Το άρθρο διαπραγματεύεται τη σημασία του μύθου για τον άνθρωπο, τόσο στο παρελθόν όσο και στη σύγχρονη εποχή. «Ο μύθος συνδέει τις πράξεις των υπερανθρώπινων οντοτήτων με την εκδήλωση των ιερών δυνάμεων που αντιπροσωπεύουν, οπότε αποτελεί ένα εξαιρετικό μοντέλο έρευνας για όλες τις σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες».
Από τον Mircea Eliade
Ο Μίρτσεα Ελιάντε (13 Μαρτίου 1907 - 22 Απριλίου 1986) ήταν Ρουμάνος ιστορικός της θρησκείας, λογοτέχνης, φιλόσοφος και καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σικάγο. Γεννήθηκε στη Βουκουρέστι της Ρουμανίας και σπούδασε ιστορία (1925-1928). Στο διάστημα 1928-1932 ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στην Καλκούτα στο αντικείμενο της θρησκειολογίας, όπου μελέτησε και τα σανσκριτικά. Το 1933 ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του με μια εργασία στην πρακτική της Γιόγκα, η οποία μόλις τρία χρόνια μετά, θα μεταφραζόταν στη Γαλλική προκαλώντας μεγάλο αντίκτυπο στους ευρωπαϊκούς ακαδημαϊκούς κύκλους. Μετά από αυτό αρχίζει την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία, ενώ λόγω του Β’ Παγκοσμίου πολέμου την διακόπτει για να διοριστεί μορφωτικός ακόλουθος στο Λονδίνο (1940-1941) και στη Λισσαβόνα (1941-1945). Διορίζεται καθηγητής θρησκειολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (1945-1956) και το 1956 το Πανεπιστήμιο του Σικάγο τον προσκαλεί για να διδάξει σε αυτό. Πέθανε στις 23 Απριλίου του 1986. Ο Mιρτσέα Ελιάντε υπήρξε διευθυντής τριών θρησκειολογικών περιοδικών, ‘’Zalmoxis’’, ‘’Antaios’’, ‘’History of Religions’’ και εκδότης της δεκαεξάτομης ‘’Encyclopedia of Religion’’.
Ο Ρούντολφ Όττο και η απριορική προσέγγιση του ‘’ιερού’’ επηρεάζει τη σκέψη του Mιρτσέα Ελιάντε. Προκειμένου να ερευνήσει το θρησκευτικό φαινόμενο συνδυάζει δύο μεθόδους, τη μορφολογική και την ιστορική. Την πρώτη την εμπνέεται από τον Γκαίτε και με αυτήν εντοπίζει ορισμένες ‘’κοσμικές’’ (τοπικές ή βιολογικές, δηλαδή ουρανός, νερό, γη, λίθοι, αλλά και εκδηλώσεις της ανθρώπινης ζωής) ιεροφάνειες, εμφανίσεις του ιερού και του αγίου. Τα πράγματα του φυσικού κόσμου και οι ανθρώπινες πράξεις δεν είναι αυτόνομα αλλά συνιστούν ιεροφάνειες στο βαθμό που μετέχουν σε μια υπερβατική πραγματικότητα. Το βασικό θρησκευτικό φαινόμενο του ιερού δεν είναι προϊόν εξέλιξης, αλλά σταθερό στοιχείο της ανθρώπινης συνείδησης, λέει ο Ελιάντε. Η θρησκεία έχει δύο διαστάσεις, μια ‘’εμπειρική’’ και μια ‘’υπερβατική’’. Η πρώτη ερμηνεύεται φαινομενολογικά και ιστορικά, η δεύτερη είναι απροσπέλαστη και
μόνο ‘’θεολογικά’’ κατανοημένη.
