Παρά το ότι η Δήμητρα είναι μια από τις λιγότερο αναφερόμενες θεότητες στις πρώιμες φιλολογικές πηγές του ελληνισμού, τον Όμηρο και τον Ησίοδο, σε καμία περίπτωση ωστόσο δεν ήταν μικρής σημασίας για τον καθημερινό άνθρωπο εκείνης της εποχής.
Οι επικοί ποιητές συνήθιζαν να εστιάζουν στα πολεμικά κατορθώματα
Η Θεά Δήμητρα
των θεών, και σε αυτά η Δήμητρα δεν είχε θέση. Το όνομά της, κατά την επικρατέστερη ετυμολογία, σημαίνει Μητέρα Γη, και ήταν αυτό ακριβώς. Μια ειρηνική θεά της γεωργίας, της γονιμότητας, της συγκομιδής και των δημητριακών, από την οποία πήραν το όνομά τους και τα οποία αποτελούσαν τη βασική τροφή του μέσου ανθρώπου. Σαν μια μητέρα, προμήθευε τροφή στα παιδιά της. Ωστόσο, επίσης σαν μητέρα, τα διαπαιδαγωγούσε. Δεν ήταν τυχαίο ότι ήταν ταυτόχρονα και θεά του κοσμικού νόμου, όπως φανερώνει ένα από τα πιο γνωστά επίθετά της, «Θεσμοφόρος».
Όπως προαναφέρθηκε, από τις πρώιμες πηγές δεν γνωρίζουμε πάρα πολλά γι’ αυτήν. Στην Ιλιάδα αναφέρεται απλώς ως αυτή που ξεχωρίζει το σιτάρι από το άχυρο. Στην Οδύσσεια υπάρχει ο μύθος ότι έσμιξε με τον θνητό Ιασίωνα, τον οποίο κατακεραύνωσε μετά ο Δίας ως τιμωρία. Από τον Ησίοδο αναφέρεται ότι ήταν θυγατέρα του Κρόνου και της Ρέας, αδελφή του Δία, του Ποσειδώνα, του Άδη, της Ήρας και της Εστίας. Επίσης, ότι γέννησε μια θυγατέρα στο Δία, την Περσεφόνη, την οποία αργότερα άρπαξε ο Άδης. Τέλος, επαναλαμβάνεται η ιστορία με τον Ιασίωνα, με την πρόσθετη πληροφορία ότι η ένωσή τους έγινε στην Κρήτη.
Λίγο αργότερα γράφτηκε ο λεγόμενος «Ομηρικός Ύμνος» στη Δήμητρα, ο οποίος αναφέρει αρκετές πληροφορίες για την αρπαγή της Περσεφόνης. Σύμφωνα με τον ύμνο αυτόν, καθώς η νεαρή κοπέλα μάζευε λουλούδια, η γη άνοιξε, εμφανίστηκε ο Άδης με το άρμα του και την άρπαξε, οδηγώντας την στον Κάτω Κόσμο. Η Δήμητρα άκουσε την κραυγή της Περσεφόνης και άρχισε να την ψάχνει με τη βοήθεια της Εκάτης και την καθοδήγηση του Ήλιου που είχε δει το περιστατικό. Όταν η θεά έφτασε στην Ελευσίνα είχε ήδη απογοητευτεί και παρέμεινε κλεισμένη μέσα στο ιερό που της έχτισαν οι Ελευσίνιοι, αρνούμενη πεισματικά να κάνει τη γη να καρπίσει. Έτσι, οι θεοί έπεισαν τελικά τον Άδη να αφήσει την Περσεφόνη να δει τη μητέρα της. Ωστόσο, ο Άδης είχε προλάβει να της δώσει να φάει λίγους σπόρους από ρόδι, κάτι που σήμαινε ότι η Περσεφόνη θα έπρεπε να επιστρέφει κάθε χρόνο στο σύζυγό της στον Κάτω Κόσμο.
