Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2018

Ο Απωλεσθείς Λόγος


Δρ. Αλέξανδρος Κρικώνης

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο Ελευθεροτεκτονισμός είναι στενά συνδεδεμένος και συνυφασμένος με την λέξη και τον όρο «Λόγος». Παραδοσιακά μία συμβολική Στοά ανοίγει τις εργασίες της με την Βίβλο του Ιερού Νόμου στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο:

Εν αρχή ην ό Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ό Λόγος.

Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. Πάντα δι' αυτού εγένετο, και χωρίς αυτόν εγένετο  ουδέ εν ό γέγονεν.

εν αυτώ ζωή ην, και ή ζωή ην το φως των ανθρώπων.

Και το φως εν τη σκοτία φαίνει, και ή σκοτία αυτό ου κατέλαβεν.

Κατά την Έγερση ή Μύηση στον τρίτο βαθμό ο Τέκτων πληροφορείται ότι ο θά­νατος του Διδασκάλου Χιράμ σημαίνει και απώλεια του «μυστικού του Διδασκά­λου», το οποίο μυστικό άλλοτε αναφέρεται ως απολεσθείσα Λέξη και άλλοτε ως απολεσθείς Λόγος. Η απώλεια αυτή κατέχει σημαντικότατη και κυρίαρχη θέση στον Τεκτονισμό, εφ' όσον η ανεύρεση της στην Ιερά βασιλική Αψίδα αποτελεί ολοκλή­ρωση του Τεκτονισμού κατά την αγγλοσαξονική παράδοση, ενώ στον Σκωτικό Τύπο αποτελεί το υπόστρωμα του 18" βαθμού του Πρίγκηπος Ροδόσταυρου Ιππότου του Αετού και του Πελεκάνος.

Ενώ η Ιερά Βασιλική Αψίδα παραπέμπει στην εβραϊκή παράδοση της Παλαιάς Δι­αθήκης, ο Ροδοαταυρισμός παραμένει εντός της χριστιανικής παράδοσης με δεσπό­ζουσα φυσιογνωμία αυτήν του Χριστού (Ιησού), του οποίου το σταυρικό αρκτικόλε­ξο αποτελεί τη λύση για τον απωλεσθέντα Λόγο, Εν πάση περιπτώσει ο απωλεσθείς Λόγος ταυτίζεται με μία λέξη, η οποία αποκαλύπτει, περιγράφει ή ταυτοπονεί το θείο και κινείται, όπως θα δούμε παρακάτω, αφ' ενός μέσα στο πλαίσιο της παράδοσης των ανατολικών λαών που θεωρούν ότι ο Θεός έχει ένα ατομικό και μυστικό όνομα και αφ' ετέρου σε μία αδυναμία των λατινογενών γλωσσών (στις οποίες έχουν συγ­γραφεί τα τεκτονικά τυπικά) να αποδώσουν με σαφήνεια τον ελληνικό όρο "Λόγος».

Η έννοια της λέξεως «Λόγος» στην Καινή Διαθήκη στηρίζεται σε μία τεράστια ελληνική φιλοσοφική παράδοση πολλών αιώνων η οποία δημιουργήθηκε πολύ πριν την συγγραφή των Ευαγγελίων. Η έννοια αυτή δεν έχει καμία σχέση, με μία συγκε­κριμένη λέξη ή ένα συγκεκριμένο όνομα. Ας δούμε όμως εν συντομία την ιστορική ανατολική παράδοση του απολεσθέντος Λόγου ως απώλεια μίας συγκεκριμένης Λέ­ξης ή ονόματος του Θεού.

2. Ο ΑΠΟΛΕΣΘΕΙΣ ΛΟΓΟΣ

Είναι δεδομένο ότι οι ανατολικοί λαοί είχαν καλλιεργήσει ως μέρος της λατρευτικής και θεολογικής τους παράδοσης την εκφορά μυστικών ονομάτων Θεών. Τέτοιες πα­ραδόσεις υπήρχαν στους Βαβυλώνιους, τους Φοίνικες και τους Αιγυπτίους, ενώ από τους τελευταίους η σχετική παράδοση μάλλον μεταλαμπαδεύτηκε στους Εβραίους. Παραδείγματος χάριν, σε όλο το αιγυπτιακό μυθολογικό πλαίσιο σχετικά με την αι­γυπτιακή θεά 'Ισιδα αναφέρεται η δύναμη της μαγείας της, καθώς μπορούσε να επη­ρεάζει ακόμη και τους ίδιους τους θεούς.

