Το ''στοχάσου, και αρκεί '' είναι το βασικό απόφθεγμα το οποίο βρίσκεται στην αρχή του κειμένου και δηλώνει την προσπάθεια του συγγραφέα να κάνει τους υπόδουλους Έλληνες να σκεφτούν πάνω στα πραγματικά αίτια της κατάστασης τους. Δηλώνει ακόμα ο ''Ανώνυμος'' με το απόφθεγμα αυτό την πίστη του στη δυνατότητα της ανθρώπινης σκέψης και κατ΄ επέκταση της λογικής να χαράξει δρόμους για την έξοδο από τη δυστυχία και την κατάπτωση. Από την άποψη αυτή θα πρέπει να παραλληλιστεί με την εμβληματική φράση του διαφωτισμού , όπως την είχε διατυπώσει ο Kant , sapere aude. (να έχεις το θάρρος να μεταχειρίζεσαι τον δικό σου νου). 27
Ο άνθρωπος θεωρείται λογικό ον το οποίο έχει μια κλίση προς το καλύτερο και στην αναζήτηση καλύτερων καταστάσεων, στις οποίες θέλει να ζήσει.
Με μια μικρή επιστολή που υπάρχει στην αρχή του έργου ο '' Ανώνυμος '' ξεκαθαρίζει τι είναι και από ποιους πρέπει να διαβαστεί το έργο του. Λέει ότι γράφει μια διεξοδική επιστολή προς τους Έλληνας'' την οποία δεν θα πρέπει να μπουν στον κόπο να διαβάσουν όσοι προφέρουν το όνομα της Ελλάδας χωρίς ν΄ αναστενάζουν. Στη συνέχεια του έργου καταγγέλλεται η οθωμανική τυραννία και οι συνεργοί της και παράλληλα ο άγνωστος συγγραφέας της καταθέτει τη δική του πρόταση για το πολίτευμα του ελευθέρου ελληνικού κράτους. Η ευτυχία του ανθρώπου συνδέεται με το είδος του πολιτεύματος με το οποίο διοικείται το κράτος. Ο ''Ανώνυμος '' είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός και ξεκάθαρος σ΄ αυτό το σημείο:
' η ευτυχία κρέμεται από την διοίκησιν , η οποία ημπορεί να μας καταστήσει ευτυχείς μόνον τότε, όταν αρέσκη των περισσοτέρων.'' 27a
Ο Ανώνυμος ξεκινάει το κείμενό του , απευθυνόμενος στους ελεύθερους προγόνους του και τους καλεί να ενδυναμώσουν το ζήλο του με τα ηρωικά τους κατορθώματα για να μπορέσει να δείξει τα ωφελήματα της ελευθερίας. Αναφέρει ότι το κείμενό του δεν πρόκειται να το καλλωπίσουν ρητορικά σχήματα αλλά η διήγηση τέτοιων πράξεων. Μ΄ αυτή του την αναφορά ο συγγραφέας του έργου φαίνεται να έχει υιοθετήσει το σχήμα της ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού από την αρχαιότητα.
Συνεχίζοντας τη διαπραγμάτευση του θέματός του , τονίζει την ανάγκη έρευνας και αμφιβολίας για την αναζήτηση της αλήθειας , καθώς και της διασταύρωσης των στοιχείων που κατατίθενται από διάφορα πρόσωπα από τα οποία αναζητούνται στοιχεία , καθώς και της κατανόησης των κινήτρων τους να μιλήσουν. Τα όποια στοιχεία συλλέγονται δεν είναι εξαρχής δεκτά , αλλά πρέπει να ελέγχονται , μας λέει ο Ανώνυμος, καταθέτοντας έτσι τη μεθοδολογία του για τη δική του μελέτη.27β
Διαπιστώνοντας στη συνέχεια τον σχετικό και όχι απόλυτο χαρακτήρα της ανθρώπινης ευτυχίας, ότι δηλ. ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι ευτυχής σε όλα αλλά όσο το δυνατόν ευτυχής, περνάει στην έκθεση της κοινωνικοπολιτικής του θεωρίας. Η προσπάθεια του ανθρώπου για την κατάκτηση της ευτυχίας ταυτίζεται με τον αγώνα να εξαλείψει τη δυστυχήματα που τον βασανίζουν , υπακούοντας στη θέλησή του. Ο Άνθρωπος στη σκέψη του ‘’Ανώνυμου’’ είναι ον λογικό προικισμένο από τη φύση με αυτή την ικανότητα καθώς και με την ικανότητα να της σύγκρισης των πραγμάτων. Επίσης τον διακρίνει η τάση να τείνει προς το καλύτερο.28 Πρόκειται για μια αισιόδοξη θεώρηση της ανθρώπινης φύσης , μια θεώρηση που επιτρέπει τη διατύπωση κοινωνικών και πολιτικών αιτημάτων που επιτρέπουν τη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Στην περίπτωση του Ανώνυμου αυτή η θεώρηση του ανθρώπου του επιτρέπει τη διατύπωση του αιτήματος της εθνικής απελευθέρωσης από τον οθωμανικό ζυγό.
Η ομοιότητα με τις αναλύσεις των διαφωτιστών της Ευρώπης είναι φανερή τόσο στο σημείο που αναφέρεται στην έλλογη φύση του ανθρώπου , όσο και στην αναφορά του για το πέρασμα του ανθρώπου από το στάδιο της φυσικής στο στάδιο της κοινωνικής ζωής. Η σχετική αναφορά θυμίζει τον Ζ.Ζ.Ρουσσώ στο ‘’Κοινωνικό Συμβόλαιο’’. Από τη στιγμή που ο άνθρωπος έφυγε από τη φύση και οργάνωσε τη ζωή του στο πλαίσιο της κοινωνίας , έχασε την αληθινή του ευτυχία , έγινε δούλος όχι μόνο του εαυτού του αλλά και των ίδιων των άψυχων πραγμάτων. Πρώτα στο πλαίσιο της κοινωνικής ζωής επικράτησε η αναρχία , όπου ο ισχυρότερος επιβάλλονταν πάνω στους αδύναμους. Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης , που διαμορφώθηκε στο πρώτο στάδιο της κοινωνικής ζωής αλλά και από αδυναμία να επανέλθει στην πρότερη φυσική ζωή , εμφανίσθηκε μια νέα μορφή διοίκησης , η μοναρχία , όπου , όπως αναφέρει ο ΄΄ Ανώνυμος’:
« η σκιά του θρόνου (κατέληξε , ενν. ΧΡ) ν’ απομωραίνη τας ψυχάς των ανθρώπων.» Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν να μετατραπεί γρήγορα η Μοναρχία σε τυραννία. Στο πολίτευμα αυτό: « τα ελαττώματα ( είναι) όχι πλέον μισητά , αλλά επαινετά και επιθυμητά … Ιδού η αδικία με το ξίφος εις την δεξιάν να καταπατή την αρετήν και να διώκη την δικαιοσύνην. Ιδού…»29
Η πολιτική αυτή κατάσταση έδειξε στους ανθρώπους να αναζητήσουν ένα άλλο είδος διοίκησης στο οποίο θα κυριαρχεί η αρετή και η ευτυχία.
