1. Εισαγωγή
Ο βαθμός του Ροδοσταύρου κατά τον τρόπο που έχει διαμορφωθεί και λειτουργεί από αρκετά Ύπατα Συμβούλια παγκοσμίως μοιάζει να έχει κατ’ αρχήν θεϊστικό χαρακτήρα, μολονότι το ενδιαφέρον του βαθμού είναι από μόνο του πολυσχιδές, διότι περιέχει συγκεκριμένα στοιχεία που δεν ανευρίσκονται σε άλλους βαθμούς του Τύπου. Ένα επιπλέον σημαντικό στοιχείο που άπτεται της καταγωγής του βαθμού είναι ότι οι περισσότεροι συγγραφείς (κυρίως γαλλικής και αγγλοσαξονικής προέλευσης) επιχείρησαν να προβούν σε περαιτέρω ανάλυση του συμβολισμού και των αλληγοριών του, χωρίς καμία προσπάθεια να ανακαλύψουν την πραγματική προέλευση αυτού. Το πρώτο ερώτημα το οποίο οφείλουμε να θέσουμε είναι εάν ο βαθμός του Ροδόσταυρου σχετίζεται -και αν ναι κατά πόσον- με το Ροδοσταυρικό κίνημα.
Αν ξεκινήσουμε αυστηρώς ιστορικά θα δούμε ότι το κίνημα των Ροδοσταύρων προήλθε από το παραδοσιακό ρεύμα του Ερμητισμού που διαπότισε τη γνωσιολογική εξέλιξη του 18ου αιώνα, αλλά και τον Ελευθεροτεκτονισμό τα χρόνια της δημιουργίας του. Οι Ροδόσταυροι επηρεασμένοι από την παλαιά συμβολική γλώσσα των αλχημιστών, αλλά και χωρίς να ικανοποιούνται απόλυτα από αυτήν, διατύπωσαν τη φιλοσοφική τους υποθήκη βασιζόμενοι σε ένα γραπτό ορθολογιστικό σύστημα. Εντός μικρού χρονικού διαστήματος ιδρύθηκαν πολλές Ροδοσταυρικές εταιρίες σχεδόν σε όλη τη Δυτική Ευρώπη που υιοθέτησαν τα κύρια διδάγματα της Ροδοσταυρικής φιλοσοφίας, μια σύνθεση δηλαδή μεταξύ της μυστικιστικής αλχημείας, της Καββαλά και των νεοπλατωνικών παραδόσεων.
Βεβαίως, ουδείς αμφισβητεί την επίδραση των Ροδόσταυρων στον Ελευθεροτεκτονισμό. Το περιβάλλον της εποχής από μόνο του συνηγορεί υπέρ της ύπαρξης δεσμών μεταξύ των δύο πνευματικών κινημάτων. Άλλωστε, η ίδρυση της Βασιλικής Εταιρίας (Royal Society) στο Λονδίνο στα τέλη του 17ου αιώνα (1660) έφερε κοντά σημαντικές προσωπικότητες οι οποίοι ήταν ταυτόχρονα Ροδόσταυροι και αποδεδειγμένα από τους πρώτους Ελευθεροτέκτονες, όπως ο Sir Christofer Wren, o Robert Moray, o Elias Ashmole, ο Désaguliers[1].
Να θυμίσουμε ότι το σημείο επαφής ανάμεσα στη Ροδοσταυρική θεώρηση και την Επιστήμη, καταδεικνύει πόσο στην οδό της Γνώσης πραγματοποιήθηκε μια όλο και πιο προοδευτική σύνθεση της μεταφυσικής με τον ορθολογισμός του Καρτέσιου[2]. Η νοοτροπία αυτή διαπότισε κατά κόρον του τέκτονες που συνέβαλαν στην εγκαθίδρυση του θεωρητικού Τεκτονισμού. Κατά δε τον 18ο αιώνα η επιστημονική προσέγγιση μαζί με το ευρύ μυστικιστικό κίνημα που αναπτύχθηκε, διαπότισε τους «ανώτερους» τεκτονικούς βαθμούς με αλχημιστικά και καββαλιστικά θέματα, αλλά κυρίως με έννοιες Ροδοσταυρικές.
2. Θεωρήσεις περί της δημιουργίας του βαθμού
Η προέλευση των λεγόμενων «ανώτερων» βαθμών του Ελευθεροτεκτονισμού και δη αυτού του Ροδόσταυρου είναι από τα θέματα που δικαίως έχουν αμφισβητηθεί πολύ στο πλαίσιο της ιστορικής έρευνας. Γι’ αυτό είναι αναγκαίος ο διαχωρισμός μεταξύ του τεκτονικού θρύλου και αποδεδειγμένης ύπαρξης ιστορικών στοιχείων. Από τους πρώτους ο De Quincey υποστήριξε ότι το κίνημα του Ροδοσταυρισμού και οι ιδέες του μεταλαμπαδεύονται στις τεκτονικές στοές και η ροδοσταυρική μέθοδος προσαρτάται στις παραδόσεις των τεκτονικών συντεχνιών[3]. Η Yates μιλά για την ύπαρξη δύο εταιριών (μιας Ροδοσταυρικής και μιας Τεκτονικής) στις αρχές του 18ου αιώνα (η μία σε φθίνουσα πορεία και η άλλη στα πρώτα οργανωμένα της βήματα) με κοινές καταβολές, κοινά μέλη και -εν πολλοίς- κοινό μυστικιστικό πλαίσιο που προέρχεται από τον χριστιανισμό και την αλχημεία και ενδέχεται να είναι επηρεασμένο από την καββαλιστική και ιπποτική παράδοση.
