Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Οικονομική κρίση και αξίες

 

Είναι συνήθως δυσχερής η ερμηνεία ενός κοινωνικού φαινομένου, ενόσω αυτό εξελίσσεται. Οι κοινωνικές μεταβολές που ενσκήπτουν απρόσμενα για τους αδαείς (αλλά που προβλέπονται απ' όσους γνωρίζουν να ερμηνεύουν τους οιωνούς), εκτοπίζουν τις καθημερινές κανονικότητες, αναιρώντας την κοινωνική αδράνεια και επιβάλλοντας νέα κριτήρια. Τρόποι συμπεριφοράς που πριν ήταν αποδεκτοί, αποδεικνύονται ανεπαρκείς, νόρμες και συμβάσεις καθίστανται δυσλειτουργικές. Όσοι πολίτες καταφέρνουν να ξεπεράσουν το σοκ, επιχειρούν να επινοήσουν μεθόδους υπέρβασης της κρίσης. Στην αρχική φάση της η έκπληξη είναι το κυρίαρχο συναίσθημα. Η κρατική υπόσταση, παρά τις πλημμελείς δομές της, κατά κάποιο τρόπο εγγυάτο την ισορροπία, ενώ τώρα κλυδωνίζεται και μαζί με αυτήν καταρρέει η αυτοεικόνα του ατόμου και ο ρόλος του μέσα στο πλαίσιο που καρκινοβατεί. Το αποσπασματικό και το σπασμωδικό χαρακτηρίζουν τις πρώτες αντιδράσεις. Όσο πιο ανέτοιμη είναι μια κοινωνία να αντιμετωπίσει τη λαίλαπα, τόσο περισσότερο σε αυτό το στάδιο θα εθελοτυφλεί συνεχίζοντας να δρα αυτιστικά ή θα προσφεύγει σε τρόπους που δηλώνουν πανικό.
Σε καταστάσεις κοινωνικής νηνεμίας τα ήθη διατηρούν τη συνοχή, τα στερεότυπα διαιωνίζουν ορθές ή λανθασμένες ερμηνείες και οι πολιτικές παραδοχές συντελούν στη διατήρηση της τάξης. Πριν από την οικονομική κρίση προηγήθηκε μία κρίση αξιών: Η κανονικότητα του καπιταλισμού, η οποία ελέγχει και προσδιορίζει τα μέσα παραγωγής, το χρόνο των εργαζομένων, αλλά και τον τρόπο διαβίωσης, έχτισε μία καταναλωτική φενάκη πάνω στην οποία η αστική τάξη (ή όσοι φαντασιώνουν πως ανήκουν σε αυτή) εδραίωσε τις ελπίδες της. Φυσικά τα κέρδη διέφυγαν προς τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, ενώ διέλαθε της προσοχής η μετατόπιση προς ανοίκειες κανονικότητες δανεισμένες από κοινωνίες που ευημερούν. Οι κοινωνικές επιθυμίες ρυθμίζονται από τη συλλογική τάξη, η οποία ορίζει τους σκοπούς προς τους οποίους οι άνθρωποι οφείλουν να προσαρμόσουν την συμπεριφορά τους. Όταν η συλλογική τάξη διασπάται εμφανίζονται «επηρμένες φιλοδοξίες», οι οποίες, προκειμένου να εκπληρωθούν, καταλύουν τους παραδοσιακούς ρυθμιστικούς κανόνες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ανομία παρουσιάζεται ως θεμιτό μέσο για την έξοδο από την κρίση.
Τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα τεχνηέντως σχεδιάζουν τις αξίες μιας κοινωνικής πραγματικότητας, τις διδάσκουν στα σχολεία, καθορίζοντας το αναλυτικό πρόγραμμα ή ισοπεδώνοντας τις δομές του εκπαιδευτικού συστήματος και τις επιβάλλουν μέσα από την υποβάθμιση της ποιότητας των ΜΜΕ. Οι αξίες αυτές δεν βιώνονται με τον ίδιο τρόπο απ' όλους τους πολίτες: Η διαφοροποίηση αυτή εξαρτάται από την ευκαμψία του καθενός και τις αντίστοιχες δυνατότητές που νομίζει ότι θα του παρέχει το σύστημα. Είναι αποτέλεσμα μιας περίπλοκης διαδικασίας αξιολόγησης των προσωπικών του δεξιοτήτων, των διατιθέμενων μέσων και της εκτίμησης του οφέλους και του αντίστοιχου κόστους. Φυσικά, η προηγούμενη γενιά πέρασε στα σημερινά παιδιά την αίσθηση πως όλα είναι δυνατά, πως η κοινωνική άνοδος δεν χτίζεται σταδιακά, αλλά προσφέρεται ευκαιριακά, δεν βασίζεται στην προσωπική αξία, αλλά στην ικανότητα αξιοποίησης των συγκυριών. Πριν από κάθε κρίση το εφήμερο και το πρόσκαιρο αντικαθιστούν το μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για το μέλλον. Η ατομική βιογραφία προτάσσεται ως σημαντικότερη από τη συλλογική και η ευτυχία καθορίζεται βάσει υλιστικών αποκλειστικά κανόνων.
Κάθε οικονομική κρίση όμως έχει και η ίδια την κανονικότητά της: προβλέπεται από τους προνομιούχους, πλήττει τα μεσαία στρώματα και εξουθενώνει ή περιθωριοποιεί τους αδύναμους. Οι κοινωνικά αποκλεισμένοι χάνουν παντελώς την επαφή με τον κοινωνικό ιστό, την πρόσβαση στους κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς πόρους και οι απόγονοι τους καλούνται να ξεχρεώσουν εντόκως οικονομικά ή πολιτιστικά δάνεια, τα οποία ποτέ οι ίδιοι δεν καρπώθηκαν. Η κρίση είναι η εμπύρετη κατάσταση μιας κοινωνίας, που είτε θα οδηγήσει στην κάθαρση είτε στην πλήρη αποσάθρωση, αλλά σε κάθε περίπτωση θα προκαλέσει μεταβολή. Στο στάδιο αυτό οι αργυραμοιβοί των ιδανικών θα παρουσιαστούν ως σωτήρες. Η διέξοδος όμως βρίσκεται πάντα μέσα στο σύστημα κι όχι έξω από αυτό.
Εντούτοις, ας μη λησμονούμε τον ιαματικό χαρακτήρα της κρίσης. Ο βόρβορος μπορεί να αποτελέσει το λίπασμα, που θα θρέψει το νέο κοινωνικό φυντάνι. Η ανάγκη και η ανέχεια που ξεριζώνει τον αναίτιο ευδαιμονισμό της μεταπολεμικής Ελλάδας, πάνω στον οποίο δομήθηκε μία απερίγραπτη συλλογική έπαρση, μπορούν να κινητοποιήσουν νέες δυναμικές, να αναδείξουν το αδοκίμαστο, να εξιλεώσουν την κοινωνική αδικία και να αναπροσαρμόσουν τις προτεραιότητες. Κανονικά η μετά κρίσεως εποχή είναι καθαγιασμένη από την προσπάθεια των αθώων να την υπερβούν. Η εμπειρία όμως διαρκεί μόνο μία γενιά. Η επόμενη θέτει τα θεμέλια για την επόμενη κρίση, που συνήθως είναι πιο άτεγκτη και διαθέτει αντισώματα στις προηγούμενες λύσεις.

Ευστράτιος Παπάνης
Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου