Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Από που κρατάει η σκούφια μας;

 

Περίεργε αλλά και διστακτικέ (κατρουλιάρη) φίλε μου Θανάση, ένας από τους κυριότερους λόγους που οι αμύητοι συμπολίτες μας είναι διστακτικοί να αποδεχθούν ότι εμείς οι Ελευθεροτέκτονες (ή Μασόνοι, όπως χαϊδευτικά μας ξέρουν) είμαστε ουσιαστικά ένα αδιαίρετο κομμάτι της Κοινωνίας μας, χωρίς απώτερους στόχους και δόλια μέσα, είναι το γεγονός ότι αντί να υποβάλλουμε μία αίτηση για να γραφτούμε σε κάποια στοά, προσκομίζοντας φωτογραφία και ταυτότητα, μαζί με παράβολο 30 ευρώ, γινόμαστε δεκτοί από τους αδελφούς μας μέσω μιας μυσταγωγικής μυητικής διαδικασίας που επιλέγουμε να κρατήσουμε κρυφή από τα μάτια των αμύητων.

Έτσι, δίνουμε λαβή σε κάθε δυστυχισμένο συνωμοσιολόγο που «έχει κόψει το καπίστρι» να μας κατηγορεί ότι οι τελετουργίες των τυπικών μας είναι μυστικές γιατί περιλαμβάνουν θυσίες κοτόπουλων στον Βελιάλ, διακορεύσεις παρθένων, και όρκους πίστης στη Μέρκελ και τον Σόιμπλε.

Ακόμα κι όταν κάποιος από εμάς προσπαθήσει να πείσει τον συνομιλητή του ότι ο Τεκτονισμός δεν είναι τίποτα από όλα αυτά που του καταμαρτυρούνται, παίρνει την «πληρωμένη» και θριαμβευτική απάντηση ότι όλα αυτά γίνονται «στους ανώτερους βαθμούς» κι έτσι, ακόμα κι ένας Τέκτονας κατωτέρων βαθμών δεν έχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί το μέγεθος της συνωμοσίας που εξυφαίνεται γύρω του.

Ας τα πάρουμε λοιπόν από την αρχή, γιατί αν και έχει μαλλιάσει το πληκτρολόγιό μου να προσπαθώ να αποδείξω ότι δεν είμαι ελέφαντας, κάποιοι συμπολίτες μας ακόμα μου πετάνε φυστίκια.

Κατά το Μεσαίωνα, οι λιθοξόοι χτιστάδες που έφτιαξαν όλους αυτούς τους περίτεχνους Γοτθικούς ναούς, προσπαθούσαν να διαφυλάξουν τα προνόμια της τέχνης τους ως κόρη οφθαλμού, δεδομένου ότι το επάγγελμά τους υπήρξε περιζήτητο και πολύ καλοπληρωμένο (κάτι δηλαδή σαν τους εργαζόμενους στον ΟΛΠ και τη δυσκολία που έχει ο μέσος Έλληνας να γίνει φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι).

Αν και εκείνη την εποχή οι άνθρωποι αποτελούσαν ιδιοκτησία του τοπικού φεουδάρχη και απαγορευόταν να ταξιδεύουν, οι χτιστάδες (τέκτονες) αυτοί, λόγω της τέχνης τους ήταν ανεξάρτητοι από οποιονδήποτε φεουδάρχη και παρείχαν την τέχνη και τις υπηρεσίες τους ελεύθερα, σε οποιοδήποτε μέρος της Ευρώπης. Για το λόγο αυτό ονομάστηκαν Ελευθεροτέκτονες.

Οι τεχνίτες αυτοί δέχονταν στο σωματείο τους μαθητευόμενους κάτω από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις (συνήθως κληρονομικώ δικαιώματι) και για το λόγο αυτό τους μυούσαν μέσω κάποιου τελετουργικού στην τέχνη τους. Στη σύγχρονη εποχή, αυτή η διαδικασία έχει υποκατασταθεί από τις Αρχιτεκτονικές Σχολές. Οι μαθητές αυτοί (entered apprentices) αργότερα γίνονταν βοηθοί τεχνίτες (Εταίροι ή Fellow Craft) και στο τέλος, όταν μάθαιναν την τέχνη και τα εργαλεία του επαγγέλματός τους, ονομάζονταν αρχιμάστορες (master masons), όρος που ακόμα χρησιμοποιείται στις αγγλόφωνες κοινωνίες και εδώ έχει υποκατασταθεί από τον όρο «Διδάσκαλος».