Η Ίσις ήθελε ο Όσιρις να γίνει βασιλιάς στην Αίγυπτο. Έτσι, έστειλε ένα φίδι να δαγκώσει το Ρα, τον βασιλιά όλων των θεών. Ανίκανος να γιατρευτεί από το δηλη­τηριώδες και οδυνηρό δάγκωμα του φιδιού, ο Ρα κατέφυγε στη μαγεία της Ίσιδας. Εκείνη δέχθηκε να εξουδετερώσει το δηλητήριο, με την προϋπόθεση ότι ο Ρα θα της αποκάλυπτε το πραγματικό του όνομα, διαβιβάζοντας το από το σώμα του στο σώμα της θεάς και μέσω αυτής στον Όσιρι. Η γνώση του πραγματικού ονόματος του Ρα εξασφάλιζε τη μαγική επιρροή της Ίσιδας πάνω στον θεό αλλά και της έδιδε την ικα­νότητα της ανάστασης. Ο Ρα συμφώνησε και παρέδωσε τη δύναμη του στον Ώσιρι, με τον θάνατο του οποίου όμως θα απολεσθεί το μυστικό.

Από παρόμοιες μυθολογικές διηγήσεις, οι περισσότερες εκ των οποίων αναφέ­ρονται σε αστρονομικά ή περιοδικά μετεωρολογικά φαινόμενα (επί παραδείγματι Άνοιξη - Χειμώνας) έχουν προκύψει οι διδασκαλίες για τον απολεσθέντα Λόγο (ή την απολεσθείσα Λέξη), οι οποίες υιοθετήθηκαν από τις περισσότερες θρησκείες της Ανατολικής Μεσογείου και της Μεσοποταμίας. Σύμφωνα με αυτές ο άνθρωπος έχει απολέσει το μυστικό όνομα ή την μυστική λέξη, λόγω του γεγονότος ότι έχει απομακρυνθεί από την θεότητα ή τους φυσικούς και ηθικούς νόμους, τους οποίους έχει αυτή θεσπίσει. Σκοπός του είναι η ανεύρεση του Λόγου ή της Λέξης ώστε να επανενωθεί με το θείο.

3. Ο ΛΟΓΟΣ

Ας μελετήσουμε όμως την έννοια της λέξεως «Λόγος» σύμφωνα με την ελληνική φιλοσοφική παράδοση. Η συγκεκριμένη λέξη είχε στην αρχαία ελληνική γραμμα­τεία μία ευρύτατη χρήση, με διαφορετικό κάθε φορά περιεχόμενο ανάλογα με τον συγγραφέα, το είδος της Γραμματείας ή την εποχή. Στο Λεξικό των Ι,ίαάυΐΐ - ίκοΐϊ αναφέρονται περισσότεροι από 80 ορισμοί, οι οποίοι δύνανται να αποδοθούν στην συγκεκριμένη λέξη. Συνοπτικά οι ορισμοί αναφέρονται ως:

1. Η ικανότητα του ανθρώπου να επικοινωνεί με τη γλώσσα αλλά και η ίδια η γλώσ­σα, ως οργανωμένο σύστημα σημείων

2. Αυτό το οποίο λέγεται, τα λόγια, η κουβέντα, η λέξη

3. Η δημόσια ομιλία

4. Η υπόσχεση

5. Η απολογία ή ο απολογισμός την οποία δίνει κάποιος για τις ενέργειες του

6. Η λογική ικανότητα του ανθρώπου, ή άλλως η λογική

7. Η αιτία

8. Η αφορμή

9. Στη χριστιανική θεολογία, ως κύριο όνομα, ο Υιός του Θεού

10.Στα μαθηματικά η σχέση δύο μεγεθών εκφρασμένη σε κλάσμα, η αναλογία κατά συνέπεια και η συμμετρία. Στην Φύση άλλοτε επικρατεί η συμμετρία και άλλοτε η αναλογία.

Φερ' ειπείν, η Χρυσή Τομή ή Χρυσή Αναλογία είναι η πιο αρμονική διαίρεση ενός ευθύγραμμου τμήματος σε δύο άνισα μέρη τα οποία έχουν μια συγκεκριμένη μαθη­ματική αναλογία. Αυτή η αναλογία είναι πολύ συχνή στη φύση και θεωρείται ιδα­νικό ομορφιάς και αρμονίας. Η Χρυσή Τομή, η οποία αποδίδεται στον Πυθαγόρα, μας αποκαλύπτει ότι, ο Λόγος του μικρότερου (τμήματος) προς το μεγαλύτερο είναι ίσος με το Λόγο του μεγαλύτερου (τμήματος) προς το Όλον (μήκος του ευθύγραμ­μου τμήματος). Οφείλουμε όμως να σημειώσουμε ότι η Χρυσή Τομή δεν αναφέρεται μόνο στα ευθύγραμμα τμήματα αλλά δύναται να εφαρμοστεί στα πάντα.