Το πολίτευμα που μπορεί να πραγματώσει αυτή την ευτυχία δεν είναι άλλο απ' αυτό της Νομαρχίας, δηλ. της κυριαρχίας του νόμου και της εξασφάλισης της ελευθερίας για όλα τα μέλη της πολιτείας μέσω της υπακοής σ΄ αυτόν. Το είδος αυτό διοίκησης μπορεί να είναι συμβατό τόσο με τη δημοκρατία όσο και με τη μοναρχία. Προφανώς ο ‘’Ανώνυμος’’ εδώ εννοεί τη συνταγματική μοναρχία , αφού η δέσμευση του μονάρχη από τον συνταγματικό κανόνα αποτελεί μια έκφραση των θεμελιακών αρχών της νομαρχιακής διοίκησης. Μ΄ αυτή την έννοια δεν φαίνεται ν΄ αποκλείει τη συνταγματική νομαρχία ως πολίτευμα του ελευθέρου ελληνικού κράτους. Η ελευθερία κατά τον Ανώνυμο υπάρχει σε όλα τα πολιτεύματα αλλά με διαφορετικό νόημα στο καθένα. Στην αναρχία είναι ελεύθεροι μόνο οι ισχυρότεροι , στη μοναρχία μόνο ο ένας , στην τυραννία κανένας. Η Νομαρχία περιγράφεται σε αντιδιαστολή με την αναρχία και την απόλυτη μοναρχία, ως το πολίτευμα που εξασφαλίζει την ελευθερία σε όλους.
''Υπό της Νομαρχίας , τέλος πάντων , η ελευθερία ευρίσκεται εις όλους , ωσάν οπού όλοι κοινώς την αφιέρωσαν εις τους νόμους , τους οποίους διέταξαν αυτοί οι ίδιοι , και υπακούοντας τους καθείς υπακούει εις την θέλησιν του , και είναι ελεύθερος.''30
Μέσω των νόμων '' οι άνθρωποι χαίρονται μιαν απόλυτον ομοιότητα'' δηλ. ισότητα’30α .Στον αντίποδα των τυραννικών πολιτευμάτων που κυριαρχεί η θέληση του ηγεμόνα ο ''Ανώνυμος'' ακολουθώντας τον Μοντεσκιέ θα προτείνει την κυριαρχία του νόμου και την δέσμευση της πολιτικής εξουσίας και των ενεργειών της απ΄ αυτόν. Το πολίτευμα της Νομαρχίας είναι αυτό που προσφέρει στους ανθρώπους τα μέσα και τις ευκαιρίες προκειμένου αυτοί ν ΄ αναπτύξουν τις ικανότητές τους.
Διακρίνει τρεις αιτίες της ανισότητας (ανομοιότητας) των ανθρώπων : α. τη φύση β. την ανατροφή γ. την τύχη.31 Η Νομαρχία δεν επιδιώκει να εξισώσει όλους τους ανθρώπους ως προς την κοινωνική τους κατάσταση αλλά να μετριάσει με τους νόμους τη φυσική ανομοιότητα. Μέσω των νόμων όλοι οι άνθρωποι χαίρονται την απόλυτη πολιτική ομοιότητα.(ισότητα) Είναι μια από τις πρώτες αναφορές στην έννοια του κράτους δικαίου στη νεοελληνική σκέψη , εξαιρετικά πρωτοποριακή για τις συνθήκες της εποχής του.
H Νομαρχία δεν περιγράφεται από τον Ανώνυμο ως ιδανικό και αιώνιο πολίτευμα. Αντίθετα ο συγγραφέας του έργου φαίνεται ότι έχει επίγνωση και της φθοράς της μέσα στο χρόνο αλλά και του κινδύνου να ξεφύγει από τις αρχές της και να μετατραπεί σε διαφορετικό πολίτευμα , συγκεκριμένα σε ολιγαρχία. Ως έργο ανθρώπινο δεν μπορεί παρά να είναι ατελές που υπόκειται στο νόμο της φθοράς.
« … και ούτως αφού διέλθη την νηπιότητα , τη νεότητα , την ανδρότητα , τέλος πάντων γηράζει και αποθαίνει»32.
Η θεωρία της φθοράς των πολιτευμάτων είναι γνωστή στους νεότερους χρόνους με τον Μακιαβέλλι. Στις απόψεις του Μακιαβέλλι στηρίζεται και ο συγγραφέας της Νομαρχίας , όπως αυτός πραγματεύτηκε το θέμα της κοινωνικής διαφθοράς στις ΄΄Φλωρεντινές Ιστορίες’’. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για κάτι τέτοιο είναι η διαφθορά των ηθών όπου:
« ο καιρός και η πολυτέλεια αδυνατίζουν την ενέργειαν των νόμων και αρχίζει το μέγα κτίριον να τρέμη και η πολιτεία βαδίζει προς τον θάνατον»33
Σε μια τέτοια κατάσταση χάνεται η αγάπη που δένει όλα τα μέλη της πολιτείας σ΄ένα ενιαίο σύνολο και αντικαθίσταται από τον φθόνο και την καχυποψία. Στο πλαίσιο αυτό γεννάται στις ψυχές όλων των πολιτών η επιθυμία για εξουσία. Οι πολίτες παύουν να σκέφτονται και να στοχεύουν στο γενικό καλό , αλλά «ο καθείς φοβούμενος να μην είναι δυναστευόμενος , θέλει να δυναστεύση και τότε οι αρχηγοί αρπάζοντες τους νόμους εις τας χείρας των, ίσως χωρίς να το καταλάβουν , παραχρήμα ο λαός γίνεται δούλος και αυτοί τύραννοι»34 Έτσι η Νομαρχία μετατρέπεται σε ολιγαρχία. Το επόμενος στάδιο είναι η μετατροπή της ολιγαρχίας σε μοναρχία , καθώς ανάμεσα στους άρχοντες του ολιγαρχικού πολιτεύματος
« ένας ο πονηρότερος , ο οποίος δυναστεύοντας τους λοιπούς υψώνεται εις τον θρόνον και γίνεται μονάρχης , ήτοι τύραννος … Η τυραννία ταυτίζεται με τη μοναρχία – « εις ουδέν διαφέρει κατά την έκφραση του συγγραφέα – αφού άλλο δεν είναι παρά μια ανεξάρτητος και απολελυμένη αρχή ενός προς τους άλλους» 35
ο πλαίσιο αυτής της διαπίστωσης προχωρά σε μια σύντομη κριτική των βασιλικών πολιτευμάτων και της σχέσης των βασιλέων με τον λαό
« την σήμερον , όπου τα εννέα δέκατα της οικουμένης είναι δούλοι και υπό της τυραννίας βασανίζονται».36
Προφανώς το απόσπασμα αφορά τις ευρωπαϊκές μοναρχίες , μ΄ αυτές που ο ανερχόμενος αστικός κόσμος βρέθηκε σε αντίθεση μαζί τους με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του Λουδοβίκου ΙΣΤ ΄ της Γαλλίας την εποχή της επανάστασης. Τα πολιτεύματα αυτά θεωρείται ότι δεν διαφέρουν σε τίποτα από την τυραννική εξουσία των Οθωμανών παρά μόνον στο ότι προσποιούνται. Οι βασιλείς « αδικούσι , κλέπτουσι , αρπάζουσι»37 Οι πράξεις τους στηρίζονται σε νόμους τους οποίους οι ίδιοι έχουν φτιάξει , προφανώς στα μέτρα τους. Το ‘’αυτοί μονοί που χρησιμοποιεί ο Ανώνυμος στο κείμενο δηλώνει τον τρόπο δημιουργίας του νόμου στο ολιγαρχικό και μοναρχικό πολίτευμα σε αντιδιαστολή μ΄ αυτό της Νομαρχίας. Αυτός δεν εκβράζει παρά μόνον τη βούληση του ηγεμόνα και όχι τη γενική θέληση , δημιουργείται από τον ίδιο και όχι για την επίτευξη της γενικής πολιτικής ισότητας , όπως αποσκοπεί η θεσμοθέτηση νόμων στο πολίτευμα της Νομαρχίας. Οι βασιλείς αποφασίζουν εύκολα και για ασήμαντες αιτίες τον θάνατο των ανθρώπων , θεωρούν ότι είναι υποχρέωση των υπηκόων τους να τους υπακούουν , δεν μπορούν ν΄ αποδεχτούν αντίρρηση για τις αποφάσεις τους και τις επιλογές τους και γι ΄ αυτό δεν μπορούν ν΄ αποκτήσουν αποδοχή στις πράξεις τους. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι:
«όποιος δεν ακούει ποτέ το όχι σπανίως του τυχαίνει το ναι » (Βαλέτας σελ. 111-112) Ιδιαίτερης σημασίας είναι η παρατήρηση του συγγραφέα του έργου ότι « αυτοί (δηλ. οι βασιλείς), ω Έλληνες δια μέσου της θρησκείας και των νόμων , εκτελούσι τα όσα η κακία τους διδάσκει»38
καθώς βλέπει τη σχέση θρησκείας και πολιτικής εξουσίας, ότι η δηλ. η θρησκεία γίνεται όργανο άσκησης μιας άδικης και καταπιεστικής εξουσίας.