Το 1750 σε μια επιστολή που μνημονεύουν οι Knoop, Jones και Ηamer αναφέρεται ότι «οι άγγλοι ελευθεροτέκτονες έχουν υιοθετήσει ορισμένες τελετές των Ροδοσταύρων και ισχυρίζονται ότι προέρχονται από αυτούς…»[4]. Έτσι, υποστηρίζεται ότι αυτές είναι οι πρώτες ενδείξεις δημιουργίας του βαθμού. Βέβαια, η επιστολή αυτή ανακαλύφθηκε μόλις τον προηγούμενο αιώνα με αποτέλεσμα ορισμένοι πρώιμοι συγγραφείς, δυστυχώς, να υιοθετήσουν ευρέως την άποψη ότι ο βαθμός προήλθε από τη λεγόμενη Χάρτα της πόλης Arras στη Γαλλία («Charter of Arras»). Σύμφωνα με την άποψη αυτή το πρώιμο τυπικό του βαθμού αυτού αποδόθηκε για πρώτη φορά σε Ιακωβίτες Τέκτονες από τους οπαδούς των Στιούαρτ (Stuart) περί τα 1745 σε μία συνεδρίαση του Περιστυλίου (Chapitre) που συνεδρίαζε στην πόλη. Οι αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πολλές παραλλαγές στην ιστορία αυτή, το δε αυθεντικό έγγραφο (η υποτιθέμενη Χάρτα) ουδέποτε ανευρέθη. Πράγματι, η αναφορά περί Χάρτας έγινε για πρώτη φορά περί το 1760, ενώ δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι υπήρχε Περιστύλιο στην πόλη Arras πριν από το 1765 ή ότι κάποιος εκ των Στιούαρτ επισκέφθηκε την πόλη.
Jean – Baptiste Willermoz (18ος αιώνας)
Μολονότι, ο Mackey υιοθετεί την άποψη της υπάρξεως της Χάρτας της Αρράς αναφέροντας ότι «η Χάρτα[5] λέγεται ότι χορηγήθηκε από τον Κάρολο Εδουάρδο Στιούαρτ», ο W.J. Hughan που επιμελήθηκε την έκδοση του 1921 αμφισβητεί τόσο την ύπαρξη όσο και την αυθεντικότητα κάθε αναφοράς για την περιβόητη Χάρτα[6].
O γάλλος ιστορικός Tamain αναφέρει ότι το πρώτο ίχνος περί της υπάρξεως του βαθμού του Ροδόσταυρου ανευρίσκεται μόλις το 1741 στο Λονδίνο με το «Τάγμα του Ερεδώμ του Kilwinning» («Order of the Heredom of Kilwinning») το οποίο έχει πέντε βαθμούς εκ των ο οποίων ο τελευταίος καλείται «Ροδόσταυρος»[7]. Ο Bernheim πιστοποιεί την ύπαρξη του Τάγματος αυτού και αναφέρει ότι η εγκαθίδρυσή του έγινε ανήμερα της εορτής του Αγίου Ανδρέα, προστάτη της Σκωτίας, το έτος 1743[8].
3. Η διαμόρφωση του βαθμού
Ο βαθμός του Ροδοσταύρου, τουλάχιστον όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία 150 χρόνια της λειτουργίας του, υποστηρίζεται ότι είναι μάλλον γερμανικής προέλευσης και σχετίζεται με τον Τύπο της Αυστηράς Τηρήσεως (Strict Observance) ο οποίος σαφώς επηρεάστηκε από το κίνημα του Ροδοσταυρισμού[9]. Σύμφωνα με τις μελέτες της Alice Joly η οποία επί έτη μελέτησε την τεκτονική αλληλογραφία που φυλάσσεται στα αρχεία της πόλεως της Λυόν (Lyon) ο βαθμός του Ροδόσταυρου κατ’ αρχήν αναπτύχθηκε από έναν γάλλο, τον Jean – Baptiste Willermoz, υψηλόβαθμό τέκτονα της πόλης αυτής[10]. Ο Willermoz ήταν η κινητήριος δύναμη μιας ομάδας τεκτόνων της Λυόν οι οποίοι σχημάτισαν έναν νέο τεκτονικό τύπο σε 25 βαθμούς περίπου το 1761. Τελευταίος βαθμός του τύπου ήταν αυτός του «Ιππότου του Αετού και του Πελεκάνος, του Ιππότου του Αγίου Ανδρέου ή Τέκτονος του Ερεδώμ (Heredom)». Οι περισσότεροι από τους 25 αυτούς βαθμούς ήταν στην πραγματικότητα μόνον ονόματα, μέχρι που ο Willermoz άρχισε σταδιακά να τους αναπτύσσει.
Μάλιστα, το 1761 φέρεται ότι αλληλογραφεί με το Σεβάσμιο μιας εκ των Στοών της πόλης Μετς (Mets), τον Meunier de Précourt, o οποίος είχε σχέσεις με τους τέκτονες των γειτονικών γερμανικών περιοχών, όπου ο δεύτερος παραδέχεται ότι γνωρίζει πολύ λίγα για τον βαθμό του Ροδοσταύρου και συγκεκριμένα γνωρίζει μόνον ότι λειτουργεί στη Γερμανία.
Σε ένα άλλο γράμμα του το 1762[11] ο de Précourt γράφει στον Willermoz ότι «οι γερμανοί Ροδόσταυροι γνώριζαν το Τάγμα του Ναού και έχουν στην κατοχή τους χιλιάδες θαυμάσια μυστικά». Ενδεχόμενως, κάποια από αυτά τα «μυστικά» πέρασαν στον Willermoz και αποτέλεσαν τη βάση επί της οποία αυτός ολοκλήρωσε τον βαθμό του Ροδοσταύρου περίπου το 1765[12].
Μία πιθανή θεωρία είναι ότι μεγάλη επιρροή στον Willermoz προκλήθηκε και από τον Βαρώνο de Tschoudy ο οποίος έγραψε το περίφημο βιβλίο «L' Etoile Flamboyante». Ο de Tschoudy, οποίος έζησε στην πόλη Μετς από το 1756 μέχρι το 1765, στο βιβλίο του κάνει αναφορά στους λεγόμενους ανώτερους βαθμούς και ειδικώς στους Ροδόσταυρους που τους ονομάζει και «Τέκτονες του Ερεδώμ». Η αλήθεια είναι ότι ο de Tschoudy γνώριζε πολλούς τέκτονες στη Κεντρική Ευρώπη και είχε τη δυνατότητα να συγκρίνει τους διάφορους τεκτονικούς τύπους.
Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης του «L' Etoile Flamboyante» του de Tschoudy (αρχείο Υπάτου Συμβουλίου της Ελλάδος)
Επίσης, πηγές αναφέρουν ότι το 1761 υφίστατο ο βαθμός του «Ιππότου του Αετού» του οποίου οι μυημένοι έφεραν τον τίτλο του «Κραταιού Ιππότου Ροδόσταυρου»[13]. Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι ο Willermoz γνώριζε την ύπαρξη του βαθμού αυτού και ενδεχομένως χρησιμοποίησε αποσπάσματα από τη διδασκαλία που αναφερόταν στους Ιππότες του Αετού. Αξίζει να σημειωθεί ότι την εποχή που ο Willermoz ολοκλήρωνε τον βαθμό του Ροδόσταυρου και συγκεκριμένα το έτος 1766 κυκλοφόρησε στη Γαλλία ένα αποκαλυπτικό κείμενο από τον M. de Bérage με τίτλο «Τα πλέον απόκρυφα μυστήρια των υψηλών βαθμών του Τεκτονισμού αποκαλύπτονται» «Les plus secrets mystères des hauts grades de la maçonnerie dévoilés» στο οποίο αναφορά γινόταν σε έναν βαθμό με τον τίτλο «Πρίγκηψ του Ξίφους ή του Ρόδινου Σταυρού», ο οποίος όμως στην περιγραφή του ήταν τελείως διαφορετικός από αυτόν του Willermoz. Το συγκεκριμένο κείμενο είναι από τα πιο σημαντικά για την κατανόηση των απαρχών των βαθμών του Σκωτικού Τύπου από τους αντίστοιχους «ανώτερους» βαθμούς που αναπτύσσονταν κείνη την εποχή στη Γαλλία. [14].
Εξώφυλλο από το βιβλίο του M. de Bérage «Les plus secrets mystères des hauts grades de la maçonnerie dévoilés» του 1766
Σε ένα γράμμα του τον Ιανουάριο του 1767[15] ο τότε Μέγας Διδάσκαλος Κόμης του Κλερμόντ (Comte de Clermont) προς τον Περιφερειακό Μέγα Διδάσκαλο των Κάτω Χωρών Μαρκήσιο Ντε Γκαζ (Marquis de Gages) αναφέρει: «Ανέκαθεν κατέβαλα τα μέγιστα των προσπαθειών μου να διατηρήσω ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των αδελφών διά της αγνότητος και της του κάλλους των εργασιών. Προς τούτω, επέτρεψα μόνον σε λίγους να αξιωθούν τον υπέρτατο βαθμό του Ροδοσταύρου σε όλη αυτού την τελειότητα, ήτοι στους επτά Σεβασμίους των Στοών… Ο αριθμός πλέον των μυημένων περιορίζεται σε τριάντα τρεις».