Η άποψη ότι οι μύθοι αποτελούν βαθιά κρυμμένες αλήθειες εξηγείται προγραμματικά στο έργο του και κυριαρχεί σε μεγάλο ποσοστό στη σύγχρονη μελέτη της θρησκείας. Το έργο του άσκησε ιδιαίτερη επίδραση στο λεξιλόγιο της συγκριτικής θρησκειολογίας. Έκανε προγραμματική χρήση των εννοιών ’’κόσμος’’ και ‘’χρόνος’’ ως εργαλείων της ιστορίας και της φαινομενολογίας της θρησκείας. Πέτυχε να προσδιορίσει τη ριζική τομή μεταξύ εκκλησίας και θρησκείας, ιουδαιοχριστιανικής πίστης και θρησκευτικότητας. Στα μειονεκτήματα που του προσάπτουν ανθρωπολόγοι και θρησκειολόγοι είναι η ανδροκεντρική προκατάληψη στο έργο του, οι πρακτικές της απομόνωσης και αποϊστορικοποίησης των μυθολογικών και θρησκευτικών φαινομένων που μελετά. Ο μη αναγωγισμός που υιοθετεί, δηλώνεται κι από τον ίδιο, «Ένα θρησκευτικό φαινόμενο θα αναγνωριστεί ως τέτοιο μόνο εάν συλληφθεί στο δικό του επίπεδο, δηλαδή αν μελετηθεί ως κάτι θρησκευτικό. Το να προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε την ουσία ενός τέτοιου φαινομένου με τα μέσα της φυσιολογίας, της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, των οικονομικών, της γλωσσολογίας, της τέχνης ή οποιασδήποτε άλλης επιστήμης, είναι λάθος. Χάνει το μοναδικό και μη αναγώγιμο στοιχείο—το στοιχείο του ιερού.»
Μυθολογία του αρχαίου ήρωα:
Ο Ηρακλής παλεύοντας με έναν τρίτωνα ή γοργόνο,
μία από τις αναρίθμητες περιπέτειες
στις οποίες ο μεγαλύτερος από τους Έλληνες ήρωες
έδειξε την υπερανθρώπινη δύναμή του
Για τους αρχαίους Έλληνες, μύθος σήμαινε «παραμύθι», «θρύλος», «φαντασιακή διήγηση», «ομιλία», και τελικά κατέληξε να σημαίνει «κάτι φανταστικό που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει». Οι πρώτοι Έλληνες φιλόσοφοι είχαν κατακρίνει και απορρίψει τους Ομηρικούς ύμνους ως φανταστικές επινοήσεις και μυθεύματα. Ο Ξενοφάνης [1] απέρριψε την αθανασία των θεών όπως περιγράφεται από τον Όμηρο και τον Ησίοδο. Επιπλέον επέκρινε την ανθρωπομορφική απεικόνιση των θεών [2]. «Εάν τα βοοειδή, τα άλογα ή τα λιοντάρια είχαν χέρια, και ήταν ικανά να ζωγραφίσουν με τα χέρια τους και να κάνουν δουλειές όπως ο άνθρωπος, τα άλογα θα ζωγράφιζαν τους θεούς με μορφή αλόγου, ομοίως τα βοοειδή και θα έκαναν τα σώματά των θεών με μορφή που να μοιάζει στα ίδια».