Σημαντική αποδεικνύεται η επιρροή του Μακιαβέλλι και της λεγόμενης νεορωμαϊκής πολιτικής σκέψης 38α και στη σύλληψη της έννοιας της ελευθερίας από τον ΄΄Ανώνυμο’’. Ο μετασχηματισμός που εισάγει ο Μακιαβέλλι στους νεότερους χρόνους στην έννοια της πολιτικής ελευθερίας είναι ουσιαστικός: η πολιτική ελευθερία δεν είναι απλώς η ελευθερία της πολιτείας έναντι άλλων πολιτειών αλλά η ελευθερία των μελών της έναντι της ίδιας της εξουσίας της. Η ελευθερία επίσης στο κείμενο της Νομαρχίας δεν κατανοείται απλά ως μια ιδανική κατάσταση του κράτους αλλά ως ένα θεμελιώδες ανθρώπινο χαρακτηριστικό και επομένως γίνεται αντιληπτή ως κατάσταση και των μελών της πολιτείας. Επιπλέον η ύπαρξη ελεύθερης πολιτείας είναι προϋπόθεση για την ύπαρξη ενάρετων πολιτών.
Για την κατάσταση της δουλείας πιστεύει ότι ευθύνονται οι περιστάσεις και η κακή διοίκηση κι αυτό προσπαθεί να το κάνει κατανοητό στους συμπατριώτες του , με απλά και κατανοητά παραδείγματα. Λέει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι δημιουργήματα της φύσης και δεν διαφέρουν σε τίποτα στον τρόπο με τον οποίο η φύση τους αντιμετωπίζει. Καταλαβαίνει τις δυσκολίες του εγχειρήματος να κάνει τους υπόδουλους να σκεφτούν μ΄ έναν διαφορετικό τρόπο , έτσι ώστε να κατανοήσουν τα πραγματικά αίτια της δουλείας τους και προπαντός να συνειδητοποιήσουν ότι μπορούν να ξεφύγουν από την κατάσταση της δουλείας.
« Ο δούλος , διαπιστώνει ο Ανώνυμος , πιστευσατέ μοι αδελφοί ποτέ δεν στοχάζεται ότι είναι όμοιος με τον κύριό του , αλλά είναι σχεδόν βέβαιος ότι αυτός πρέπει να είναι δούλος , και εκείνος κύριος. Βαβαί» Θεωρεί την κατάσταση της ανελευθερίας στην οποία εγεννήθη φυσική και πιστεύει ότι «εγεννήθη σκλάβος και ούτε τόλμη καν να κατυχήση την γένναν του.»39
Ο ‘’Ανώνυμος’’ προσπαθεί να δείξει ότι ο υπόδουλος βιώνει την πραγματική κατάσταση αντίστροφα από αυτή που πραγματικά είναι. Το συμπέρασμά του είναι ότι :
« μόνον η ελευθερία αποκαταστεί τους ανθρώπους ενάρετους και εμφυτεύει εις τας καρδίας όλων των πολιτών την άμιλλαν προς το ευ πράττειν…»40
Η κατάσταση της ελευθερίας , η ύπαρξη δηλ. μιας ελεύθερης πολιτείας είναι αυτή που μπορεί ν΄ αναδείξει άξια υποκείμενα. Αυτή παρουσιάζεται
«ως καλλιεργημένον περιβόλλεον προς τα άνθη του» και γι ΄αυτό «η ελευθερία είναι αναγκαιοτέρα και από την ίδια την ύπαρξιν των ανθρώπων.» 41
Το έργο χαρακτηρίζουν οι πολλές αναφορές του στην περιοχή της Ηπείρου , πράγμα που φανερώνει την ιδιαίτερη σχέση του συγγραφέα του έργου με τη συγκεκριμένη περιοχή , στην οποία προφανώς έχει ζήσει αρκετά και γνωρίζει πρόσωπα , πράγματα και καταστάσεις αρκετά καλά. Συζητάει για την κατάσταση της τυραννίας που υπάρχει στην περιοχή , που είναι ιδιαίτερα σκληρή από τη στιγμή που ανέρχεται στο θρόνο της εξουσίας ο Αλής ο Τεπενενλής. Στο έργο ο Αλής ζωγραφίζεται με τα μελανότερα χρώματα , ενώ τον συγγραφέα προβληματίζει η αποδοχή της τυραννίας του από πολλά μέρη της Ηπείρου. Ως αιτία γι΄ αυτό ο Ανώνυμος θεωρεί και την πριν απ’ αυτόν ύπαρξη δουλείας. Η τυραννία υπήρχε και πριν τον Αλή και απλώς οι υπόδουλοι άλλαξαν τύραννο. Διαχωρίζει από τους υπόλοιπους Ηπειρώτες τους Σουλιώτες τους οποίους χαρακτηρίζει ανθρώπους συνηθισμένους
«εις τον θεληματικόν κόπον μιας ησύχου ζωής , ανυπόδουλοι εξ αρχής της κατοικήσεως των εις εκείνα τα υψηλά βουνά , έζουν ευτυχείς μακράν από τη πολιτέλειαν και την κακοήθειαν των διεφθαρμένων πολιτειών…» οι οποίοι «… παρακινούμενοι από τον θείον έρωτα της ελευθερίας και της πατρίδος των , εταπείνωσαν την αυθάδειαν του τυράννου … σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Ηπειρώτες οι οποίοι επειδή δεν απεφάσισαν εν καιρώ να συντρίψουν τοσούτον ζυγόν ¨ όθεν και ήυξησεν βαθμηδόν και εστερεώθη τόσον, ώστε οπού και ο ίδιος ο τύραννος θαυμάζει δια την αναισθησίαν των δούλων του.» 42
Από το πάνθεο των προτύπων για την εθνική ελευθερία δεν θα μπορούσε να λείπει ο Ρήγας , για τον οποίο ο συγγραφέας γράφει με τέτοιο τρόπο ώστε να φαίνεται ότι το έργο του του ήταν οικείο, ίσως και το ίδιο το πρόσωπό του. Εξάλλου το έργο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του. Αναφέρεται στο εθνεγερτικό έργο του Ρήγα , όσο στο γεγονός της προδοσίας του από τον Οικονόμου , τον οποίο ο Ρήγας δεν εμπιστεύονταν και δεν αποκάλυπτε τα επαναστατικά μυστικά του , αλλά η κακή τύχη οδήγησε το γράμμα στα χέρια του και στην αποκάλυψη του περιεχόμενό του.43