Υπογραφή του Marquis de Gages σε Ροδοσταυρικό δίπλωμα του 1783 (Αρχείο Μεγάλης Ανατολής της Γαλλίας)
Το 1768 εγκαθιδρύεται στο Παρίσι ένα τεκτονικό σώμα το οποίο αποκαλείται «Πρώτο Υπέρτατο Ροδοσταυρικό Περιστύλιο». Αξίζει να μνημονεύσουμε τα δύο πρώτα άρθρα των Κανονισμών του Περιστυλίου που εκδίδονται το 1769:
«Άρθρο 1
Οι Ιππότες Ροδόσταυροι καλούνται Ιππότες του Αετού, του Πελεκάνος, Κραταιοί του Ρόδινου Σταυρού (Sovereigns of Rose Croix), Τέλειοι Πρίγκηπες Τέκτονες του Ερεδώμ.
Το όνομα Ερεδώμ προστίθεται στις ανωτέρω ιδιότητες εις ανάμνησιν του τόπου εις τον οποίον ευρίσκονται οι απαρχές των Ιπποτων (του Αετού και του Πελεκάνος). Επί του όρους Ερεδώμ ευρίσκεται ένα παλαιό κάστρο, κείμενο… 60 μίλια από την πόλη του Εδιμβούργου. Στο κάστρο αυτό είναι η έδρα του Κραταιού Μεγάλου Διδασκάλου (Sovereign Grand Master) όλων των Σκώτων Τεκτόνων… Εκεί αποδόθηκε ο βαθμός για πρώτη φορά και βρίσκεται το ακριβές αρχείο όλων των κανονικώς προκεχειρισμένων ιπποτών…
Άρθρο 2
Οι Ιππότες Ροδόσταυροι έχουν το δικαίωμα να αναλαμβάνουν τη σφύρα εκ του Σεβασμίου σε όλες τις Στοές, όταν ευγενώς αυτή τους προσφερθεί… έχουν επίσης το δικαίωμα να λαμβάνουν τη θέση δίπλα στον Σεβάσμιο της Στοάς εάν η ταπεινοφροσύνη τους δεν τους οδηγήσει να αναλάβουν την τελευταία θέση στη Στήλη των Μαθητών.»
Η αλήθεια είναι ότι ανάλογα δικαιώματα προβλέπονταν σε πολλούς κανονισμούς Μεγάλων Στοών, αρχής γενομένης από αυτόν της Μεγάλης Στοάς της Γαλλίας του 1765[16].
Ορισμένοι ιστορικοί αναφέρουν ότι -κατά τα ανωτέρω- το πρώτο Περιστύλιο είχε ως μέλη τους επτά Σεβασμίους των Στοών που μύησε ο Comte de Clermont προφανώς χρησιμοποιώντας το τυπικό του Willermoz. Μέχρι το 1791 το Περιστύλιο είχε μυήσει περί τους 600 Ιππότες. Από τα μέσα, όμως, της δεκαετίας του 1790 η δραστηριότητά του άρχισε να ατονεί. Πάντως, ουδείς αμφισβητεί ότι από τα μέλη αυτού του Περιστυλίου εισήχθη ο βαθμός στη Βρετανία και στις βρετανικές κτήσεις, ως ο πλέον ne plus ultra βαθμός κατά την εποχή εκείνη.
4. Το τυπικό
Όσον αφορά στο τυπικό μπορούμε να πούμε ότι το αρχαιότερο σωζόμενο είναι αυτό με ημερομηνία 1765, το οποίο παραθέτει αυτούσιο ο Naudon[17]. Μια άλλη εκδοχή του τυπικού (με πολύ μικρές παραλλαγές) συναντάμε σε ένα χειρόγραφο (London French Manuscript) με την ίδια χρονολογία.
Επίσης, το κείμενο στο Χειρόγραφο Francken του 1771 και 1783 παρουσιάζει μόνον μικρές διαφοροποιήσεις με αυτό του 1765, αποδεικνύοντας συγκριτικά ότι ο Βαθμός του Ροδοσταύρου είναι αυτός με τις λιγότερες τροποποιήσεις από όλους τους βαθμούς του Σκωτικού Τύπου, όχι μόνον κατά τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της δύο αιώνων και πλέον ζωής του.
Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά στο τυπικό του 1765 της εξήγησης των ονομάτων που φέρει ο μυούμενος στο βαθμό αυτό:
«Καλείται Ιππότης του Αετού, ένα από τα αρχαιότερα ονόματα που έλαβε ο Υιός του Ανθρώπου ο οποίος ήλθε στη γη ως Σωτήρας του ανθρωπίνου γένους. Η ισχύς του, ανεξάρτητη από αυτήν του Πατρός του, συμβολίζεται από τον Αετό[18].
Καλείται Ιππότης του Πελεκάνος, λόγω του ότι ο Πελεκάν συμβολίζει τον Ιησού ο οποίος έχυσε το αίμα του για τη σωτηρία μας, όπως ο Πελεκάν έχυσε το αίμα του για να σώσει τα νεογνά του[19].