Ο αρκαδικός μύθος της Δήμητρας και του Ποσειδώνα
Από το γεωγράφο και περιηγητή Παυσανία (2ος αιώνας μ.Χ.) μαθαίνουμε την αρκαδική
Ποσειδώνας και Δήμητρα
παράδοση, κατά την οποία ο Ποσειδώνας είδε τη Δήμητρα και την πόθησε. Εκείνη, για να ξεφύγει, μεταμορφώθηκε σε φοράδα, αλλά και πάλι ο Ποσειδών την κατάλαβε, την πρόφτασε και τη βίασε. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε μια κόρη, γνωστή ως Δέσποινα, της οποίας το πραγματικό όνομα απαγορευόταν να προφερθεί έξω από τα Αρκαδικά Μυστήρια. Η Δήμητρα οργίστηκε από αυτό το γεγονός, και ονομάστηκε Δήμητρα Ερινύς. Αλλά μετά πλύθηκε στον ποταμό Λάδωνα και ηρέμησε, και τότε την είπαν Δήμητρα Λουσία. Η απομονωμένη τότε Αρκαδία είχε διατηρήσει μια πολύ παλιά παράδοση, η οποία συνέδεε τη λατρεία της Δήμητρας και της Περσεφόνης με τον Ποσειδώνα και η οποία μαρτυρείται ήδη από τη Μυκηναϊκή εποχή.
Το όνομα του Ποσειδώνα, σύμφωνα με την επικρατέστερη ετυμολόγηση, σημαίνει «Κύριος της Γης». Μερικά από τα πιο γνωστά επίθετά του επίσης ήταν Γαιήοχος, ο κατέχων τη Γη, καθώς και Εννοσίγαιος ή Εννοσίδας, δηλαδή Γαιοσείστης, όνομα που επίσης καταγράφεται σε Γραμμική Β στις πινακίδες της Πύλου. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την εικόνα του Ποσειδώνα που γνωρίζουμε από την κλασική εποχή, ως κυρίου της θάλασσας. Φαίνεται ότι αρχικά αντιπροσώπευε τον Κύριο των υπογείων υδάτων και του υπόγειου κόσμου γενικότερα, των πηγών, των ποταμών, και των σεισμών. Έτσι, ο μύθος μάλλον σχετίζεται με την καρποφορία της γης που γονιμοποιείται από τον ποταμό.
Ο μύθος της Δήμητρας και του Ποσειδώνα δημιουργεί την υποψία ότι η Περσεφόνη ίσως αρχικά να ήταν δική του κόρη. Η σχέση του με τον υπόγειο κόσμο κατά τη Μυκηναϊκή εποχή, κατά την οποία δεν υπάρχει αναφορά στον Άδη ή σε κάποιον άλλο θεό του κάτω κόσμου, δημιουργεί επίσης την υποψία ότι στον αρχικό μύθο ίσως ο ίδιος ο Ποσειδώνας να άρπαξε την ίδια του την κόρη. Απόηχος αυτής της παράδοσης θα μπορούσε να είναι είναι ο ορφικός μύθος, κατά τον οποίο ο Ζεύς κάνει την Περσεφόνη με τη Δήμητρα, και μετά το Διόνυσο Ζαγρέα με την Περσεφόνη.
Οι εορτές των Θεσμοφορίων και των Σκιροφορίων
Τα Θεσμοφόρια αποτελούν τη σημαντικότερη γιορτή της Δήμητρας, μαζί με τα Ελευσίνια Μυστήρια. Ενώ, ωστόσο, τα Ελευσίνια λάμβαναν χώρα μόνο στην Ελευσίνα, τα Θεσμοφόρια εορτάζονταν σε τουλάχιστον σαράντα πόλεις της Ελλάδας, της Σικελίας, της Νότιας Ιταλίας, της Μικράς Ασίας και της Βορείου Αφρικής. Στη μεγάλη πλειοψηφία των πόλεων αυτών εορτάζονταν κατά την εποχή της σποράς. Στην Αθήνα έπεφταν κατά το μήνα Πυανεψιώνα, χοντρικά δηλαδή τον Οκτώβριο ή το Νοέμβριο, ανάλογα με τις φάσεις της Σελήνης, κατά τις τρεις ημέρες πριν την Πανσέληνο. Στενά συνδεδεμένη με αυτή τη γιορτή ήταν και μια άλλη, τα Σκιροφόρια, τα οποία εορτάζονταν ακριβώς τέσσερις μήνες πριν, κατά την εποχή της συγκομιδής.