Στο κείμενο γίνεται επίσης αναφορά στην αξία της στρατηγικής ως στρατιωτικής τέχνης που μπορεί να εξασφαλίσει την νίκη ολιγάριθμων στρατευμάτων πάνω σε πολυάριθμα και πάνοπλα. Αναφέρονται στην περίπτωση αυτή παραδείγματα από την ιστορία. Η αναγκαιότητα αναφοράς από τον Ανώνυμο στη στρατηγική τέχνη είναι εμφανής. Καθώς έχουν ωριμάσει στο πολιτικό επίπεδο οι συνθήκες για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού είναι αναγκαία η γνώση της τέχνης εκείνης που μπορεί να εξασφαλίσει τη νίκη και την απόκτηση της ελευθερίας. Είναι γι΄ αυτό το λόγο απαραίτητη η γνώση της στρατηγικής και τακτικής. Η τακτική ακόμα κατά τον Ανώνυμο αποβλέπει στη γνώση και την απόκτηση ικανότητας διεξαγωγής όλων των μορφών πολέμου. Όχι μόνο τον πόλεμο στην ανοιχτή πεδιάδα αλλά και την πολιορκία των κάστρων και σε δύσκολα και ορεινά εδάφη. Η αναφορά του Ανώνυμου στη στρατηγική τέχνη δεν έχει το χαρακτήρα μιας ολοκληρωμένης πρότασης στρατηγικής για τη διεξαγωγή του αγώνα της ελευθερίας , όσο κυρίως στο να δείξει στους υπόδουλους Έλληνες με απλά και συγκεκριμένα επιχειρήματα την αξία της συγκεκριμένης τέχνης.
Στο κείμενο υπάρχει η αναφορά στην έννοια της πατρίδας , σύμφωνα με την οποία
« πατρίς είναι μια λέξις δια της οποίας όλοι κοινώς εννοούσιν την γην , εις την οποίαν εγεννήθησαν οι μόνον ελεύθεροι , ‘όμως δύναται να καταλάβωσιν την μεγάλην σημασίαν και δια τούτο οι δούλοι αδιαφόρως προφέρουσιν τοιούτον όνομα » 44
Διαπιστώνει στο σημείο αυτό τη διαφορά των σημερινών Ελλήνων , των Ελλήνων της εποχής του με τους αρχαίους Έλληνες στον τρόπο με τον οποίο γίνεται αντιληπτή η έννοια της πατρίδας. Η διαφορά αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι οι μεν πρώτοι γνώρισαν την κατάσταση της δουλείας οι δε δεύτεροι της ελευθερίας. Σημειώνει μάλιστα εύστοχα σ΄ αυτό το σημείο ότι τα «ονόματα , αγαπητοί μου , λαμβάνουν τη σημασία από την ιδιότητα των πραγμάτων εις τα οποία αναφέρονται. Όθεν αν τινάς δεν γνωρίζει το πράγμα εις ουδέν του χρησιμεύει η σημασία του». Η έννοια της πατρίδας σημαίνει πολύ λίγα πράγματα για τους υπόδουλους. Στην αντιπαραβολή της έννοιας της πατρίδας ανάμεσα στους Έλληνες της εποχής και τους Αρχαίους Έλληνες βλέπουμε τη σύλληψη της ιστορικής συνέχειας του ελληνικού έθνους , τουλάχιστον σε μια πρώτη μορφή , αφού συγκρίνονται αρχαίοι και σύγχρονοι Έλληνες ως μέλη της ίδιας ιστορικής κοινότητας. Έτσι η έννοια του έθνους εκτείνεται ως την αρχαιότητα και παρουσιάζεται ως υπεριστορική κατηγορία. Βέβαια σ΄ αυτή την επέκταση δεν εντάσσεται το Βυζάντιο, για το οποίο ο Ανώνυμος ακολουθεί την κριτική του ευρωπαϊκού διαφωτισμού.
Ως εθνικό έργο η ‘’Ελληνική Νομαρχία’’ εκφράζει τον ιδιαίτερο τρόπο κατανόησης του έθνους, όπως αυτός αναπτύχθηκε στην Κεντρική Ελλάδα. Αυτός έχει ουσιώδεις διαφορές με τον τρόπο κατανόησης του έθνους που διαμορφώθηκε σε άλλες περιοχές , όπως π.χ τα Ιόνια νησιά στα οποία επικρατεί διαφορετική πολιτική και πολιτιστική κατάσταση. Αυτό έχει ως συνέπεια εκεί να μην επιδιώκεται η πλήρης αποκοπή από τον πολιτισμό του παρελθόντος κατά τη διαδικασία της εθνικής συγκρότησης. Έχει υποστηριχτεί ότι « η λογιοσύνη της Κεντρικής Ελλάδας , κυρίως από τα μέσα του δέκατου όγδοου αιώνα άρχισε να προβάλλει την έννοια της απελευθέρωσης από τον Οθωμανό κυρίαρχο , πυκνώνοντας σταδιακά τον λόγο περί συγκρότησης εθνικού κράτους. Η τάση αυτή στηρίζονταν στην ολοκληρωτική απόρριψη ενός πολιτιστικά κατώτερου δυνάστη , ο οποίος μέσω απαράβατων αποκλεισμών (π.χ το όριο της θρησκείας) όριζε για τους υπόδουλους σκληρές συνθήκες διαβίωσης, το δε σύστημα διακυβέρνησης καταδικάζονταν ως ληστρικό και καταστροφικό» 45. Αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μπορούμε να τα εντοπίσουμε και στο κείμενο της Νομαρχίας :
α. η ολοκληρωτική απόρριψη του πολιτιστικά κατώτερου δυνάστη : η οθωμανική διοίκηση χαρακτηρίζεται τυραννική , με νόμους ατελείς , σκληρούς και λίγους , το σύστημα διοίκησης θεωρείται πρωτόγονο , αφού στηρίζεται στους λόγους των τυράννων , οποίοι θεωρούνται απαράβατοι. «Ο τύραννος είναι πάντη ελεύθερος από κάθε στοχασμόν περί της διοικήσεως …όθεν , δεν ευρίσκεται ούτε ένας , όπου να ζη βέβαιος υπό της δυναστείας του , δεν λέγω δια μίαν ημέραν, αλλ΄ούτε δια μίαν ώραν.» (Βαλέτας, 1982, σελ. 128- 129) Η δικαιοσύνη του οθωμανικού κράτους επίσης θεωρείται πρωτόγονη και καταπιεστική. « Η αμάθειά του (του τυράννου, εν. ΧΡ.) τον βιάζει να εκλέξη , έναν κριτήν , του οποίου δίδει τον τίτλον του Σοφώτατου , ο οποίος άλλο δεν ηξεύρει ειμή να γράφη και να αναγιγνώσκη την γλώσσαν