Καλείται Ιππότης Ροδόσταυρος επειδή οι Σεβάσμιοι των πρώτων Σκωτικών Στοών έφεραν μετάλλια με το σχέδιο του Ρόδου και του Σταυρού, προκειμένου να συμβολίσουν τα Πάθη του Σωτήρος επί του Σταυρού του Μαρτυρίου. Ορισμένα από τα μετάλια αυτά ήλθαν στα χέρια ορισμένων αδελφών που αγνοούσαν τη σημασία του συμβολισμού αυτού και λανθασμένα άρχισαν να αποκαλούν του εαυτούς τους Ιππότες του Ρόδου και του Σταυρού.
Καλείται Ιππότης του Ερεδώμ επειδή κατά την παράδοση οι πρώτες Στοές που λειτούργησαν τον βαθμό συνεδρίαζαν στο ομώνυμο όρος στη Σκωτία μεταξύ της Ανατολής και της Δύσης.
Εκαλείτο επίσης Ιππότης του Αγίου Ανδρέα για τον λόγο ότι μία από τις πρώτες Σκωτικές Στοές προτίμησε να μην λάβει διακριτικό όνομα και συνεδρίαζε άπαξ του έτους την ημέρα εορτής του Αγίου Ανδρέα, προστάτη της Σκωτίας. Τα μέλη αυτής της Στοάς αποκαλούνταν Τέκτονες του Αγίου Ανδρέου. Ο τίτλος αυτός εγκαταλείφθηκε μετά από λίγα χρόνια μετά τον σχηματισμό των 33 βαθμών και τη δημιουργία του βαθμού του Ιππότου του Αγίου Ανδρέου (29ο).
Τέλος καλείται Τέλειος Τέκτων, επειδή ο συγκεκριμένος αποτελεί τον έβδομο και τελευταίο βαθμό του Τεκτονισμού, στον οποίο μόνο Χριστιανοί στο θρήσκευμα μπορούν να συμμετάσχουν, αντίθετα με τους έξι προηγούμενους βαθμούς στους οποίους μπορούν να μυηθούν άνδρες όλων των θρησκειών.»
Από τη διατύπωση των άρθρων αυτών μπορούμε να εξάγουμε χρήσιμα συμπεράσματα αναφορικά με την ανάπτυξη των λεγομένων «ανώτερων βαθμών». Κατ’ αρχάς, τα άρθρα δίδουν ικανοποιητικές αποδείξεις για τη θεωρία που υποστηρίζει ότι πολλές, μυθικής προελεύσεως, αναφορές για τον Σκωτικό Τεκτονισμό πέρασαν στις ευρωπαϊκές Στοές. Η εκ προθέσεως χρήση του ασαφούς προελεύσεως όρου «Ερεδώμ» συντείνει στο μυθικό χαρακτήρα των απαρχών των νέων βαθμών.
Επίσης, τα χρησιμοποιούμενα ονόματα και οι μυθικές αναφορές μας βοηθούν να κατανοήσουμε κάποια από τα μη ευκόλως εξηγούμενα τμήματα του σύγχρονου τυπικού. Επίσης, το προσωνύμιο των Ροδόσταυρων ως Ιπποτών του Αγίου Ανδρέου εγκαταλείφθηκε με τη δημιουργία του 29ο βαθμού του Αρχαίου και Αποδεδεγμένου Σκωτικού Τύπου.
Να σημειωθεί εξ αφορμής των ανωτέρω ότι ο βαθμός γεννήθηκε μέσα σε ένα έντονο κοινωνικό και πνευματικό κλίμα της εποχής των μέσων του 18ου αιώνα. Ακόμα και η επιλογή του ονόματος και του συμβολισμού του Ρόδου και του Σταυρού δεικνύει την προσπάθεια διατήρησης της σύνδεσης που είχε ο συμβολισμός αυτός κατά τον προηγούμενο αιώνα (17ο) με την αλχημιστική παράδοση. Την άποψη αυτή υιοθετεί και ο Wirth o οποίος θεωρεί τη φιλοσοφική αλχημεία του 18ου αιώνα ως κύρια μυητική βάση στη Ροδοσταυρική παράδοση[20].