Σε αυτή την κριτική της Ομηρικής μυθολογίας εκείνο που φανερώνεται είναι η προσπάθεια να αποδεσμευτεί η έννοια της θεότητας από την ανθρωπομορφική της απεικόνιση που γίνεται ποιητική αδεία. Ωστόσο, η μυθολογία του Ομήρου και του Ησιόδου συνέχισαν να ενδιαφέρουν την ελίτ σε όλα τα μέρη του Ελληνιστικού κόσμου. Δεν λαμβάνονταν όμως οι μύθοι αυτολεξεί, αυτό που ανιχνευόταν πλέον ήταν σημασία «των κρυφών τους νοημάτων». Οι Στωικοί ανέπτυξαν την αλληγορική ερμηνεία της Ομηρικής μυθολογίας και γενικά όλων των θρησκευτικών παραδόσεων. Για παράδειγμα, όταν ο μύθος αναφέρει ότι ο Ζευς δέσμευσε την Ήρα, αυτό κατά την αλληγορική ερμηνεία σημαίνει ότι ο αιθέρας είναι το όριο του αέρα και ούτω καθεξής. Μια άλλη πολύ επιτυχής ερμηνεία ήταν ο ευημερισμός, που ονομάστηκε έτσι από τον Ευήμερο το Μεσσήνιο [3]: ο οποίος προσπάθησε να αποδείξει ότι οι θεοί ήταν αρχαίοι βασιλείς που είχαν θεοποιηθεί. Κατά συνέπεια οι μύθοι αντιπροσώπευαν κάποια συγκεχυμένη μνήμη ή μία φανταστική μεταμόρφωση κατορθωμάτων αρχέγονων βασιλέων. Οι χριστιανοί απολογητές [4] δανείστηκαν αυτήν την Ελληνιστική ερμηνεία της μυθολογίας. Για αυτούς οι μύθοι ήταν φανταστικές ιστορίες, γεμάτες ψεύδη και παραλογισμούς κι έπρεπε να απορριφθούν ως απεχθείς.
Είναι μόλις τα τελευταία 50 χρόνια[5] που οι Δυτικοί λόγιοι έχουν ανακαλύψει την πρωταρχική, αληθινή έννοια του μύθου. Η επιστημονική μελέτη της μυθολογίας ήταν ήδη δημοφιλής το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ιδιαίτερα μέσα από τα έργα των Max Muller, του Andrew Lang και του Sir James Frazer. Για τον Muller η μυθολογία ήταν μια «ασθένεια της γλώσσας». Ο Lang ισχυρίστηκε ότι οι μύθοι απορρέουν από μία προσωποποίηση των φυσικών δυνάμεων ή φαινομένων, μια νοητική διαδικασία χαρακτηριστική του ανιμιστικού σταδίου του πολιτισμού. Ο Frazer αντιμετώπιζε τους μύθους ως παρερμηνείες ανθρώπινων ή φυσικών φαινομένων. Στην αρχή του αιώνα [6] ο Φρόιντ και ο Γιουνγκ έδωσαν μια νέα ώθηση στη μελέτη των μύθων εντοπίζοντας και τονίζοντας τις εντυπωσιακές ομοιότητες των μύθων με τον κόσμο του υποσυνείδητου.
Η μυθολογία με σύγχρονη ένδυση.
Κινέζικο γραμματόσημο αναμνηστικό
της Mακράς Πορείας του Μάο Τσε Τουνγκ το 1935,
ένα ιστορικό γεγονός το οποίο οι Μαοϊστές
έχουν ανάγει σε θρύλο υπεράνθρωπης αντοχής.
Μύθος – μια Αληθινή Ιστορία
Η νέα, καλοπροαίρετη προσέγγιση του μύθου χρωστά πολλά στα αποτελέσματα της σύγχρονης εθνολογίας. Η επιστημονική μελέτη των αρχαϊκών κοινωνιών για τις οποίες η μυθολογία είναι ή ήταν μέχρι πρόσφατα «ζωντανή», έχει αποκαλύψει ότι ο μύθος για τον «αρχέγονο» άνθρωπο είναι μια αληθινή ιστορία και πέρα από αυτό, μια ιστορία που αντιμετωπίζει ως πολυτιμότατο θησαυρό, επειδή τη θεωρεί ιερή, υποδειγματική και σημαντική.
Κάτω από αυτή τη νέα αξία που έχει πάρει ο όρος «μύθος» στη σύγχρονη γλώσσα, αποκτά διφορούμενη σημασία. Η λέξη χρησιμοποιείται αφενός με την παλιά έννοια την κληρονομημένη από τους Έλληνες που σημαίνει «φαντασία» ή «πλάνη» και αφετέρου με το νόημα που είναι οικείο στους ιστορικούς των θρησκειών, εκείνο της «ιερής παράδοσης, αρχέγονης αποκάλυψης, υποδειγματικού μοντέλου».