του , μαζί με μερικά κεφαλαιώδη προστάγματα του Μωάμεθ… Η απόφασις του κριτού είναι αναντίρρητος. Ο κώδιξ των τιμωριών του είναι βραχύτατος και δεν περιέχει ειμή μόνον τιμωρίας – την φυλακήν λέγω , το ράβδισμα , και τον θάνατον , αι οποίαι είναι παντοτε ενωμέναι με την χρηματικήν παιδείαν. Ο τρόπος , με τον οποίον κρίνει και αποφασίζει αυτός ο μωροκριτής , είναι τόσον παιδαριώδης και ανόητος , οπού δύο ψευδομάρτυρες και ένας κακούργος , είναι ικανοί να αφανίσουν τον πλέον ενάρετον πολίτην» (Βαλέτας, οπ. παρ., σελ. 130 -131) Η πολιτιστική τους κατωτερότητα δεν εκφράζεται μόνο μέσα από το σύστημα διοίκησης και δικαιοσύνης, αλλά και μέσα από τη θρησκεία τους που τους κάνει « πλήρεις δεισιδαιμονιών και πιστεύουσι πολλά γελοιώδη πράγματα. Τα ήθη των είναι βάρβαρα… Η αμάθειά των άκρα και γενική. Όσον δε δια τας επιστήμας ή ξένας γλώσσας του είναι εμποδισμένη η σπουδή των από τους νόμους των… » ( Βαλέτας , οπ. παρ. σελ. 127- 128 )
β. το όριο της θρησκείας και η ληστρικότητα του συστήματος διακυβέρνησης : Η θρησκευτική υπόσταση των πληθυσμών του οθωμανικού κράτους είναι πηγή κοινωνικής και πολιτικής διάκρισης. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ανώνυμος « οι ταλαίπωροι χριστιανοί , αν αγαπώσι την ζωή των , πρέπει να ετοιμάσωσι και πρωτύτερα και περισσοτέραν την ζητηθήσαν ποσότητα , αν δε κανένας αποκοτήση να ειπή το όχι , ευθύς θανατούται. Έπειτα προστάζει αυτούς τους ιδίους , να του ετοιμάζωσι , καθ’ εκάστην τόσην ποσότητα από κάθε είδος ζωοτροφίας, δι’ όσους έχει μαζί του και δια φορέματα των ομοίως, εκτός από τα όσα οι υπ΄ αυτού οι μικροί τύραννοι αρπάζουσι και κλέπτουσι από τους υπηκόους και ούτως εις , ολίγον καιρόν , πλουτιζει με χωρίς δυσκολίαν και ούτε κίνδυνον.» 46
γ. η αποκοπή από το πολιτιστικό και πολιτικό παρελθόν της οθωμανικής κυριαρχίας εκφράζεται ίσως με τον καλύτερο τρόπο με την πρόταση του συγγραφέα για το πολίτευμα της Νομαρχίας , όπου η κυριαρχία του νόμου που εκφράζει τη βούληση των πολλών αντιστρατεύεται την αυθαίρετη θέληση του τυράννου , που είναι ο πρώτος και απαράβατος νόμος του οθωμανικού καθεστώτος.
Το πρώτο κεφάλαιο του έργου κλείνει με μια εκτενή αναφορά στον ελεύθερο και τον δούλο , τη σχέση που οι δύο αυτοί έχουν με την πατρίδα και τον αγώνα για την κατάκτηση της ελευθερίας. Προβληματίζεται ο συγγραφέας του έργου για τη συμμετοχή των δούλων και των ελεύθερων στον πόλεμο και διαπιστώνει ότι τα κίνητρα συμμετοχής του καθενός είναι διαφορετικά. Κάνει τη σημαντική παρατήρηση ότι οι στρατοί των τυράννων στελεχώνονται από δούλους που σκοτώνονται χωρίς να ξέρουν το γιατί. Εννοεί :
« εκείνους του ταλαίπωρους στρατιώτας , οι οποίοι με βίαν και δυναστείαν αρπάζονται δια προσταγής των σκληρών τυράννων από τας πτωχικάς των οικείας και ακουσίως βαδίζουν εις άφευκτον εσφαγιασμόν… » 47
Αντίθετα οι ελεύθεροι συμμετέχουν στον πόλεμο συνειδητά συναισθανόμενοι το χρέος τους προς την πατρίδα , ένα χρέος που απορρέει από τα αγαθά που τους πρόσφερε η ελεύθερη πολιτεία αλλά και μη αποδεχόμενοι να ζήσουν κάτω από καθεστώς ζυγού και ταπείνωσης. Αυτοί που είχαν ζήσει τ΄ αγαθά της ελευθερίας δεν παραιτούνται απ’ αυτά και δεν διστάζουν να δώσουν τη ζωή τους για έναν ακόμη λόγο , την τιμή του γένους τους.
Απεδείχθη ανωτέρω , ότι ο ελεύθερος ανθρωπος φονεύεται εις τον πόλεμον εκουσίως δια δύο αφορμάς , δια ευγνωμοσύνην δηλαδή προς την πατρίδα του και δια τιμήν και δόξαν του γένους του , ήτοι του εαυτού του. Αλλά εις τους δούλους αμφότερα δεν έχουν τον τόπο , επειδή ούτε πατρίδα , ούτε τιμή έχουσιν οι ταλαίπωροι.» 48
Θυσιάζονται λοιπόν οι δούλοι από φόβο , αφού δεν έχουν πραγματικά ιδανικά. Για να φτάσει στο συμπέρασμα ότι η
« καθώς ουν η ελευθερία αποκαταστεί τον άνθρωπον γενναίον , ενάρετον και φιλοπάτριδα ούτως και η τυραννία τον καταστεί ουταδινατώερον των ίδιων άλογων ζώων…» 49
Μ' ένα λόγο αποφασιστικό και ειλικρινή δεν θα διστάσει να καταγγείλει ως συνεργό του Οθωμανού τυράννου το μεγαλύτερο μέρος του ανώτερου κλήρου. Θα κατακρίνει δριμύτατα ακόμα μέρος των Ελλήνων της διασποράς που έχει υποδουλωθεί στον πλούτο και στις υλικές απολαύσεις και δεν ενδιαφέρεται για την πατρίδα του. Για τα αίτια διαιώνισης της τυραννίας ο ''Ανώνυμος'' μας λέει ότι αυτά είναι δύο : '' το αμαθές ιερατείον και η απουσία αρίστων συμπολιτών '50. Ο ανώτερος κλήρος και ειδικά η σύνοδος του Πατριαρχείου κατηγορείται για απομάκρυνση από τη διδασκαλία του Ευαγγελίου και για προσήλωση στα αξιώματα και το χρήμα.
