Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2014

Η Φύση είναι ο Θεός

 

Ανάμεσα στις ελάχιστες περιπτώσεις των φιλοσόφων του σκοτεινού Μεσαίωνα, που μάθαμε το όνομά τους και διατύπωσαν σκέψεις που πλησιάζουν στον Πανθεϊσμό είναι ο Ιρλανδός θεολόγος Ιωάννης Σκώτος Εριγένης (Johannes Scotus Eriugena 810~877). Μετέφρασε έργα του Διονυσίου Αρεοπαγίτη από τα Ελληνικά στα Λατινικά. Ο ίδιος διατύπωσε σκέψεις για την ερμηνεία του κόσμου και τη σχέση του κόσμου με το χριστιανικό Θεό, στο φιλοσοφικό έργο του Περί διαιρέσεως της Φύσεως (De Divisione Naturae), γραμμένο με μορφή διαλόγου.

Ο Εριγένης ταύτιζε το Θεό με το Σύμπαν/Φύση στην πρώτη στιγμή της ύπαρξής του, μετά από την οποία ακολουθεί μία εξέλιξη κυκλική και αναδημιουργείται από τον εαυτό του. Τη λογική αυτή ερμηνεία συνοψίζουν τέσσερις απλές παρατηρήσεις που κάνει γενικά για όλα τα πράγματα, τα οποία ενοποιεί μέσα στην αφηρημένη έννοια μιας συνολικής φύσης, μαζί με το Θεό:

«Natura the general term for all things that are and all things that are not» including both God and creation, «is divided into four species».
«That which creates and is not created»
«That which is created and creates»
«That which is created and does not create»
«That which neither creates nor is created»

DSC01520DSC03945DSC04274
«Η φύση είναι το γενικό όνομα όλων όσων υπάρχουν και όλων όσων δεν υπάρχουν. Μου φαίνεται ότι ο μερισμός της φύσεως χωρεί σε τέσσερα είδη. Πρώτο είναι το είδος που δημιουργεί και δεν δημιουργείται, δεύτερο είναι αυτό που δημιουργεί και δημιουργείται, τρίτο αυτό που δημιουργείται και δεν δημιουργεί, τέταρτο αυτό που ούτε δημιουργείται ούτε δημιουργεί».

Το πρώτο είδος είναι η πηγή όλων των πραγμάτων την οποία ονομάζουμε Θεό.

Το δεύτερο είδος είναι ο κόσμος των θεϊκών προτύπων, όπως οι Ιδέες του Πλάτωνα, το τρίτο είναι ο κόσμος που αντιλαμβανόμαστε και το τέταρτο είναι το τέλος του κόσμου, η επιστροφή όλων των πραγμάτων πίσω στην πηγή τους.

Από μία τέτοια πανθεϊστική θεώρηση η πρωταρχική και άμεση αιτία της ύπαρξης του Σύμπαντος αναγνωρίζεται στο ίδιο το Σύμπαν, όχι έξω από αυτό ούτε σε μία αφηρημένη ποιότητα πραγμάτων, χωρίς να δημιουργείται ζήτημα αμφισβήτησης της κοινής εμπειρικής διαπίστωσης της εξέλιξής του. Ωστόσο δεν εξηγείται επαρκώς η εξέλιξή του και αποκρύπτεται το πρόβλημα της ουσίας. Γιατί, όπως έχουμε πει, ένα άμεσο αυτοτελές πράγμα δεν μπορεί να γίνεται σαν ένα μέρος, ν’ αλλάξει και να προσδιορίσει έμμεσα ή εκ των υστέρων μία πολλαπλότητα άλλων πραγμάτων σε «εξωτερικές» στιγμές.

«Αν όλα τα πράγματα προέρχονταν σαν εξωτερικά αποτελέσματα μόνο από μια πρωταρχική-κοινή αιτία ή από την εξέλιξη ενός πρωταρχικού-κοινού πράγματος (χωρίς τα ίδια να ήταν μέρη της πρωταρχικής αιτίας), τότε το πρωταρχικό πράγμα δεν θα ήταν αυτοτελές ούτε με σταθερή και ταυτόχρονη ποιότητα και συνεπώς όχι πρωταρχικό». σ133

Στο φιλοσοφικό βιβλίο με το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά η κοσμολογική «θεωρία του Τελειωμένου Χρόνου και της Σχετικότητας της Ενέργειας», η θεωρία ξεκινούσε ακριβώς με τον παρακάτω απλό, θεμελιώδη, ορθολογικό και αμφισβητήσιμο συλλογισμό: «Το σύνολο όλων των πραγμάτων*, που υπάρχει στο σύνολο όλων των χρόνων, ανεξάρτητα από τα γνωρίσματα της αντίληψής μας και όχι ως προς το σχετικό παρόν μας, δηλαδή το Σύμπαν, είναι ένα και μόνο σύνολο, γιατί είναι πάντοτε ακριβώς αυτό το ίδιο». σ107