Είναι μήπως αυτή η αναλογία ή η συμμετρία ο απολεσθείς Λόγος, τον οποίο ανα­ζητούμε ώστε να ζήσουμε σύμφωνα με τους κανόνες του;

clip_image002Λόγος, τέλος, είναι και η αρχέγονη φυσική Αναλογία, το μυστικό της δημιουργίας το οποίο αναζήτησαν οι Αλχημιστές του Μεσαίωνα και περιγράφεται στον «Σμαράγδινο Πίνακα^ του Ερμή του Τρισμέγιστου:

Είναι αληθέστατον, αψευδέστατον, βεβαιότατον. Το προς τα κάτω, αναλογεί τω προς τα άνω, και το προς τα άνω είναι ανάλογον τω προς τα κάτω, προς επιτέλεσιν των θαυμάσιων του Ενός μόνου Πράγματος.

Και όπως τα πάντα προήλθον εξ Ενός πράγματος, δια της Σκέψεως Ενός, ούτω τα πάντα εγεννήθησαν εκ του Όντος τούτου δια προσαρμογής.

Ο Λόγος πρωτοεμφανίζεται ως όρος του φιλοσοφικού στοχασμού στα γραπτά προσωκρατικών φιλοσόφων, από τους οποίους σώζονται ελάχιστα αποσπάσματα υπό μορφή ρητών σε έργα μεταγενέστερων συγγραφέων. Οι περισσότεροι από αυτούς συ­νέγραψαν σε ποιητικό ύφος Κοσμογονίες και θείες αποκαλύψεις σχετικές με την προ­έλευση αυτού του Κόσμου. Ο Λόγος, τον οποίο επικαλείται ο Ηράκλειτος στο έργο του «Περί Φύσεως», είναι ένας υπερβατικός σχεδόν θεϊκός όρος και εντολή, τον οποίο ο φιλόσοφος καλείται να ερμηνεύσει. Ο Λόγος στον οποίο αναφέρεται ο Ηράκλειτος είναι ένα είδος μηνύματος προς μετάδοση: «Όχι εμένα αλλά το Λόγο αφού ακούσετε, είναι σοφό να ομολογήσετε ότι Ένα τα πάντα...» (σωζόμενο απόσπασμα 50) διότι ο Λόγος είναι αυτός που «τα πάντα γίνονται σύμφωνα μ' αυτόν» (απ.1), αυτός «που τα κυβερνάει όλα» (απ.72) κι ακόμα αυτός κρύβεται μέσα στην Ψυχή (απ.45). Όπως ακριβώς η προφητεία (των Μαντείων) μας μιλά δίχως να μας λέει κάτι συγκεκριμένο και οριστικό («ο άρχοντας, που δικό του είναι το μαντείο στους Δελφούς, ούτε λέει ούτε κρύβει αλλά σημαίνει» - απ. 93), έτσι και ο Λόγος μας μεταδίδει ένα μήνυμα το οποίο οφείλουμε να αποκρυπτογραφήσουμε. Το ίδιο όμως συμβαίνει και στις σχέσεις των ανθρώπων με το Λόγο: «Παρ' ότι τον Λόγο, αυτόν που όλα τα κυβερνά, τον συ­ναναστρέφονται (οι άνθρωποι) αδιάκοπα, έχουν διαφορές μ' αυτόν, κι όσα συναντούν κάθε μέρα τους φαίνονται ξένα» π.72) υπονοώντας ταυτόχρονα ότι οι άνθρωποι αρνούνται ή δεν είναι ικανοί να κατανοήσουν τον Λόγο. Οι άνθρωποι δυστυχώς «δεν ξέρουν ούτε να ακούνε ούτε να μιλούν» (απ.19), (ουν μέσα στο φαινομενικό (απ.17) και τρέφονται απ' αυτό: «Εξαιτίας της απιστίας τα πιο πολλά από τα θεία πράγματα τους διαφεύγουν και δεν γίνονται γνωστά» (απ.86).