Σ΄ όλο το έργο υπάρχει αναλυτική αναφορά στο ρόλο της εκκλησία και του ιερατείου σε σχέση με την οθωμανική τυραννία αλλά και με την ιστορία του ίδιου του ελληνισμού. Και για τις δύο περιπτώσεις η εκκλησία και το ιερατείο καταγγέλλονται σκληρά , με μεγάλη Η αυστηρότητα , ο συγγραφέας δεν συγκρατεί τα λόγια του και τους χαρακτηρισμούς του. Η κριτική αυτή που ασκείται προς το ιερατείο και την εκκλησία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είναι στο ίδιο τολμηρό πνεύμα με την κριτική που άσκησε στην ορθόδοξη εκκλησία ο εξ Ακαρνανίας διαφωτιστής Χριστόδουλος Παμπλέκης. Δεν είναι όμως ο στο ίδιο πνεύμα. Ο Ανώνυμος δεν είναι άθεος η κριτική του εξαντλείται στο στον κοινωνικοπολιτικό ρόλο του ιερατείου. Δεν επεκτείνεται στο δογματικό μέρος ούτε στις φιλοσοφικές βάσεις της θρησκείας.
Ο Ανώνυμος γράφει σε μια εποχή που έχει κορυφωθεί η σύγκρουση του Πατριαρχείου με τις νέες ιδέες του κινήματος του διαφωτισμού. Η πατριαρχική καταδίκη του Ρήγα , οι επιστολές του Γρηγορίου του Ε΄ προς τους χριστιανούς εναντίον της γαλλικής επανάστασης κατά την πρώτη του πατριαρχεία, η έκδοση του κειμένου της Πατρικής Διδασκαλίας , που ασφαλώς απηχεί τις θέσεις του πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης και τα έργα του Αθ. Πάριου ‘’Απολογία Χριστιανική’’(1798) και ‘’Αντιφώνησις’’ (1802) είναι η πιο χαρακτηριστικές εκφράσεις της εναντίωσης της ορθόδοξης εκκλησίας στο νέο ρεύμα ιδεών και στις κοινωνικές προοπτικές που αυτό κομίζει. Η εναντίωση αυτή έχει υλικές – κοινωνικές ρίζες αλλά και ιδεολογικές. Έχει να κάνει με τη θέση της ορθόδοξης εκκλησίας στο πολιτικό σύστημα της οθωμανικής αυτοκρατορίας αλλά και με την κοινωνική της θέση. Η σύγκρουση αυτή θα κορυφωθεί στην πορεία προς την επανάσταση και ασφαλώς η Νομαρχία αποτελεί μια από τις κορυφαίες στιγμές αυτής της αντιπαράθεσης.51
Ο συγγραφέας στην κριτική του προς το ορθόδοξο ιερατείο δεν μένει σε πρόσωπα και σε γεγονότα, αλλά προχωρά σε γενικεύσεις και αναλύσεις για τον πολιτικό ρόλο της θρησκείας και τη σχέση της με την εξουσία. Παρουσιάζοντας τη θρησκεία ως μέσο άσκησης μιας αυταρχικής και καταπιεστικής εξουσίας , ενώ στην ανάλυση που κάνει σε άλλο σημείο του έργου για τα τυραννικά πολιτεύματα , θεωρεί ως μία από τις μορφές τους τη θεοκρατία. Παραπέρα υπάρχει μια πολύ συγκεκριμένη και ενδεικτική αναφορά του συγγραφέα στο ρόλο του ιερατείου
« Οι ιερείς αγαπητοί μου φυλάττοντες έναν σκοπόν καθόλου διάφορον , από τους λοιπούς συμπολίτας , πάντοτε επροσπάθησαν με το μέσον της θεότητος να καταδυναστεύσουν τους συμπολίτας των , καθώς μέχρι την σήμερον , με την αμάθειαν και την κακομάθησιν επέτυχον του σκοπού των. Αυτοί καλύπτοντες με τίτλον αγιότητος τα πλέον φανερά ψεύματα , εγέμισαν τους αδυνάτους νόας του λαού από μίαν τοσάυτην δεισιδαιμονίαν , ώστε οπού , αντί να ονομάσουν ψεύμα το αδύνατον , το ονομάζουν άγιον , και ούτως αδιστάκτως πιστευουσιν εις τον κάθε τους λόγον, ούτε τολμούσιν να εξετάσωσι το παραμικρόν , μάλιστα δε τους είναι εμποδισμένον.» 52
Το ιερατείο παρουσιάζεται εδώ ως ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα που οι στοχεύει στην καταδυνάστευση λαού μέσω της δεισιδαιμονίας και την κατάλυση κάθε κριτικού πνεύματος . Η διαμάχη αυτή που γίνεται με την Ορθόδοξη Εκκλησία στο έργο είναι διαμάχη πολιτική.
Η εκκλησιαστική διοίκηση παρουσιάζεται ως εξαρτημένη πλήρως από την οθωμανική εξουσία και διεφθαρμένη. Η ανάδειξη στα εκκλησιαστικά αξιώματα είναι προϊόν αγοραπωλησίας τόσο μεταξύ των κλιμακίων της εκκλησιαστικής ιεραρχίας όσο και μεταξύ της ιεράς Συνόδου και του Οθωμανού αντιβασιλέα. Η Σύνοδος του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης χαρακτηρίζεται μιαρά , άπληστη για το χρήμα που καθημερινά κλέβει από τους ταλαίπωρους χριστιανούς. Στους αρχιερείς δεν υπάρχει κανένα πνεύμα εγκράτειας και χαλιναγώγησης των ανθρώπινων παθών σε αντίθεση με τους πρώτους Αποστόλους. Οι τελετουργίες εκτελούνται υποκριτικά και γελοία. Δεν καταδέχονται ν΄ αντικρίσουν ούτε του φτωχούς και είναι άπληστοι για τα χρήματα. Μεταξύ των αρχιερέων δεν υπάρχει κανένα πνεύμα αδελφότητας αλλά ανταγωνισμού και αλληλοεξόντωσης. Για όλους αυτούς τους λόγους απευθυνόμενος προς τη Σύνοδο λέει :
« μία μάνδρα λύκων που δεν υπακούεις τον ποιμένα σου και κατατρώγεις τα αθώα και πολλά ήμερα πρόβατα της ορθοδόξου εκκλησίας.» 53