Γενικά μπορεί να πει κανείς ότι σε κάθε περίπτωση που έχουμε πρόσβαση σε μία παράδοση που παραμένει ακόμα ζωντανή, ο οποιοσδήποτε μύθος της εξιστορεί τον τρόπο με τον οποίο κάτι ήρθε σε ύπαρξη. Αυτό το «κάτι» μπορεί να είναι ο κόσμος ή ο άνθρωπος ή ένα είδος ζώου ή ένας κοινωνικός θεσμός. Ο μύθος τότε είναι πάντα η αναφορά μιας «δημιουργίας», το πώς παράχθηκε κάτι και πώς άρχισε να υπάρχει. Ο μύθος περιγράφει μόνο εκείνο το οποίο πραγματικά συνέβη. Αυτοί που δρουν στους μύθους είναι υπερφυσικά όντα. Είναι γνωστοί αρχικά από αυτό που έκαναν στις απαρχές του χρόνου. Ως εκ τούτου οι μύθοι φανερώνουν τη δημιουργική τους δραστηριότητα και αποκαλύπτουν την ιερότητα (ή απλά την υπερφυσικότητα) των έργων τους. Η παρέμβαση των υπερφυσικών όντων είναι που έκανε τον κόσμο αυτό που είναι σήμερα. Ο μύθος θεωρείται ιερή ιστορία και ως εκ τούτου «αληθινή ιστορία», επειδή πάντα ασχολείται με πραγματικότητες. Ο μύθος ο οποίος μας λέει πώς φτιάχτηκε ο κόσμος είναι «αληθινός» επειδή η ύπαρξη του κόσμου είναι εκεί για να το αποδείξει, ο μύθος της καταγωγής του θανάτου είναι εξίσου αληθινός επειδή η θνητότητα του ανθρώπου τον αποδεικνύει, και ούτω καθεξής.
Επειδή ο μύθος σχετίζει πράξεις υπερφυσικών όντων με την εκδήλωση των ιερών τους δυνάμεων, γίνεται μιμητικό πρότυπο για όλες τις σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες. «Πρέπει να κάνουμε ότι έκαναν και οι θεοί στην αρχή», διακηρύσσει ένα πασίγνωστο Βραχμανικό κείμενο. «Ήταν έτσι που οι (μυθικοί) Πρόγονοι έκαναν, και εμείς κάνουμε το ίδιο», δηλώνουν οι Κάι της Νέας Γουινέας.
Όσα συνέβησαν αρχικά, μπορούν να επαναληφθούν με τη δύναμη των τελετουργιών. Για αυτό είναι ουσιαστική η γνώση των μύθων. Ενθυμούμενοι τους μύθους, διαπράττοντας τους ξανά συμβολικά, ο άνθρωπος των αρχαϊκών κοινωνιών επαναλαμβάνει ουσιαστικά τη δράση των Θεών, των Ηρώων ή των Προγόνων στην απαρχή του χρόνου. Να παραθέσω μόνο ένα παράδειγμα: Μια ορισμένη φυλή ζει ψαρεύοντας επειδή στους μυθικούς καιρούς ένα Υπερφυσικό Ον δίδαξε τους προγόνους τους να πιάνουν και να μαγειρεύουν ψάρια. Ο μύθος λέει την ιστορία του πρώτου ψαρέματος και έτσι, αποκαλύπτει μιαν υπερανθρώπινη δράση, διδάσκειι τους ανθρώπους τον τρόπο να την εκτελέσουν και τελικά εξηγεί γιατί αυτή η ιδιαίτερη φυλή πρέπει να προμηθεύεται την τροφή της με αυτόν τον τρόπο. Για τον αρχαϊκό άνθρωπο, ο μύθος είναι ζήτημα πρωταρχικής σημασίας, τον αφορά άμεσα στην ύπαρξή του πάνω στη γη.