Γι' αυτό και ο Ηράκλειτος συμπληρώνει: «αν κι ο Λόγος αυτός είναι αιώνιος, οι άν­θρωποι γίνονται ασύνετοι, και πριν τον ακούσουν κι αφού τον ακούσουν για πρώτη φορά. Γιατί ενώ τα πάντα γίνονται σύμφωνα μ' αυτόν το Λόγο, οι άνθρωποι μοιάζουν άπειροι ακόμα κι όταν καταπιάνονται και με λόγια και με έργα τέτοια σαν αυτά που εγώ διηγούμαι, διαιρώντας το καθένα κατά τη φύση του και λέγοντας το όπως έχει. (απ. 1)».

Το δράμα της ανθρώπινης κατάστασης οφείλεται στο ότι «ενώ ο Λόγος είναι κοινός, οι πολλοί ζουν σαν να είχαν μια δικιά τους φρόνηση» (απ, 2), δηλαδή περιφρονώντας τον. Ωστόσο «η φρόνηση είναι σ' όλους κοινή» (αη. 113) και «όλοι οι άνθρωποι έχουν μερίδιο στην αυτογνωσία και τη σωφροσύνη» (απ. 116). Το σημαντικό είναι κατά συ­νέπεια «η πειθαρχία στη βούληση του Ενός» (απ. 33). Ο Ηράκλειτος ισχυρίζεται ταυ­τόχρονα, όπως ο Τεκτονισμός: «Αν δεν ελπίζεις, δεν θα βρεις το ανέλπιστο, γιατί είναι ανεξερεύνητο κι αδιάβατο» (απ. 18).

Η έννοια του Ηρακλητείου Λόγου θα εξαφανιστεί κατ' αρχήν στους μετασωκρα-τικούς φιλοσόφους, Ο Πλάτων θα τον χρήσιμο ποιήσει με την έννοια της λέξης και ο Αριστοτέλης θα τον ταυτίσει με την ανθρώπινη Λογική. Η μεγάλη ανατροπή έρχεται με την εμφάνιση των Στωικών, οι οποίοι επαναφέρουν τον προσωκρατικό τρόπο σκέ­ψης στο προσκήνιο, αν και τον συνδέουν με μυστικιστικές αντιλήψεις και πρακτικές. Ο Ζήνων ο Κιτιεύς δίδασκε ότι υπάρχουν δύο αρχές στο Σύμπαν; η ενεργητική και η παθητική (ποιούν και πάσχον). Κατά την εκδοχή του Αετίου ο Ζήνων θεωρούσε τον Θεό ως ενεργητική αρχή, δηλαδή ως αίτιο του ποιείν και την Ύλη ως παθητική αρχή, δηλαδή ως αίτιο του πάσχειν. Η ενεργητική αρχή είναι ο Θεός και η Ύλη το αποτέλεσμα της. Ο Διογένης Λαέρτιος (200 μ.Χ.) προέβαλε μια διαφορετική εκδοχή της απόψεως του Ζήνωνος: Η ενεργητική αρχή είναι ο ενύπαρκτος σ' αυτήν Λόγος (τον εν αυτή Λόγον), ενώ η παθητική αρχή είναι η χωρίς ποιοτικές διαφοροποιήσεις ουσία τηςΎλης (άττοιον ουσία τηςΎλης). Ο Λόγος αυτός, ο Θεός, είναι πάντα ο ίδιος και δια μέσου της Ύλης δημιουργεί τα όντα.

