Φίλτατε, αμύητε και μονίμως διστακτικέ
(κατρουλιάρη) φίλε Θανάση, ξέρω ότι σε παράτησα για πάνω από 2,5 χρόνια μόνο
σου, να αναζητάς την Αλήθεια που μόνο τα αφελή Τεκτονικά μου κείμενα μπορούν να
σου προσφέρουν. Τι να κάνουμε όμως, βλέπεις η κρίση χτύπησε αλύπητα κι εμάς τους
Μασόνους, ακόμα κι αν κάποιες φυλλάδες σου λένε ότι εμείς την προκαλέσαμε και τη
διαχειριζόμαστε.
Δεν έχω πια το πνευματικό σφρίγος να σε κατακλύζω
με ένα ορυμαγδό πονημάτων, Θανάση μου, αλλά που και που θα κάνω μια προσπάθεια
να σε ενημερώνω για την Τεκτονική θεώρηση κάποιων πραγμάτων, ώστε να μη μένεις
παραπονεμένος. Ο κυριότερος λόγος που σταμάτησα να ασχολούμαι με το φτωχό αυτό
μπλογκ είναι ότι δεν επιθυμώ να μπαίνω στα χωράφια των Τυπικών και της
τελετουργίας των εργασιών μας, γιατί αυτή η εμπειρία ανήκει μόνο σε αυτούς που
ξεπέρασαν τις προκαταλήψεις τους και «έκρουσαν ατάκτως» τη θύρα του Ναού της
Σκέψεως.
Νομίζω λοιπόν ότι δεν θα παραβιάσω κάποιο μυστικό
της Αδελφότητάς μας, αν σου αναφέρω μία φράση από το Τυπικό του ανοίγματος των
εργασιών, όπου ο Σεβάσμιος λέει στο πλήρωμα της Στοάς ότι «…αφήσαμε τα
μέταλλα προ της θύρας του Ναού …. και τα βλέμματά μας ας στραφούν προς το
Φως».
Γι αυτά τα μέταλλα θέλω να σου μιλήσω Θανάση μου,
δηλαδή για όλα αυτά που ο Τέκτων οφείλει να αφήσει «προ της θύρας του Ναού» για
όσο διάστημα διαρκούν οι εργασίες της Στοάς, αλλά και
για όσο διάστημα μπορεί να το καταφέρει ο ίδιος,
στην προσωπική του ζωή.