Τα Μεγάλα Θέματα
Αυτή η υπαρξιακή λειτουργία του μύθου εξηγεί γιατί ένα πλήθος σημαντικών θεμάτων είναι κοινά σε διάφορες μυθολογίες. Οι κοσμογονικοί μύθοι (που περιγράφουν τη δημιουργία του σύμπαντος) και οι μύθοι της καταγωγής για παράδειγμα βρίσκονται παντού. Ομοίως είναι πολύ διαδεδομένο θέμα η καταστροφή ενός παλαιού κόσμου και η δημιουργία ενός νέου. Παγκοσμίως εμφανίζονται μύθοι δημιουργίας της ανθρωπότητας, αν και η επιμέρους ιστορία μπορεί να ποικίλλει: Οι πρώτοι άνθρωποι δημιουργήθηκαν από τη Μάνα Γη και τον Πατέρα Ουρανό ή από μία αμφίφυλη θεότητα ή πλάσθηκαν από τη γη ή από λαχανικά ή από ένα δημιουργό και ούτω καθεξής.
Η αντικρουόμενη αντίδραση
προς τις δυνάμεις του χάους και της αταξίας,
οι οποίες είναι εξίσου τρομακτικές
όσο και αξιοθαύμαστες.
Ένας από τους παλαιότερους και ισχυρότερους
ανθρώπινους εφιάλτες: ο δράκοντας της αβύσσου,
το τέρας του χάους που αναδύεται από τα βαθιά
για να απειλήσει τάξη και ειρήνη, σύγχρονη εκδοχή σε μια ταινία επιστημονικής φαντασίας «Το Κτήνος από τις 20.000 οργιές».
Αλλά κάθε μυθική αναφορά οποιασδήποτε καταγωγής προϋποθέτει και συνεχίζει την κοσμογονία - την ιστορία της δημιουργίας του κόσμου. Η δημιουργία του κόσμου, η κοσμογονία, είναι η υπέρτατη δημιουργία οπότε στέκει ως υποδειγματικό πρότυπο για κάθε είδους δημιουργία. Αυτός είναι κι ο λόγος που η υπέροχη ιστορία των δυναστειών στο Θιβέτ ξεκινάει επαναλαμβάνοντας για άλλη μια φορά τη γέννηση του κόσμου από ένα αυγό. Αντίστοιχα και οι Πολυνησιακές γενεαλογικές ψαλμωδίες αρχίζουν με τον ίδιο τρόπο. Οι τελετουργικές αυτές ψαλμωδίες συντίθενται από τους βάρδους όταν η πριγκίπισσα είναι έγκυος και δίνονται στους χορευτές χούλα να τις μάθουν απέξω. Οι χορευτές, άντρες και γυναίκες, χορεύουν και απαγγέλλουν την ψαλμωδία συνεχώς μέχρι να γεννηθεί το παιδί. Έτσι η εμβρυολογική ανάπτυξη του μελλοντικού αρχηγού μοιάζει να συνοδεύεται από μια ανακεφαλαίωση της κοσμογονίας, την ιστορία του κόσμου, την ιστορία της φυλής. Η κυοφορία ενός μελλοντικού αρχηγού στέκει αφορμή για μια συμβολική αναδημιουργία του κόσμου.
Η περιοδική ανανέωση του κόσμου μέσω συμβολικής επανάληψης της κοσμογονίας συναντιέται σε πολλούς πρωτόγονους κι αρχαϊκούς λαούς. Στη Μεσοποταμία η δημιουργία του κόσμου επαναλαμβανόταν τελετουργικά κατά τη διάρκεια της γιορτής του Νέου ‘Έτους. Μια σειρά από τελετές αναπαριστούσαν τη μάχη μεταξύ του θεού Μαρντούκ και της Τιαμάτ [7], τη νίκη του θεού, και τις εργασίες του για τη δημιουργία του Κόσμου. Το «Ποίημα της Δημιουργίας» [8] απαγγελλόταν μέσα στο ναό.
Παρόμοια η κοσμογονία επαναλαμβανόταν συμβολικά και αλλού σε σημαντικές ή κρίσιμες στιγμές, όπως για παράδειγμα στην Αίγυπτο και στα Φίτζι κατά τη διαδικασία της προετοιμασίας και ανακήρυξης ενός νέου ηγεμόνα.