5. Παρατηρήσεις
Είναι αλήθεια ότι μέχρι πρόσφατα οι περισσότερες βιβλιογραφικές αναφορές για την καταγωγή του βαθμού του Ροδόσταυρου απέδιδαν τη δημιουργία και την ανάπτυξή του αυθαίρετα στο Ροδοσταυρικό κίνημα. Ευτυχώς, η επιστημονική προσέγγιση ανέσυρε τις τελευταίες δεκαετίες κείμενα και χειρόγραφα που αποκατέστησαν την αλήθεια πέραν των υποστηριζόμενων μαγικών και ψευδο-θεουργικών θεωριών. Πράγματι, η οποιαδήποτε διασύνδεση του τυπικού του 18ο βαθμού με τα τρία αρχετυπικά Ροδοσταυρικά κείμενα (Confessio, Fama, Γάμοι) είναι επιεικώς παράλογη. Το μόνο επιχείρημα που ευσταθεί, αναφορικά με το γεγονός της χρήσεως μιας κοινής συμβολικής γλώσσας, οφείλεται στο κίνημα του γερμανικού μυστικισμού του 18ου αιώνα ο οποίος βρήκε ικανή έκφραση στον τεκτονικό τύπο της «Αυστηράς Τηρήσεως», ο οποίος αποδεδειγμένα επηρέασε τους συντάκτες του τυπικού. Ο Waite[21] τονίζει:
«Προσωπικά, είμαι πεπεισμένος ότι ολόκληρη η στοιχειοθέτηση του βαθμού του Ροδόσταυρου, η ενδυμασία, το κόσμημα, οι Αίθουσες, αποτελούν ενθυμήματα ενός παλαιότερου Τάγματος… ευρισκόμενα σε άμεση σύνδεση με το Ερμητικό Έργο στην Αλχημεία… Θα μπορούσα ευχερώς να αναδείξω την παράλληλη οδό που ακολουθείται από Ροδοσταυρικά και Ερμητικά κείμενα αναφορικά με το Κυβικό Λίθο, τους Επτά Μυστικούς Κύκλους, το Ρόδο του Σαρόν, τον Αετό… Ο σύνδεσμός και η σχέση μεταξύ των δύο κείται στην επιφάνεια και αυτοί που έχουν ανοιχτούς τους οφθαλμούς τους σπανίως αποτυγχάνουν να το δουν.»
Έχει υποστηριχθεί, κυρίως στην αγγλοσαξονική βιβλιογραφία ότι ο βαθμός του Ροδόσταυρου καλύπτει συμβολικά τις τρεις τελευταίες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδος, ήτοι από τις 3 το απόγευμα της Μεγάλης Παρασκευής μέχρι την 6η πρωινή της Κυριακής του Πάσχα[22]. Αυτό υποδηλώνει το Χριστιανικό στοιχείο το οποίο ενυπάρχει στον βαθμό αφ’ εαυτού μαζί με τον αρχετυπικό (αλχημιστικό - ερμητικό) συμβολισμό, ανεξαρτήτως του ακολουθουμένου τυπικό (Universal ή Ερεδώμ). Επομένως, στην πράξη μπορούμε να πούμε ότι ο de Tschoudy έσφαλε όταν χαρακτήρισε τον βαθμό ως «ολόκληρο το Καθολικό δόγμα ενσωματωμένο σε έναν βαθμό» ή το τελευταίο κομμάτι των εργασιών ως ομοιάζον με το «τυπικό της Θείας Λειτουργίας». Η κατάληξη των εργασιών, πριν την αναστολή, με την τέλεση του Δείπνου μπορεί να συγκριθεί κατά βάση με τις Αγάπες της πρώιμης Χριστιανικής Εκκλησίας.
6. Επίλογος
Δεν μπορούμε να πούμε με απόλυτη ακρίβεια πότε δημιουργήθηκε ο τεκτονικός βαθμός του Ροδοσταύρου, ούτε ποια ήταν η ακριβής αιτία εισαγωγής του στο τεκτονικό σύστημα εν γένει. Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι η δημιουργία και η ανάπτυξη του βαθμού δεν πρέπει ιστορικά και φιλοσοφικά να αποδοθεί στο Ροδοσταυρικό κίνημα που χρονικά προϋπήρξε. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι το πέρασμα από τη Ροδοσταυρική παράδοση σε μια νέα τεκτονική πραγματικότητα (υπό την έννοια της εμφάνισης νέων τεκτονικών βαθμών πέραν των τριών πρώτων) μπορεί να γίνει κατανοητό σαν μια προσπάθεια θεσμοθέτησης της ενοποιητικής μυητικής δράσης της εποχής του 18ου αιώνα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι την εποχή εκείνη συγκεντρώνεται σε ένα σύνολο η μυητική παράδοση που ήταν μέχρι τότε κατακερματισμένη και τούτο αποτελεί την περίπτωση και του βαθμού του Ροδοσταύρου. Ενοποιητική λοιπόν, αλλά και αναπόσπαστη καθώς, το μυητικό αυτό σύνολο αποκτά εξ αρχής μια δομή φαινομενικά αλχημιστική αλλά και τελετουργικά και πνευματικά πολυσχιδή.
Εν πάση περιπτώσει ο βαθμός του Ροδοσταύρου γεννήθηκε μέσα σε ένα έντονο κοινωνικό και πνευματικό κλίμα της εποχής, η δε επιλογή του ονόματος και του συμβολισμού αποδεικνύει την προσπάθεια διατήρησης της σύνδεσης που είχε ο συμβολισμός κατά τον προηγούμενο αιώνα (17ος) με την ερμητική και αλχημιστική παράδοση, καθώς και την προσπάθεια έκφρασης των πνευματικών και κοινωνικών ευαισθησιών, αλλά και των ιδεολογικών ανακατατάξεων της εποχής. Να μην λησμονούμε ότι πρόκειται για μια εποχή όπου στη μεν Αγγλία η επίδραση της Βασιλικής Εταιρίας και του πνευματικού κινήματος συνέτεινε στην χειραφέτηση της αστικής τάξης και την εκδήλωση ενός ορθολογιστικού κινήματος, στη δε Γαλλία το τέλος του ancien régime σηματοδότησε την κοινωνική εφαρμογή των ιδεών του Διαφωτισμού.