Τα ανυπόφορο , όπως χαρακτηρίζεται , αυτό κράτος της Συνόδου διατηρήθηκε χάρι στην αμάθεια και την απειρία των Ελλήνων. Ο ελληνικός κλήρος έχει ως βάση της συμπεριφοράς του και του συστήματος λειτουργίας του , μας λέει ο Ανώνυμος , μόνο το χρήμα. Κρίνει μάταιο να πείσει ο συγγραφέας τους λάτρεις αυτούς του χρήματος ότι κάνουν λάθος μ΄ αυτή τη συμπεριφορά που έχουν. Κάτι τέτοιο ισοδυναμεί με το να πεισθεί ένας τρελός ότι είναι τρελός ενώ διαρκεί η παραφροσύνη του. Στη συνέχεια γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στο σύστημα της εκκλησιαστικής διοίκησης. Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης κρίνεται για τον τίτλο οικουμενικός που χρησιμοποιεί. Ο τίτλος αυτός χαρακτηρίζεται γελοίος και το μόνο που αποδεικνύει είναι ότι οι άλλοι πατριάρχες (Αλεξανδρείας , Αντιόχειας ) υπόκεινται σ΄ αυτόν. Στις αρμοδιότητές του είναι το μοίρασμα των τίτλων στις διάφορες επαρχίες του οθωμανικού κράτους στις οποίες στέλνει σωρό αρχιεπισκόπων ακόμα ακόμα και σε επαρχίες που δεν υπάρχουν χριστιανοί. Ο Πατριαρχικός θρόνος αγοράζεται από τη Σύνοδο από τον Οθωμανό Αντιβασιλέα. Η αγορά του γίνεται με μια μεγάλη ποσότητα χρημάτων και στη συνέχεια πωλείται σε όποιον δώσει τα περισσότερα χρήματα. Ο αγοραστής ονομάζεται Πατριάρχης. Στη συνέχεια αυτός για να εξασφαλίσει και πάλι τα χρήματα που έδωσε πουλάει επαρχίες σε αρχιεπισκόπους. Ανάλογα λειτουργούν και οι επόμενοι , φορτώνοντας τελικά το βάρος της όποιας εκλογής τους στους χριστιανούς δηλ. στον απλό κόσμο. Ο Πατριάρχης έχει μια εξουσία πάνω στη Σύνοδο σκιώδη και ψεύτικη και κανένα μέλος της δεν χάνει το αξίωμά του. Το μεγαλύτερο μέρος του εκκλησιαστικού σώματος είναι αμαθές. Στην είσπραξη των εσόδων το εκκλησιαστικό ιερατείο μιμείται του Οθωμανούς διοικητές. Με απειλές αφορισμού αρπάζουν από πλούσιους και φτωχούς. Τα μεγαλύτερα κέρδη τους προέρχονται από κληρονομιές και χαρίσματα. Αυτά παίρνονται κάτω από την απειλή αφορισμών και τη τέλεση βαπτίσεων γάμων και κηδειών. Πωλούνται ακόμα και οι ενορίες μιας πόλης στους ιερείς. Στην συνέχεια για να ξαναπωληθεί η ενορία ο επίσκοπος κάνει τον ιερέα αργό ή τον εξορίζει. Ό,τι κάνει το ιερατείο το κάνει για χρήματα. Μπορεί να δοθεί συγχώρεση για οποιοδήποτε αμάρτημα αρκεί να δοθεί και το ανάλογο ποσό χρημάτων. Περιγράφοντας με τα πλέον σκληρά λόγια τη ζωή των αρχιεπισκόπων –
‘’τρώγοσι και πίνοσι ως χοίροι … κατεργάζονται τα πλέον αναίσχυντα και ουτιδανά έργα …θησαυρίζουσι χρήματα … - θα καταγγείλει συγκεκριμένα πρόσωπα , του Άρτης , του Γρεβενών και του Ιωαννίνων , ως οι πρώτοι προδόται του τυράννου , καθώς όλοι γνωρίζουσι» 54
Ο Ανώνυμος συνεχίζοντας τη σκληρή καταγγελία επισημαίνει ότι το ιερατείο θεωρεί την ελευθερία αμάρτημα και αυτό είναι η πρώτη αιτία που αργοπορεί η απελευθέρωση της Ελλάδας. Το κήρυγμά του είναι κήρυγμα σκότους και δικαιολόγησης της τυραννίας. Οι ιεροκήρυκες χαρακτηρίζονται κήρυκες του ψεύδους που το κήρυγμά τους αρχίζει με την ελεημοσύνη και τελειώνει με τη νηστεία. Δικαιολογούν την τυραννία και η διαπίστωση αυτή του Ανώνυμου θυμίζει το γνωστό έργο’Πατρική Διδασκαλία’’, που από μέρος των ερευνητών αποδίδεται στον Αθ. Πάριο και αποτελεί την πιο χαρακτηριστική έκφραση του ελληνικού αντιδιαφωτισμού.
Ερμηνεύουν με λανθασμένο τρόπο το ρητό « ον αγαπά ο Κύριος παιδεύει » και θεωρούν ότι αυτό δικαιολογεί την οθωμανική τυραννία. Η αμάθεια του ιερατικού σώματος είναι αυτή που το κάνει να μην μπορεί ν΄ αντιληφθεί τη διπλή σημασία του ‘’παιδεύω’’ που άλλοτε έχει τη σημασία του διδάσκω και άλλοτε του τιμωρώ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να έχει άλλη σημασία απ ΄ αυτή του διδάσκω. Κάθε άλλη ερμηνεία είναι άτοπη , καθώς η τυραννία δεν μπορεί να θεωρηθεί παιδεία προς το καλό. Τα κηρύγματα εθελοδουλίας από το ιερατείο παρατηρεί ο Ανώνυμος εξωραΐζουν την πραγματικότητα και αποτρέπουν το λαό από το να προσπαθήσει για την ελευθερία του. Είναι πολύ σαφής στο σημείο αυτό ο Ανώνυμος «με αυτήν την κακήν σας και ατομικήν παρηγορίαν , υποχρεώνετε τους Έλληνας αντί να μισήσουν την τυραννίαν και να προσπαθήσουν να ελευθερωθούν , εξ εναντίας να την αγαπώσιν και μάλιστα να νομίζονται ευτυχείς , πιστεύοντες από απλότητα των ότι παιδεύονται εις την παρούσαν ζωήν δια ν’ αποκτήσουν τον παράδεισον» 55
Ανάμεσα στις δύο μακροσκελείς παραγράφους που αναφέρονται στο ρόλο του ιερατείου ο ‘’Ανώνυμος’’ παρατάσσει ένα επίσης εκτενές κομμάτι που αναφέρεται στο ρόλο του χρήματος. Το χρήμα παρουσιάζεται ως αριθμητικό σύμβολο , μέτρο που δηλώνει την αξία των πραγμάτων. Γίνονται κάποιες σημαντικές παρατηρήσεις στη συνέχεια που δείχνουν ότι ο συγγραφέας του έργου διαθέτει κάποιες γνώσεις πολιτικής οικονομίας. Καταφέρνει ν΄ αντιλαμβάνεται σύνθετα οικονομικά φαινόμενα όπως ο πληθωρισμός. Είναι δυνατόν ν΄ αυξάνονται οι χρυσές μονάδες ( οι ποσότητες του χρήματος ) χωρίς ν΄ αυξάνεται ανάλογα και η ποσότητα των αναγκαίων πραγμάτων στα οποία αντιστοιχούν. Στην περίπτωση αυτή εφευρίσκονται τα μη αναγκαία πράγματα. Κατ΄ αυτό τον τρόπο δημιουργείται στους ανθρώπους η πολυτέλεια , οποία αντιστοιχεί σε μια φανταστική δύναμη που έχει να κάνει με τη μεταχείριση του χρυσού. Έτσι η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων ασχολούνται συνεχώς με το να δίνουν ιδεατές τιμές στα διάφορα πράγματα , διαφορετικές κάθε μέρα. Η συνεχής αυτή αλλαγή των τιμών κατά τον συγγραφέα ονομάζεται εμπόριο. Καταλήγει δε στο συμπέρασμα ότι η εφεύρεση του χρήματος είναι άχρηστη και μάλλον βλαβερή. Παρουσιάζει μάλιστα έναν φανταστικό διάλογο ανάμεσα σε δύο πρόσωπα όπου το ένα αποδέχεται την εφεύρεση του χρήματος και τον άλλο να είναι