Κατά τα Σκιροφόρια έριχναν χοίρους, ως θυσίες, σε υπόγειες τρύπες που τις έλεγαν «μέγαρα». Κατά τα Θεσμοφόρια, ορισμένες γυναίκες, οι «αντλήτριες», ανέσυραν τα σαπισμένα λείψανά τους, ενώ οι υπόλοιπες γυναίκες που συμμετείχαν στη γιορτή φώναζαν δυνατά για να φοβίσουν τα φίδια, τα οποία κατοικούσαν στις υπόγειες αυτές τρύπες. Τα λείψανα των χοίρων ανακατεύονταν με το σιτάρι που θα έσπερναν, ώστε να ευδοκιμήσει. Αυτή η κάθοδος και άνοδος προφανώς συμβόλιζε την κάθοδο της Περσεφόνης στον Κάτω Κόσμο και την άνοδο από αυτόν. Όταν λέγεται ότι η Περσεφόνη έμενε τέσσερις μήνες στον Άδη, συνήθως νομίζουμε ότι πρόκειται για τους μήνες του χειμώνα. Ωστόσο, αρχικά θεωρούσαν ότι η Περσεφόνη βρισκόταν στον Άδη το καλοκαίρι, όταν τα χωράφια έμεναν χέρσα και τα δημητριακά τοποθετούνταν σε υπόγειες αποθήκες.
Η άνοδος της Περσεφόνης
Υπάρχουν κάποια κοινά στοιχεία μεταξύ των Θεσμοφορίων και των Ελευσινίων Μυστηρίων. Η νηστεία των συμμετεχόντων, το τελετουργικό λουτρό, οι θυσίες χοίρων και οι αισχρολογίες είναι μόνο μερικά από αυτά, ενώ ο χρόνος που τελούνταν ήταν πολύ κοντινός, καθώς τα Ελευσίνια ξεκινούσαν ένα μήνα πριν τα Θεσμοφόρια, δηλαδή κατά την Πανσέληνο του Σεπτεμβρίου ή του Οκτωβρίου. Όπως τα Θεσμοφόρια σχετίζονταν με τα Σκιροφόρια, έτσι και τα Μεγάλα Ελευσίνια σχετίζονταν με τα Μικρά, τα οποία εορτάζονταν την άνοιξη. Στα Μεγάλα Ελευσίνια εορταζόταν η άνοδος της Περσεφόνης από τον Άδη και θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι κατά τα Μικρά θα εορταζόταν η κάθοδός της. Μπορεί να πρόκειται για δύο παράλληλες παραδόσεις που αναπτύχθηκαν αυτόνομα σε γειτονικές πόλεις και οι οποίες διατηρήθηκαν από κοινού, όταν η Αθήνα κατέλαβε και ενσωμάτωσε την Ελευσίνα.
Τα σύμβολα της Δήμητρας και οι ενδείξεις της καταγωγής της
Από τα ιερά σύμβολα της Δήμητρας, πρώτα θα πρέπει να αναφέρουμε, προφανώς, τον στάχυ του σιταριού
H Θεά Δήμητρα με στάχεις και όφεις
και του κριθαριού. Ένα δεύτερο είναι η μέλισσα. Ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πορφύριος αναφέρει ότι οι ιέρειες της Δήμητρας και της Περσεφόνης ονομάζονταν «Μέλισσαι», ενώ ο λατίνος γραμματικός Σέρβιος διασώζει ένα μύθο της Κορίνθου, σύμφωνα με τον οποίο μια ιέρεια της Δήμητρας, η Μέλισσα, μυήθηκε στα μυστήρια από την ίδια τη θεά.