Το Τέλος του Κόσμου
Οι μύθοι των κατακλυσμών του κόσμου είναι εξαιρετικά διαδεδομένοι μεταξύ των πρωτόγονων. Διηγούνται την καταστροφή του κόσμου και την εξόντωση της ανθρωπότητας εκτός από ένα μοναδικό ζευγάρι ή ελάχιστους επιζώντες. Αυτοί οι μύθοι υπαινίσσονται, άλλοτε με καθαρό κι άλλες φορές πιο σκιώδη τρόπο, την αναγκαιότητα για την ανανέωση του σύμπαντος κι εκφράζουν την αρχαϊκή, παγκόσμια ιδέα του σταδιακού εκφυλισμού του κόσμου που για αυτό χρειάζεται περιοδική καταστροφή και αναδημιουργία.
Ο μύθος του τέλους του κόσμου ήταν δημοφιλής στην αρχαία Ινδία, τη Μεσοποταμία, την Περσία και την Ελλάδα. Στην ιουδαιοχριστιανική θεωρία το τέλος του κόσμου θα συμβεί μόνο μία φορά, ακριβώς όπως η κοσμογονία συνέβη μόνο μια φορά. Ο κόσμος που θα επανεμφανιστεί μετά την καταστροφή θα είναι και πάλι ο κόσμος που δημιούργησε ο ίδιος ο Θεός στην απαρχή του χρόνου, όμως εξαγνισμένος, αναγεννημένος και αποκαταστημένος στην αρχική του δόξα. Αυτός ο επίγειος παράδεισος δε θα καταστραφεί ποτέ ξανά ούτε θα έχει τέλος.
Επαναποκτημένος Παράδεισος
Ειδικά αυτός ο τύπος μύθου -της καταστροφής του Κόσμου- είναι που αναδεικνύει πόσο αναγκαία είναι η μυθολογία για τους ανθρώπους της σύγχρονης εποχής. Οι μύθοι της εσχατολογίας είναι στο κέντρο αμέτρητων «κοινοτήτων»-κινήσεων που πιστεύουν σε δόγματα προφητικού χαρακτήρα μια από τις οποίες είναι η δημοφιλής ”Oceanian Cargo Cult”[9]. Αυτές οι κοινότητες προαναγγέλλουν την καταστροφή του κόσμου και την επανάκτηση από τη φυλή ένος είδος παραδείσου: Οι νεκροί θα αναστηθούν, δε θα υπάρχει ούτε θάνατος ούτε αρρώστια. Αλλά πριν από αυτήν τη νέα δημιουργία -ή επανόρθωση του παραδείσου- θα προηγηθεί σειρά κοσμικών καταστροφών. Η γη θα συγκλονίζεται από σεισμούς, θα πέφτουν πύρινες βροχές, τα βουνά θα γκρεμιστούν γεμίζοντας τις κοιλάδες, λευκοί και όσοι αυτόχθονες δεν έχουν προσχωρήσει στη λατρεία θα εξοντωθούν.
Άθλιοι εγκληματίες της Κρίσης, /
οι γοητευτικοί ηρωικοί παράνομοι της ταινίας
Μπόνι και Κλάιντ που προκάλεσε μια λατρεία
με αποτέλεσμα την αντιγραφή των τρόπων
και των ιδιομορφιών των ηρώων.
Σε αυτό το πνεύμα το 1923 ο προφήτης Ρονοβούρο της νήσου Εσπιρίτο Σάντο [10], προφήτευε μια καταστροφική πλημμύρα που θα γίνει πριν την επιστροφή των νεκρών οι οποίοι θα καταφθάσουν με φορτηγά πλοία που επιπλέον θα φέρουν μαζί τους ρύζι και άλλα τρόφιμα. Το 1933, στην κοιλάδα του Μάρκχαμ στη Νέα Γουινέα ένας άντρας ονόματι Μαραφί διακήρυσσε ότι πριν την επιστροφή των νεκρών θα γίνει κοσμικός κατακλυσμός κι ότι την επόμενη ημέρα θα διαπιστωθεί ότι οι νεκροί έχουν έρθει φέρνοντας πλούσια δώρα ώστε να μην υπάρχει ανάγκη για τους ανθρώπους να δουλέψουν ποτέ ξανά.
