Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Η επανόρθωση της ψυχής κατά τον Πυθαγόρα.

 

Θεωρώντας ότι το πρώτο πράγμα που επιμελούνται οι άνθρωποι είναι αυτό που προσλαμβάνουν με τις αισθήσεις-όταν δηλαδή κάποιος βλέπει ωραία σχήματα και μορφές, και ακούει ωραίους ρυθμούς και μελωδίες-καθόρισε ως πρώτη μορφή εκπαίδευσης την μουσική. Και αυτό διότι με κάποιες μελωδίες και ρυθμούς θεράπευε τις συμπεριφορές και τα ανθρώπινα πάθη, επανέφερε στην αρχική της κατάσταση την αρμονία των ψυχικών δυνάμεων και επινοούσε καταστολές και θεραπείες για τα σωματικά και τα ψυχικά νοσήματα. Και, μα τον Δία, εκείνο που περισσότερο από όλα είναι άξιο λόγου είναι ότι συνέθετε για τους γνωστούς του τις λεγόμενες «παρασκευές» και «επαφές», και εφάρμοζε δαιμονικά σκεφτόμενος, συνδυασμούς κάποιων διατονικών, χρωματικών και εναρμονίων κλιμάκων, δια των οποίων με ευκολία μετέστρεφε στα αντίθετα τα πάθη της ψυχής που είχαν δημιουργηθεί πρόσφατα και είχαν γεννηθεί χωρίς καμιά λογική, και τα καθοδηγούσε, μεταστρέφοντας λύπες και οργές, παράλογους οίκτους και φθόνους και φόβους, κάθε είδους επιθυμίες και δυνατά πάθη, ορέξεις και μαλθακότητες, και νωθρότητες και βιαιότητες, το καθένα από τα πάθη αυτά σε αρετή, με τις αρμόζουσες μελωδίες, σαν να ήταν κάποιοι σωτήριοι συνδιασμοί φαρμάκων.


Και όταν το βράδυ οι συνομιλητές του πήγαιναν γιά ύπνο, τους απάλλασσε από τις

ανησυχίες και τους θορύβους της ημέρας, και καθάριζε το θολωμένο μυαλό τους, επιχειρώντας να καταστήσει τους ύπνους των ανθρώπων αυτών όχι μόνον ήσυχους και με καλά όνειρα αλλά ακόμη και προφητικούς. Όταν πάλι σηκώνονταν από το κρεβάτι, τους απάλλασσε από τον νυκτερινό λήθαργο, την χαλάρωση και την νωχέλεια με κάποια ιδιόμορφα τραγούδια και μελωδίες με απλή σύνθεση, που εκτελούνταν με λύρα ή και με φωνή μαζί. Για τον εαυτό του, ωστόσο, ο άνδρας αυτός δεν συνέθετε κατά τον ίδιο τρόπο ούτε άκουγε μουσική με όργανα ή και με φωνή μαζί, αλλά, χρησιμοποιώντας κάποιον απερίγραπτο και δυσνόητο θεϊκό τρόπο, τέντωνε τα αφτιά του και επικέντρωνε την προσοχή του στις μεταρσιωμένες συμφωνίες του κόσμου, ακούγοντας, όπως φαινόταν, μονάχα αυτός ,και κατανοώντας την παγκόσμια αρμονία και τις συμφωνίες των ουρανίων σφαιρών και των κινουμένων γύρω από αυτές αστέρων, που σφύριζε μια πληρέστερη και πιο βαθειά μελωδία από εκείνη των ανθρώπων, ήταν συντεθειμένη από ανόμοιους και πικοιλόμορφους συριγμούς ταχυτήτων, μεγεθών και συνακολουθιών-διατεταγμένων αρμονικά μεταξύ τους με κάποιον μουσικότατο λόγο-και αποτελούνταν από κίνηση και περιφορά πολύ μελωδική και συγχρόνως ποικιλόμορφα ωραία.

Αναζωογονημένος από την παγκόσμια αρμονία, σαν να έβαλε και την λογική σε τάξη, και σαν να ασκούσε το σώμα του, επινόησε, όσο βέβαια ήταν δυνατόν, κάποιες εικόνες για αυτά, για να τις παραδίδει στους μαθητές του, μιμούμενος την παγκόσμια αρμονία και με μουσικά όργανα και με απλή φωνή. Διότι πίστευε ότι μονάχα σε αυτόν από όλους πάνω στην γή οι κοσμικοί ήχοι ήταν ευνόητοι και εύκολοι να ακουστούν, και διότι θεωρούσε τον εαυτό του άξιο να διδάσκεται κάτι από αυτήν την φυσική πηγή και το ρίζωμα, και να μαθαίνει και να εξομοιώνεται με τα ουράνια, χάρη στην έφεση και στην μιμητική ικανότητα που είχε, σαν να ήταν μονάχα αυτός τόσο επιτυχημένα εφοδιασμένος με όργανα από τον θεό που τον δημιούργησε. Υποστήριζε ακόμη ότι στους άλλους ανθρώπους πρέπει να είναι ευχάριστο και επιθυμητό το να προσβλέπουν σε αυτόν και, από τις εικόνες και τα παραδείγματα που πήραν σαν δώρα εκ μέρους του, να ωφελούνται και να επανέρχονται στον ορθό τρόπο του βίου, καθώς στην πραγματικότητα αδυνατούν να αντιλαμβάνονται τα άμικτα και καθαρά αρχέτυπα.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με αυτούς που αδυνατούν να κοιτάξουν απευθείας στον ήλιο εξ αιτίας της υπερβολικής ακτινοβολίας του. Για να δείξουμε σε αυτούς τις εκλείψεις επινοούμε τρόπους, δείχνοντάς τες είτε μέσα σε μεγάλης πυκνότητας νερό, είτε μέσα σε λιωμένη πίσσα είτε μέσα από κάποιο κάτοπτρο με σκοτεινή την πίσω επιφάνεια, προφυλάσσοντας την ασθενική τους όραση και μηχανευόμενοι, σε όσους το επιθυμούν, κάποιο εναλλακτικό τρόπο αντίληψης, ακόμη και αν είναι λιγότερο ακριβής. Και ο Εμπεδοκλής φαίνεται να κάνει υπαινιγμό για το ζήτημα αυτό, όπως επίσης και για την εξαίρετη και για την θεόσταλτη στον Πυθαγόρα δωρεά της ικανότητας να διαπλάθει τους άλλους, όταν λέει:

«Υπήρχε μάλιστα ανάμεσά τους κάποιος άνδρας με άπειρες γνώσεις,
που είχε αποκτήσει απροσμέτρητο πνευματικό πλούτο,
αυθεντία ιδιαίτερα στα κάθε λογής σοφά έργα.

Γιατί κάθε φορά που επιστράτευε το πνεύμα του σε όλο το μεγαλείο,
εύκολα έβλεπε το κάθε τι που υπάρχει
σε δέκα ή ακόμη και σε είκοσι γενιές.»

Διότι οι φράσεις, «άπειρες γνώσεις», «έβλεπε το κάθε τι που υπάρχει», «πνευματικός πλούτος» και τα παρόμοια, τόνιζαν περισσότερο την εξαίρετη και ακριβέστερη από τους άλλους σωματική και ψυχική του εκλέπτυνση στην όραση, στην ακοή και στην νόηση.

~Ιάμβλιχος - Περί του Πυθαγορικού βίου