Επειδή εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν Αρχιτεκτονικές σχολές για να εκδώσουν πιστοποιητικά και να σε καταγράψουν σε κάποιο διεθνές επαγγελματικό σωματείο, η αναγνώριση του status κάθε λιθοξόου που εμφανιζόταν σε μια πόλη, γινόταν από τους άλλους τεχνίτες μέσω κάποιων μυστικών φράσεων και χειραψιών. Έτσι, καταλάβαιναν ότι ο άγνωστος που ήρθε στην πόλη τους ήταν όντως εκπαιδευμένος λιθοξόος και τέκτονας και του επέτρεπαν να εργαστεί στην περιοχή τους.

Η συναντήσεις των τεχνιτών γίνονταν σε κάποιες καλύβες που έχτιζαν δίπλα στους υπό ανέγερση ναούς (οι οποίοι μπορεί να έπαιρνε και 200 χρόνια να ολοκληρωθούν). Οι καλύβες αυτές (lodges) στην Ελληνική ονομάστηκαν «στοές», αν και στις αγγλόφωνες χώρες ακόμα ονομάζονται «masonic lodges».

Στα τέλη του 17ου και αρχές του 18ου αιώνα, με την σταδιακή παρακμή της φεουδαρχίας και την άνοδο της αστικής τάξης στις Ευρωπαϊκές κοινωνίες, οι επαγγελματικές αυτές συντεχνίες άρχισαν να δέχονται ως επίτιμα μέλη τους ανθρώπους από την αστική τάξη (αποδεδεγμένους τέκτονες) που θα τους βοηθούσαν να παραμείνουν επαγγελματικά ενεργοί, χτίζοντας μέγαρα και βίλλες, μια και η ανέγερση ναών δεν είχε πια πολύ ψωμί. Σιγά-σιγά, οι μεν πραγματικοί τεχνίτες περιήλθαν σε παρακμή και χάθηκαν από το προσκήνιο, οι δε αστοί βρήκαν ένα μέρος που μπορούσαν να συγκεντρώνονται και να συζητούν φιλοσοφικά και κοινωνικά θέματα όπως η ελευθερία του λόγου, του θρησκεύεσθαι και του επιχειρείν, καθώς και τα δικαιώματα των ανθρώπων, θέματα δηλαδή που για εκείνη την εποχή ήταν ταμπού στον έξω κόσμο, ο οποίος ακόμα δυναστευόταν από μια πανίσχυρη Εκκλησία που χρησιμοποιούσε την παντοδυναμία της για να καταπνίξει κάθε ελεύθερη φωνή ή ιδέα.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, καλέ μου Θανάση, που οι τεκτονικές στοές των «Ελευθέρων και Αποδεδεγμένων Τεκτόνων» εκείνης της εποχής, υπήρξαν οι φιλόξενες μήτρες του Διαφωτισμού, που επέτρεψαν να αναπτυχθούν τα ιδανικά της Ελευθερίας, της Ισότητας και της Αδελφότητας μεταξύ των ανθρώπων και να εκδηλωθούν με κοσμοϊστορικές κοινωνικές αλλαγές όπως η Γαλλική Επανάσταση, το κίνημα των Καρμπονάρων, η Αμερικανική Επανάσταση και (μέσω της τεκτονογενούς Φιλικής Εταιρείας) η Ελληνική Επανάσταση του 1821.

Από το 1718, καλέ μου φίλε, που ο Τεκτονισμός έλαβε τη σημερινή του μορφή, τα τυπικά του και οι τελετουργίες του διατήρησαν την παράδοση που ξεκίνησε από τους χτιστάδες του Μεσαίωνα. Έτσι, ο εισερχόμενος μαθητής γίνεται δεκτός μέσα στη στοά του μέσω μιας μυσταγωγικής μυητικής διαδικασίας που του περνάει το μήνυμα ότι εισέρχεται σε ένα χώρο και σε μία ομάδα ανθρώπων οι οποίοι θα τον διδάξουν, όχι μέσω κάποιου Δόγματος, αλλά δια του παραδείγματος και της αδελφικής συμπαράστασης, τον τρόπο να «παρατηρεί τα φαινόμενα, να κατέλθει στο βάθος της συνειδήσεώς του και να εναρμονιστεί με τον παγκόσμιο ρυθμό», προκειμένου να αποκτήσει την πολυπόθητη αυτογνωσία.

Και όσο περνάει ο καιρός, ο νεόφυτος Τέκτων αντιλαμβάνεται ότι ολόκληρη η Τεκτονική του πορεία είναι μια καθαρά προσωπική και βιωματική μυητική διαδικασία η οποία καθημερινά και σιγά-σιγά τον φέρνει πιο κοντά στην πηγή της Γνώσης.