Γράφει ο Πελενρίνης, στο βιβλίο του «Οι πέντε εποχές της Φιλοσοφίας» ότι «κατά τους στωικούς φιλοσόφους, στο Σύμπαν υπάρχουν δυο αρχές: μια ενεργητική, το «ποιούν», που είναι ο Θεός, ο οποίος ταυτίζεται με τον Λόγο και μια παθητική δύναμη, το «πάσχον», που είναι η αδιαμόρφωτη Ύλη. Ο Θεός που οι στωικοί φιλόσοφοι τον ταυτίζουν με τον Λόγο είναι ο δημιουργός του κόσμου, καθώς, επενεργώντας πάνω στην 'Υλη, διαμορφώνει τα διάφορα όντα που συγκροτούν την φυσική πραγ­ματικότητα. Η σχέση του Θεού ή του Λόγου με το Σύμπαν δεν είναι υπερβατική· αυτός, δηλαδή, δεν δημιούργησε τον κόσμο, για να μείνει κατόπιν έξω και πέρα από αυτόν. Απεναντίας, οι στωικοί φιλόσοφοι ισχυρίστηκαν ότι ο Θεός, ο Λόγος, δια­περνά ολόκληρο τον κόσμο και γίνεται ένα με αυτόν, αποτελώντας έτσι τον συνε­κτικό ιστό της πολύμορφης φύσης, την δύναμη εκείνη μέσω της οποίας το κοσμικό σύστημα διατηρεί την ενότητα του και την συνοχή του. Χάρις στην δύναμη αυτή της θείας αρχής του Λόγου, τον «τόνον», όπως την αποκαλούν οι στωικοί φιλόσοφοι, το Σύμπαν από άκρου εις άκρον διέπεται από την αρχή της συμπαθείας, σύμφωνα με την οποία τα εγκόσμια όντα επιδρούν το ένα πάνω στο άλλο. Ο κόσμος μοιάζει μ' έναν τεράστιο έμβιο οργανισμό, του οποίου η λειτουργία του ενός οργάνου δεν είναι ανεξάρτητη από την λειτουργία κάποιου άλλου οργάνου του. Έτσι, καθώς, βάσει της αρχής της συμπαθείας, διαδοχικά το ένα εγκόσμιο ον επηρεάζει το άλλο, είναι δυνατόν να μεταφερθεί η ενέργεια από το πιο μακρινό αστέρι του ουρανού στο πιο τελευταίο πράγμα της γης και να το επηρεάσει.»

Για τους Στωικούς ο Λόγος δεν είναι απλά ένα αρχικό αίτιο. Είναι μια συνειδητή αρχή, μια διαδικασία και ένας μηχανισμός οι οποίοι διέπονται από συγκεκριμένους και αμετάβλητους νόμους. Έχοντας αφομοιώσει τον Ηράκλειτο διατυπώνουν μία δική τους θεώρηση του Κόσμου, η οποία δίχως να απομακρύνεται από τις βασικές ελληνικές φιλοσοφικές αντιλήψεις εμφανίζει αρκετά πρωτότυπα και πρωτοποριακά από σύγχρονης επιστημονικής επόψεως στοιχεία. Για την στωική φιλοσοφία (όπως και για ολόκληρη την ελληνική Φιλοσοφία) η Πραγματικότητα είναι ένα «Ενιαίο Όλον (Παν)». Η Ουσία, το Όλον είναι ταυτόχρονα «Λόγος», Πυρ (Ενέργεια) και Νό­ηση. Είναι η υπέρτατη οντολογική Αρχή η οποία παράγει ό,τι υπάρχει και υφίσταται σε ό,τι υπάρχει. Αποτελεί την συνειδητή αρχή του Σύμπαντος. Οφείλουμε να σημει­ώσουμε ότι οι Στωικοί έδιναν άλλο περιεχόμενο στις λέξεις Θεός, Λόγος, Ύλη, Σώμα και όχι αυτό που δίνουν οι σημερινοί διανοητές. Για τους Στωικούς, Λύγος, Νους, Ψυχή, Ύλη, είναι Μία και η Ίδια Ουσία. Ο Λύγος είναι Πυρ, Πνεύμα, Νους, το οποίο υφίσταται στην αρχή «Καθ' Εαυτύν» (δηλαδή από μόνο του, αγέννητο).

Το Πυρ (Λόγος) χωρίς να μειώνεται αλλά μεταβαλλόμενο παράγει τον Αέρα (Πα­γκόσμιος Νους), μέρος του Αέρα μεταβάλλεται σε'Υδωρ (Ψυχή), η οποία διαθέτει όμως μορφοποιητική δύναμη και δεν είναι απλά μια αυλή δύναμη, και μέρος του Ύδατος μετατρέπεται σε Γη (Υλη, υλικό στοιχείο). Στην πραγματικότητα όμως υπάρ­χει Μία και μόνο Ουσία. Αν και οι Στωικοί δέχονται ότι από τον Λόγο, και ειδικότερα από την Ουσία του, παράγεται ο Κόσμος, στον οποίο μετουσιώνεται, εν τούτοις δια­κρίνουν σαφώς (λόγω χαρακτηριστικών) τον Λόγο από τα άλλα παράγωγα στοιχεία του, τον Νου, την Ψυχή, την Ύλη. Έτσι, καταγόμενα από τον Λόγο εκδηλώνονται τα διάφορα φαινόμενα του κόσμου, υλικά ή πνευματικά.