ενάντιο. Ο πρώτος υποστηρίζει ότι εφεύρεση του χρήματος αύξησε το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων και ανέπτυξε το ανθρώπινο πνεύμα , καθώς το ανάγκασε να επινοήσει καινούργιες ιδέες για καινούργια πράγματα. Ο αντίπαλος της αναγκαιότητας του χρήματος επισημαίνει ότι αρχικά το χρήμα χρησίμευε ως μέτρο της αξίας αναγκαίων για τη ζωή πραγμάτων , η συνέχεια μετατράπηκε σε μέτρο της αξίας μη αναγκαίων και στο τέλος μέτρο της συμπεριφοράς και της αρετής. Σε μια ορισμένη πορεία το χρήμα μετατράπηκε σε αυτοσκοπό και άρχισε να κυβερνά τη ζωή , να γίνεται μέσο καθορισμού των ηθικών εννοιών. Ο Ανώνυμος δείχνει να κατανοεί καλά το ρόλο του χρήματος ως πηγή κοινωνικής ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων , όταν θεωρεί ότι απ’ αυτό έχει προέλθει η διάκριση ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς. Κατανοεί ότι μέσω του μηχανισμού του χρήματος έχει διαμορφωθεί ένα καθεστώς εκμετάλλευσης ανθρώπων
« Ποίος έχοντας κρίσιν στοχασμού δεν φρίττει θεωρώντας τους ενενήντα εννέα να μην ζώσιν , να μην δουλεύωσιν και να μην κοπιάζωσιν ή δια τον ένα.» 56
Παρά την αποκάλυψη και δριμεία καταγγελία του ρόλου του ιερατείου η στάση του απέναντί του παραμένει αντιφατική. Από τη μια θα συμπεράνει ότι :
« όπου αρκετώς απεδείχθη , πόσον το σημερινόν ελληνικόν ιερατείον εμποδίζει και κρύπτει την οδόν της απελευθερώσεως των Ελλήνων , και αύτη εστίν η πρώτη και μεγαλειτέρα αιτία , όπου μέχρι της σήμερον ευρισκόμεθα υπό της οθωμανικής τυραννίας» 57( ,
ενώ από την άλλη θα ζητήσει απ΄ αυτό το ιερατείο να αναλάβει το έργο της απελευθέρωσης της Ελλάδας.
« Ναι σεβάσμιοι πατέρες , μην απελπισθήτε δια την σωτηρίαν της Ελλάδος. Μη σας τρομάξη το μέσον. Ο καιρός ήγγιγκεν, και η Ελλάς ζητεί από το ιερατείον την αρχή της ελευθερώσεως της. » 58
Ο ‘’Ανώνυμος’’ θεωρεί την ελληνική επανάσταση αναγκαία και εφικτή. Έχει αντιληφθεί σε βάθος τις πολιτικοκοινωνικές συνθήκες της εποχής του. Θεωρεί ότι έχει επέλθει το γήρας της οθωμανικής αυτοκρατορίας , ότι το ''οθωμανικό κράτος ευρίσκεται εις τα ολοίσθια του θανάτου''.59 Το συμπέρασμα αυτό το βγάζει από την αδυναμία της οθωμανικής διοίκησης να επιβάλει την εξουσία της ακόμα και στα δικά της κλιμάκια.
'' Τα εντάλματα του τύραννου τέσσερις ώρες έξω από τη βασιλεύουσα δεν αξίζουν τίποτε.'' 60
Στους παράγοντες που κάνουν εύκολη την αναγέννηση του έθνους περιλαμβάνει πρώτο την παιδεία.
« Πρώτη είναι η προσχώρησις του γένους μας εις τα μαθήματα. Δεν ευρίσκεται πόλις την σήμερον που να μην έχει δύο και τρία σχολεία» 61
διαπιστώνοντας τη μεγάλη διαφορά στην κατάσταση της ελληνικής παιδείας που υπήρχε δέκα χρόνια πριν. Η παιδεία έχει απλωθεί μέσα στο λαό , ο οποίος τώρα έρχεται σε επαφή με την αρχαιοελληνική κληρονομιά και συνειδητοποιεί την καταπίεση της τυραννίας και τη δυστυχία της σύγχρονης Ελλάδας. Την πρόοδο αυτή δεν την αποδίδει βέβαια στη σχολαστική παιδεία των γραμματικών που ευδοκίμησε στους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας αλλά το νέο είδος παιδείας που γνωρίζει η ελληνική κοινωνία από το
δεύτερο μισό του 18ου αιώνα και στηρίζεται στον επιστημονικό ορθολογισμό.
'' Η Λογική και η Φυσική άνοιξαν τους οφθαλμούς των περισσοτέρων '' 62 και
«έτσι εξαλείφθη εις τα περισσότερα μέρη η δεισιδαιμονία των γραμματικών και οι νέοι ήρχισαν να μεταχειρίζονται τον αξιοτιμώτερον καιρόν της ζωής των εις γνώσεις ωφελίμους και όχι να τον εξοδεύουν εις το να εκσηθίζωσι λέξεις» 63
Στηλιτεύεται ο αρχάϊσμός και η αρνητική επίδραση σε όλα τα επίπεδα της Παιδείας. Η νέα μορφή παιδείας τονώνει την εθνική αυτοπεποίθηση αφού οι παιδευόμενοι
« δεν προφέρουσι πλέον το όνομα της ελευθερίας με φόβον μήπως και τους ακούσωσιν οι προεστοί ή οι αρχιερείς και τους κηρύξουν αθέους , πρότερον έκαμνον , αλλά το προφέρουσιν μ’ εκείνο το θάρρος , οπού οι δούλοι δεν ημπορούν να έχωσι». 64
Αναφορά μάλιστα κάνει και στο θέμα της γλώσσας , τονίζοντας την αξία της λαϊκής γλώσσας για την κατανόηση των γνώσεων από τους μαθητές.
'' Ω , πόσον ταχυτέρα και ευκολωτέρα ήθελε φωτισθώσιν οι παίδες των Ελλήνων , αν οι παραδόσεις των επιστημών εγίνοντο εις την απλήν μας διάλεκτον.'' 65
Δεύτερη αιτία είναι τα ήθη των Ελλήνων , δηλ. οι συνήθειές τους. Η κλίση προς τα όπλα και την πολεμική τέχνη , που είναι ιδιαίτερα γνωστή στους αγροτικούς πληθυσμούς. Έχει αντιληφθεί τη μεγάλη σημασία του κινήματος της κλεφτουριάς σ΄ ένα μελλοντικό απελευθερωτικό αγώνα. Την ανάπτυξη του κινήματος της κλεφτουριάς τη θεωρεί δείγμα κρίσης του οθωμανικού καθεστώτος, ενώ υπολογίζει τον αριθμό των αριθμό των κλεπτών που βρίσκονται στα βουνά σε 10.000 , έναν ικανό αριθμό που μπορεί ν΄ αποτελέσει τον μελλοντικό στρατό της επανάστασης.
Το κείμενο παραμένει ακόμα και σήμερα ένα αληθινό ευαγγέλιο της πολιτικής ελευθερίας. Άλλωστε η φράση του ότι ''η ζωή του αληθούς πολίτου πρέπει τελειώνη ή δια την ελευθερίαν του ή με την ελευθερίαν του '' νομίζουμε ότι το αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο.’’66