Παρόμοιες προφητείες εμφανίστηκαν στο Κονγκό το 1960 όταν η χώρα ανεξαρτητοποιήθηκε. Σε μερικά χωριά οι κάτοικοι ρίξανε τις στέγες από τις καλύβες τους ώστε να περάσει ο χρυσός που οι πρόγονοι θα έστελναν ως βροχή. Αλλού επιτράπηκε η καταστροφή κάθε δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, εκτός από τους δρόμους προς το κοιμητήριο, γιατί από αυτούς θα περνούσαν οι πρόγονοι που θα κατευθύνονταν προς το χωριό.
Ακόμη και οργιαστικές υπερβολές απέκτησαν νόημα μιας και σύμφωνα με το μύθο, από την αυγή της Νέας Εποχής όλες οι γυναίκες θα είναι από κοινού ζευγάρια με όλους τους άντρες.
Σενάριο για το Σούπερμαν
‘Ένα ακόμη παράδειγμα του ρόλου της μυθολογίας για το σύγχρονο άνθρωπο είναι το εξαιρετικά διαδεδομένο μοτίβο του μύθου του Ήρωα. Σύμφωνα με αυτό ο Ήρωας εγκαταλείπεται αμέσως μετά τη γέννησή του διότι μια προφητεία αναφέρει ότι το βρέφος αποτελεί κίνδυνο για τον πατέρα του που συνήθως πρόκειται για βασιλιά. Το παιδί σώζεται από ζώα ή βοσκούς και το βυζαίνει ένα θηλυκό ζώο ή μια γυναίκα ταπεινής καταγωγής. Όταν μεγαλώνει επιχειρεί ασυνήθιστες περιπέτειες -σκοτώνει τέρατα, υπερνικά το θάνατο, και ούτω καθεξής-. Αργότερα βρίσκει τους γονείς του, εκδικείται εναντίον του πατέρα ή του θείου που τον εκδίωξε και τελικά αναγνωρίζεται, επιτυγχάνει κοινωνική θέση και φόρο τιμής. Οι κίνδυνοι και οι δοκιμασίες του Ήρωα (τέρατα και δαίμονες, καθόδος στην κόλαση, κ.τ.λ.) που αντιμετώπισε έχουν χαρακτήρα μυητικό. Υπερπηδώντας όλα τα εμπόδια ο νέος άντρας αποδεικνύει ότι έχει ξεπεράσει την ανθρώπινη υπόσταση και ανήκει στο εξής σε μία τάξη ημιθεϊκών υπάρξεων.
Πολλοί επικοί θρύλοι και λαϊκοί μύθοι χρησιμοποιούν και επαναυϊοθετούν τα υψηλά δραματικά σενάρια της μύησης του Ήρωα (όπως, ο Ζίγκφριντ, ο Αρθούρος, ο Ρομπέν των Δασών). Επιπλέον ο μύθος του Ήρωα επιβιώνει στους θρύλους πολλών μεσαιωνικών βασιλέων αλλά και στην αύρα του Αναμορφωτή, του Επαναστάτη, του Πολιτικού Μάρτυρα, του Αρχηγού Κόμματος. Ακόμη στις σύγχρονες Δυτικές κοινωνίες αναγνωρίζει κανείς τη νοσταλγία για Ήρωες και ηρωικά ανδραγαθήματα για παράδειγμα στον «Σούπερμαν» ή στην τεράστια δημοτικότητα των αστυνομικών μυθιστορημάτων με την παραδειγματική μάχη μεταξύ Καλού και Κακού, μεταξύ Ήρωα (πχ. του Ντετέκτιβ) και κακοποιού ο οποίος είναι η σύγχρονη ενσάρκωση του Δαίμονα.
MIRCEA ELIADE