Σαλαάμ»
Μέσα «Αδελφέ» και δεν είχε τίποτα κακό.
Συναντιόμασταν στο Αλφάδι και χωριζόμασταν στον Γνώμονα
Και γω ήμουν ο δεύτερος Διάκονος στη Μητέρα Στοά μου εκεί κάτω !!


O Ράντγιαρντ Κίπλινγκ γεννήθηκε στη Βομβάη το 1865 και πέθανε στο Σάσεξ, το 1936. Έζησε για πολύ καιρό στην Ινδία, όπου αφοσιώθηκε στη δημοσιογραφία. Έκανε πολλά ταξίδια, στην Αυστραλία, στη Νότια Αφρική και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπου εγκαταστάθηκε στο Βερμόντ. Εκεί έγραψε "Το βιβλίο της ζούγκλας" (1984), το πρώτο αριστούργημα ανάμεσα στα βιβλία που έγραψε ο Κίπλινγκ για τα παιδιά. Ακολουθεί ο "Κιμ", ένα μυθιστόρημα στο οποίο ο συγγραφέας δίνει κλασικές εικόνες από τα πιο γραφικά μέρη της Ινδίας. Το 1907 πήρε το βραβείο Νόμπελ και το 1926 το χρυσό μετάλλιο της Βασιλικής Ακαδημίας Λογοτεχνίας.