Όπως μέσα στο υλικό Σύμπαν, ο Λόγος ενυπάρχει ως Ουσία, ο Κοσμικός Νους σαν κινητήρια Δύναμη και η Ψυχή σαν μορφοποιητική Δύναμη και με τον ίδιο τρόπο, ο Λόγος, ο ατομικός Νους σαν κινητήρια δύναμη και η Ψυχή σαν μορφοποιητική δύναμη υφίστανται μέσα στο υλικό σώμα του έμβιου όντος. Από τον Λόγο δημιουργείται κατ' αρχήν ο Κοσμικός Νους σαν «Ολότητα». Εντός της Ολότητας δημιουρ­γούνται διαιρετικά μέσα από την «ατομικοποίηση» οι νόες, δηλαδή η ατομική νόηση. Ο Λόγος ενυπάρχει κατά συνέπεια ως Ουσία τόσο μέσα στον Κοσμικό Νου και μέσα στους ατομικούς νόες. Υφίσταται όπως σε όλη την ελληνική σκέψη μία αντιστοιχία ανάμεσα ατό κοσμικό και το ατομικό, τον άνθρωπο.

Όσον αφορά στον άνθρωπο σύμφωνα με την στωική διδασκαλία η Ψυχή στο ανώ­τερο τμήμα της, το ηγεμονικό (νους) κατοικεί στην καρδιά και μέσω αυτής σε όλο το σώμα, ως αντίληψη εαυτού. Ως διανόηση εντοπίζεται στον εγκέφαλο και ως αίσθηση μόνο στο σώμα, άποψη η οποία είναι εφαπτόμενη με τις αντιλήψεις του Αριστοτέλη.

Από την ανθρώπινη Ψυχή μονάχα η ανώτερη Ψυχή, η αληθινή γνώση του εαυτού «επιβιώνει». Ανθρωποι απαίδευτοι, δίχως επαρκή, γνώση του εαυτού, αποχωριζόμε-νοι από το σώμα κινδυνεύουν να πέσουν στην «Λήθη». Από την κατώτερη Ψυχή δεν μένει τίποτα με τον θάνατο και την αποσάρκωση του ανθρώπου.

Ο Λόγος είναι η δύναμη η οποία ενεργεί μέσα στον κόσμο. Ο Κόομος όμως, όπως και στον Ηράκλειτο, ακολουθεί μία πορεία και επιστρέψει πάλι στην αρχέγονη κατά­σταση, του αρχικού πυρός («εκπύρωσις»). Μετά ξαναρχίζει μία νέα δημιουργία (πα­λιγγενεσία, αποκατάστασις, εκ νέου διακόσμησις). Αυτή είναι η αιώνια επιστροφή.

3. ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Σύμφωνα με τους Στωικούς όλα τα όντα εξελίσσονται κατευθυνόμενα προς την απο­κάλυψη του Λύγου μέσα τους (εδώ οι Στωικοί συναντούν τον Αριστοτέλη). Υπέρτατος σκοπός των όντων, σύμφωνα με τους Στωικούς, είναι να ανακαλύψουν και να βιώσουν την Υπέρτατη Φύση μέσα τους, τον Λόγο. Αυτό άλλωστε θα συμβεί αναπότρεπτα για όλα τα όντα κατά την ¨Εκπύρωση¨, στο τέλος του Κόσμου. Ας προσέξουμε πόσο κο­ντά βρίσκεται η Εκπύρωση με την αλχημική ερμηνεία του αρκτικόλεξου Igne Natura Renovatur Integra (η φύση ανανεώνεται ολόκληρη μέσα από την φωτιά). Από τα εκτε­θέντα προκύπτει ότι οι Στωικοί, όπως και ο Ηράκλειτος, θεωρούσαν ότι ο Λόγος είχε απολεσθεί και ότι έπρεπε να επανευρεθεί. Γιατί όμως απωλέσαμε αυτόν τον Λόγο;

Ας έρθουμε, όμως, στο σήμερα. Οι φυσικοί επιστήμονες τείνουν να αποδείξουν ότι Υλη και Αντιύλη, όπως και όλες οι θεμελιώδεις δυνάμεις της Φύσης (ηλεκτρο­μαγνητική, ασθενής και ισχυρή πυρηνική δύναμη και βαρύτητα) ήσαν αρχικά και κατά την γέννηση του Σύμπαντος ενιαίες. Όποια απάντηση και να δοθεί οι ράβδοι, σύμβολα αέναης οδοιπορίας είναι δίπλα μας.

Ας τις αδράξουμε και ας συνεχίσουμε το ταξίδι μας.