Ένα λιγότερο γνωστό σύμβολό της είναι ο όφις, κάτι που υπονοείται και από το γεγονός ότι στα μέγαρα της Δήμητρας κατοικούσαν φίδια. Ο Τριπτόλεμος, ο προστατευόμενός της, σύμφωνα με τη μυθολογία δίδαξε τη γεωργία,
H Θεά των Όφεων
ταξιδεύοντας σε ένα φτερωτό άρμα που σερνόταν από όφεις. Έχουν σωθεί παραστάσεις που η ίδια η Δήμητρα απεικονίζεται να κρατά όφεις. Ο τρόπος με τον οποίο τους κρατά θυμίζει τη Μινωική Θεά των Όφεων.
Ένα επιπλέον σύμβολο που παρατηρεί κανείς στις παραστάσεις της Δήμητρας είναι η οπιούχος παπαρούνα, η οποία θυμίζει και πάλι την Κρητική θεά. Τα δύο αυτά σύμβολα του όφεως και της οπιούχας παπαρούνας, καθώς και η σεξουαλική επαφή της Θεάς με τον Ιασίωνα στην Κρήτη, υποδεικνύουν ότι κατά πάσα πιθανότητα η Δήμητρα ταυτιζόταν με τη μεγάλη θεά των Μινωιτών και ότι εισήχθη στην ηπειρωτική Ελλάδα μέσω της Κρήτης.
Η Θεά των Όφεων φέρει ένα μικρό ζώο στο κεφάλι της. Αυτό μοιάζει με κάποιο μικρό αιλουροειδές, κατά πάσα πιθανότητα λιοντάρι. Λέοντες απεικονίζονται και σε σφραγίδες της εποχής, σε σύνδεση με τη θεά. Αυτό θα ήταν λίγο περίεργο για μια γηγενή Κρητική θεότητα, καθώς δεν υπήρχαν ποτέ λιοντάρια στην Κρήτη, σε αντίθεση με τη Μικρά Ασία και την ηπειρωτική Ελλάδα.
Η Δήμητρα στη Μικρά Ασία κατά την εποχή του Χαλκού
Η εποχή του χαλκού στην Κρήτη ξεκίνησε κατά την τρίτη χιλιετία π.Χ., ταυτόχρονα με το ξεκίνημά της στη Μικρά Ασία. Οι αντίστοιχοι προηγμένοι πληθυσμοί της Μικράς Ασίας ήταν κυρίως δύο: Οι πρωτο-Χετταίοι, οι οποίοι κατοικούσαν στην κεντρική Μικρά Ασία, και οι Χουρρίτες, οι οποίοι κατοικούσαν πιο νοτιοανατολικά, στα σύνορα με τη Μεσοποταμία. Οι πρώτες ιστορικές πληροφορίες που έχουμε γι’ αυτούς είναι ότι ζούσαν σε ένα είδος καθεστώτος υποτέλειας υπό την πανίσχυρη τότε Ακκαδική αυτοκρατορία. Τόσο οι Πρωτο-Χετταίοι όσο και οι Χουρρίτες επηρεάστηκαν βαθιά από τη Μεσοποταμία, τόσο σε πολιτισμικό όσο και σε θρησκευτικό επίπεδο. Εισήχθησαν μεσοποταμιακοί θεοί που είτε συνυπήρχαν με τους αυτόχθονες είτε ταυτίστηκαν με αυτούς. Δυστυχώς, δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες για τη θρησκευτικότητα εκείνης της εποχής.
Αυτό που γνωρίζουμε, όμως, είναι η θρησκεία στην περιοχή, όταν εμφανίστηκαν στο προσκήνιο οι Χετταίοι. Από το 1833 π.Χ. και μετά άρχισαν να επεκτείνονται επιθετικά, έως ότου τετρακόσια χρόνια αργότερα σχηματίστηκε μια ακμάζουσα αυτοκρατορία. Ίσως η συνεχής επεκτατική πολιτική των Χετταίων σχετίζεται με το τέλος της Παλαιοανακτορικής περιόδου στην Κρήτη κατά το 1700 π.Χ., όταν τα παλαιά ανάκτορα στην Κνωσσό, τη Φαιστό, τα Μάλια και τη Ζάκρο καταστράφηκαν.