Η γένεση του βαθμού του Ροδοσταύρου μοιάζει ως μία ανάγκη τόνωσης και έκφρασης του αισθήματος ενότητας (μυητικής και πνευματικής) μιας τεκτονικής ελίτ της εποχής στην οποία όμως έχουν απήχηση και εφαρμογή οι αρχές της κοινωνικής ισότητας και της θρησκευτικής ανοχής. Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από την προσπάθεια των αναμορφωτών των τυπικών του ΑΑΣΤ να προσδώσουν έναν περισσότερο ντεϊστικό χαρακτήρα σε ορισμένες Δικαιοδοσίες. Η αλχημεία, ο ανθρωπισμός, ο Ιπποτισμός, η αγάπη, η Καρτεσιανή θεώρηση παραμένουν ζωντανές στα σύγχρονα τυπικά και συμπορεύονται ομαλά με τον συμβολισμό του Ιησού και τη θέση αυτού στη μυητική παράδοση.
Βιβλιογραφία:
Alleau R., La science des symboles, Payot, 1976.
Bayard J. – P., Le symbolisme maçonique des Hauts Grades, Editions Du Prisme, Paris, 1975.
Berthier G., Descartes et les Rose-Croix, Revue de Synthèse, 1939.
Bernheim A., The Order of Kilwinning or Scotch Heredom, the present Royal Order of Scotland, Heredom, 1999, vol. 8, 93-130.
Cirlot J.L., Dictionary of Symbols, Dorset Press, NY 1991.
De Quincey Th., Historico-Critical Inquiry into the Origins of the Rosicrucians and the Freemasons, Collected Writtings, XIII, Edinburgh, 1890, 384 και επ.
Erman S., Comentaires des Hauts Grades du R\E\A\A\, Supreme Council for Turkey, Istanbul 1990.
Jackson, A. C. F., Rose Croix, rev. ed., A. Lewis, London, 1987.
Jackson, A. C. F., Α commentary on the Rose – Croix Ritual, 1983,
Jackson, A. C. F., The Scripture References to the Rose – Croix Ritual, 1970.
Knoop, Jones and Hamer, Early Masonic Pamphlets, Manchester, 1945.
Lerbet G., Le Rose-Croix Franc-Macon, Éditions Maconniques dr France, Paris, 2002.
Lantoine A., Le Rite Ecossais ancien et accepté, 1930.
McIntosh Ch., The Rosicrucians, Crucible, 1980.
Naudon P., Histoire, Rituels et Tuilleur des Hauts Grades Maçoniques, Dervy-Livres, Paris 1984.
Parker W.D., Morris S.B., The Degree of Knight of the Sword and of Rose-Croix, G.C., Fellow & Mackey Scholar Published in Vol.11, Year 2003
Peterson N. D., Mottos and Foreign Quotations in the Scottish Rite, The Plumbline, Vol. 3, N ο 2, June 1994.
Pike A., The Magnum Opus or Great Work, 1857.
Tamain A.L. G., La clé géométrique du premier alphabet maconnique, Chronique d’ Histoire maconnoque, no 41, 13 και επ.
Waite A.E., A New Encyclopaedia in Freemasonry, 1881.
Waite A.E., Brotherhood of the Rosy Cross, Printed by William Rider & Son Limited, London, 1924
Wirth O., Le symbolisme hermétique dans ses rapports avec l'alchimie et la franc-maçonnerie, Paris, 1981.
Yates F., The Rosicrucian Enlightenment, Paladin, 1975.
[1] Οι σχέσεις ανάμεσα στους Ροδοσταύρους και τη Βασιλική Εταιρία είναι εξαιρετικής σημασίας. Οι ιδρυτές της ονομαστής για τον ορθολογισμό των μελών της εταιρίας μπορούσαν ελεύθερα να επιδίδονται στην ερμητική αναζήτηση και τον μυστικισμό. Αυτό φαίνεται από τα έργα του John Dury που αλληλογραφούσε με τον Johann Valentin Andreae με αντικείμενο το εσωτερικό φως ή του Robert Boyle πατέρα της πειραματικής φυσικής, ο οποίος ήταν ταυτόχρονα αλχημιστής και δημιουργός του Αόρατου Κολλεγίου επιθυμώντας να πραγματοποιήσει τα σχέδια της Νέας Ατλαντίδος (Nova Antlantis) του Bacon. Σε όλα αυτά να προστεθεί και το δεδηλωμένο πάθος του Newton για την αλχημεία και τη επιρροή που εδέχθη από τον Jacob Boehme.