Ενώ αντιθέτως, κάθε περιορισμένο πράγμα σαν ένα μέρος του συνόλου είναι πάντα διαφορετικό από το σύνολο, πάντα σε αλληλεπίδραση και διαρκώς κάπως αλλάζει, με την ύπαρξη ορίων. Από αυτό τον αρχικό ορισμό και συλλογισμό αναπτύσσεται μέχρι σήμερα, περίπου 2 δεκαετίες μετά, η πιο ολοκληρωμένη φυσική ερμηνεία για τη δημιουργία της φύσης.

«(…) Για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε την αρχή των περιορισμένων πραγμάτων και την ύπαρξη ορισμένων κοινών φαινομένων, πρέπει να νοήσουμε το Σύμπαν σαν τελειωμένο Χρόνο, σα να υπάρχει ταυτοχρόνως με όλους τους δυνατούς τρόπους». σ115

«Η μόνη (ή η επαρκής) αιτία της ύπαρξης, της ποιότητας, των δυνατοτήτων και των σχέσεων των πραγμάτων, η οποία δεν έχει άλλη αιτία εκτός του εαυτού της, σε αντίθεση με τις μερικές αιτίες, είναι το τέλειο σύνολό τους (συνεπώς και εκείνα)» σ130

«Ο μόνος τρόπος, για να υπάρχει πολλαπλότητα πραγμάτων, εμμεσότητα, αλληλοεπηρεασμός, ατελείωτοι τρόποι εξέλιξης, παρελθόν και μέλλον, χωρίς να λείπει μια επαρκής αιτία για το σύνολο της ύπαρξής τους και για το καθένα ξεχωριστά και χωρίς να λείπουν τα όρια από το χρόνο, είναι ένας: ν’ αποτελούν άμεσα μέρη μιας ανέκαθεν σταθεροποιημένης συνολικής πραγματικότητας, μέσα στα όρια μιας στιγμής». σ134

Στο φιλοσοφικό βιβλίο με το οποίο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά η κοσμολογική «θεωρία του Τελειωμένου Χρόνου και της Σχετικότητας της Ενέργειας», η θεωρία όχι μόνο ξεκινούσε με την κεντρική άποψη ότι το σύνολο της υλικής φύσης είναι πάντοτε το ίδιο, αλλά εξαγόντουσαν απλοί συλλογισμοί και συνδεόντουσαν με πολλές παρατηρήσεις στα φαινόμενα, για να αποδειχθεί ότι το σύνολο έτσι σταθεροποιημένο πρέπει να είναι, για να μπορούν να αλλάζουν τα πάντα σαν εξωτερικά μέρη, χωρίς να χάνουν την πιο έμμεση σύνδεση μεταξύ τους και για να έχει ο κόσμος μια ενότητα.

«Η αμεσότητα, η σταθερότητα και η ενότητα της Συμπαντικής Ποιότητας υπάρχει σχετικά έμμεσα και εξωτερικά στην ποιότητα, στις σχέσεις και στις δυνατότητες των μερών, μέσα στο χώρο και στο χρόνο. Δεν είναι τα λεγόμενα μέρη που διαμορφώνουν με τις αλλαγές, τους συνδυασμούς και με τις αλληλεπιδράσεις τους ένα διαφορετικό σύνολο πραγμάτων, αλλά το αντίθετο.

Αν το σύνολο των πραγμάτων δεν ήταν μια άμεση αιτία στον εαυτό του, αν δεν ήταν με σταθεροποιημένη ποιότητα (σαν συνολικός Χρόνος), τότε τα λεγόμενα πράγματα δε θ’ αποτελούσαν τρόπους μιας κοινής ουσίας, θα υπήρχαν με απροσδιόριστους τρόπους και απεριόριστες δυνατότητες, σε απροσδιόριστες στιγμές και δε θα μπορούσαν να είναι με μια σχετικά σταθερή και ενιαία ποιότητα, ούτε να έχουν κοινά στοιχεία». σ145

Η αρχή και το τέλος στην εξέλιξη των πραγμάτων, η γέννηση και ο θάνατος όπως τα μετονομάζουμε για τα έμβια όντα, ήταν μόνο μια από τις πολλές συνέπειες που επιβάλλει η άποψη για ένα σταθεροποιημένο σύνολο πραγμάτων.

Αναρτήθηκε από Eos Aurora  http://www.terrapapers.com/