Οι Χετταίοι υιοθέτησαν τη σφηνοειδή γραφή των Ασσυρίων και μας άφησαν πήλινες πινακίδες με ιστορικά και θρησκευτικά αρχεία. Από τις πινακίδες αυτές μας είναι γνωστός ένας αριθμός θεοτήτων και μύθων που συνενώνουν Πρωτο-Χιττιτικά, Χουρριτικά και Μεσοποταμιακά στοιχεία σε ένα ενιαίο σύνολο. Για να γίνει κατανοητή η σχέση μεταξύ ελληνικής και χιττιτικής μυθολογίας, θα αναφερθούμε σε ένα χιττιτικό έπος, γνωστό ως το Έπος του Κουμαρμπί, το οποίο φαίνεται να αποτυπώνει τις διαμάχες των θεών για εξουσία, τουλάχιστον εξακόσια χρόνια πριν από τον Ησίοδο.
Σύμφωνα με το Έπος του Κουμαρμπί, βασιλιάς του κόσμου αρχικά ήταν ο Αλαλού, ο θεός της Γης, και υπηρέτης του ο γιος του, Ανού, ο θεός του Ουρανού, ο οποίος αρχικά ήταν Μεσοποταμιακός θεός. Μετά από εννέα χρόνια πάλεψαν και νίκησε ο Ανού, ο οποίος έγινε βασιλιάς στη θέση του, ενώ υπηρέτης έγινε ο γιος του, ο Κουμαρμπί. Μετά από εννέα χρόνια, πάλεψαν και αυτοί και νίκησε ο Κουμαρμπί. Καθώς όμως ο Ανού έτρεξε να κρυφτεί, ο Κουμαρμπί του έκοψε με τα δόντια τα γεννητικά όργανα και τα κατάπιε
Θεά Χαναχάνα Χέμπα
ή Κουμπάμπα
(κάτι αντίστοιχο με τον ευνουχισμό του Ουρανού από τον Κρόνο). Ως αποτέλεσμα, ο Κουμαρμπί γέννησε τρεις θεούς, τον Τασμισού, τον Αρανζάχ, το θεό του ποταμού Τίγρι, και τον Τεσούμπ, το θεό της καταιγίδας. Ο Κουμαρμπί, γνωρίζοντας ότι ο Τεσούμπ θα του έπαιρνε τη βασιλεία, προσπάθησε να τον φάει, αλλά αντί γι’ αυτόν κατάπιε μια πέτρα (ακριβώς όπως ο Κρόνος κατάπιε μια πέτρα στη θέση του Διός). Έτσι, ο Τεσούμπ μεγάλωσε γρήγορα, πάλεψε με τον Κουμαρμπί και του πήρε τη βασιλεία.
Δυστυχώς, οι πήλινες πινακίδες δεν παρέχουν πάρα πολλά στοιχεία για τη μυθολογία που σχετίζεται με τη θεά Δήμητρα. Σε μια από αυτές αναφέρεται η παρακάτω ιστορία, αλλά η περισσότερη είναι κατεστραμμένη. Η θεά Ινάρα εξαφανίζεται και μια μέλισσα ειδοποιεί τη θεά Χαναχάνα, τη μητέρα της, η οποία αρχίζει να την ψάχνει (ήδη έχουμε αναφέρει τη σχέση της Δήμητρας με τη μέλισσα). Συναντιέται με το θεό του Ηλίου, όπως και η Δήμητρα στον ελληνικό μύθο, χωρίς όμως να ξέρουμε τί συζητούν. Λόγω της οργής της, τα οικόσιτα ζώα πεθαίνουν και οι γυναίκες δεν δίνουν πια σημασία στα παιδιά τους. Τελικά, για κάποιο λόγο, που μάλλον σχετίζεται με την επιστροφή της Ινάρα, η οργή της εξορκίζεται και είναι πάλι χαρούμενη. Άλλα ονόματα ή επωνυμίες της Χαναχάνα ήταν Χεμπά, η μητέρα όλων των ζώντων, ή Κουμπάμπα. Απεικονίζεται συνήθως να στέκεται επάνω σε λιοντάρι, το οποίο ήταν το ιερό της ζώο. Αλλιώς, απεικονίζεται κρατώντας στάχυα και οπιούχα παπαρούνα.