Όμως, φίλε Θανάση, όπως και στους αρχαίους αυτούς χτιστάδες, ο ανώτερος βαθμός του συμβολικού Τεκτονισμού ήταν, είναι και παραμένει ο Τρίτος βαθμός, αυτός του Διδασκάλου, του αρχιμάστορα, στον οποίο φτάνει κανείς μετά από 3 μυητικές διαδικασίες, γιατί, όπως παλιά, ο παραγιός δεν μπορούσε να γνωρίζει τα μυστικά της τέχνης του αρχιμάστορα, παρά μόνο έπειτα από μια χρονοβόρα ενασχόληση και μύηση σε αυτά.

Στην πορεία του Τεκτονισμού αναπτύχθηκαν κάποια πρόσθετα επιγενόμενα τυπικά, εκ των οποίων επιβίωσαν δύο, που αντίστοιχα ονομάζονται Τύπος της Υόρκης (Αγγλικής προέλευσης) και Σκωτικός Τύπος (Γαλλικής προέλευσης). Τα τυπικά αυτά έχουν τους δικούς τους βαθμούς, όπως σου ανέφερα και στην προηγούμενη ανάρτησή μου αλλά ποτέ δεν υπήρξε υποχρεωτικό για κάποιον Τέκτονα να τα παρακολουθήσει και δεν είναι λίγοι οι αδελφοί που τα θεωρούν περιττά και παρόλα αυτά δεν παύουν να είναι καλοί Τέκτονες. Άλλωστε, μέσα στη στοά σου αναγνωρίζεσαι ως Διδάσκαλος και ο βαθμός σου σε αυτά τα τυπικά δεν σου χρησιμεύει σε τίποτα, διότι οι επιγενόμενοι βαθμοί δεν έχουν απολύτως καμία εξουσία στις συμβολικές στοές. Μάλιστα δεν επιτρέπεται ούτε καν να φοράς τα διάσημα αυτών των τυπικών μέσα στη μητρική σου στοά. Είναι δηλαδή τόσο σχετικά με τον συμβολικό Τεκτονισμό, όσο και αν ένας μαθητής λυκείου κάνει και ιδιαίτερα μαθήματα μπαλέτου. Σε τίποτα δεν θα τον κάνει αυτό καλύτερο ή πιο σημαντικό μαθητή μέσα στο σχολείο του.

Προχωρώντας και λίγο παραπέρα, θα έλεγα ότι οι επιγενόμενοι αυτοί βαθμοί έχουν έντονο το χριστιανικό στοιχείο, δανειζόμενοι δραματουργικά στοιχεία από την ιπποτική παράδοση της εποχής των σταυροφοριών, απ’όπου διατείνονται ότι έλκουν την καταγωγή τους. Για το λόγο αυτό, τα επιγενόμενα αυτά τυπικά δεν είναι δημοφιλή σε μουσουλμανικές χώρες. Είναι λοιπόν ανόητο να ισχυρίζεται κάποιος ότι διακονούν τον Σατανισμό, άνθρωποι που πρέπει να έχουν ιδιαίτερα έντονο θρησκευτικό και δη χριστιανικό συναίσθημα για να ακολουθήσουν τις μυήσεις σε αυτά τα Τυπικά.

Και εν πάση περιπτώσει, τι ανοησία είναι αυτή «θα σου τα πουν αργότερα, σε ανώτερους βαθμούς»; Δηλαδή μέχρι τον 32ο βαθμό είσαι καλός Χριστιανός και ξαφνικά στον 33ο σε κάνουν σατανιστή; Μόνο καμένα (και ψεκασμένα) μυαλά θα ισχυρίζονταν κάτι τέτοιο.

Εάν λοιπόν μπορώ να πω ένα πράγμα που διαφοροποιεί τον Τεκτονισμό και τον κάνει «ύποπτο» στο μυαλό πολλών ανθρώπων, είναι η ταξική του προέλευση. Ακόμα και σήμερα, ο Ελευθεροτεκτονισμός δεν παύει να είναι μια Αδελφότητα της οποίας τα μέλη προέρχονται κυρίως από τη μέση και αστική τάξη, διότι ανέκαθεν οι διανοητές όλων των ρευμάτων, (ακόμα και του Κομμουνισμού) υπήρξαν αστοί και όχι προλετάριοι. Αυτή η διάκριση λοιπόν, στη χώρα του «ο Λαός στην Εξουσία» προκαλεί αυτόματα αρνητικά ανακλαστικά, αλλά, καλέ μου Θανάση, δεν νομίζω ότι γι αυτό ευθύνεται ο Τεκτονισμός.

Άλλωστε, όπως είπε ένας αναγνώστης του φτωχού αυτού μπλογκ, «όταν κοιτάς κάτι από ψηλότερα, δεν του δίνεις σημασία, αλλά αν το κοιτάς από χαμηλότερα, προσπαθείς να το κατεβάσεις κάτω».

Βγάλε λοιπόν τα δικά σου συμπεράσματα κατρουλιάρη μου φίλε…

 

Αναρτήθηκε από GREEK MASON