[2] O Καρτέσιος πράγματι οφείλει στους μυστικιστικούς ενθουσιασμούς της νεότητάς του και την κατά πολλούς συγγραφείς μύησή τους στους Ροδοσταύρους. Η επιγενόμενη θέση της ενότητας των επιστημών ως βάση του συστήματός του μαρτυρεί πολλά. Βλ. σχετ. Berthier G., Descartes et les Rose-Croix, Revue de Synthèse, 1939.
[3] Βλ. De Quincey Th., Historico-Critical Inquiry into the Origins of the Rosicrucians and the Freemasons, Collected Writtings, XIII, Edinburgh, 1890, 384 και επ.
[4] Πρβλ. Knoop, Jones, Ηamer, Early Masonic Pamphlets, Manchester 1945, 235.
[5] Ή η «Ροδοσταυρική Χάρτα», όπως αναφέρεται συγκεκριμένα.
[6] Mackey A.G., History of Freemasonry, Vol. VII, Revised Edition, 1921, 280. Πρβλ. και Naudon P., Histoire, Rituels et Tuilleur des Hauts Grades Maçoniques, Dervy-Livres, Paris 1984, 88. Aντίθετη, πλην όμως χωρίς ιστορικά τεκμήρια, άποψη υιοθετεί ο Lantoine. Βλ. Lantoine A., Le Rite Ecossais ancien et accepté, Paris, 1930, 75 και επ.
[7] Tamain A.L. G., La clé géométrique du premier alphabet maconnique, Chronique d’ Histoire maconnoque, no 41, 13 και επ.
[8] Βλ. Bernheim A., The Order of Kilwinning or Scotch Heredom, the present Royal Order of Scotland, Heredom, 1999, vol. 8, 93-130.
[9] Jackson A.C.F., Rose-Croix, 27.
[10] Βλ. και Lerbet G., Le Rose-Croix Franc-Macon, Éditions Maconniques dr France, Paris, 2002, 72
[11] Το 1762 δημοσιεύονται τα Συντάγματα του Μπορντώ με διαμορφωμένους 25 βαθμούς συμβολικού και φιλοσοφικού Τεκτονισμού. Το σύστημα αυτό των 25 βαθμών, ο ουσιαστικός πλέον πρόδρομος του σημερινού Αρχαίου και Αποδεδεγμένου Σκωτικού Τύπου, ασκείται μέχρι και το 1786, οπότε δημοσιεύονται τα Μεγάλα Συντάγματα και ο Γενικός Κανονισμός, καλούμενα» Συντάγματα του Φρειδερίκου του Μεγάλου της Πρωσίας ή του Βερολίνου», με ένα σύστημα 33 συνολικά βαθμών του συμβολικού και φιλοσοφικού Τεκτονισμού, όπως ισχύουν μέχρι και σήμερα. (Βλ. Μεγάλα Συντάγματα του 1786 και Γενικός Κανονισμός του Υπάτου Συμβουλίου του 33ου βαθμού της Ελλάδος, έκδοση 1958, προοίμιο, σελ. 7-12).
[12] Naudon P., ό.π., ____.
[13] Jackson A.C.F., Rose-Croix, 26.
[14] Βλ. και την εργασία με τίτλο «The Degree of Knight of the Sword and of Rose-Croix» των William D. Parker, 33° S Brent Morris, 33°, G.C., Fellow Mackey Scholar Published in Vol.11, Year 2003.
[15] Τον ίδιο χρόνο ο Henry Andrew Francken εγκαθιδρύει μια Στοά Τελειοποιήσεως στην πόλη Albany (Νέα Υόρκη) και σπέρνει τον σπόρο του Σκωτικού Τεκτονισμού στη Νέα Γη.
[16] Βλ. και Jackson A.C.F., Rose-Croix, 28, ο οποίος μάλλον εκ παραδρομής γράφει ότι σχετική αναφορά υπήρχε στον Κανονισμό της Μεγάλης Στοάς της Γαλλίας ήδη από το 1755 αντί του ορθού 1765.
[17] Βλ. Naudon P., ό.π., __
[18] Κατά το ισχύον ελληνικό τυπικό «ο Αετός είναι το σύμβολον της Σοφίας». Bλ. Τυπικόν του 18ο Βαθμού του Α.Α.Σ.Τ., Ύπατον Συμβούλιον του 33ο της Ελλάδος, Αθήναι, 1984, 84.
[19] «ο Πελεκάν είναι το σύμβολον του Ελέους και της Αυτοθυσίας».
[20] Wirth O., Le symbolisme hermétique dans ses rapports avec l'alchimie et la franc-maçonnerie, Paris, 1981, 86.
[21] Βλ. και το έργο του Waite A.E., Brotherhood of the Rosy Cross, Printed by William Rider & Son Limited, London, 1924.
[22] Πρβλ. σχετ. Jackson, A. C. F., Α commentary on the Rose – Croix Ritual, 1983, The Scripture References to the Rose – Croix Ritual, 1970.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση της Εταιρίας Μελετών Σκωτικού Τύπου «Ερεδώμ», τ.1, 2012
Αναρτήθηκε από Leandros L. K. στις 8:55 μ.μ.