Η Δήμητρα στη Μεσοποταμία
Ήδη έχει αναφερθεί η εξάρτηση της Χουρριτικής, της Πρωτο Χιττιτικής και κατά συνέπεια της Χιττιτικής μυθολογίας από την Μεσοποταμιακή, η οποία βέβαια έχει ζυμωθεί και αναπλαστεί μαζί με τοπικές πίστεις και πρακτικές σε μια νέα ενότητα. Δεν υπάρχει μεν αντίστοιχο έπος του Κουμαρμπί στη Μεσοποταμία, όμως πολλοί από τους θεούς των Χετταίων φέρουν Μεσοποταμιακά χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα, ο Τεσούμπ, τον οποίο έχουμε ήδη δει, φαίνεται ότι έχει πολλά από τα χαρακτηριστικά του αντίστοιχου μεσοποταμιακού θεού της καταιγίδας, Αντάντ.
Η αιγυπτιακή θεά Κετές
Το μεσοποταμιακό αντίστοιχο της Χαναχάνα ήταν η Νινχουρσάγκ, που στα Σουμεριακά σημαίνει «Κυρία του Ιερού Λόφου», ή Νινμά, η «Μεγάλη Κυρία». Σύμβολό της ήταν ένα σχήμα που μοιάζει με το ελληνικό ωμέγα, και πολλές φορές τα μαλλιά της φαίνεται να το σχηματίζουν. Άλλες φορές είναι γυμνή, άλλες ντυμένη και φτερωτή, μαζί με ένα λιοντάρι, με αντικείμενα σαν παπαρούνες να ξεπροβάλλουν από τους ώμους της, μαζί με κάποιο φυτό, ίσως σιτάρι, ενώ τα μαλλιά της διατηρούν την υποψία του ωμέγα. Άλλες φορές κρατά φίδια.
Πρόκειται για μια πανάρχαια θεότητα της πόλης Εριντού, στη Νότια Μεσοποταμία, μια πόλη που υπήρχε ήδη από την 4η χιλιετία π.Χ. Η λατρεία της θα πρέπει να γενικεύτηκε στη Μεσοποταμία κατά την Πρώτη Δυναστική Περίοδο, από το 2.900 π.Χ. και μετά, όταν οι ανεξάρτητες πόλεις-κράτη ενώθηκαν σε ένα ενιαίο βασίλειο. Αιώνες αργότερα, όταν δημιουργήθηκε η Ακκαδική Αυτοκρατορία από τον Σαργών το 2.350 π.Χ., φαίνεται ότι η λατρεία εξαπλώθηκε στους Χουρρίτες και στους Πρωτο-Χετταίους. Και από τους Χετταίους ή από γειτονικά φύλα θα πρέπει να μεταφέρθηκε στην Κρήτη. Παράλληλα, μέσω της Συρίας και της Παλαιστίνης μεταφέρθηκε και στην Αίγυπτο. Μια εύγλωττη εικόνα της θεάς Κετές, που λατρεύτηκε στην Αίγυπτο από το 1750 π.Χ. και μετά, ταυτιζόμενη με τη γηγενή θεά Αθώρ, περιέχει πολλά από τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν, όπως το ωμέγα στα μαλλιά, το λέοντα και το φίδι.
Ο μύθος του Ενκί και της Νινχουρσάγκ
Σύμφωνα με τις μεσοποταμιακές πινακίδες, στη χώρα των αθανάτων που ονομάζεται Ντιλμούν
Νινχουρσάγκ, Ενκί και το Δέντρο της Ζωής
αρχικά δεν υπήρχε νερό. Τότε, η θεά της γης Νινχουρσάγκ κάλεσε το θεό του υπογείου κόσμου και των ποταμών, τον Ενκί, για να τη γονιμοποιήσει. Το όνομα Ενκί στα σουμεριακά σημαίνει «Κύριος της Γης», όπως ακριβώς και αυτό του Ποσειδώνα, ενώ ο Μυκηναϊκός Ποσειδώνας είναι και αυτός θεός του υπόγειου κόσμου και των ποταμών. Από την ένωσή τους, και μετά από εννέα ημέρες, γεννήθηκε η Νινσάρ, η Κυρία της Βλάστησης. Ο Ενκί τότε αποπλάνησε την κόρη του, ένα μοτίβο για το οποίο υπάρχει υποψία ότι υπονοείται και στον ελληνικό μύθο.
Ο Σουμεριακός μύθος συνεχίζει με τη Νινσάρ να γεννά τη Νινκούρρα, την Κυρία της Καρποφορίας, μετά από εννέα ημέρες, την οποία επίσης αποπλανεί ο Ενκί. Η Νινκούρρα γεννά την Ουττού, την Υφάντρα, μετά από εννέα ημέρες, την οποία επίσης αποπλανεί ο Ενκί. Η Ουττού γεννά οκτώ φυτά, τα οποία καταβροχθίζει ο πατέρας τους. Η Νινχουρσάγκ, οργισμένη, τον καταριέται, και έτσι, έχοντας καταπιεί το ίδιο του το σπέρμα, αυτός μένει έγκυος σε οκτώ σημεία του σώματός του, και περνά στιγμές αγωνιώδους πόνου, χωρίς να μπορεί να γεννήσει.
Μετά από παρακλήσεις των θεών, η Νινχουρσάγκ μαλακώνει. Παίρνει μέσα της το σπέρμα του Ενκί και γεννά οκτώ θεότητες. Ανάμεσά τους βρίσκεται η Νιντί, η Κυρία του Πλευρού, γιατί προήλθε από το πλευρό του πατέρα της. Στα σουμεριακά η λέξη σημαίνει επίσης και Κυρία της Ζωής. Ο μύθος αυτός φαίνεται να είναι το πρότυπο τόσο του μύθου της Δήμητρας και της Περσεφόνης όσο και του μύθου του Κρόνου που καταβρόχθιζε τα παιδιά του. Παρεμπιπτόντως, θεωρείται σήμερα και πρότυπο της βιβλικής ιστορίας του Αδάμ και της Εύας.
Η Θεσμοφόρος Δήμητρα
Όπως προαναφέρθηκε, ένα από τα κύρια επίθετα της Δήμητρας ήταν «Θεσμοφόρος». Η λέξη προέρχεται από το ρήμα «τίθημι», δηλαδή θέτω, και είναι σχετική με τη λέξη «νόμος». Η διαφορά μεταξύ των δύο όρων είναι ότι ο νόμος σημαίνει το συμβατικό ανθρώπινο διάταγμα που μπορεί να αλλάζει ανάλογα με τις συνθήκες, ενώ ο «θεσμός» δεν μπορεί να αλλάξει. Έχει την έννοια του κοσμικού νόμου, του τελετουργικού νόμου ή του νόμου που δεν έχει αλλάξει από την αρχαία εποχή.
Το ποιοί ήταν αυτοί οι θεσμοί μπορεί να γίνει κάπως αντιληπτό από τη μυθολογία. Αναφέρεται λοιπόν ότι ο Τριπτόλεμος έμαθε από τη Δήμητρα την τέχνη της γεωργίας και τη δίδαξε στην ανθρωπότητα, έτσι ώστε να εκπολιτιστεί και να γίνει πλήρης. Ή, όπως το έθεσε ο ρήτορας Ισοκράτης, να πάψουν οι άνθρωποι να ζουν σαν τα άγρια ζώα. Μαζί με τη γεωργία, ήδη από τον Ομηρικό Ύμνο, αναφέρεται ότι δίδαξε και τις τελετές που σχετίζονται με αυτήν, δηλαδή τις εορτές και τα μυστήρια της Δήμητρας. Έτσι, το επίθετο «Θεσμοφόρος» έχει ερμηνευθεί από πολλούς ερευνητές ως «Φέρουσα τη γεωργία και τις μυστικές της τελετές».
Σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, ωστόσο, η έννοια των θεσμών της Δήμητρας δεν σταματούσε στη γεωργία και στις τελετές της, καθώς η νέα αγροτική κοινωνία θα χρειαζόταν και βασικούς νόμους για να οργανωθεί και να λειτουργήσει. Ο φιλόσοφος Ξενοκράτης, επί παραδείγματι, αναφέρει ότι ο Τριπτόλεμος ήταν ένας από τους πρώτους νομοθέτες και ότι τρεις από τους νόμους που είχε θεσπίσει ήταν οι εξής: «Τίμα τους γονείς σου, πρόσφερε στους θεούς μέρος των καρπών της γης και μη βλάπτεις τα ζώα». Βεβαίως, ο πρωταρχικός θεσμός της Δήμητρας θα πρέπει να ήταν η ιερότητα της ανθρώπινης ζωής, καθώς όσοι είχαν διαπράξει φόνο αποκλείονταν από τα Ελευσίνια Μυστήρια.
Μέσα σε αυτούς τους θεσμούς θα πρέπει υπολογίσουμε επίσης και έναν ακόμα. Στην Οδύσσεια η λέξη «θεσμός» αναφέρεται μια φορά μόνο, και αυτή σε σχέση με το γάμο. Είδαμε ήδη ότι η Θεά, είτε Δήμητρα την ονομάσουμε είτε Νινχουρσάγκ, οργίζεται με την αχαλίνωτη σεξουαλική συμπεριφορά που εκδηλώνεται με το βιασμό και με την αιμομειξία. Ο γάμος ήταν μια τιθάσευση και ένας εκπολιτισμός της σεξουαλικότητας. Έτσι, οι θεσμοί τελικά, πέρα από τη γεωργία και τις τελετές της, δεν ήταν παρά οι άγραφοι νόμοι που όριζαν τις πρώτες ανθρώπινες κοινωνίες σε πολύ αρχαίες εποχές και που διατηρούνται ακόμη και σήμερα, ακόμα και αν σε κάποιες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί μεταγενέστερα από συγκεκριμένους νομοθέτες.
Επιλεγόμενα
Κλείνοντας, ας σημειωθεί ότι η λατρεία της Δήμητρας στην Κρήτη και στην ηπειρωτική Ελλάδα, στην πραγματικότητα εμφανίζεται πολλές χιλιετίες μετά από την εμφάνιση της γεωργίας. Γενικά έχουν βρεθεί ειδώλια της Νεολιθικής εποχής που εικάζεται ότι παριστάνουν μια γυμνή μητέρα θεά με φαρδείς γοφούς. Εάν αυτές οι εικασίες είναι αληθείς, η Δήμητρα ίσως αντικατέστησε την παλαιότερη θεότητα και απορρόφησε κάποια στοιχεία από την παλαιότερη λατρεία, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που η Χιττιτική μυθολογία απορρόφησε Μεσοποταμιακά στοιχεία.
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- Chadwick John, Ο Μυκηναϊκός Κόσμος, Gutenberg - Γιώργος και Κώστας Δαρδανός, 1999.
- Clay Albert, The Origin of Biblical Traditions: Hebrew Legends in Babylonia and Israel, Oxford University Press, 1923.
- Güterbock Hans Gustav, The Hittite Version of the Hurrian Kumarbi Myth: Oriental Forerunners of Hesiod, American Journal of Archaeology, Vol. 52, No. 1 (1948), 123-34.
- Hooke Samuel Henry, Μυθολογία της Μέσης Ανατολής, Γόρδιος, 2006. Κακριδής Ιωάννης (επιμ.), Ελληνική Μυθολογία, Τόμος 2, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., 1986.
- Λαδιά Ελένη, Παπαδίτσας Δημήτρης, Ομηρικοί Ύμνοι – μετάφραση, πρόλογος και σχόλια, Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1985.
- Leeming David, The Oxford Companion to World Mythology, Oxford University Press, 2005.
- Μυλωνάς Γεώργιος, Ελευσίς και Ελευσίνια Μυστήρια, Κυκεών Tales, 2010.
- Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις 7: Αρκαδικά, μετάφραση Ανδρεανή Ταταράκη, Κάκτος, 1992.
- Stallsmith Allaire, The Name of Demeter Thesmophoros, Greek, Roman, and Byzantine Studies 48 (2008), 115-131.
http://www.e-zine.gr/ Ι.Μ.